Στο τέλος της θείας λειτουργίας ο Σεβασμιώτατος προχείρισε σε Αναγνώστη τον ιερόπαιδα Παναγιώτη Παμπούκα, ο οποίος επί σειρά ετών διακονεί το ιερό Βήμα της ενορίας.
Μετά τη θεία λειτουργία ο Σεβασμιώτατος μετέβη στην αίθουσα της ΓΕΧΑ Βεροίας όπου ομίλησε επίκαιρα.
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΣΤΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
«Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε».
Βρισκόμαστε λίγες ἡμέρες πρίν ἀπό τό πάθος τοῦ Κυρίου μας, ἀδελφοί μου, καί ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς προετοιμάζει μέ τίς ἱερές ἀκολουθίες, μέ τούς ὕμνους καί μέ τά ἀναγνώσματά της γιά τό μεγάλο γεγονός τῶν πανσεπτῶν Παθῶν καί τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως πού θά ζήσουμε καί θά ἑορτάσουμε. Μᾶς προετοιμάζει μέ τόν τρόπο ἀνάλογο μέ αὐτόν πού ἀκούσαμε στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα νά προετοιμάζει ὁ Ἰησοῦς τούς μαθητές του γιά τό Πάθος του.
Καί παρότι ὁ Ἰησοῦς περιγράφει τί πρόκειται νά συμβεῖ καί τούς λέγει ὅτι θά τόν συλλάβουν οἱ ἀρχιερεῖς καί θά τόν μαστιγώσουν καί θά τόν καταδικάσουν σέ θάνατο, ἀλλά αὐτός θά ἀναστηθεῖ σέ τρεῖς ἡμέρες, οἱ μαθητές του δέν ἀντιλαμβάνονται τήν κρισιμότητα τῆς καταστάσεως καί τή σοβαρότητα τῶν λόγων του. Κάποιοι μάλιστα ἀντί νά ἀσχολοῦνται μέ ὅσα θά συμβοῦν στόν διδάσκαλό τους, ἐνδιαφέρονται γιά τό δικό τους μέλλον. Καί αὐτοί, δυστυχῶς, δέν εἶναι ἄλλοι, ἀλλά δύο ἀπό τούς πιό στενούς καί ἐμπίστους μαθητές του, οἱ υἱοί τοῦ Ζεβεδαίου, ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης.
Γι᾽ αὐτό καί ἀντί νά ἐκφράσουν τή λύπη τους ἤ τή συμπαράστασή τους ἤ ἔστω νά τόν ρωτήσουν τί πρέπει νά κάνουν αὐτοί, ὅταν ὁ ἴδιος θά πάσχει καί θά σταυρώνεται, αὐτοί τοῦ ζητοῦν νά τούς ὑποσχεθεῖ ὅτι, ὅταν θά δοξασθεῖ, θά τούς ἐξασφαλίσει ἀπό μία θέση στά δεξιά του καί στά ἀριστερά του.
Τό ἐρώτημα τῶν δύο μαθητῶν τοῦ Κυρίου ἀποκαλύπτει, ἀδελφοί μου, μέχρι ποιοῦ σημείου μπορεῖ νά φθάσει ἡ ἀνθρώπινη φιλοδοξία, μέχρι ποιοῦ σημείου μπορεῖ νά τυφλώσει τόν ἄνθρωπο ἡ φιλαυτία, ὥστε νά μήν μπορεῖ νά διακρίνει τίποτε ἄλλο ἀπό αὐτό πού νομίζει ὅτι εἶναι τό συμφέρον του, ἀδιαφορώντας γιά τά πραγματικά σημαντικά.
Γι᾽ αὐτό καί ὁ Χριστός ἀντί ἄλλης ἀπαντήσεως ἐπιτιμᾶ τούς δύο μαθητές του λέγοντας: «οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε». Δέν ξέρετε τί ζητᾶτε.
Ἄν μελετήσουμε τά ἱερά Εὐαγγέλια, θά διαπιστώσουμε, ἀδελφοί μου, ὅτι πολλοί εἶναι αὐτοί πού πλησιάζουν τόν Ἰησοῦ καί τοῦ ὑποβάλλουν διάφορες ἐρωτήσεις καί παρακλήσεις. Ὅσο παράξενες καί ἄν εἶναι αὐτές, ὅσο κακοπροαίρετες καί ἄν εἶναι μερικές φορές, ὁ Χριστός ποτέ δέν ἀπαντᾶ μέ αὐτόν τόν ἐπιτιμητικό τρόπο πού ἀπαντᾶ στούς μαθητές του. «Δέν ξέρετε τί ζητᾶτε». Καί τό κάνει στήν περίπτωσή τους, γιατί θέλει νά τούς διδάξει καί δι᾽ αὐτῶν καί ὅλους ἐμᾶς, τούς ἀνά τούς αἰῶνες μαθητές του, ὅτι μποροῦμε νά ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό, ὅπως μᾶς δίδαξε, ὅ,τι ἔχουμε ἀνάγκη, ἀλλά πρέπει συγχρόνως νά ἀξιολογοῦμε τά αἰτήματα καί νά ἱεραρχοῦμε τίς προτεραιότητές μας.
Ἄλλωστε καί ὁ ἴδιος μᾶς δίδαξε πῶς πρέπει νά προσευχόμαστε καί τί πρέπει νά ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό. Μᾶς δίδαξε ὅτι ἡ πρώτη μας προτεραιότητα δέν πρέπει νά εἶναι τά ὑλικά καί τά ἐπίγεια πράγματα, δέν πρέπει νά εἶναι ἡ ἱκανοποίηση τῆς αὐταρεσκείας καί τῆς φιλοδοξίας μας, ἀλλά πρέπει ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐπικράτηση τοῦ θελήματός του καί τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ὄχι οἱ θέσεις καί τά ἀξιώματα πού θά πάρουμε ἐμεῖς μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Αὐτό μᾶς δίδαξε μέ τήν Κυριακή προσευχή: «ἁγιασθήτω τό ὄνομά σου, ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου», λέμε πρῶτα, καί στή συνέχεια «τόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον».
Αὐτό μᾶς δίδασκε καί ὅταν ἔλεγε στούς μαθητές του: «ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ … καί ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν».
Αὐτό λέγει καί σήμερα στούς δύο μαθητές του. Δικό τους καθῆκον ὡς μαθητῶν του εἶναι νά ἀκολουθοῦν τά βήματά του, νά κάνουν ὅ,τι ἔκανε καί Ἐκεῖνος, καί τά ὑπόλοιπα νά τά ἀφήνουν στά χέρια τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό λέγει καί σέ μᾶς σήμερα, ἀδελφοί μου. Σέ μᾶς πού πολλές φορές, σάν τούς μαθητές του, προσευχόμαστε καί τοῦ ζητᾶμε διάφορα πράγματα πού ἔχουμε ἀνάγκη, διάφορα πράγματα πού γιά τά ἀνθρώπινά μας κριτήρια εἶναι σημαντικά, ἀλλά ξεχνοῦμε νά ζητήσουμε τά πραγματικά σπουδαῖα καί σημαντικά. Ξεχνοῦμε νά τοῦ ζητήσουμε ὅ,τι ἔχει ἀνάγκη ἡ ψυχή μας. Ξεχνοῦμε νά τόν παρακαλέσουμε γιά τή σωτηρία της.
Τό ἴδιο συμβαίνει, ἀδελφοί μου, καί στίς προτεραιότητες πού θέτουμε στή ζωή μας, στήν καθημερινότητά μας.
Μᾶς ἔχει ἐπηρεάσει ὁ κόσμος, καί νομίζουμε ὅτι οἱ σημαντικότερες ἀνάγκες μας εἶναι οἱ ὑλικές. Προετοιμαζόμαστε γιά τό Πάσχα καί ἡ σκέψη μας εἶναι τίς περισσότερες φορές στίς ὑλικές προετοιμασίες. Ξεχνοῦμε ὅτι τό Πάσχα εἶναι ἡ κατ᾽ ἐξοχήν πνευματική ἑορτή, τήν ὁποία ἐάν δέν τήν ζήσουμε προετοιμάζοντας κατάλληλα τήν ψυχή μας, μέ τή νηστεία, μέ τή μετάνοια, μέ τήν ἐξομολόγηση, τότε ὅλες οἱ ἄλλες προετοιμασίες δέν ἔχουν κανένα νόημα καί καμιά προετοιμασία. Τότε ἰσχύει καί γιά μᾶς ὁ λόγος τοῦ Κυρίου πρός τούς μαθητές του: «οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε». Δέν ξέρετε τί ζητᾶτε. Δέν ξέρεσθε τί χρειάζεσθε.
Ἀδελφοί μου, ἐάν μέχρι σήμερα δέν ἔχουμε ἱεραρχήσει σωστά τίς προτεραιότητές μας, ἐάν δέν ἔχουμε ἱεραρχήσει σωστά τίς ἀνάγκες μας καί τίς προετοιμασίες μας γιά τή μεγάλη ἑορτή τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας, ἄς ἀκούσουμε τή φωνή τοῦ Χριστοῦ καί ἄς σπεύσουμε νά προετοιμασθοῦμε κατάλληλα. Καί ἄς τοῦ ζητήσουμε ἀντί γιά ὁτιδήποτε ἄλλο νά νεκρώσει μέσα μας τόν παλαιό ἄνθρωπο καί νά ἀναστήσει «τόν νέον, τόν κατά Θεόν κτισθέντα», γιά νά ἑορτάσουμε πνευματικά τή λαμπροφόρο Ἀνάστασή του.