Την
Κυριακή 1 Δεκεμβρίου το πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας,
Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο
λόγο στον Ιερό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και Αγίου Νικοδήμου
Βεροίας.
Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας ο Σεβασμιώτατος χειροθέτησε σε Οικονόμο τον εφημέριο της ενορίας π. Κωνσταντίνο Νικολαΐδη.
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ
«Χριστός ἐστίν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τά ἀμφότερα ἕν καί τό μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας».
Εἰκοσιπέντε
ἡμέρες πρίν νά ἀντιχήσει γιά μία ἀκόμη φορά ὁ ἀγγελικός ὕμνος
«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί ἐπί γῆς εἰρήνη», ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος
Παῦλος μᾶς προετοιμάζει γιά τό μέγα αὐτό θαῦμα τῆς θείας οἰκονομίας, γιά
τήν ἐνανθρώπιση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, πού θά ἑορτάσουμε,
διακηρύσσοντας σήμερα πανηγυρικά πρός τούς χριστιανούς τῆς Ἐφέσου ἀλλά
καί πρός ὅλους μας: «Χριστός ἐστίν ἡ εἰρήνη ἡμῶν».
Ἄς
μήν σπεύσει, μᾶς λέγει, κανείς νά πιστεύσει ὅτι «ἡ ἐπί γῆς εἰρήνη»,
τήν ὁποία θά κηρύξουν οἱ ἄγγελοι, εἶναι ἐπίτευγμα τῶν ἰσχυρῶν τῆς γῆς.
Ἄς μήν νομίσει κανείς ὅτι εἶναι κατόρθωμα αὐτῶν πού θεωροῦν τούς
ἑαυτούς τους φιλοσόφους καί μεταρρυθμιστές, διανοούμενους καί
ἰδεολόγους. Ἄς μήν θεωρήσει κανείς ὅτι ἡ εἰρήνη προέρχεται ἀπό αὐτούς
πού συγκεντρώνουν γύρω τους τά πλήθη τοῦ κόσμου καί τούς ὁποίους συχνά
ἀκολουθοῦν ἀφελεῖς καί καλόπιστοι πού νομίζουν ὅτι ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου,
τοῦ ἐξωτερικοῦ ἀλλά καί τοῦ ἐσωτερικοῦ μας κόσμου, μπορεῖ νά
ἀποκατασταθεῖ ἀπό τόν κάθε σοφό καί ἰσχυρό γῆς· ὅτι μπορεῖ νά ἀποκτηθεῖ
μέ θεωρίες καί συστήματα ἀνθρώπινα, πού ὅσο καί ἄν δέν τό ὁμολογοῦν δέν
μποροῦν νά χαρίσουν οὔτε στόν ἑαυτό τους τήν εἰρήνη.
«Χριστός
ἐστίν ἡ εἰρήνη ἡμῶν». Ὁ Χριστός εἶναι ἡ εἰρήνη μας. Ἡ εἰρήνη ἡ
προσωπική καί ἡ συλλογική. Ἡ εἰρήνη τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου. Ἡ
εἰρήνη γύρω μας καί μέσα μας. Αὐτός, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, πού ἦρθε
στή γῆ καί ἔγινε ἄνθρωπος, αὐτός εἶναι ὁ ἄρχων τῆς εἰρήνης, αὐτός εἶναι
πού μπορεῖ νά χαρίσει τήν εἰρήνη ὄχι μόνο γιά κάποιες ἡμέρες ἀλλά γιά
πάντα, αὐτός πού μπορεῖ νά χαρίσει στόν κάθε ἕνα πού θά θελήσει νά τόν
δεχθεῖ στήν ψυχή του καί νά τόν ἀκολουθήσει στή ζωή του τή μόνιμη καί
σταθερή εἰρήνη, τήν «πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν» εἰρήνη τοῦ Θεοῦ.
Καί
γιά ποιό λόγο εἶναι ὁ Χριστός ἡ εἰρήνη μας; Διότι, συνεχίζει ὁ μέγας
ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι αὐτός πού δέν ἦρθε στή γῆ ὡς ἁπλός ἐπισκέπτης
οὔτε ὡς κριτής, ἀλλά ἦρθε γιά νά συμφιλιώσει τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό.
Ἦλθε γιά νά ἑνώσει τό χάσμα πού προκάλεσε ὁ ἄνθρωπος μέ τήν ἀνυπακοή του
στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τήν πτώση του. Ἦλθε γιά νά δείξει μέ τή ζωή καί
τόν λόγο του τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς πρός τόν Θεό. Ἦλθε γιά νά
ἀπαλείψει μέ τό αἷμα τῆς σταυρικῆς του θυσίας τήν ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου
πού τόν καθιστοῦσε ἐχθρό τοῦ Θεοῦ.
Κανείς
ἄλλος δέν μποροῦσε νά τά προσφέρει ὅλα αὐτά στόν ἄνθρωπο παρά μόνο ὁ
Χριστός, ὁ μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ, καί γι᾽ αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος τόν
ταυτίζει μέ τήν εἰρήνη καί τόν θεωρεῖ «εἰρήνη» τοῦ ἀνθρώπου.
«Χριστός
ἐστίν ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τά ἀμφότερα ἕν καί τό μεσότοιχον τοῦ
φραγμοῦ λύσας», ἐπαναλαμβάνει καί σέ μᾶς σήμερα ὁ ἀπόστολος. Ὁ Χριστός
εἶναι ἡ εἰρήνη μας, διότι χωρίς τόν Χριστό δέν μποροῦμε νά ἔχουμε
εἰρήνη οὔτε στήν ψυχή μας οὔτε στόν κόσμο μας. Χωρίς τόν Χριστό μέσα
στήν ψυχή μας δέν μπορεῖ νά ἐπικρατήσει εἰρήνη στόν κόσμο, γιατί ἐάν
δέν ἔχουμε τόν ἄρχοντα τῆς εἰρήνης στήν ψυχή μας, τότε ἔχουμε τόν
ἄρχοντα τοῦ μίσους καί τῆς κακίας, τόν διάβολο, πού εἶναι ἐχθρός τῆς
εἰρήνης καί πατέρας τοῦ πολέμου, πού ἐπιδιώκει τή σύγχυση καί τήν
ταραχή, πού ἐπιδιώκει τή διάσπαση τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους ἀλλά καί
μέ τόν Θεό.
Γι᾽
αὐτό καί ἐπικρατεῖ ἀκόμη στόν κόσμο μας ὁ πόλεμος, γι᾽ αὐτό καί
ὑπάρχουν συγκρούσεις καί συμπλοκές καί συρράξεις, γιατί δέν ἀφήσαμε τόν
Χριστό νά κυριαρχήσει στή ζωή μας καί στόν κόσμο. Ὁ Χριστός ἔφερε μέ
τήν ἐνανθρώπησή του καί μέ τή θυσία του τήν εἰρήνη, δέν ἐξεβίασε καί
δέν ἐκβιάζει ὅμως κανέναν νά τή δεχθεῖ. Μᾶς ἔδειξε τόν τρόπο μέ τόν
ὁποῖο μποροῦμε νά οἰκειοποιηθοῦμε τήν εἰρήνη πού μᾶς χάρισε, νά τήν
κάνουμε κτῆμα μας, νά τήν κάνουμε μόνιμο σύντροφο τῆς ψυχῆς μας καί
τῆς ζωῆς μας, ἀνεξάρτητα ἀπό τίς συνθῆκες μέσα στίς ὁποῖες ζοῦμε,
ἀνεξάρτητα ἀπό τίς δυσκολίες ἤ τούς πειρασμούς πού ἀντιμετωπίζουμε στή
ζωή μας, ἀλλά ἔγκειται στή δική μας διάθεση καί θέληση νά τήν
ἐπιλέξουμε καί νά τήν ἀποδεχθοῦμε. Διότι ἡ εἰρήνη εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ
πρός τούς ἀνθρώπους πού εἶναι συμφιλιωμένοι μαζί του. Εἶναι δῶρο τοῦ
Θεοῦ πρός τούς ἀνθρώπους πού ἀγωνίζονται νά ζοῦν σύμφωνα μέ τό θέλημα
καί τίς ἐντολές του, νά προσπαθοῦν νά ἔχουν τήν καρδιά τους καθαρή, ὥστε
νά ἀναπαύεται σ᾽ αὐτήν ὁ Θεός. Καί τό βλέπουμε αὐτό στή ζωή τῶν ἁγίων
τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι καί στούς πειρασμούς καί στίς δυσκολίες καί
στό μαρτύριο ἀκόμη ἦταν γαλήνιοι καί εἰρηνικοί. Ὄχι γιατί δέν πονοῦσαν,
ὄχι γιατί δέν ὑπέφεραν, ὄχι γιατί δέν αἰσθανόταν τί συνέβαινε γύρω
τους, ἀλλά γιατί εἶχαν τόν Χριστό στήν ψυχή τους· γιατί ἦταν
συμφιλιωμένοι μέ τόν Θεό μέ τόν πνευματικό τους ἀγώνα καί τά ἱερά
μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καί εἶχαν μέσα τους τήν ἀναφαίρετη εἰρήνη
του.
Αὐτή
τήν εἰρήνη ἄς παρακαλοῦμε τόν Θεό νά χαρίζει καί σέ μᾶς καί ἄς
προσπαθήσουμε νά τήν οἰκειοποιηθοῦμε μέ τή χάρη του καί μέ τόν ἀγώνα μας
γιά τήν ἐν Χριστῷ ζωή, ἰδιαιτέρως αὐτές τίς ἡμέρες πού προετοιμαζόμεθα
γιά νά ὑποδεχθοῦμε τόν Χριστό ὁ ὁποῖος ἦλθε γιά νά φέρει στόν κόσμο
τήν εἰρήνη, ἀλλά καί σέ ὅλη μας τή ζωή.