Την
Δευτέρα 29 Ιουνίου το απόγευμα τελέστηκε στο «Βήμα» του Αποστόλου
Παύλου στη Βέροια ο καθιερωμένος πολυαρχιερατικός υπαίθριος εσπερινός,
με τον οποίο ολοκληρώθηκαν οι εκδηλώσεις των ΚΣΤ΄ Παυλείων που
διοργανώθηκαν όλο το μήνα Ιούνιο προς τιμήν του ιδρυτού της τοπικής
Εκκλησίας Αποστόλου των Εθνών Παύλου.
Χοροστάστησε
ο Ποιμενάρχης μας Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και
Καμπανίας κ. Παντελεήμων, ενώ έλαβαν μέρος οι Σεβασμιώτατοι
Μητροπολίτες Καστορίας κ. Σεραφείμ, ο οποίος κήρυξε και το θείο λόγο, Κασσανδρείας κ. Νικόδημος, Κοζάνης κ. Παύλος, Άρτης κ. Καλλίνικος,
Μαρωνείας και Κομοτηνής κ. Παντελεήμων, Κίτρους, Κατερίνης και
Πλαταμώνος κ. Γεώργιος, Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς κ. Ιουστίνος
και Τρίκκης και Σταγών κ. Χρυσόστομος.
Ο Σεβ. Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων ευχαρίστησε τους Αγίους Αρχιερείς για την συμμετοχή τους και ανέφερε μεταξύ άλλων: «Μόνον
ἀξίως τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ πολιτεύεσθε». Τή μοναδική αὐτή
προτροπή καί παράκληση, τήν ὁποία ἀπευθύνει ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος
Παῦλος πρός τούς χριστιανούς τῶν Φιλίππων, θά μποροῦσε νά τήν εἶχε
ἀπευθύνει καί πρός τούς προσφιλεῖς του Βεροιεῖς, τήν ὥρα κατά τήν ὁποία
ἔφευγε ἐσπευσμένα ἀπό τήν πόλη μας, καταδιωκόμενος ἀπό τούς Ἑβραίους
τῆς Θεσσαλονίκης.
«Μόνον ἀξίως τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ πολιτεύεσθε».
Ὁ
οὐρανοβάμων ἀπόστολος δέν ζητᾶ κάτι γιά τόν ἑαυτό του. Δέν ζητᾶ νά τόν
θυμοῦνται. Ἕνα μόνο ζητᾶ, ἀλλά αὐτό εἶναι τό μεῖζον, εἶναι τό περιεκτικό
ὁλοκλήρου τῆς διδασκαλίας του, εἶναι τό νόημα καί τό πνεῦμα τοῦ
Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ πού κήρυττε κατά θεία ἐπιταγή: «ἀξίως τοῦ
εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ πολιτεύεσθε».
Ὁ
ἀπόστολος Παῦλος δέν διέσχισε γῆ καί θάλασσα, δέν ταλαιπωρήθηκε καί
δέν ναυάγησε, δέν διώχθηκε καί δέν φυλακίσθηκε γιά νά γνωρίσει στούς
ἀνθρώπους ἕναν ἀκόμη διδάσκαλο ἤ ἔστω μία ἀκόμη ἑλκυστική προσέγγιση στά
ζητήματα πού ἀπασχολοῦσαν τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του ἀλλά καί κάθε
ἐποχῆς.
Ἦλθε
γιά νά ἀλλάξει μέ τό κήρυγμά του τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἄλλαξε
καί τή δική του ψυχή τό ὅραμα τοῦ Κυρίου στή Δαμασκό. Ἦλθε γιά νά
ἀλλάξει μέ τή διδασκαλία του τή ζωή τῶν ἀνθρώπων, ὄχι ἐπιφανειακά ἀλλά
οὐσιαστικά.
Γνωρίζει
ὁ ἀπόστολος ὅτι αὐτή εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ πού
κηρύττει. Γνωρίζει ὅτι αὐτή εἶναι ἡ δύναμη τοῦ θείου λόγου, δύναμη πού
δέν ἐπιβάλλεται διά τῆς βίας καί τῆς κατ᾽ ἄνθρωπον δυνάμεως, ἀλλά ἡ
ὁποία ἐνεργεῖ στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν ἐκεῖνος προσφέρει τήν
ἐλεύθερη βούλησή του, ὅταν θελήσει νά ζήσει «ἀξίως τοῦ Εὐαγγελίου», καί
τῆς δίδει μία νέα ἀφετηρία καί μία νέα προοπτική.
Σέ
αὐτό ἀκριβῶς ἔγκειται ἡ ἀξία καί ἡ σημασία τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ
πού κηρύττει καί γιά τό ὁποῖο ὑποβλήθηκε σέ τόσους κόπους καί
ταλαιπωρίες ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος, στό ὅτι μεταβάλλει καί
μεταμορφώνει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων, στό ὅτι ἀλλοιώνει καί μεταποιεῖ
τούς ἀνθρώπους σέ τέκνα Θεοῦ, σέ μιμητές Χριστοῦ, γιατί ἡ ζωή τοῦ
Χριστοῦ ἐνεργεῖται μέσα τους καί τούς καινοποιεῖ καί τούς κάνει «κατ᾽
εἰκόνα τοῦ κτίσαντος» αὐτούς, ὅταν πολιτεύονται «ἀξίως τοῦ
Εὐαγγελίου».
Ὁ
ἀπόστολος Παῦλος δέν περιορίζει τό πολιτεύομαι μόνο στήν ἐπίγεια
ἀναστροφή καί πορεία τοῦ ἀνθρώπου, διότι γιά ἐκεῖνον ὁ πιστός εἶναι
πολίτης τῆς μελλούσης πόλεως, τῆς ἐπουρανίου Ἱερουσαλήμ, καί τό
πολίτευμά του «ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει». Ἑπομένως τό νά πολιτεύεται ὁ πιστός
«ἀξίως τοῦ Εὐαγγελίου» δέν σημαίνει νά βιώνει τήν τυπική ἐφαρμογή τῶν
ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, νά ζεῖ δηλαδή μία ἐπίφαση ζωῆς συμφώνου πρός τό
Εὐαγγέλιο, ἡ ὁποία δέν ἔχει κανένα πνευματικό ὑπόβαθρο καί θεμέλιο.
«Ἀξίως
τοῦ Εὐαγγελίου πολιτεύεσθε» σημαίνει νά ζεῖ ὁ πιστός τή ζωή τοῦ
Χριστοῦ, νά ζεῖ τήν καλή ἀλλοίωση, τήν ὁποία ἐνεργεῖ στήν ψυχή ἡ χάρη
τοῦ Θεοῦ, νά μεταμορφώνεται «τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοός» (Ρωμ. 12.2) καί
νά ἀγωνίζεται ὥστε νά μορφωθεῖ μέσα του ὁ Χριστός.
Αὐτή
ἡ ἐν δυνάμει μεταμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου, πού συνίσταται στήν ἀποκατάσταση
τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή του καί τή βίωση τῆς ἐν Χριστῷ ζωή ὡς
ἦθος καί ὄχι ὡς κανόνες ἠθικῆς, ἀποτελεῖ καί τήν εἰδοποιό διαφορά
μεταξύ τοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς πίστεως τοῦ Χριστοῦ ἀπό ὁποιαδήποτε
ἄλλη πίστη ἤ θρησκεία, ἡ ὁποία ἀρκεῖται νά καλεῖ τούς πιστούς της στήν
ἐφαρμογή τοῦ γράμματος τοῦ νόμου. Ὅμως ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶναι σαφής
«τό γράμμα ἀποκτείνει» (2 Κορ. 3.6), ἐνῶ «τό πνεῦμα ζωοποιεῖ». Γι᾽ αὐτό
καί τό κήρυγμά του δέν εἶναι ἕνα σύνολο ἐντολῶν καί κανόνων τούς
ὁποίους ζητᾶ ἀπό ὅσους θέλουν νά πιστεύσουν στόν Χριστό νά ἐφαρμόζουν,
ἀλλά τούς ζητᾶ νά οἰκειοποιηθοῦν «τό πνεῦμα», νά οἰκειοποιηθοῦν τή ζωή
τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποία ζεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος κατά τή διαβεβαίωσή του
«ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός», καί στήν ὁποία ἐπιδιώκει μέ
κόπους καί μόχθους, μέ προσευχή καί δάκρυα, νά εἰσαγάγει καί τά
πνευματικά του τέκνα, ὅλους ἐμᾶς πρός τούς ὁποίους κήρυξε τό Εὐαγγέλιο.
Καί
ἐπειδή γιά τόν ἀπόστολο Παῦλο ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποία καλεῖται νά
οἰκειωθεῖ κάθε πιστός, συνίσταται στήν ἐν Χριστῷ μεταμόρφωσή του,
στηρίζεται στή μεταμόρφωση τοῦ ἤθους τοῦ ἀνθρώπου καί ὄχι τῆς ἠθικῆς
του, γι᾽ αὐτό καί ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος δέν κάνει διακρίσεις
μεταξύ Ἑλλήνων καί Ἰουδαίων, μεταξύ ἀνδρῶν καί γυναικῶν, μεταξύ
δούλων καί ἐλευθέρων.
Δέν
τόν ἀπασχολεῖ, ἐάν αὐτούς πρός τούς ὁποίους κηρύττει τό Εὐαγγέλιο τοῦ
Χριστοῦ ἔχουν ὡς παιδαγωγό τόν μωσαϊκό νόμο ἤ τόν νόμο τῆς συνειδήσεώς
τους, δέν τόν ἀπασχολεῖ τό πολιτιστικό ὑπόβαθρο ἤ ἡ κοινωνική θέση τοῦ
κάθε πιστοῦ, γιατί αὐτό πού διδάσκει δέν εἶναι νόμος, δέν ἔχει σχέση μέ
πολιτιστικές παραδόσεις καί συνήθειες. Εἶναι ἡ πίστη στή δύναμη τοῦ
σταυρωθέντος καί ἀναστάντος Κυρίου, διά τοῦ ὁποίου ὁ πιστός ἀναγεννᾶται
στήν ἐν Χριστῷ ζωή, ἐκεῖ ὅπου «οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε
ἀκροβυστία, ἀλλά πίστις δι᾽ ἀγάπης ἐνεργουμένη» (Γαλ. 5.6), ἐκεῖ ὅπου
«τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός» (Κολ. 3.11).
Αὐτό
ἀκριβῶς τό περιεχόμενο τοῦ κηρύγματος τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου
Παύλου, τό ὁποῖο ἀναδεικνύει τό εὐαγγελικό ἦθος καί τό κάνει νά
διακρίνεται ἀπό τίς παλαιότερες καί σύγχρονες ἠθικολογίες πού ἀντί νά
ἀναγεννοῦν καί νά ἀνακαινίζουν τόν ἄνθρωπο, τόν φορτίζουν μέ «φορτία
βαρέα», ἦταν τό θέμα τῶν φετινῶν ΚΣΤ´ Παυλείων, τά ὁποῖα μέ τή χάρη τοῦ
Θεοῦ καί τίς πρεσβεῖες τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἀποστόλου Παύλου
ὁλοκληρώνονται σήμερα μέ τόν πανηγυρικό πολυαρχιερατικό Ἑσπερινό ἐδῶ
στό Βῆμα τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου στή Βέροια, στό Βῆμα ἀπό τό ὁποῖο
κήρυξε τόν Χριστό στήν πόλη μας.
Καθώς
ὁ κύκλος τῶν ΚΣΤ´ Παυλείων κλείνει, ἕνας κύκλος πού πραγματοποιήθηκε
φέτος κάτω ἀπό ἰδιαίτερες συνθῆκες καί μέ ἰδιαίτερες δυσκολίες λόγω τῆς
πανδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ, αἰσθάνομαι τήν ἀνάγκη νά εὐχαριστήσω
πρωτίστως τήν Αὐτοῦ Θειοτάτη Παναγιότητα, τόν Οἰκουμενικό μας
Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαῖο, τόν Μακαριώτατο Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας κ.
Θεόδωρο, τόν Μακαριώτατο Πατριάρχη Ἱεροσολύμων κ. Θεόφιλο καί τούς
Μακαριωτάτους Ἀρχιεπισκόπους Κύπρου κ. Χρυσόστομο καί Ἀθηνῶν καί πάσης
Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο, οἱ ὁποῖοι μέ τά σεπτά μηνύματα καί τίς εὐχές τους
ἐνίσχυσαν τήν προσπάθειά μας καί εὐλόγησαν τό Θεολογικό Συμπόσιό μας.
Εὐχαριστῶ
ἀπό καρδίας τούς Σεβασμιωτάτους Ἁγίους Ἀρχιερεῖς, πού παρίστανται στόν
ἀποψινό μεθέορτο πανηγυρικό Ἑσπερινό στό Βῆμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου
καί λαμπρύνουν μέ τήν παρουσία τους καί τή συμμετοχή τους τίς ἐκδηλώσεις
τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως πρός τιμήν τοῦ ἱδρυτοῦ της ἁγίου ἐνδόξου
ἀποστόλου Παύλου: Τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Καστορίας κ. Σεραφείμ,
τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κασσανδρείας κ. Νικόδημο, τόν Σεβασμιώτατο
Μητροπολίτη Σερβίων καί Κοζάνης κ. Παῦλο, τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη
Ἄρτης κ. Καλλίνικο, τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μαρωνείας καί Κομοτηνῆς
κ. Παντελεήμονα, τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κίτρους καί Κατερίνης κ.
Γεώργιο, τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Νέας Κρήνης καί Καλαμαριᾶς κ.
Ἰουστῖνο καί τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Τρίκκης καί Σταγῶν κ.
Χρυσόστομο.
Εὐχαριστῶ
ἀκόμη τίς πολιτικές καί στρατιωτικές ἀρχές τῆς πόλεως καί τῆς
περιφερείας μας πού τίμησαν τίς ἐκδηλώσεις τῶν ΚΣΤ´ Παυλείων καί τόν
σημερινό Ἑσπερινό, ἀλλά καί τόν εὐσεβῆ κλῆρο, τά μοναστικά τάγματα καί
τόν εὐλαβῆ καί πιστό λαό τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως, πού συμμετεῖχε μέ
σεβασμό καί τηρώντας τά ἀπαραίτητα μέτρα στίς ἐκδηλώσεις τῶν ΚΣΤ´
Παυλείων.
Ἐπιτρέψτε
μου ὅμως νά εὐχαριστήσω ὅλως ἰδιαιτέρως τήν Ἐπιστημονική καί
Ὀργανωτική Ἐπιτροπή τοῦ Συμποσίου μας, τούς ἐλλογιμωτάτους καθηγητές
πού πάντοτε συμπαρίστανται στήν προσπάθεια τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως
νά τιμήσουμε τόν ἱδρυτή τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, μέγιστο ἀπόστολο
Παῦλο, ὅλους τούς συνεργάτες μου καί τούς πατέρες οἱ ὁποῖοι κοπίασαν γιά
νά μεταδοθοῦν οἱ ἐκδηλώσεις τῶν ΚΣΤ´ Παυλείων, τό Συνέδριό μας καί οἱ
λατρευτικές ἐκδηλώσεις χθές καί σήμερα μέσω τοῦ διαδικτύου, ὥστε νά
ἀκουσθεῖ καί πάλι ὁ λόγος τοῦ οὐρανοβάμονος ἀπόστολου Παύλου ἀπό τή
Βέροια, καθαρός καί σαφής, πρός κάθε ἄνθρωπο καλῆς θελήσεως, ὁ ὁποῖος
μέσα στόν κυκεώνα τῶν ἀτερμόνων συζητήσεων τοῦ συγχρόνου κόσμου περί
ἠθικῆς, ἀναζητᾶ τό εὐαγγελικό ἦθος πού μεταμορφώνει τόν νοῦ καί τήν
ψυχή καί καθιστᾶ τόν ἄνθρωπο τέκνο Θεοῦ.
Κατακλείοντας
τά ΚΣΤ´ Παύλεια μέ τήν ἔκφραση τῆς ἀπεράντου εὐγνωμοσύνης μου πρός τόν
τιμώμενο μέγα ἀπόστολο καί καθηγεμόνα ἡμῶν ἐν τῇ πίστει,
πρωτοκορυφαῖο Παῦλο, ταπεινῶς εὔχομαι διά τῶν πρεσβειῶν του νά
πολιτευόμεθα καί ἐμεῖς «ἀξίως τοῦ Εὐαγγελίου», ὥστε νά δοξάζεται καί
δι᾽ ἡμῶν τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ πολλά κοπιάσαντος διά τήν εἰς
Χριστόν προσαγωγή μας ἁγίου ἐνδόξου ἀποστόλου Παύλου.