Ὁ Ἅγιος Πέτρος κατάγονταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ γεννήθηκε περὶ τὰ μέσα τοῦ 9ου
αἰῶνος μ.Χ. Οἱ γονεῖς του διακρίνονταν ὄχι μόνο κατὰ τὸν ἐπίγειο πλοῦτο
τους, ἀλλὰ καὶ στὴν εὐσέβεια καὶ στὴ φιλανθρωπία. Τὰ ὀνόματά τους δὲν
εἶναι γνωστά. Γνωρίζουμε μόνο ὅτι σὲ ἀτμόσφαιρα ἀρετῆς καὶ σωφροσύνης,
ἀγάπης καὶ ἐλεημοσύνης, εὐλάβειας καὶ εὐσέβειας, ἐξέθρεψαν μὲ παιδεία
καὶ νουθεσία Κυρίου τὰ πέντε τέκνα τους: Παῦλο, Διονύσιο, Πέτρο, Πλάτωνα
καὶ τὴ θυγατέρα τους.
Γονεῖς
καὶ τέκνα μὲ ἔνθεο ζῆλο ἐπιλέγουν τὴν ἄσκηση τῆς μοναχικῆς ζωῆς καὶ
ἀποσύρονται σὲ μονή. Ἐκεῖ ὁ Πέτρος, ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία, ἀπερίσπαστος ἀπὸ
κοσμικὲς ἢ ἄλλες φροντίδες, ἀφοσιώνεται μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις στὴν
ἄσκηση καὶ τὸν ἀγώνα τῆς ἀρετῆς. Ἀναδεικνύεται ὁ αὐστηρὸς ἀσκητὴς τῆς
ἐρήμου, κοσμούμενος μὲ τὶς ἀρετὲς τῆς ταπεινοφροσύνης, τῆς σωφροσύνης,
τῆς φιλαλήθειας, τῆς συμπάθειας, τῆς φιλανθρωπίας, τῆς ὑπομονῆς, τῆς
ἐγκράτειας, τῆς προσευχῆς. Μελετᾶ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τοὺς Πατέρες, ἀλλὰ
καὶ τὴ θύραθεν σοφία, τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γραμματολογία, ἔχοντας ὡς
πρότυπο τὸν Μέγα Φώτιο, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.
Ἀφοῦ
ἔμαθε τὶς ἀρετὲς τοῦ Ἁγίου Πέτρου, ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Νικόλαος ὁ Μυστικός, ἄνδρας προικισμένος μὲ σοφία, ἱκανότητα,
διορατικότητα καὶ ἀποφασιστικότητα, ἐπιθυμοῦσε διακαῶς νὰ ἀναβιβάσει τὸν
Ἅγιο στὸ ἀξίωμα τῆς ἀρχιεροσύνης καὶ τὸν κάλεσε προκειμένου νὰ πληρώσει
τὴ χηρεύουσα Μητρόπολη Κορίνθου. Ὁ Ἅγιος Πέτρος διστάζει νὰ ἀνταλλάξει
τὴν ἀγαπητή του εἰρηνικὴ ζωὴ μὲ τὴν τύρβη τοῦ κόσμου. Μὲ μετριοφροσύνη
ἀποποιεῖται τὴν τιμή, εὐχαριστεῖ καὶ ἀρνεῖται. Ὁ Πατριάρχης τότε
στρέφεται πρὸς τὸν ἀδελφὸ τοῦ Ἁγίου, Παῦλο (†
27 Μαρτίου), τὸν ὁποῖο καθιστᾶ Μητροπολίτη Κορίνθου. Ἀλλὰ καὶ δὲν παύει
νὰ προσπαθεῖ νὰ πείσει τὸν Πέτρο νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν ἀρχιεροσύνη. Ἕνεκα
τούτου καὶ γιὰ νὰ μὴν πικραίνει τὸν Πατριάρχη, ὁ Ἅγιος ἀποφασίζει νὰ
κατέλθει στὴν Κόρινθο, τὸν θρόνο τῆς ὁποίας κοσμοῦσε ὁ ἀδελφός του
Παῦλος, γιὰ νὰ ἐφησυχάσει κοντά του.
Ὅταν
χήρεψε ἡ Ἐπισκοπὴ Ἄργους, ἡ ὁποία ἐξαρτιόταν ἀπὸ τὴν Μητρόπολη
Κορίνθου, Ἀργείοι καὶ Ναυπλιεῖς ἀπευθύνονται πρὸς τὸν Ἐπίσκοπο Παῦλο
ζητώντας ἐπίμονα ὡς Ἐπίσκοπο τῆς περιοχῆς τους τὸν Ἅγιο Πέτρο. Ὁ Ἅγιος
κάμπτεται καὶ ἀποδέχεται τὴ θέση τοῦ Ἐπισκόπου Ἄργους.
Ὡς
Ἐπίσκοπος ἀναδεικνύεται τύπος τῶν πιστῶν σὲ ὅλα. Δίδασκε ἀδιάλειπτα μὲ
τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα, στήριζε τοὺς κλονιζόμενους, ἔτρεφε τοὺς πεινῶντες,
θεράπευε τοὺς πάσχοντες, ἐξαγόραζε αἰχμαλώτους τῶν Σαρακηνῶν. Ὅλοι
φωτίζονται ἀπὸ τὸ φῶς τῆς ἀλήθειας καὶ τὸ ἅγιο παράδειγμά του. Ὁ
Δωρεοδότης Θεὸς ἐπιβραβεύει τὶς ἀρετὲς τοῦ Ἁγίου καὶ ἀπαντᾶ στὶς δεήσεις
ὑπὲρ τοῦ ποιμνίου του, χαρίζοντας πλούσιες τὶς εὐλογίες Του. Χάρη στὴν
ἐπέμβαση καὶ τὶς προσευχὲς τοῦ Ἁγίου, ἐπιτελοῦνται θαύματα. Ὡς ἄλλος
προφήτης Ἠλίας τρέφει σὲ καιρὸ λιμοῦ τοὺς κατοίκους τῆς περιοχῆς μὲ λίγο
ἀλεύρι. Λυτρώνει μὲ τὴν ἐπίμονη προσευχή του νεαρὴ αἰχμάλωτη τῶν
Σαρακηνῶν. Θεραπεύει γυναίκα δαιμονισμένη.
Ἀκόμη ὁ Ἅγιος, πολυμαθὴς καὶ σοφός, εἶναι ὁ παιδευτικὸς καὶ εὐφράδης διδάσκαλος. Τοῦτο μαρτυροῦν οἱ διασωθέντες ἑπτὰ λόγοι του.Ἐπὶ
τρεῖς ἡμέρες ἡ γλυκιὰ φωνὴ τοῦ Ἁγίου Πέτρου νουθετεῖ ἀπὸ τὸ κρεβάτι τὰ
τέκνα του καὶ τὰ εὐλογεῖ. Μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ
κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὸ 925 μ.Χ. Τὸ πρόσωπό του φαινόταν ὡς νὰ ζοῦσε
καὶ νὰ κοιμόταν, φωτισμένο μὲ φῶς. Ἱερεῖς καὶ πλῆθος λαοῦ, μὲ συγκίνηση
καὶ εὐλάβεια, ἐνταφιάζουν τὸ ἱερὸ λείψανο στὴν ἀριστερὴ πλευρὰ τοῦ ναοῦ
τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Τὰ τίμια λείψανά του γίνονται πρόξενα
πολλῶν θαυμάτων. Ὅμως, στὶς 21 Ἰανουαρίου τοῦ 1421, ὁ Λατῖνος Ἐπίσκοπος
Σιγουντονάνης ἅρπαξε τὸ ἱερὸ σκήνωμα, γιὰ νὰ τὸ μεταφέρει στὴ Ρώμη.
Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.Πέτρα
ἄρρηκτος, τῆς Ἐκκλησίας, ποιμὴν ἄριστος, πόλεως Ἄργους, ἀνεδείχθης
Ἱεράρχα πανεύφημε. Ὡς οὖν πιστὸς οἰκονόμος τῆς χάριτος, παντοίων νόσων
ἡμᾶς ἐλευθέρωσον, Πέτρε Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν αἰτούμενος, δωρήσασθαι
ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.Τῷ
Κορυφαίῳ τῶν σοφῶν Ἀποστόλων, συνωνύμησας εὐκλεῶς Πάτερ Πέτρε, τῶν
τούτων κατετρύφησας ἁγίων δωρεῶν· ζήλῳ γὰρ τῆς πίστεως, εὐσεβῶς
διαπρέψας, θαύμασιν ἐκόσμησας, τὸν σὸν ἔνθεον βίον· Ἱερουργὲ τῆς δόξης
τοῦ Χριστοῦ, τοὺς σὲ τιμῶντας, κινδύνων διάσωζε.
Μεγαλυνάριον.Χαίροις
Βυζαντίου θεῖος βλαστός, καὶ τῆς Ἀργολίδος, ποιμενάρχης καὶ ἀρωγός·
χαίροις Ἐκκλησίας, πνευματοφόρος πέτρα, τῆς χάριτος τὸ ὕδωρ, Πέτρε
πηγάζουσα.