Την
Δευτέρα 24 Ιουνίου το απόγευμα στο πλαίσιο των ΚΕ΄ Παυλείων
διοργανώθηκε από την Ιερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας
εσπερίδα στη σειρά των Συγχρόνων μορφών της Εκκλησίας, στο Παύλειο
Πολιτιστικό Κέντρο Βεροίας αφιερωμένη στο μακαριστό Γέροντα Θεοδόσιο της
Βηθανίας.
Πρώτος εισηγητής ήταν ο Έξαρχος του Παναγίου Τάφου στην Κύπρο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βόστρων κ. Τιμόθεος, ο οποίος ανέγνωσε και το μήνυμα του Μακαριωτάτου Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ.Θεοφίλου που απέστειλε για την εσπερίδα. Δεύτερος εισηγητής ήταν ο Αρχιερατικός Επίτροπος Βεργίνης Αρχιμ. Ιερεμίας Γεωργαλής και τρίτος εισηγητής ήταν ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων, ο οποίος ευχαρίστησε τους ομιλητές και απένειμε το χρυσό μετάλλιο του Αργυρού Ιωβηλαίου των Παυλείων στον Σεβ. Βόστρων κ. Τιμόθεο και το αναμνηστικό των ΚΕ΄ Παυλείων στον π. Ιερεμία.
Την εκδήλωση παρουσίασε ο Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας Αρχιμ. Αθηναγόρας Μπίρδας.
Η ομιλία του Σεβ. Μητροπολίτου Βεροίας:
«Οἶδα
ἄνθρωπον πρό ἐτῶν δεκατεσσάρων, εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτός
σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεός οἶδεν, ἁρπαγέντα ἕως τρίτου οὐρανοῦ».
Αὐτούς
τούς λόγους τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου Παύλου θά μποροῦσα
παραλλάσσοντας λίγο νά χρησιμοποιήσω γιά νά σκιαγραφήσω ἀμυδρά τήν
ὁσιακή μορφή στήν ὁποία ἡ Ἱερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας
ἀποφάσισε νά ἀφιερώσει τή φετινή Ἑσπερίδα τοῦ κύκλου «Σύγχρονες
μορφές τῆς Ἐκκλησίας», πού πραγματοποιεῖται γιά 14η φορά στό πλαίσιο τῶν
ΚΕ´ Παυλείων, τῶν ὁποίων τιμοῦμε φέτος τό ἀργυρό Ἰωβηλαῖο.
Καί
ἀποτελεῖ ἀγαθή συγκυρία ὅτι ἡ Ἑσπερίδα αὐτή πραγματοποιεῖται μία
ἡμέρα μετά τήν Κυριακή τῶν ἁγίων Πάντων, τήν Κυριακή κατά τήν ὁποία ἡ
Ἐκκλησία μας τιμᾶ ὅλους τούς ἁγίους της, ἀπό τούς παλαιοτέρους μέχρι
τούς συγχρόνους, ἀλλά καί κατά τήν ἡμέρα κατά τήν ὁποία ἑορτάζει τό
Γενέσιο τοῦ τιμίου Προδρόμου, τοῦ ἀντιλήπτορος καί φρουροῦ τῶν
μοναζόντων.
Στίς
Ἑσπερίδες τῶν προηγουμένων ἐτῶν εἴχαμε ἐπιχειρήσει νά παρουσιάσουμε
καί νά κάνουμε εὐρύτερα γνωστές ὁσιακές μορφές τῆς ἐποχῆς μας, Γέροντες
πού ἔζησαν εἴτε στό Ἅγιο Ὄρος εἴτε σέ μοναστήρια τῆς Ἑλλάδος, καί
ἀποτελεῖ μεγάλη χαρά γιά ὅλους μας ὅτι στό διάστημα αὐτό τό
Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο κατέταξε ἐπίσημα στή χορεία τῶν ἁγίων τῆς
κατ᾽ Ἀνατολάς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καί ἀνέγραψε στό Ἁγιολόγιό
της τέσσερις ἀπό τούς Γέροντες στούς ὁποίους εἴχαμε ἀφιερώσει κάποια ἀπό
τίς Ἑσπερίδες μας: τόν ὅσιο Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη, τόν ὅσιο Πορφύριο τόν
Καυσοκαλυβίτη, τόν ὅσιο Ἰάκωβο τόν Τσαλίκη, τόν ἐν Εὐβοίᾳ, καί τόν
ὅσιο Ἀμφιλόχιο Μακρῆ τῆς Πάτμου.
Φέτος
θελήσαμε νά ἀφιερώσουμε τήν Ἑσπερίδα μας στήν ἁγιασμένη μορφή ἑνός
Γέροντα, πού ἔζησε γιά ἕνα διάστημα λίγων μόνων ἐτῶν στήν Ἑλλάδα, ὅπου
ἔφθασε ἀπό τήν ἁγιοτόκο γῆ τῆς Ἰωνίας, ἀπό τή Σμύρνη, μέ τή
Μικρασιατική Καταστροφή, καί στή συνέχεια πῆγε στούς Ἁγίους Τόπους,
ὅπου μόνασε καί διακόνησε τά Πανάγια Προσκυνήματα γιά ἑξήντα ὁλόκληρα
χρόνια. Ἕναν γνήσιο φίλο τοῦ Χριστοῦ πού ἔζησε στήν ἐπίγειο Ἱερουσαλήμ
καί ἐκοιμήθη στή Βηθανία, ἐκεῖ ὅπου ἐκοιμήθη καί ὁ πραγματικός φίλος τοῦ
Χριστοῦ, ὁ Λάζαρος, στόν οἶκο τῆς Μάρθας καί τῆς Μαρίας, τῶν ἀδελφῶν
του, τόν ὁποῖο εἶχε εὐτρεπίσει καί οἰκοδομήσει μέ τήν πίστη καί τήν
ἀγάπη του.
Σέ
αὐτή τήν ὁσιακή μορφή, τόν γνήσιο φίλο τοῦ Χριστοῦ, τόν Γέροντα
Θεοδόσιο τῆς Βηθανίας, τόν χαρισματοῦχο Γέροντα, τόν Γέροντα τῆς ἀγάπης
τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀνθρώπων, τόν διακριτικό Γέροντα πού ἀξιώθηκε νά
ζήσει, ὅπως καί ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος «ὀπτασίας καί ἀποκαλύψεις
Κυρίου».
Εἶχα
τήν εὐλογία νά τόν γνωρίσω στά χρόνια τῆς διακονίας μου ὡς
πρωτοσυγκέλλου στήν Ἱερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, ὅταν ἀρχίσαμε μέ τήν
εὐλογία τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Παντελεήμονος Χρυσοφάκη νά
ὀργανώνουμε καί νά πραγματοποιοῦμε προσκυνηματικές περιηγήσεις στούς
Ἁγίους Τόπους. Τόν συνάντησα στή γυναικεία Ἱερά Μονή Μάρθας καί Μαρίας
στή Βηθανία, ὅπου ἦταν πνευματικός. Ὁ Γέροντας Θεοδόσιος διακρινόταν
γιά τό εὐπροσήγορο τοῦ χαρακτῆρος του ἀλλά καί τό ἀκατάκριτο, καί ἡ
μορφή του σέ εἵλκυε ἀπό τήν πρώτη στιγμή.
Ἡ κοινή καταγωγή τοῦ Γέροντος Θεοδοσίου μέ τούς γονεῖς μου, καθώς
καταγόταν καί ἐκεῖνος ἀπό τή Μικρά Ἀσία, ὅπως καί οἱ γονεῖς μου, ἦταν
ἴσως ἀρχικά ἡ ἀφορμή γιά τήν ὁποία ὁ Γέροντας μοῦ ἔδειχνε πολλή ἀγάπη,
κάθε φορά πού ἐπισκεπτόμουν τή Μονή. Μάλιστα ἐπεδίωκε, ὅταν κατά τήν
ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, τρώγαμε μαζί στήν Πατριαρχική
τράπεζα, νά μέ ἔχει δίπλα του.
Ἔτσι δημιουργήθηκε μεταξύ μας ἕνας στενός πνευματικός σύνδεσμος.
Ἦταν μάλιστα τόση ἡ ἀγάπη τοῦ Γέροντα πρός τό ταπεινό πρόσωπό μου,
ὥστε τήν τελευταία φορά πού ἐπισκεφθήκαμε μέ τόν μακαριστό Μητροπολίτη
Θεσσαλονίκης τή Μονή του, λίγους μῆνες πρίν ἀπό τήν κοίμησή του, ὁ
Γέροντας Θεοδόσιος διαμαρτυρήθηκε χαριτωμένα στόν Παναγιώτατο
λέγοντας: «Πάλιν ἀρχιμανδρίτη μοῦ τόν ἔφερες;»
Μοῦ εἶχε χαρίσει μάλιστα ἕναν ἐπιστήθιο σταυρό του, τόν ὁποῖο τόν προσέφερα καί ἐγώ μέ τή σειρά μου στόν πρῶτο κληρικό πού χειροτόνησα, καί τοῦ ἔδωσα τό ὄνομα τοῦ μακαριστοῦ Γέροντα Θεοδοσίου.
Θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά ἀναφέρω καί ἀκόμη κάτι προσωπικό, πού ἀξίζει ὅμως, νομίζω, νά ἀναφερθεῖ γιατί δείχνει ποιός ἦταν ὁ Γέροντας Θεοδόσιος γιά τόν ὁποῖο μιλοῦμε ἀπόψε.
Πρόκειται γιά μία ἰδιαίτερη μαρτυρία μιᾶς κυρίας, ἡ ὁποία συμμετεῖχε συχνά στίς προσκυνηματικές αὐτές περιηγήσεις μας στούς Ἁγίους Τόπους.
Ἡ κυρία, λοιπόν, αὐτή μετά ἀπό τό προσκύνημα πού κάναμε τό καλοκαίρι
τοῦ 1993, μερικούς μῆνες πρίν ἀπό τήν ἐκλογή μου στή Μητρόπολη Βεροίας
καί χωρίς νά γνωρίζει τίποτε, μέ πλησίασε καί μέ ρώτησε ἄν μοῦ
συμβαίνει κάτι προσωπικά. Παραξενεύθηκα ἀπό τήν ἐρώτηση καί ἀντί ἄλλης
ἀπαντήσεως τήν ρώτησα καί ἐγώ ποιός ἦταν ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο μέ
ρωτοῦσε. Τότε ἐκείνη μοῦ εἶπε ὅτι εἶχε δεῖ στόν ὕπνο της τόν Γέροντα
Θεοδόσιο, τόν ὁποῖο εἶχε γνωρίσει ἀπό τίς ἐπισκέψεις στήν Ἱερά Μονή τῆς
Μάρθας καί τῆς Μαρίας στή Βηθανία, καί ὁ ὁποῖος εἶχε κοιμηθεῖ πρίν ἀπό
δύο χρόνια. Καί τόν εἶχε δεῖ στή Βέροια καί εἶχε μερικούς μεγάλους
ἄρτους καί τούς τακτοποιοῦσε. Ὅταν ἐκείνη τόν πλησίασε καί τόν ρώτησε
«Γέροντα, τί εἶναι αὐτοί οἱ ἄρτοι;», ἐκεῖνος τῆς εἶπε «εἶναι γιά τόν
Παντελεήμονα».
Φυσικά ἡ εὐσεβής κυρία δέν κατάλαβε
τό νόημα τῶν λόγων τοῦ Γέροντα πού εἶδε στόν ὕπνο της, οὔτε μποροῦσε νά
τό καταλάβει, καί ἔτσι θέλοντας νά λύσει τήν ἀπορία της, ἦλθε σέ μένα.
Τῆς τήν ἔλυσε τήν ἀπορία ὅμως μερικούς
μῆνες ἀργότερα ἡ ἐξέλιξη τῶν πραγμάτων καί ἡ ἐκλογή μου ὡς
Μητροπολίτου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας, τήν
ὁποία τῆς εἶχε ἀποκαλύψει μέ τόν δικό του τρόπο ὁ Γέροντας Θεοδόσιος.
Οἱ ἀποκαλύψεις τοῦ Θεοῦ ἦταν συνυφασμένες μέ τή ζωή τοῦ Γέροντα.
Ἄλλοτε ἀφοροῦσαν τόν ἴδιο καί ἄλλοτε ἄλλους ἀνθρώπους, ὅλες εἶναι ὅμως
ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἐκλεκτό δοῦλο του, ὁ ὁποῖος «ἐκ
κοιλίας» σχεδόν «μητρός» του πόθησε νά ζήσει τήν ἰσάγγελη πολιτεία.
Ὁ
πόθος του αὐτός μετατρεπόταν σέ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στόν Θεό καί τελεία
ἀνάθεση τῆς ζωῆς του στά χέρια του καί ἐκφραζόταν μέ τό καρδιακό καί
διαρκές αἴτημά του: «γνώρισόν μοι, Κύριε, ὁδόν ἐν ᾗ πορεύσομαι».
Καί πῶς νά μήν ἀνταποκριθεῖ ὁ Θεός στό αἴτημα τοῦ νεαροῦ Ἰωάννη,
ὅπως ἦταν τό βαπτιστικό του ὄνομα, πού μόλις 12 ἐτῶν ἐγκατέλειψε τή
θεία του καί ἔφυγε ἀπό τόν Πειραιᾶ γιά νά γίνει μοναχός στή Χίο.
Ἐκεῖ ὁ σοφός ἡγούμενος τῆς Μονῆς
τοῦ Ἁγίου Μάρκου, Γέροντας Γαβριήλ, εἶχε προείδει τό μέλλον του: «ἐσύ
προορίζεσαι ἀπό τόν Θεό γιά τά Ἱεροσόλυμα», τοῦ εἶχε πεῖ.
Ὅταν ἐπέστρεψε παρά τή θέλησή του στήν Ἀθήνα, συνδέθηκε μέ τή Μονή τῆς Ἁγίας Εἰρήνης τῆς Χρυσοβαλάντου
καί τήν ἡγουμένη Μελετία, πού ἀγωνιζόταν τότε γιά τήν ἀνέγερση τῆς
μονῆς καί βρισκόταν σέ τόσο δύσκολη οἰκονομική κατάσταση, πού κάποια
φορά προσευχόταν τρεῖς ἡμέρες στήν ἁγία Εἰρήνη, γιά νά τούς στείλει κάτι
νά φᾶνε.
Τίς ἡμέρες αὐτές ἐμφανίσθηκε ἡ ἁγία στόν ὕπνο τοῦ μικροῦ Ἰωάννη
καί τόν συμβούλευσε νά πάει σέ μία πρεσβυτέρα πού γνώριζε καί τόν
ἀγαποῦσε πολύ γιά νά πάρει κάτι γιά τίς ἀδελφές τῆς Μονῆς πού εἶχαν
τρεῖς ἡμέρες νά φᾶνε.
Μόλις ξύπνησε ὁ μικρός, ἔτρεξε στήν πρεσβυτέρα, πού τόν ὑποδέχθηκε
μέ χαρά καί τοῦ ἔδωσε διάφορα πράγματα γιά τό μοναστήρι τῆς ἁγίας
Εἰρήνης, ἡ ὁποία καί τοῦ ἀποκάλυψε στό ὄνειρό του τό μοναχικό του
ὄνομα.
Ὁ Γέροντας εἶδε ἕνα βράδυ στόν ὕπνο του ὅτι τόν ἔκαναν μεγαλόσχημο μοναχό καί ἡ ἁγία Εἰρήνη εἶπε τό ὄνομά του, Θεοδόσιος, ὅπως καί ἔγινε.
Οἱ ἀποκαλύψεις τοῦ Θεοῦ δέν σταμάτησαν ὅμως σέ ὅλη του τή ζωή. Τίς περισσότερες εἶναι βέβαιο ὅτι δέν τίς δημοποίησε ποτέ, ἔχοντας
ὑπόψη του τόν λόγο τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου «καυχᾶσθαι δέ οὐ
συμφέρει μοι». Κάποιες ὅμως ἔγιναν γνωστές ἔμμεσα ἤ ἄμεσα στίς μοναχές
τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μάρθας καί Μαρίας. Καί ἀξίζει νά ἀναφέρουμε μερικές γιά
νά κατανοήσουμε καί ἐμεῖς κάπως τόν χαρισματοῦχο αὐτόν Γέροντα.
Ἐννέα μῆνες πρίν ἀπό τήν κοίμησή
του, στίς 9 Δεκεμβρίου τοῦ 1990, εἶχε βγεῖ ἔξω ἀπό τό μοναστήρι καί
περπατοῦσε πρός τόν δρόμο. Ἐκεῖ συνάντησε κάποιον γνωστό του Ἄραβα ὁ
ὁποῖος τόν χαιρέτησε, χωρίς ὅμως νά πάρει ἀπάντηση, γεγονός πρωτοφανές
γιά τόν Γέροντα, πού ἦταν ἐξαιρετικά εὐπροσήγορος. Ὁ Ἄραβας κατάλαβε
ὅτι κάτι εἶχε, τόν πῆρε ἀπό τό χέρι καί τόν ἐπέστρεψε στό μοναστήρι. Σέ
λίγο ὁ Γέροντας ἔχασε τίς αἰσθήσεις του καί οἱ μοναχές προσπάθησαν νά
τόν συνεφέρουν. Μάταια ὅμως, ἔτσι ὥστε νόμιζαν ὅτι ἐκοιμήθη. Λίγο
ἀργότερα ὅμως συνῆλθε, ἀλλά δέν εἶπε σέ κανένα τί τοῦ εἶχε συμβεῖ. Μετά
ἀπό μερικές ἡμέρες οἱ μοναχές τῆς Μονῆς τόν ἄκουσαν νά τό ἀφηγεῖται σέ
κάποιες Ρωσίδες μοναχές πού εἶχαν ἐπισκεφθεῖ τή Μονή καί τόν ρώτησαν.
Τότε ἐκεῖνος τούς εἶπε πώς εἶχε δεῖ δύο ὄμορφα κορίτσια μέ ἕναν
Ἀρχιερέα στή μέση, πού ἦταν ὁ ἅγιος Λάζαρος, ὁ ὁποῖος μετά τήν ἀνάστασή
του ἔγινε μητροπολίτης Κιτίου, καί τά δύο κορίτσια ἦταν οἱ ἀδελφές
του, ἡ Μάρθα καί ἡ Μαρία. Καί τούς παρακάλεσε νά τόν ἀφήσουν νά κάνει
Πάσχα γιά τελευταία φορά. Ἔτσι καί ἔγινε.
Ἀπό τότε ἄλλαξε ἡ συμπεριφορά του ἐντελῶς. Ἔδειχνε ὅτι εἶχε τή βεβαιότητα πώς σύντομα θά ἀναχωρήσει
καί τό ἔλεγε σέ πολλούς. Στήν ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου
χαιρετοῦσε ὅλους τούς πράκτορες πού ἔφερναν τούς προσκυνητές λέγοντάς
τους: «Τήν ἄλλη φορά πού θά ἔρθετε, δέν θά μέ ξαναδεῖτε», ἐννοώντας τήν
ἑορτή τῆ ὑψώσεως τοῦ τιμίου Σταυροῦ, στίς 14 Σπτεμβρίου. Τό ἴδιο ἔκανε
καί μέ τούς πατέρες στό Πατριαρχεῖο.
Τό Σάββατο, πρίν ἀπό τήν κοίμησή του τή Δευτέρα 27 Αὐγούστου, πῆγε νά τούς ἀποχαιρετίσει γιά τελευταία φορά.
Μετά τήν κοίμησή του, φαινόταν σάν ζωντανός. Πολλές μοναχές ἀλλά καί προσκυνητές τόν εἶδαν νά ἀνοιγοκλείνει τά μάτια του.
Μέ τήν κοίμησή του συνδέεται καί ἕνα ἄλλο θαυμαστό γεγονός.
Ἕνας Ἄραβας ὀρθόδοξος χριστιανός
ἀπό τή Βηθλέεμ εἶδε ἐκεῖνες τίς ἡμέρες στόν ὕπνο του ἕνα ὄνειρο. Εἶδε
ὅτι ἡ Βηθανία πανηγύριζε καί τό μοναστήρι τῆς Μάρθας καί τῆς Μαρίας
ἦταν γεμάτο ἀπό ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, ἀγγέλους καί ὅλοι ἦταν ντυμένοι
ἐπίσημα καί ἔψελναν. Ὅταν τήν ἑπόμενη ἡμέρα πληροφορήθηκε τήν κοίμηση
τοῦ Γέροντα Θεοδοσίου, κατάλαβε τό νόημα τοῦ ὀνείρου πού εἶδε.
Ἡ παρουσία τοῦ Γέροντα συνεχίζει
νά εἶναι αἰσθητή σέ πολλά πρόσωπα τά ὁποῖα γνώριζε καί τά ὁποῖα τόν
θυμοῦνται. Ἰδιαιτέρως οἱ μοναχές τῆς Μονῆς τῆς Μάρθας καί Μαρίας τόν
βλέπουν συχνά ἀνάμεσά τους καί διηγοῦνται θαύματα πού ἐπιτελοῦνται μέ
τήν εὐχή του.
Μία ἀπό τίς ἀδελφές τῆς Μονῆς πού εἶχε κάποιο σοβαρό πρόβλημα καρδιᾶς, τόν εἶδε, μία ἑβδομάδα ἀφότου ἀντιμετώπισε τό πρόβλημα,
στή διάρκεια τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ὄρθρου μέσα στό Ἱερό ντυμένο μέ τά
κόκκινα ἄμφιά του. Τῆς ἔκανε νόημα ἀπό τήν Ὡραία Πύλη καί τήν εὐλόγησε
μέ τό πετραχήλι του, βάζοντάς το στό κεφάλι της.
Ἡ ἴδια ἀδελφή, τό 1995, τέσσερα χρόνια μετά τήν κοίμηση τοῦ Γέροντα,
ἐμφάνισε ἕνα ἐξόγκωμα στήν ἐσωτερική πλευρά τοῦ ἀριστεροῦ μηροῦ. Τό
ἐξόγκωμα μεγάλωνε καί ἀδελφή ἀνησυχοῦσε μήπως τήν ἐμποδίζει νά περπατᾶ
καί νά ἐκτελεῖ τά διακονήματά της. Ἔτσι σκέφθηκε νά βάλει λίγο λαδάκι
ἀπό τό Μεγάλο Εὐχέλαιο, καί νά ἀκουμπήσει ἐπάνω της τό ράσο τοῦ Γέροντα.
Τό ἐπανέλαβε δύο-τρεῖς ἡμέρες καί μέ ἔκπληξή της διαπίστωσε ἀπό τό
σημεῖο ἐκεῖνο τοῦ σώματός της βγῆκε μιά πέτρα, πού ἄφησε μάλιστα καί
πληγή, σάν νά εἶχε κάνει κάποια ἐπέμβαση στό σημεῖο. Ἡ πέτρα αὐτή
ἔγινε προοδευτικά λίπωμα καί στή συνέχεια ἔλιωσε καί ἐξαφανίσθηκε
ἀπαλλάσσοντάς την ὁριστικά ἀπό τήν ἐνόχληση.
Θαυμαστή εἶναι καί ἡ θεραπεία ἑνός ἀρχιερέως τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων, ὁ ὁποῖος εἶχε προβλήματα
ὑγείας καί θά ἔκανε ἐξετάσεις. Πρίν νά πάει στήν Ἀθήνα πέρασε ἀπό τό
μοναστήρι τῆς Βηθανίας καί λειτούργησε. Ἐξαιτίας τῆς ζέστης ἵδρωσε καί
ἔτσι ἔβγαλε τό ράσο του καί φόρεσε τό ράσο τοῦ Γέροντα, τόν ὁποῖο
ἀγαποῦσε πολύ καί μετά τήν κοίμησή του τόν ἐπικαλεῖτο στίς προσευχές
του, ὅπως ὁ ἴδιος ὁμολογεῖ.
Φορώντας τό ράσο τοῦ Γέροντα αἰσθάνθηκε κάτι παράξενο καί εἶπε
στίς ἀδελφές «Θά σᾶς πῶ κάτι, ὅταν θά ἐπιστρέψω ἀπό τήν Ἀθήνα».
Πράγματι πῆγε σέ λίγες ἡμέρες στήν Ἀθήνα, ἔκανε τίς ἐξετάσεις πού
ἔπρεπε, ἀλλά δέν τοῦ βρῆκαν τίποτε καί ἐπέστρεψε. Ἔκανε γιά δεύτερη φορά
τίς ἐξετάσεις στά Ἱεροσόλυμα, ἀλλά καί πάλι δέν βρῆκαν τίποτε. Ἔτσι
πῆγε στό μοναστήρι καί εἶπε στίς μοναχές γιά τό θαῦμα πού ἔζησε μέ τό
ράσο τοῦ Γέροντα.
Θά μποροῦσε νά πεῖ κανείς πολλά
γιά τά χαρίσματα καί τά θαύματα τοῦ μακαριστοῦ Γέροντα, ἀλλά
περιορίζομαι σέ αὐτά, καθώς θά ἔχουμε τήν εὐκαιρία νά ἀκούσουμε πολλά
θαυμαστά περιστατικά ἀπό τή ζωή τοῦ ὁσίου αὐτοῦ Γέροντα ἀπό τόν
Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Βόστρων, κύριο Τιμόθεο, τόν ὁποῖο καί
εὐχαριστῶ θερμά γιά τήν πρόθυμη ἀνταπόκρισή του στήν παράκλησή μου,
παρά τίς ἄλλες ὑποχρεώσεις του, καί τήν παρουσία στή σημερινή Ἑσπερίδα,
καθώς εἶναι ἀπό τούς ἀρχιερεῖς ὁ ὁποῖος γνώριζε πολύ καλά τόν Γέροντα
καί συνδεόταν μαζί του ἐπί πολλά χρόνια, ἐνῶ γιά τή ζωή του γενικότερα
θά ἔχουμε τήν εὐκαιρία νά μᾶς μιλήσει ὁ π. Ἱερεμίας Γεωργαλῆς, τόν
ὁποῖο ἐπίσης εὐχαριστῶ.
Θέλω ὅμως κλείνοντας νά πῶ δύο λόγια ἀκόμη γιά τόν χαρισματοῦχο
αὐτόν Γέροντα, πού ἔζησε τίς ἀποκαλύψεις τοῦ Θεοῦ στή ζωή του, ἀλλά καί
χάριν τοῦ ὁποίου ὁ Θεός ἀποκαλύφθηκε καί σέ ἄλλους ἀνθρώπους· δύο λόγια
γιά τό προορατικό του χάρισμα καί γιά τήν αἴσθηση τῆς παρουσίας του
πού νιώθουν πολλοί ἀδελφοί μας ἀλλά καί τά θαύματα πού ἐπιτελεῖ στούς
ἀνθρώπους πού τόν ἀγαποῦσαν ἐν ζωῇ καί τόν παρακαλοῦν τώρα καί ζητοῦν
τή βοήθειά του.
Ὅλα αὐτά τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ τά ἔλαβε ὁ Γέρων Θεοδόσιος τῆς Βηθανίας γιά τήν πολλή του ἀγάπη στόν Θεό, τόν ὁποῖο «ἐπεπόθησε»,
ὅπως λέγει ὁ ψαλμωδός Δαβίδ, καί τόν ἐζήτησε ἡ ψυχή ἀπό παιδί. Καί αὐτή
ἡ ἀγάπη στόν Θεό ἔκανε τήν ψυχή του νά εἶναι ἀνοικτή καί δεκτική τῆς
χάριτος τοῦ Θεοῦ, νά εἶναι ἀνοικτή στούς ἀνθρώπους, στούς ὁποίους τήν
προσέφερε ἁπλόχερα καί γενναιόδωρα πάντοτε. Γι᾽ αὐτό καί οἱ δωρεές τοῦ
Θεοῦ αὔξαναν διαρκῶς στήν ψυχή του κατά τήν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου ὅτι
αὐτός πού δίδει χωρίς νά ὑπολογίζει, αὐτός καί θά λαμβάνει περισσότερα,
ὥστε νά ἔχει πάντοτε περίσσευμα.
Καί ὁ Γέροντας Θεοδόσιος, ὅπως ἀκούσαμε καί θά ἀκούσουμε καί στή συνέχεια, εἶχε πάντοτε περίσσευμα
ἀγάπης καί ἔθετε τά χαρίσματά του στή διακονία τῶν ἀνθρώπων, στή
διακονία τῶν προσκυνητῶν πού περνοῦσαν ἀπό τό μοναστήρι του ἀλλά καί
ἀπό τό Πατριαρχεῖο τῶν Ἱεροσολύμων καί τόν Πανάγιο Τάφο, ὅπου γιά πολλά
χρόνια διακονοῦσε.
Αὐτή τή σύγχρονη ὁσιακή μορφή, τόν Γέροντα Θεοδόσιο τῆς Βηθανίας,
θέλησε ἡ Ἱερά μας Μητρόπολη νά προβάλει στά φετινά ΚΕ´ Παύλεια, γιατί
μορφές σάν καί αὐτή τοῦ Γέροντος Θεοδοσίου, εἶναι, ὅπως ψάλλει ὁ ἱερός
ὑμνογράφος γιά τούς ἁγίους Πάντες, «τῆς Ἐκκλησίας ἡ βάσις, τοῦ
εὐαγγελίου ἡ τελείωσις», διότι «ἔργῳ τά τοῦ Σωτῆρος ρητά ἐπλήρωσαν»,
καί στηρίζουν καί ἐμᾶς στηρίζουν στή ζωή καί στή διακονία μας.
Κλείνοντας αὐτές τίς ταπεινές σκέψεις γιά τόν Γέροντα Θεοδόσιο τῆς Βηθανίας, θά ἤθελα νά εὐχαριστήσω
καί πάλι θερμότατα τόν Ἅγιο Βόστρων γιά τήν τιμή πού μᾶς ἔκανε νά ἔρθει
γιά ἄλλη μία φορά στή Βέροια καί στήν Ἱερά Μητρόπολή μας καί γιά ὅσα θά
μᾶς πεῖ γιά τόν Γέροντα ἀπό τήν προσωπική του ἐμπειρία στήν εἰσήγησή
του μέ θέμα «Ὁ Γέρων Θεοδόσιος τῆς Βηθανίας», ἀλλά καί τόν π. Ἱερεμία,
πού θά μᾶς μεταφέρει στοιχεῖα γιά τή ζωή τοῦ μακαριστοῦ Γέροντα
μιλώντας μας μέ θέμα: «Ὁ Γέρων Θεοδόσιος τῆς Βηθανίας, ὁ ἀκροφύλαξ τῆς
Σιωνίτιδος Ἐκκλησίας».
Σᾶς εὐχαριστῶ καί ὅλους ἐσᾶς πού ἤλθατε καί ἀπόψε γιά νά παρακολουθήσετε αὐτή τήν ἐκδήλωση, τήν ἀφιερωμένη στόν Γέροντα Θεοδόσιο τῆς Βηθανίας, καί νά ὠφεληθεῖτε πνευματικά.