Το
Σάββατο 4 Ιανουαρίου το απόγευμα στον Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων
Βεροίας πραγματοποιήθηκε η καθιερωμένη Σύναξη των Κατηχητών και των
Κυκλαρχών της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας.
Στην
αρχή τους συμμετέχοντες καλωσόρισε ο Υπεύθυνος του Γραφείου Νεότητος
της Ιεράς Μητροπόλεως μας Αρχιμ. Παύλος Σταματάς, ο οποίος και κάλεσε
τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ.
Παντελεήμονα, να απευθύνει πατρικούς λόγους και ευχές.
Στην
συνέχεια τον λόγο έλαβε ο κύριος ομιλητής Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης
Κίτρους, Κατερίνης και Πλαταμώνος κ. Γεώργιος, ο οποίος μίλησε σχετικά
με το κατηχητικό έργο και την νέα χρονιά.
Την
σύναξη τίμησε με την παρουσία του ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος
Τελμησσού κ. Ιώβ, Ιεράρχης του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο οποίος αυτές
τι ημέρες φιλοξενείται στην Ιερά Μητρόπολη Κίτρους και με την σειρά του
απηύθυνε εόρτιο χαιρετισμό.
Έπειτα ο θεολόγος κ. Ανδρέας Καρίβαλης προσέφερε στον Σεβ. Μητροπολίτη
Κίτρους κ. Γεώργιο το βιβλίο που συνέγραψε με τίτλο «Ανακαλύπτω τη Θεία
Λειτουργία», το οποίο περιέχει πρόλογο του Σεβ. Μητροπολίτου Κίτρους
και είναι αφιερωμένο στον Σεβ. Μητροπολίτη Βεροίας κ. Παντελεήμονα με
την ευκαιρία του εορτασμού του διπλού Ιωβηλαίου.
Ο
Σεβ. Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων ευχαρίστησε τον επί σειρά ετών
πρώτο συνεργάτη του, Σεβ. Μητροπολίτη Κίτρους κ. Γεώργιο, για την
ανταπόκριση στην πρόσκληση να μιλήσει στη σύναξη, παρά τις πολλές
υποχρεώσεις των εορτών. Επίσης, ιδιαιτέρως τον ευχαρίστησε για
την οργάνωση των εκδηλώσεων του εορτασμού του Χρυσού
Ιωβηλαίου Ιερωσύνης και του Αργυρού Ιωβηλαίου Αρχιερωσύνης του, στο
πλαίσιο των οποίων παρουσιάστηκε πρόσφατα η τρίτομη τιμητική έκδοση υπό
τον τίτλο «Μυριώνυμον Εύχος», της οποίας ήταν ο εμπνευστής και πρόεδρος
της εκδοτικής επιτροπής. Για αυτούς τους λόγους του απένειμε το
επετειακό παράσημο του Αργυρού Ιωβηλαίου των Παυλείων.
Επίσης επέδωσε το αναμνηστικό των ΚΕ΄ Παυλείων στον Σεβ. Αρχιεπίσκοπο Τελμησσού κ. Ιώβ.
Η
σύναξη ολοκληρώθηκε στο πνευματικό κέντρο του Ιερού Ναού
όπου παρατέθηκε τράπεζα και έγινε η κοπή της καθιερωμένης βασιλόπιτας.
Ο ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΒΕΡΟΙΑΣ
Ἡ
ἀρχή τοῦ νέου χρόνου εἶναι πάντοτε μία εὐχάριστη ἐμπειρία. Ὄχι μόνο
γιατί κάθε ἀρχή λειτουργεῖ εὐεργετικά στήν ψυχοσύνθεσή μας καί μᾶς
γεμίζει μέ χαρά καί αἰσιοδοξία γιά τό μέλλον καί τίς προοπτικές μας σέ
αὐτό. Ὄχι μόνο γιατί κάθε ἀρχή μᾶς τονώνει τή διάθεση γιά μιά
καινούργια ἀρχή στή ζωή μας, στήν πορεία μας, στούς στόχους μας, ἀλλά
καί γιατί ἡ ἀρχή τοῦ χρόνου μᾶς προσφέρει τήν ὡραία εὐκαιρία τῆς
συναντήσεως μέ ἀγαπητούς συνεργάτες στό κατηχητικό ἔργο τῆς Ἱερᾶς μας
Μητροπόλεως, μέ τούς κατηχητές, τίς κατηχήτριες καί τούς κυκλάρχες τῆς
τοπικῆς μας Ἐκκλησίας. Μᾶς προσφέρει τήν ὡραία εὐκαιρία νά συναντηθοῦμε
γιά νά ἀνταλλάξουμε εὐχές ἀλλά καί τή χαρά μας, γιά τή δωρεά τοῦ νέου
χρόνου πού ἔκανε σέ ὅλους μας ὁ Πανάγαθος Θεός.
Ἡ
χαρά μας ὅμως σήμερα εἶναι ἀκόμη μεγαλύτερη, γιατί στήν ἑόρτια αὐτή
σύναξή μας, τήν ὁποία προετοίμασε μέ πολλή ἀγάπη ὁ ὑπεύθυνος τοῦ
Γραφείου Νεότητος τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως π. Παῦλος Σταματᾶς, ὁ
ὁποῖος καί μᾶς φιλοξενεῖ σήμερα στόν ἱερό ναό τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, ἀλλά
γιατί ὁ σημερινός μας ὁμιλητής, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης
Κίτρους, Κατερίνης καί Πλαταμῶνος κ. Γεώργιος, εἶναι ἕνας δικός μας
ἄνθρωπος. Ἕνας κληρικός πού ἐργάσθηκε ἀπό τά νεανικά του χρόνια, ἀπό τά
χρόνια τῶν σπουδῶν του στό κατηχητικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μας, στή
Θεσσαλονίκη, στήν Χριστιανική Καταφυγή τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, καί
συνέχισε νά ἐργάζεται καί ὡς κληρικός τόσο ἀρχικά στήν Ἱερά Μητρόπολη
Θεσσαλονίκης, ὅσο καί στή συνέχεια γιά εἴκοσι χρόνια στήν Ἱερά μας
Μητρόπολη, καί ἐδῶ στόν ἱερό ναό τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, ὅπου ἦταν γιά
πολλά χρόνια προϊστάμενος, πρίν ἀπό τήν ἐκλογή του στήν Ἱερά Μητρόπολη
Κίτρους, Κατερίνης καί Πλαταμῶνος.
Τόν
εὐχαριστῶ θερμότατα, γιατί παρά τίς πολλές ὑποχρεώσεις τῶν ἡμερῶν αὐτῶν
στή Μητρόπολή του δέχθηκε τήν πρόσκλησή μας καί εἶναι μαζί μας ἀπόψε
γιά νά μᾶς μιλήσει σχετικά μέ τό κατηχητικό ἔργο καί τή νέα χρονιά,
ἀλλά καί γιατί μᾶς ἔφερε καί τόν Σεβασμιώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Τελμησσοῦ
κ. Ἰώβ, λόγιο ἱεράρχη τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριαρχείου καί καθηγητή
τῆς Λειτουργικῆς, τόν ὁποῖο καί καλωσορίζω ἐγκάρδια στήν Ἱερά Μητρόπολή
μας καί ἀποψινή Σύναξη τῶν κατηχητῶν καί τῶν κυκλαρχῶν.
Ἡ
ἀρχή τοῦ νέου χρόνου μᾶς δίδει σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅπως εἶπα, τήν
εὐκαιρία νά σκεφθοῦμε γιά τή ζωή μας καί γιά τό μέλλον μας.
Γιά
ἐμᾶς ὅμως πού εἴμεθα συνειδητά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, καί μάλιστα ἡ
Ἐκκλησία μας μᾶς ἔχει ἐμπιστευθεῖ τήν κατήχηση καί ἐν μέρει τήν
πνευματική καθοδήγηση καί ἄλλων ἀνθρώπων καί παιδιῶν, ὁ νέος χρόνος
εἶναι μία εὐκαιρία νά ἐξετάσουμε καί τή δική μας πνευματική πορεία, τή
σχέση μας μέ τόν Θεό. Καί αὐτή ἡ ἐξέταση θά μᾶς βοηθήσει γιά νά
καταλάβουμε καί τούς ἀδελφούς μας καί νά τούς στηρίξουμε καί αὐτούς
ὅσο μποροῦμε στήν προσπάθειά τους.
Ἡ
σχέση μας μέ τόν Θεό δέν εἶναι, σύμφωνα μέ τούς Πατέρες, μία
εὐθύγραμμη πορεία. Στήν ἀρχή ὁ Θεός μᾶς δίδει τή χάρη του γιά νά μᾶς
ἐνθαρρύνει καί νά μᾶς βοηθήσει στόν ἀγώνα μας. Τότε ὅλα μᾶς φαίνονται
ἁπλά, εὔκολα, εὐχάριστα. Ἐντυπωσιαζόμαστε ἀπό τήν πρόοδο πού κάνουμε,
ἀπό τήν κατάνυξη πού αἰσθανόμεθα. Ὅμως ἡ πρώτη αὐτή φάση δέν διαρκεῖ γιά
μεγάλο χρονικό διάστημα. Ὁ Θεός ἀποσύρει τή χάρη του καί ἐπιτρέπει νά
δοκιμασθοῦμε, ὥστε νά σκληραγωγηθοῦμε μέ τόν ἀγώνα νά νικήσουμε τούς
πειρασμούς, νά νικήσουμε τόν παλαιό ἄνθρωπο. Περιμένει νά δεῖ τόν
ἀγώνα μας, ὥστε νά κατανοήσουμε τήν ἀξία τῆς θείας χάριτος, ἀλλά καί νά
ἀποκομίσουμε τήν ἐμπειρία τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος.
Ὁ
Θεός δέν μᾶς ἐγκαταλείπει καί τότε, ἀλλά κρύπτεται γιά νά μᾶς ἀφήσει νά
δοκιμασθοῦμε καί νά δεῖ τή θέλησή μας νά εἴμαστε κοντά του. Βέβαια
συχνά ὁ ἄνθρωπος πανικοβάλλεται, βλέποντας τά πάθη πού νόμιζε ὅτι εἶχαν
ἐξαφανισθεῖ νά ἐπιστρέφουν καί τόν ἑαυτό του νά γίνεται ὅπως καί
προηγουμένως. Καί νά ξαναρχίσει νά ἐπιθυμεῖ πράγματα ἁμαρτωλά, νά
ὑποκύπτει σέ ἄσχημες ἐπιθυμίες, νά κάνει πράγματα πού δέν τά θέλει,
ἀλλά τά κάμει, γιατί συνεστάλη ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό
κυρίως γίνεται ὄχι γιατί ὁ Θεός θέλει νά μᾶς βασανίζει, ἀλλά, διότι ὁ
ἄνθρωπος γιά νά κτίσει τό πνευματικό του οἰκοδόμημα, χρειάζεται νά
ταπεινωθεῖ. Δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά κτίσει τήν πνευματική ζωή, ἐάν δέν
ταπεινωθεῖ. Καί δυστυχῶς ἡ ταπείνωση εἶναι κάτι πού δέν ἔρχεται μέ τά
λόγια οὔτε μέ τίς θεωρίες. Ἡ καρδιά σπάζει μέσα ἀπό τίς περιπέτειές
μας τίς πνευματικές, μέσα ἀπό πειρασμούς, ἀπό θλίψεις, ἀπό δοκιμασιες,
ἀπό ταλαιπωρίες. Αὐτό εἶναι μία πορεία ἀγῶνος ἰσόβια, μπορεῖ νά πεῖ
κανείς.
Ὅμως
ἐνῶ εἶναι δύσκολη καί ἐπίπονη, ἀλλά ὅ,τι ἀποκτᾶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι μέ
τόν κόπο του, καί ὁ Θεός τοῦ δίδει μέσα στίς δυσκολίες καί ἀναλαμπές
παρηγοριᾶς. Οἱ δοκιμασίες καί οἱ πειρασμοί χρειάζονται, ὅπως εἴπαμε,
γιά νά μποροῦμε νά καταλάβουμε καί τόν ἄλλο ἄνθρωπο, ὅταν δοκιμάζει. Τό
γράφει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιά τόν Χριστό «ἐν ᾧ γάρ πέπονθε αὐτός
πειρασθείς δύναται τοῖς πειραζομένοις βοηθῆσαι». Ὁ Χριστός πού
δοκιμάσθηκε προσωπικά ὡς Θεάνθρωπος μπορεῖ νά παρηγορήσει καί νά
βοηθήσει ὅλους ὅσους περνοῦν τή δυσκολία τῆς δοκιμασίας.
Οἱ
Πατέρες ἀναφέρουν γι᾽ αὐτό ἕνα παράδειγμα, τό παράδειγμα τοῦ ἀποστόλου
Πέτρου, πού ἀρνήθηκε τόν Χριστό. Ἦταν κορυφαῖος, ἦταν ὁ πιό συνετός,
τό στήριγμα τῶν ἀποστόλων, καί ὅμως ἀρνήθηκε τόν Χριστό, παρά τό
γεγονός ὅτι τόν εἶχε προειδοποιήσει. Γιατί ἔπαθε αὐτό τό πράγμα ὁ
Πέτρος; Εἶχε κακή διάθεση; Ὄχι. Ὁ Θεός ὅμως ἄφησε τόν Πέτρο νά τό
πάθει, γιατί ὁ Πέτρος, ἐπειδή ἦταν ὁρμητικός χαρακτήρας, δέν
συγκατέβαινε στήν ἀδυναμία τῶν ἀνθρώπων. Δέν ἤξερε τί σημαίνει
συγκατάβαση, δέν ἤξερε τί σημαίνει ἀνθρώπινη ἀδυναμία. Ἦταν ἀπόλυτος.
Ὅταν ἔπεσε ὅμως ὁ ἴδιος, τότε κατάλαβε τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία.
Στό
Γεροντικό λέει ὅτι ἕνας μοναχός πῆγε σέ ἕναν Γέροντα καί τοῦ εἶπε:
«Γέροντα, τί νά κάνω ἔχω σαρκικούς πολέμους, ἔχω αἰσχρούς καί σαρκικούς
πολέμους καί δέν ξέρω τί νά κάνω». Ὁ Γέροντας, ὁ ὁποῖος ἦταν
ἀγωνιστής, ἀσκητής, ἀλλά ἦταν ἄπειρος ἀπό αὐτά τά πράγματα, τοῦ
ἀπάντησε: «Ἄ, αὐτά τά πράγματα δέν εἶναι καλά. Ἐσύ μοναχός ἐπιτρέπεται
νά ἔχεις σαρκικούς πολέμους καί λογισμούς; Δέν εἶσαι ἄξιος τῆς
μοναχικῆς πολιτείας. Ἐσύ θά φταῖς γιά νά ἔχεις ὅλους αὐτούς τούς
πειρασμούς, δέν φταίει κανένας ἄλλος. Σημαίνει ὅτι ἐσύ δέν προσέχεις,
εἶναι ἀπρόσεκτος, εἶσαι ἀδύνατος, εἶσαι ἀνάξιος».
Ὁ
μοναχός τόν ἄκουσε. Πῆγε στό κελί του καί ἄρχισε νά σκέφτεται, τί νά
κάνω, ἀφοῦ δέν σταματοῦν οἱ λογισμοί, ἀφοῦ ταλαιπωροῦμε ἔτσι; Ἄδικα
ἀγωνίζομαι, ἄδικα κάθομαι ἐδῶ, καί ἀφοῦ δέν μπορῶ καλύτερα νά φύγω.
Σηκώθηκε,
λοιπόν, καί ἔφυγε. Στόν δρόμο ἕνας ἄλλος μεγάλος Γέροντας, διακριτικός,
ὁ ὁποῖος εἶχε πεῖρα καί διάκριση, τόν πληροφόρησε ὁ Θεός γιά τόν
ἀδελφό του. Καί ἀφοῦ τόν εἶδε ἀπό μακριά, κατάλαβε ὅτι ἦταν πνιγμένος
μέσα στούς λογισμούς του. Τόν σταματᾶ στόν δρόμο καί τοῦ λέει «Ποῦ πᾶς,
πάτερ; ποῦ πᾶς, ἀδελφέ μου;» Τοῦ λέει «Ἀββᾶ, συγγνώμη, ἀλλά φεύγω ἀπό
τήν ἔρημο, ἐπιστρέφω στόν κόσμο». Τοῦ λέει «γιατί;» Τοῦ λέει ὁ μοναχός·
«Δέν εἶμαι ἄξιος νά εἶμαι μοναχός, γιατί ἔχω πολλούς πολέμους
σαρκικούς. Τό μυαλό μου εἶναι γεμάτο ἀκάθαρτες εἰκόνες, ἀκάθαρτες
σκέψεις, ἐγώ δέν εἶμαι ἄξιος, ἐπιστρέφω».
Τοῦ
λέει τότε ὁ Ἀββᾶς: «Πόσων χρόνων εἶσαι;» Τοῦ ἀπαντᾶ, 40. «Πόσα χρόνια
ἔχεις στήν ἔρημο;» Τοῦ λέει, 20. Καί τότε λέει ὁ Γέροντας· «Τέκνον,
εἶμαι 70 χρονῶν καί ἔχω 50 χρόνια στήν ἔρημο καί ἀκόμη δέν ἔχω ἀπαλλαγεῖ
ἀπό τούς πειρασμοὐς αὐτούς, καί ἐσύ τώρα ἀπελπίστηκες; Καί ἐγώ», τοῦ
λέει, «τά ἴδια ἔχω. Ἔρχονται στιγμές πού μέ πνίγουν οἱ λογισμοί …» Καί
ἄρχισε ὁ Γέροντας νά τοῦ λέει αὐτά τά πράγματα. «Μά», τοῦ λέει, «Ἀββᾶ,
ἔχεις καί ἐσύ τά ἴδια πράγματα καί κάνεις ὑπομονή;» «Ναί, κάνω ὑπομονή
καί ἀγωνίζομαι. Πέφτω, σηκώνομαι. Πέφτω, σηκώνομαι. Δέν παρατῶ τόν
ἀγώνα μου, ἀλλά συνεχίζω».
Παρηγορήθηκε
ὁ ἀδύνατος ἀδελφός, πῆγε πίσω καί προσευχήθηκε ὁ Ἀββάς καί εἶπε «Θεέμ
μου, πᾶρε τόν πόλεμο ἀπό τόν μοναχό καί στεῖλτον στόν Γέροντα ἐκεῖνο πού
τόν συμβούλευσε». Καί βλέπει ἕνα σμῆνος δαιμόνων νά πηγαίνουν στόν
Γέροντα. Ὁ Ἀββᾶς περίμενε τώρα νά τόν ἐπισκεφθεῖ ὁ Γέροντας, καί
πράγματι σέ 2-3 ὧρες, νά σοῦ ὁ ἄλλος ἔφθασε τρέχοντας. «Ἔ», τοῦ λέει ὁ
Ἀββᾶς, «ποῦ πᾶς;» «Ἄστα», ἀπαντᾶ ὁ Γέροντας, καί ντρεπόταν νά τοῦ πεῖ,
ἐνῶ ὁ μοναχός εἶχε τουλάχιστον τήν ταπείνωση καί εἶπε τί ἔπαθε. Τοῦ
λέει ὁ Ἀββᾶς «Πάτερ, πήγαινε πίσω στό κελί σου καί νά ἀγωνίζεσαι
ταπεινά. Αὐτά τά ἔπαθες, διότι δέν συμπάθησες τόν ἀδελφό σου, δέν
κατάλαβες ὅτι αὐτό εἶναι πόλεμος. Ἔτσι εἶναι ἡ φύση τοῦ ἀνθρώπου,
πολεμᾶται. Ἐπειδή ἤσουν ἄπειρος, ἐπειδή σέ σκέπαζε ὁ Θεός καί δέν εἶχες
τούς πειρασμούς ἐκείνους, νόμιζες ὅτι ἔτσι εἶναι τά πράγματα». Καί
ἔτσι κατάλαβε ὁ Γέροντας τό λάθος του καί ὠφελήθηκε καί αὐτός καί σώθηκε
καί ὁ μοναχός.
Ἀνάλογο
μέ αὐτό εἶναι καί τό νόημα ἑνός ἄλλου περιστατικοῦ. Λένε γιά κάποια
Ἡγουμένη, τήν ὁποία ἐγκωμίαζε κάποιος σέ ἕνα Γέροντα ὅτι αὐτή ἡ
Γερόντισσα ἔχει τόση καθαρότητα στή ζωή καί στή σκέψη καί στήν καρδιά
της, ὥστε ποτέ δέν δέχθηκε σαρκικούς λογισμούς, τόσο καθαρή ψυχή εἶναι.
Ὁ Γέροντας κούνησε τό κεφάλι του ἀντί νά ἐνθουσιασθεῖ ἀπό τήν
καθαρότητα αὐτῆς τῆς ψυχῆς. Τόν ρώτησαν «Γέροντα, τί ἔπαθες;» Τούς λέει
«Ἐγώ αὐτό τό πράγμα δέν τό ἐπαινῶ. Αὐτή εἶναι Γερόντισσα, εἶναι
Ἡγουμένη, καί ἐάν δέν ἐπειράσθηκε στή ζωή της, δέν πρόκειται ποτέ νά
καταλάβει τούς ἄλλους πού πειράζονται».
Ὁ
πνευματικός ἄνθρωπος πρέπει νά πειρασθεῖ γιά νά μπορέσει νά βοηθήσει
τούς πειραζομένους. Καί αὐτό τό βλέπουμε ὅλοι μας, ὅταν μᾶς συμβεῖ κάτι
στή ζωή μας, τότε καταλαβαίνουμε καί τόν διπλανό μας.
Ἐξετάζοντας,
λοιπόν, τήν πνευματική μας πορεία καί τή σχέση μας μέ τόν Θεό μέ τήν
εὐκαιρία τῆς ἀρχῆς τοῦ νέου ἔτους, ἄς ἔχουμε ὅλοι μας καί αὐτά ὑπόψη
μας, ὥστε καί νά βοηθηθοῦμε οἱ ἴδιοι καί νά βοηθήσουμε τά παιδιά ἀλλά
καί τούς μεγαλύτερους ἀδελφούς μας, μέ τήν κατανόηση πού θά δείχνουμε
στούς δικούς πειρασμούς.