Την
Κυριακή 5 Ιανουαρίου, παραμονή της εορτής των Θεοφανείων του Κυρίου,
όπως κάθε χρόνο, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και
Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό
Ναό του Αγίου Γεωργίου Βεροίας.
Μετά τη Θεία Λειτουργία, τελέσθηκε η Ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού.
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ
«Ἐξεπορεύετο
πρός αὐτόν πᾶσα ἡ Ἰουδαία χώρα καί οἱ Ἱεροσολυμῖται πάντες καί
ἐβαπτίζοντο … ἐξομολογούμενοι τάς ἁμαρτίας αὐτῶν».
Μία
ἀσυνήθιστη κοσμοσυρροή μᾶς περιέγραψε τό σημερινό εὐαγγελικό
ἀνάγνωσμα. Καί ἡ κοσμοσυρροή δέν συμβαίνει στήν ἀγορά ἤ στήν πλατεία
κάποιας μεγαλουπόλεως ἀλλά στίς ὄχθες ἑνός ποταμοῦ, τοῦ Ἰορδάνου.
Ἐκεῖ συρρέουν οἱ κάτοικοι ὅλης τῆς Ἰουδαίας καί ὅλοι οἱ Ἱεροσολυμίτες.
Δέν
συρρέουν γιά κάποιο σπουδαῖο κοσμικό γεγονός οὔτε γιά νά συναντήσουν
κάποια ἐξέχουσα δημόσια προσωπικότητα. Συρρέουν γιά νά συναντήσουν ἕναν
ἐρημίτη, ἕναν νηστευτή, τόν Ἰωάννη, πού ἀπό νέος ζοῦσε ἀσκητικά στήν
ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου, εἶχε ὡς ἔνδυμα τρίχες καμήλου, πού τίς συγκρατοῦσε
στή μέση του μέ μία δερμάτινη ζώνη, καί τρεφόταν μέ ἀκρίδες καί μέλι
ἄγριο, ὅπως γράφει ὁ ἱερός εὐαγγελιστής Μάρκος.
Συρρέουν
ὄχι μόνο γιά νά τόν δοῦν καί νά ἀκούσουν τό κήρυγμά του, ἀλλά καί γιά
νά ἐξομολογηθοῦν τίς ἁμαρτίες τους καί νά βαπτισθοῦν στόν Ἰορδάνη.
Ποτέ
μέχρι τότε στήν ἱστορία τοῦ κόσμου ἕνας ταπεινός ἀσκητής δέν
συγκέντρωσε τόσο πλῆθος ἀνθρώπων. Ποτέ ἕνας ἁπλός ἐρημίτης δέν ἔπειθε
μέ τόν λόγο του ἀνθρώπους κάθε κοινωνικῆς τάξεως καί ἡλικίας. Ἀλλά ὁ
Ἰωάννης δέν ἦταν ἕνας ἄνθρωπος σάν ὅλους τούς ἄλλους. Ἦταν κατά τή
διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου μας «ὁ μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν», ἀνώτερος
ἀπό ὅλους ὅσους γεννήθηκαν ἀπό μία γυναίκα. Ἦταν ὁ Πρόδρομος τοῦ
Σωτῆρος Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος θά βάπτιζε καί τόν ἴδιο τόν Θεάνθρωπο Κύριο.
Τό
κήρυγμά του, κήρυγμα προετοιμασίας γιά τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν πού
πλησίαζε. Ὄχι τή μέλλουσα, ἀλλά «τήν ἐπί τῆς γῆς», τήν ὁποία θά μᾶς
δίδασκε ὁ Χριστός νά ζητοῦμε. Αὐτή γιά τήν ὁποία θά μᾶς πεῖ ὅτι «ἐντός
ὑμῶν ἐστί», εἶναι μέσα μας. Αὐτή τῆς ὁποίας πρίν νά γίνεις πολίτης, πρίν
νά γίνεις μέτοχος, πρέπει νά ἔχεις ἀπαλλάξεις τήν ψυχή σου ἀπό τό
φορτίο τῆς ἁμαρτίας καί νά τήν ἔχεις λευκάνει μέ τό νερό τοῦ
βαπτίσματος.
«Φωνή
βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ» ἦταν ἡ φωνή τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, καί
ὅμως αὐτή ἡ φωνή ἦταν πού ἀκουόταν καί στίς πόλεις καί στά χωριά μέχρι
τά Ἱεροσόλυμα καί ἔκανε τούς ἀνθρώπους νά σπεύδουν στά ρεῖθρα τοῦ
Ἰορδάνου γιά νά ἐξομολογηθοῦν καί νά βαπτισθοῦν, προκειμένου νά γίνουν
πολίτες τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ πού ἐρχόταν.
Ὅμως
δέν ἦταν οἱ μόνοι, γιατί ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται καί συνεχίζεται.
Γιατί καί ἐμεῖς, πού δέν ἔχουμε ἀκούσει μόνο τήν πρόσκληση τοῦ τιμίου
Προδρόμου ἀλλά καί τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, καί ἐμεῖς πού ἔχουμε
βαπτισθεῖ ὄχι ἁπλῶς στά ὕδατα τοῦ Ἰορδάνου ἀλλά στό ὕδωρ τοῦ θείου
βαπτίσματος, σπεύδουμε σήμερα, παραμονή τῶν Ἁγίων Θεοφανείων, ἀλλά
καί αὔριο, ἡμέρα τῆς Βαπτίσεως τοῦ Χριστοῦ καί ἁγιασμοῦ τῶν ὑδάτων,
στόν νοητό Ἰορδάνη, στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, στήν κολυμβήθρα τοῦ
Μεγάλου Ἁγιασμοῦ γιά νά λάβουμε ὕδωρ καθάρσιο ψυχῶν καί σωμάτων.
Σπεύδουμε μέ διάθεση μετανοίας καί ἀλλαγῆς, γιά νά λάβουμε ὕδωρ ζῶν
ἀπό τήν ἀκένωτη πηγή τῆς ζωῆς, τόν Χριστό. Σπεύδουμε γιά νά λάβουμε διά
τοῦ ὕδατος «τήν καθαρτικήν τῆς ὑπερουσίου Τριάδος ἐνέργειαν». Καί
συνωθούμεθα πολλές φορές, ὅπως καί οἱ Ἰουδαῖοι καί οἱ Ἱεροσολυμίτες,
γιά νά λάβουμε τόν Ἁγιασμό καί τήν χάρη.
Ὅμως
δέν ἀρκεῖ νά σπεύδουμε. Δέν ἀρκεῖ νά λαμβάνουμε τόν Ἁγιασμό. Δέν ἀρκεῖ
νά μετανοοῦμε στιγμιαῖα ἤ καί νά προσερχόμεθα ἀκόμη στό μυστήριο τῆς
ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως γιά νά προετοιμασθοῦμε, καί στή συνέχεια, ὅταν
ἀπομακρυνθοῦμε, νά ξεχνοῦμε τίς ἀποφάσεις μας καί τίς ὑποσχέσεις μας
πρός τόν Θεό καί νά ἀφήνουμε τή διάθεσή μας καί τόν ζῆλο μας γιά τήν ἐν
Χριστῷ ζωή νά ψυγεῖ. Γιατί τότε ὁμοιάζουμε μέ ὅλο αὐτό τό ἀναρίθμητο
πλῆθος, τό ὁποῖο μᾶς περιέγραψε σήμερα ὁ ἱερός εὐαγγελιστής, πού μπορεῖ
νά εἶχε εἰλικρινῆ διάθεση, ὅταν ἐξομολογεῖτο καί ἐβαπτίζετο στόν
Ἰορδάνη, ὅμως ἡ διάθεσή του δέν εἶχε διάρκεια καί δέν εἶχε βάθος, ἔτσι
ὥστε λίγα χρόνια ἀργότερα ἔφθασαν νά σταυρώσουν χλευάζοντας τόν Μεσσία
Χριστό γιά τή βασιλεία τοῦ ὁποίου, ὑποτίθεται, εἶχαν προετοιμασθεῖ μέ
τήν ἐξομολόγηση καί τό βάπτισμα.
Ἄς
προσέξουμε, λοιπόν, καί ἐμεῖς πόσο βαθειά καί οὐσιαστική εἶναι ἡ
μετάνοιά μας, πόση θέληση καί διάθεση ἔχουμε γιά νά ἀγωνισθοῦμε, ὥστε
νά διατηρήσουμε τήν ψυχή μας καθαρή καί ἕτοιμη γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Διότι γιά μᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἁπλῶς ἐγγύς, ἀλλά εἶναι
μέσα στήν ψυχή μας, ἐάν βεβαίως ἡ ψυχή μας εἶναι καθαρή καί ἔχουμε χῶρο
γι᾽ αὐτήν.
Ἡ
Ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς προσφέρει μέ τίς ἑορτές της εὐκαιρίες γιά νά
ἀνανεώσουμε τή διάθεσή μας νά καθάρουμε διά τῆς μετανοίας καί τῆς
χάριτος τοῦ Θεοῦ τήν ψυχή μας καί γιά νά ἀνανεώσουμε τή διάθεσή μας νά
ἀγωνισθοῦμε γιά νά διατηρήσουμε αὐτή τή χάρη, ὥστε νά αἰσθανόμεθα
στήν ψυχή μας τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀπό ἐμᾶς ἐξαρτᾶται ἄν
πράγματι ἀξιοποιήσουμε αὐτές τίς ἡμέρες καί αὐτές τίς εὐκαιρίες τίς
ὁποῖες μᾶς προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας. Ἐπαφίεται στόν καθένα ἀπό ἐμᾶς ἄν
πράγματι θέλουμε ἀπό αὐτή τή ζωή νά ζοῦμε τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ μέσα μας.