Εἶναι ἄγνωστο ἀπό ποῦ καταγόταν καί πότε ἔζησε ὁ Ὅσιος Θωμᾶς, διότι οἱ σχετικές ἁγιολογικές πληροφορίες εἶναι λίγες καί μη ἐπιβεβαιωμένες. Ὡς πρός τόν χρόνο δράσεως καί ἀσκήσεώς του, δύο εἶναι οἱ πιο πιθανές ἐκδοχές: α) ὅτι ἔζησε τόν 13ο – 14ο αἰῶνα, ὡς ἔνδοξος καί τροπαιοῦχος στρατιωτικός, καί β) τόν 10ο αἰῶνα.
Ὁ Ὅσιος Θωμᾶς, πρίν ἀναλάβει τόν ζυγό τοῦ Χριστοῦ, ἦταν ἔνδοξος καί πασίγνωστος τόσο γιά τόν πλοῦτο του, ὅσο καί γιά τήν ἐξουσία πού κατεῖχε, ἐνῶ φέρεται ὡς στρατιωτικός πού εἶχε πετύχει πολλές νίκες ἐναντίον τῶν βαρβάρων. Φαίνεται ὅμως ἀπό τήν Ἀκολουθία του, ὅτι στήν ζωή του δοκιμάσθηκε καί γι’ αὐτό ἐγκατέλειψε τόν κόσμο καί ἀκολούθησε τήν ὁδό τῆς ἀσκήσεως.
Ἔτσι, λοιπόν, ἔγινε μοναχός καί ἐγκαταστάθηκε στό ὄρος Μαλεός στή Νότια Λακωνία. Μιμήθηκε τήν ταπείνωση καί τήν πτωχεία τοῦ Κυρίου καί καθημερινά ἀγωνιζόταν μέ τή νηστεία, τήν ἀγρυπνία καί τήν προσευχή καί κατάφερε μέ αὐτά τά πνευματικά ὅπλα νά νικήσει τίς παγίδες τοῦ ἀρχέκακου διαβόλου.
Σύμφωνα μέ τούς βιογράφους του, ὁ Ὅσιος Θωμᾶς ἀξιώθηκε νά ὁδηγηθεῖ μέ στῦλο πυρός ἀπό τόν Προφήτη Ἠλία στό ὄρος Μαλεός, ἐνῶ στό ἀρχαῖο Συναξάρι τῆς Κωνσταντινουπόλεως εἶναι γραμμένο ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Ὅσιος φάνηκε ὡς στῦλος πυρός μέ τήν ἐπίσκεψη τοῦ Προφήτη Ἠλία, τοῦ ὁποίου μέ ζῆλο μιμήθηκε τόν τρόπο ζωῆς.
Ἐπίσης, σύμφωνα μέ τήν παράδοση τῶν Χριστιανῶν τοῦ χωριοῦ Βελανίδια, οι κάτοικοι τῶν Κυθήρων, τοῦ νησιοῦ πού βρίσκεται ἀπέναντι ἀπό τόν κάβο Μαλιά, ἔβλεπαν τότε πού ἀσκήτευε ὁ Ὅσιος Θωμᾶς στήλη πυρός πρός τόν οὐρανό.
Ἡ παράδοση ἀναφέρει ἀκόμη, ὅτι οἱ μοναχοί πού ἀσκοῦνταν στό ὄρος Μαλεός, ἀντιμετώπιζαν προβλήματα γιατί δέν ὑπῆρχε κάπου κοντά πηγή νεροῦ. Ἔτσι ὁ Ὅσιος Θωμᾶς εἴτε χτύπησε μέ τό ραβδί του, εἴτε ἀκούμπησε τήν παλάμη τοῦ χεριοῦ του στό ἔδαφος καί βγῆκε νερό ἀπό πέντε σημεία. Ἡ πηγή αὐτή εἶναι γνωστή ὡς Ἁγίασμα.
Ὁ Ὅσιος Θωμᾶς κοιμήθηκε μέ εἰρήνη.Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Την ὡραιότητα.
Τήν διαρρέουσαν δόξαν ἀπέρριψας, καί τόν τοῦ Κτίσαντος, ζυγόν ἠγάπησας, ἀγγελικήν ἐπί τῆς γῆς, ἑλόμενος πολιτείαν· ὅθεν χαρισμάτων σε, δωρεαῖς κατεπλούτισε, Χριστός ὁ Φιλάνθρωπος, ὁ δοξάσας τὀν βίον σου· ᾧ πρέσβευε Θωμᾶ θεοφόρε, ῥῦσαι ἡμᾶς πάσης ἀνάγκης.Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς τοῦ Σωτῆρος ὀπαδόν καὶ φίλον γνήσιον, καί τῶν Ὁσίων μιμητήν καὶ ἀκροθίνιον. Ἀνυμνοῦμεν σε ἀξίως, Θωμᾶ θεόφρον· Σύ γάρ ὤφθης ἀπαθείας ἐνδιαίτημα καί θαυμάτων αὐτουργός ἐκ θείας χάριτος τοῖς βοῶσί σοι, χαίροις Πάτερ τρισόλβιε.
Μεγαλυνάριον.
Κόσμου ἀπωσάμενος τά τερπνά, πόθῳ ᾠκειώσω, ὑπερκόσμια ἀγαθά, δι’ ἐνθέου βίου, Θωμᾶ θαυματοφόρε, δι’ οὗ θαυμάτων ὤφθης, Πάτερ ἀνάπλεως.