Σαν να ήταν
χθες και όμως πέρασαν 20 ολόκληρα χρόνια από τη μέρα που ήρθε στην Καστοριά ο
Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας Σεραφείμ. Στο καθημερινό του έργο συναντά κανείς
την ουσία της ανεξάντλητης αγάπης που δύναται να μηδενίσει αποστάσεις, να
γκρεμίσει τα τείχη του εγωισμού, να ενώσει μικρούς και μεγάλους σε μια κοινή
πορεία αναζήτησης του βαθύτερου νοήματος της ζωής. Σήμερα, στην αμφιλεγόμενη
εποχή μας που οι νέοι αντικρίζουν το μέλλον διστακτικά και η Εκκλησία βάλλεται
ποικιλοτρόπως η αναζήτηση απαντήσεων μέσα από τη βιωματική του εμπειρία και την
πνευματική του εμβέλεια δύναται να αποτελέσει πυξίδα για τον επαναπροσδιορισμό
των χαμένων μας σταθερών.
Συνέντευξη
στην Χριστίνα Αγγελή.
Σεβασμιώτατε,
τί αναμνήσεις έχετε από τα παιδικά σας χρόνια;
Καταρχήν,
αισθάνομαι την ανάγκη να σε ευχαριστήσω πάρα πολύ για την επίσκεψη σου στο
γραφείο και για τη συνέντευξη αυτή την οποία εδώ και πολύ καιρό έχεις ζητήσει
από την ελαχιστότητά μου. Βεβαίως, η πρώτη ερώτηση είναι πάρα πολύ συγκινητική
διότι με φέρνει πίσω πολλά χρόνια. Γεννήθηκα, το 1959, στο Αγναντερό της
Καρδίτσης και τα παιδικά μου χρόνια έχουν σφυρηλατήσει όλη τη μετέπειτα πορεία
μου. Θυμάμαι, με πολύ σεβασμό, τους γονείς μου, ιδιαίτερα όμως την ηρωίδα
μητέρα μου, η οποία με μύησε κατά ένα μυστικό θα λέγαμε και μυστηριώδη τρόπο
μέσα στην πνευματική ζωή της Εκκλησίας. Δεν είχε μια μόρφωση από αυτή την οποία
νομίζουμε σήμερα, είχε όμως μια απλότητα και μια πνευματική μόρφωση.
Ήξερε να
αγαπά το Θεό και αυτή την αγάπη να τη μεταδίδει στους ανθρώπους και στους γύρω
της, μα ιδιαίτερα σε μένα. Θυμάμαι πως στο σπίτι μας άναβε το καντήλι, πως
έκανε τις μετάνοιες μπροστά στο εικονοστάσι, πως με πήγαινε στην Εκκλησία να
κοινωνήσω των Αχράντων Μυστηρίων, πως με πήγαινε πολλές φορές σε διαφόρους
ιερούς ναούς όπως στο Ναό των Αγίων Αναργύρων στα Τρίκαλα και αλλού και με τον
τρόπο αυτό μού μάθαινε αυτή την παπαδιαμάντικη ευσέβεια. Εάν θέλετε να σας πω τις
αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων είναι σαν αυτές τις οποίες περιγράφει ο
Παπαδιαμάντης στα διάφορα πρόσωπα, τα οποία έχει μέσα στα διηγήματά του. Από
την απλότητα αυτών των γυναικών που αισθάνονταν μέσα στην καρδιά τους έντονη
την παρουσία του Θεού, που ζούσαν μόνο για το Θεό, για τη λατρεία Του και τη
δοξολογία Του. Στη συνέχεια της ζωής μου, όταν άρχισα να μεγαλώνω, είδα και
άλλα πρόσωπα, θεούμενα, ανδρών και γυναικών τα οποία συνιστούν ένα συναξάρι
καθημερινό μέσα στην ιστορία της Εκκλησίας μας. Πρόσωπα, τα οποία ζητούσαν από
το Θεό ένα θαύμα και αμέσως ο Θεός λόγω της απλότητάς των, τους έδινε με
απλοχεριά. Αυτή είναι η ζωή μου.
Ποιο ήταν το
πρώτο έναυσμα που γέννησε μέσα σας την επιθυμία ν’ ακολουθήσετε το δρόμο του
Θεού;
Ζώντας μέσα
σε αυτό το περιβάλλον έφυγα από την Καρδίτσα στην ηλικία έξι ετών γιατί υπέφερα
από πνευμονίες. Ήταν πάρα πολύ υγρό το κλίμα και μεταφερθήκαμε στην Αθήνα. Στην
ενορία που έζησα στην Αθήνα, της Αγίας Αικατερίνης στα Πετράλωνα πήρα τις
πρώτες κλήσεις από διάφορα πρόσωπα, κληρικών, πνευματικών πατέρων και αποφάσισα
ότι στη ζωή μου δε θ’ ακολουθήσω τίποτε άλλο εκτός από το δρόμο της ιεροσύνης.
Μάλιστα, λέω το εξής, ότι εάν ξαναγεννιόμουν, θα γινόμουν και πάλι Παπάς. Όχι
όμως Δεσπότης! Θυμάμαι τον Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ που έλεγε «αν ο Θεός
επέτρεπε να γεννηθώ ακόμα μια φορά πάλι Παπάς θα γινόμουνα όχι όμως Δεσπότης».
Θα ήθελα να ζω σε μια ενορία, να είχα την επικοινωνία με τους ανθρώπους, όχι
όμως να έχω τόσο μεγάλες ευθύνες. Διότι τα μεγάλα καράβια έχουν και μεγάλες ευθύνες
ενώ οι βαρκούλες μικρότερες.
Σ’ αυτό το
σημείο θα ήθελα να σημειώσω ιδιαίτερα την παρουσία του Γέροντός μου
Μητροπολίτου πρ. Κίτρους και Κατερίνης κ. Αγαθονίκου, ο οποίος έπαιξε
σπουδαιότατο ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητός μου και τον οποίον
ευγνωμονώ από καρδίας.
Να μνημονεύσω οφειλετικώς, την παρουσία του μακαριστού Μητροπολίτου Χριστουπόλεως κυρού Πέτρου, του π. Επιφανίου Θεοδωροπούλου και άλλων πνευματικών πατέρων, που με τη συμπεριφορά τους με βοήθησαν στα πρώτα βήματά μου. Ακόμη, ότι έχω, το οφείλω στον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρό Σεραφείμ, ο οποίος με περιέβαλε με περισσή αγάπη και κυρίως με εμπιστοσύνη. Αυτός, άλλωστε, με πρότεινε στη σεπτή Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος για την εκλογή μου ως Μητροπολίτη Καστορίας.
Να μνημονεύσω οφειλετικώς, την παρουσία του μακαριστού Μητροπολίτου Χριστουπόλεως κυρού Πέτρου, του π. Επιφανίου Θεοδωροπούλου και άλλων πνευματικών πατέρων, που με τη συμπεριφορά τους με βοήθησαν στα πρώτα βήματά μου. Ακόμη, ότι έχω, το οφείλω στον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρό Σεραφείμ, ο οποίος με περιέβαλε με περισσή αγάπη και κυρίως με εμπιστοσύνη. Αυτός, άλλωστε, με πρότεινε στη σεπτή Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος για την εκλογή μου ως Μητροπολίτη Καστορίας.
Όλα αυτά τα
πρόσωπα, όπως και των γονέων μου, όπως και πολλά ακόμη, είναι καθημερινά στη
σκέψη μου και στην προσευχή μου.
Στην
ποιμαντική σας πορεία ποιες ήταν οι στιγμές που σας συγκλόνισαν;
Πολλές
στιγμές. Μια από αυτές ήταν η παρουσία της Οσίας Σοφίας, η αγιοκατάταξη της
οποίας έγινε το 2012. Έχω πει και άλλες φορές ότι ένας επίσκοπος μέσα στην
εκκλησιαστική του επαρχία είναι φορέας μιας παράδοσης και ο Θεός κάποιες
στιγμές ανοίγει διάπλατα την αγκαλιά του και την αγάπη του και δείχνει αυτά τα
σημεία της παρουσίας του Θεού. Έτσι λοιπόν, ένιωσα και εγώ εκείνη την ημέρα,
ότι ο Θεός είχε ανοίξει το βλέμμα του πάνω από την Καστοριά και μας έδινε με
την παρουσία της Οσίας Σοφίας πολλές ευλογίες και ουράνιες δωρεές. Θα μπορούσε
να αναφέρει κανείς τις χειροτονίες των νέων κληρικών, τις ανοικοδομήσεις και τα
εγκαίνια νέων Ιερών Ναών, όπως του Αγίου Νικάνορος, του Αγίου Νεκταρίου και
άλλων, που στολίζουν την Καστοριά και την κάνουν πραγματικά Παναγιοσκέπαστη και
Παναγιοφρούρητη. Υπάρχουν και κάποια άλλα συγκλονιστικά γεγονότα τα οποία
πολλές φορές δεν τα δίνουμε σημασία όμως και εκεί βλέπουμε το χέρι του Θεού.
Είναι οι λύπες τις οποίες μας προσφέρει ο Θεός. Πίσω από τις λύπες αυτές και
πίσω από τα συγκλονιστικά γεγονότα βλέπει κανείς πάλι το χέρι του Θεού και λέει
πως πέρασα εγώ αυτή τη στιγμή αβρόχοις ποσί; Πώς μπήκα εγώ μέσα στην κάμινο την
καιομένη χωρίς να υποστώ κάτι από αυτά; Πώς πέρασα αυτή την ερυθρά θάλασσα;
Λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης «ότι η ζωή μας είναι μέλαινα και ζοφώδη
θάλασσα, που τα κύματα υψώνονται πολλές φορές πελώρια και είναι έτοιμα να
καταποντίσουν το πλοιάριο της υπάρξεως μας». Ε λοιπόν, σε αυτές τις στιγμές που
τα κύματα είναι πελώρια βλέπει κανείς το χέρι του Θεού και ακούει τη φωνή Του
«Ολιγόπιστε, εις τι εδίστασας»; και ακόμα του Προφήτου «ου μη σε ανώ, ουδ’ ου
μη σε εγκαταλείπω». Είναι όλες αυτές οι στιγμές που βλέπει κανείς τις δωρεές
του Θεού. Ρώτησα κάποτε τον Όσιο Παϊσιο τον Αγιορείτη, έχετε δει θαύματα; Μου
απήντησε: «Άκου με να σου πω όλη μου η ζωή είναι ένα θαύμα». Τώρα λοιπόν μετά
από τόσα χρόνια ιεροσύνης, αρχιεροσύνης μπορώ να πω και εγώ ότι η ζωή μου είναι
ένα θαύμα .
Υπήρξαν
στιγμές που σας έκαναν να λυγίσετε;
Υπήρξαν
πολλές δύσκολες στιγμές. Αν δηλαδή ο ίδιος ο Αρχηγός και τελειωτής της πίστεως
μας, ο Ιησούς Χριστός πριν από το πάθος ζήτησε και είπε «Πάτερ μου, ει δυνατόν
εστί παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο» και αμέσως μετά «ουχ ως εγώ θέλω,
αλλ’ως Συ». Ακόμα, μας σημειώνουν οι ιεροί Ευαγγελισταί «ώφθη δε αυτώ άγγελος
Κυρίου ενισχύον αυτόν». Σκεφτείτε πόσες φορές εμείς σαν άνθρωποι γονατίζουμε.
Πόσες φορές, λέμε στο Θεό «παρελθέτω το ποτήριον τούτο απ’ εμού». Όμως αυτές
τις φορές έχουμε και πλούσια την ευλογία του Θεού. Ο Μέγας Αντώνιος ήταν μέσα
σε έναν τάφο και αγωνιζόταν και είπε «που είσαι κύριε; «Και Του απάντησε
Αντώνιε εδώ ήμουνα». Έτσι λοιπόν, αισθανόμαστε πολλές φορές και αισθάνθηκα
πολλές φορές το ίδιο το χέρι του Θεού τις ώρες των πτώσεων, της δοκιμασίας,
τότε που λυγίζουμε, τότε που η απιστία πολλές φορές μας δέρνει, τότε που δεν
έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στο Θεό και να αναθέσουμε «πάσαν την ζωή ημών Χριστώ
τω Θεώ». Τότε, λοιπόν να είναι το χέρι του Θεού που μας πιάνει σαν τον Απόστολο
Πέτρο και μας λέει «ολιγόπιστε εις τι εδίστασας»;
Τι είναι
αυτό που σας πληγώνει και τι σας χαροποιεί;
Με χαροποιεί
πολλές φορές όταν οι άνθρωποι πορεύονται σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.
Παλαιότερα, οι άνθρωποι δεν είχαν τη δυνατότητα να μελετήσουν την Αγία Γραφή,
ούτε τα βιβλία της Εκκλησίας, ούτε ν’ ακούσουν τους ραδιοφωνικούς σταθμούς,
ούτε την παιδεία που έχουμε σήμερα και όμως τότε ήταν πιο πνευματικοί, πιο
απλοί, πιο αυθεντικοί. Όταν σήμερα διαθέτουμε τέτοια εκκλησιαστική παιδεία,
τόσα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, τόσο αγώνα που κάνει η Εκκλησία εάν κανείς δε
συναντά αυτή την αυθεντικότητα τότε πραγματικά τη ψυχή του ποιμένος τη
διακατέχει μια λύπη. Για ποιο λόγο; Διότι ένας ποιμένας μέσα σε μια
εκκλησιαστική επαρχία έχει ένα λόγο μόνο «αρπάσαι κόσμον και δούναι Θεόν». Δεν
επιθυμώ να μιλάνε οι άνθρωποι για έμενα, θα ήταν το μεγαλύτερο λάθος και η
μεγαλύτερη ειρωνεία της ζωής μου. Δε θα ήθελα οι άνθρωποι ούτε να με
χειροκροτούν, ούτε να λένε για μένα επαινετικά λόγια. Εκείνο το οποίο προέχει
στη δική μου διακονία είναι η σωτηρία αυτού του λαού του Θεού γιατί κάποια
στιγμή τα μάτια μας θα τα κλείσουμε και εκεί στο Θεό θα πούμε «Κύριε ιδού εγώ
και τα παιδία α μοί έδωκας». Λέει ο ιερός Συναξαριστής, όταν ο Άγιος Γρηγόριος
Νεοκαισαρείας, πήγε στη Νεοκαισαρεία ήταν δεκαεπτά χριστιανοί. Όταν εκοιμήθη
έμειναν δεκαεπτά ειδωλολάτρες. Και σκέφτομαι όταν εγώ θα φύγω από τον κόσμο αυτό,
θα είναι ελάχιστοι αυτοί, οι οποίοι δεν άκουσαν το μήνυμα της Εκκλησίας; Αυτή
είναι η σκέψη μου.
Ποια βιβλία
συντροφεύουν την καθημερινότητα σας;
Έχω μια
φοβερή προσκόλληση στα βιβλία, γι’ αυτό και έχει αυξηθεί απότομα η προσωπική
μου βιβλιοθήκη που βεβαίως είναι και βιβλιοθήκη της Μητροπόλεως. Διότι εγώ δεν
έχω τίποτα προσωπικό, ότι όμως αποκτώ ως προσωπικό θα παραμείνει κι αυτό ως
κτήμα στην Μητρόπολη γι’ αυτό και έχω τον τίτλο του Καστορίας. Έχει αυξηθεί απειλητικά
η βιβλιοθήκη της Μητροπόλεως από τα βιβλία αυτά, από ιστορικά, θεολογικά,
μυθιστορήματα, λειτουργικά, αγιολογικά και άλλα. Αυτό έχει μεταδοθεί και στους
πατέρες της μικρής μας αδελφότητος οι οποίοι ζουν μαζί μου εδώ στο Επισκοπείο,
και τα βιβλία είναι ο καθημερινός μας σύντροφος. Πιστεύω, ότι είναι οι
καλύτεροι φίλοι μας, διότι δεν μας μεταδίδουν μόνο γνώσεις αλλά κυρίως εμπειρία
και βιώματα τα οποία είναι χρήσιμα για τη ζωή τη δική μας. Χρειάζεται ο
ποιμένας να έχει όχι μόνο μια σφαιρική μόρφωση και παιδεία αλλά να έχει κυρίως
εμπειρία, δηλαδή η εμπειρία των Αγίων να γίνει και δική του. Όπως ένας γιατρός
δεν αρκείται μόνο στο να γνωρίζει πως θα θεραπεύσει τον ασθενή από τα βιβλία
που έχει διαβάσει αλλά μελετά την ασθένεια πάνω στον ασθενή και βλέπει τα
αποτελέσματα είτε θετικά είτε αρνητικά. Έτσι και εμείς. Η εμπειρία των Αγίων
πρέπει να γίνει και δική μας εμπειρία την οποία θα δοκιμάσουμε έπειτα στους
ανθρώπους μας. Αυτό προσφέρουν τα βιβλία, όχι μόνο μόρφωση αλλά κυρίως τη γνώση
του Θεού.
Γύρω μας υπάρχουν
αυτοί που πιστεύουν, αυτοί που κάνουν ότι πιστεύουν, αυτοί που δεν πιστεύουν
και οι αμφιταλαντευόμενοι. Η «Παραβολή του σπορέως» θα ήταν μια απάντηση;
Είναι μια
απάντηση, πάντοτε ο λόγος του Θεού είναι δυνατός και μάλιστα είναι για κάθε
εποχή γιατί είναι λόγος Αγίου Πνεύματος και πάντοτε οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν
είτε θετικά είτε αρνητικά το πρόσωπο του Χριστού. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο
Χριστός για τους ανθρώπους είναι «σημείον αντιλεγόμενον εις πτώσιν και
ανάστασιν πολλών». Εις πτώσιν κάποιοι άνθρωποι Τον δέχτηκαν, Τον αρνήθηκαν,
έφυγαν από κοντά Του. Κάποιοι άνθρωποι όμως Τον έκαναν κτήμα τους και όλη τους
η ζωή ήταν συνυφασμένη με το πρόσωπο του Χριστού. Ένα τρανό παράδειγμα είναι η
παραβολή του πλουσίου της περασμένης Κυριακής, ο οποίος όταν συναντήθηκε με το
Χριστό είχε μια επιφυλακτικότητα απέναντι Του, όταν τον ρώτησε τι πρέπει να
κάνω, του είπε ο Χριστός «αγαπήσεις Κύριον τον Θεό σου». Το πιο σημαντικό που
μας σημειώνει ο ιερός Ευαγγελιστής είναι ότι η παρουσία του Χριστού πολλές
φορές μας κάνει να λυπούμεθα για αυτό που είμαστε, γιατί δεν μπορούμε να
ξεκολλήσουμε από τα πάθη και ιδιαίτερα από το θανάσιμο θηρίο το οποίο μας
κατατρώγει που είναι η φιλαργυρία, αντί να βρεθούμε στην αγκαλιά του Θεού. Ενώ
η παρουσία του θα πρέπει να γεμίζει ολόκληρη την ύπαρξη μας εμείς θέλουμε για
τον εαυτό μας να τρεφόμαστε με τα ξυλοκέρατα της καθημερινότητας.
Στην πλειάδα
των Αγίων Μορφών της Εκκλησίας μας παρατηρούμε ότι το τέλος του βίου τους ήταν
μαρτυρικό. Τι μήνυμα εκπορεύεται μέσα από αυτή τους την αυταπάρνηση;
Οι Άγιοι της
Εκκλησίας μας αγαπούσαν αυθεντικά το Χριστό και μαζί με το Χριστό αγαπούσαν και
το σταυρό του Χριστού. Εμείς σήμερα θέλουμε το Χριστό χωρίς το σταυρό, δεν
υπάρχει όμως Χριστός χωρίς το σταυρό. Πάντοτε ο Χριστός είναι μαζί με το σταυρό
για αυτό και λέμε σε μια προσευχή «Ιδού γαρ ήλθεν διά του Σταυρού, χαρά εν όλω
τω κόσμω». Το μήνυμα το οποίο σήμερα μας εκπέμπουν οι Άγιοι είναι ότι στη ζωή
μας δεν θα είναι όλα ευχάριστα, δε θα είναι όλα ανέφελα, θα υπάρχουν και
θλίψεις, και δοκιμασίες, όμως «Δι’ υπομονής τρέχομεν τον προκείμενον ημίν
αγώναν, αφορώντες εις τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν». Άρα εφόσον
υπάρχει θλίψης θα υπάρχει και υπομονή και η υπομονή εν συνεχεία θα μας δίνει
και την προαγωγή μας στη Βασιλεία των ουρανών.
Ο Γέροντας
Παϊσιος έλεγε «Έχεις λύπη; Ο Θεός σου λείπει», τελικά όσο απομακρυνόμαστε από
το Θεό χάνουμε το ουσιαστικό νόημα της ζωής;
Το χάνουμε
γιατί στη ζωή μας δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα χωρίς την παρουσία του Θεού. Ο
ίδιος ο Χριστός είπε ότι «ανευ εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν». Όταν έχουμε το
Χριστό, έχουμε τα πάντα «ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ τα πάντα κατέχοντες» Γι’ αυτό και
ο Απόστολος Παύλος είναι χαρακτηριστικός «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ
Χριστοῦ; Θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ
μάχαιρας». Και απαντά ο ίδιος, «ούτε θάνατος, ούτε ζωή, ούτε άγγελοι, ούτε
αρχαί, ούτε δυνάμεις, ούτε ενεστώτα, ούτε μέλλοντα, ούτε ύψωμα, ούτε βάθος ούτε
τις κτίσις επέρα δυνησεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ». Όταν, δεν
έχουμε την παρουσία του Θεού τότε έχουμε την παρουσία του σκότους και όταν
έχουμε την παρουσία του σκότους βεβαίως είμαστε υπό την επήρεια των δαιμονικών
καταστάσεων. Όταν έχουμε το Χριστό μπορεί να μην έχουμε ψωμί, όμως έχουμε τα
πάντα.
Υπάρχει η
τάση ότι δεν κατανοούμε να το εγκαταλείπουμε, πολλές φορές και να το
επικρίνουμε. Θεωρείτε ότι η δυσνόητη γλώσσα των Εκκλησιαστικών κειμένων
λειτουργεί ως τροχοπέδη στην προσέγγιση των νέων;
Το θέμα αυτό
θέλει πάρα πολύ συζήτηση. Όταν ένας θέλει πράγματι να μάθει κάτι βρίσκει
χίλιους δυο τρόπους για να βρει και να το μάθει. Σήμερα στην εποχή μας έχουμε
πολλά ερμηνευτικά σχόλια τόσο στα ευαγγέλια, όσο και στη Θεία Λειτουργία. Δεν
καταλαβαίνουμε αυτή τη γλώσσα της Εκκλησίας επειδή δεν θέλουμε να την
καταλάβουμε. Παλαιότερα, οι χριστιανοί μας που δεν είχαν μια εκκλησιαστική
παιδεία ή μόρφωση, βίωναν όλα τα μυστήρια της Εκκλησίας μας και ζούσαν αυτό το
μέγεθος των εορτών. Θυμάμαι, τον Μακαριστό Χριστόδουλο που έκανε ένα πείραμα
στην Αρχιεπισκοπή για τη μεταγλώττιση του Αποστολικού και Ευαγγελικού
Αναγνώσματος και ο ίδιος μετά από ένα χρόνο είπε ότι απέτυχε αυτή η προσπάθεια.
Όταν έλεγαν οι άνθρωποι στην καθαρεύουσα «Σοφία. Ὀρθοί ακούσωμεν τοῦ ἁγίου
Εὐαγγελίου» σηκώνονταν όρθιοι, όταν όμως διάβαζαν το Ευαγγέλιο σε μετάφραση,
καθόντουσαν και μιλούσαν ο ένας μαζί με τον άλλον, δηλαδή δεν έδιναν σημασία σε
αυτό το κείμενο το οποίο ήταν σε μεταγλώττιση. Βλέπετε ότι ο λαός μας έχει
συνηθίσει σε αυτό. Για να γίνει κάτι τέτοιο χρειάζεται πάρα πολύς χρόνος, πάρα
πολύ μελέτη όλων των κειμένων αυτών, χρειάζεται συνοδική διαγνώμη και ότι γίνει
μόνο με την ευλογία της Ιεράς Συνόδου. Επίσης, χρειάζεται πολύ προσπάθεια στο
πως θα μεταγλωττίσουμε τα κείμενα, διότι οι εκφράσεις αυτές έχουν ένα
θεολογικότατο περιεχόμενο και πολλές φορές οι μεταφράσεις δεν μπορούν να το
αποδώσουν. Πολύ περισσότερο στην υμνολογία της Εκκλησίας μας η οποία είναι
άφθαστη στο κάλος, ένα κόμμα να αφαιρέσεις από την υμνολογία αλλάζει όλο το
τροπάριο.
Οι νέοι
ακολουθούν και αποδέχονται τα μυστήρια της Εκκλησίας;
Ανάλογα τί σχέση
έχουν με την Εκκλησία. Αν κανείς έχει σχέση με την Εκκλησία, τότε αποδέχεται
και τα μυστήρια της Εκκλησίας και τα βιώνει στην προσωπική του ζωή. Πολλές
φορές, οι άνθρωποι πιστεύουν ότι τα μυστήρια δρουν με ένα μαγικό τρόπο. Δεν
υπάρχει όμως μαγικός τρόπος μέσα στα μυστήρια, υπάρχει βίωση του ιερού
μυστήριου. Επίσης, θα πρέπει να σημειώσουμε στον τομέα αυτό ότι έχουμε μια
εκκοσμίκευση στα μυστήρια της Εκκλησίας. Πρώτον, το βάπτισμα δεν είναι υπόθεση
της οικογενείας, είναι υπόθεση ολοκλήρου της Εκκλησίας, το βάπτισμα εγένετο
πάντοτε υπό του Επισκόπου. Σήμερα όμως έχουμε διαφορετικές τοποθετήσεις.
Τοποθετούμεθα πάρα πολύ φθηνά. Πώς θα στολίσουμε την κολυμβήθρα, πώς θα κάνουμε
ένα τραπέζι, και άλλα. Εκείνο στο οποίο δε δίνουμε σημασία είναι ότι το όνομα ενός
νέου ανθρώπου πολιτογραφείται στη Βασιλεία των ουρανών, καταγράφεται το όνομα
του στη Βασιλεία των ουρανών. Ο γάμος δεν είναι υπόθεση του ενός, του άλφα ή
του βήτα ή της οικογενείας. Είναι υπόθεση όλης της Εκκλησίας. Παλιά λέγανε
είναι χαρά. Στα χωριά μας, όταν γινόταν ένας γάμος καλούσαν όλο το χωριό να
συμμετάσχει σε αυτό το πανηγύρι. Υπάρχει λοιπόν αυτή η εκκοσμίκευση των ιερών
μυστηρίων, γι’ αυτό και θα πρέπει να βιώνουμε τα μυστήρια και όχι απλώς να
δρουν σε μας επιδερμικά. Άλλωστε, όταν φτάνει κανείς μέσα σε ένα μυστήριο εκεί
θα πρέπει να ζητήσει τη χάρη του Θεού, για αυτό και λέγεται μυστήριο, και αυτό
θα πρέπει να το κάνει με όλη του την ελευθερία. Ο Θεός μάς δίνει αυτό που
έχουμε ανάγκη, όμως ζητεί και τη δική μας συνεργασία Λέει κάποιος «εγώ πάω στο
μυστήριο της μετανοίας μα δε βλέπω τα αποτελέσματα». Μα δε ζητάς από το Θεό. Αν
του το ζητήσουμε τότε και θα το έχουμε. «Αιτείτε, και δοθήσεται υμίν• ζητείτε,
και ευρήσετε• κρούετε, και ανοιγήσεται υμίν. πάς γάρ ο αιτών λαμβάνει και ο
ζητών ευρίσκει και τώ κρούοντι ανοιγήσεται».
Είστε από
τους Μητροπολίτες που έχετε την ευλογία να περιστοιχίζεστε και από νέους
κληρικούς. Πως αισθάνεστε όταν βλέπετε αυτούς τους νέους κληρικούς να κηρύττουν
το λόγο του Θεού;
Για μένα
είναι μια μεγάλη ευλογία και για αυτή την ευλογία δοξάζω καθημερινά το Θεό
γιατί με αξίωσε πραγματικά να περιστοιχίζομαι από νέους κληρικούς και να είναι
πνευματικά μου παιδιά, τα οποία πραγματικά διαπρέπουν και ως πνευματικοί και ως
ιεροκήρυκες και ως ποιμένες του δούλου του Θεού. Για αυτό λοιπόν, κι εγώ
καθημερινά αισθάνομαι ιδιαίτερα ευνοημένος από το Θεό και τον δοξολογώ και τον
παρακαλώ να τους φυλάττει υπό τη σκέπη των πτερύγων του, να τους δίνει αυτά τα
οποία έχουν ανάγκη και να τους αγιάζει γιατί πραγματικά θυσιάζονται για αυτό το
λαό του Θεού. Μια επαρχία δεν μπορεί να πορευτεί διαφορετικά εάν δεν έχει ένα
επίπεδο πνευματικών κληρικών. Πρέπει να σας πω το εξής συγκλονιστικό, όσοι
επισκέπτονται την επαρχία αυτή, χαίρονται με την παρουσία των νέων κληρικών και
κυρίως με την ανιδιοτέλεια τους. Δεν κρατούν τίποτα για τον εαυτό τους, δίνουν
τα πάντα στο Θεό και τα πάντα για το συνάνθρωπο. Για αυτό λοιπόν είμαι χίλιες
φορές ευνοημένος από το Θεό και τον δοξολογώ , τον υμνολογώ και είμαι
υποχρεωμένος απέναντι του για αυτή τη μεγάλη ευλογία την οποία μου χάρισε.
Θα μπορούσαν
οι νέοι κληρικοί να λειτουργήσουν ως συνδετικός κρίκος με τη νέα γενιά;
Μα ένας
επίσκοπος δεν ποιμαίνει, διαποιμαίνει μια Μητρόπολη δια των κληρικών του. Δεν
μπορώ να ξέρω εγώ για παράδειγμα τι γίνεται στην τάδε ενορία. Εκεί ως
εκπρόσωπος μου είναι ο εφημέριος, αν αυτός είναι φορέας αυτής της παραδόσεως
την οποία κρατάει ο επίσκοπος αυτό και θα μεταφέρει. Ένα παράδειγμα σας λέω από
τη ζωή της Εκκλησίας. Όταν συνέλαβαν έναν Άγιο Επίσκοπο στη Ρώμη και τον
πήγαιναν στο μαρτύριο ο διάκονός του ο Άγιος Λαυρέντιος του είπε «πάτερ που με
αφήνεις εμένα, πως θα πας μόνος σου στη θυσία χωρίς το διάκονο σου»; Αυτό είναι
το ήθος. Εάν οι κληρικοί μας σκέπτονται ότι είναι σε αυτή τη χρυσή αλυσίδα των
πρεσβυτέρων, των διακόνων και είναι συνδεδεμένοι με τον επίσκοπο «ώσπερ αι
χορδαί κιθάρας» τότε πραγματικά θα έχουν ένα επίπεδο. Αν όμως δεν στέκονται σε
αυτό το επίπεδο και κοιτούν τον εμόν και το σον, βεβαίως και δε θα διαπρέπουν.
Για αυτό πρέπει να είναι μέσα σε αυτή την πνευματική σχέση με τον επίσκοπο, με
την παράδοση, με την αγιότητα της Εκκλησίας για να έχουν την παρουσία του Θεού.
Αφουγκραζόμενος
τα προβλήματα της νέας γενιάς, με ποιους τρόπους στέκεστε δίπλα σ’ αυτή την
μερίδα της κοινωνίας που αποτελεί το μέλλον του τόπου μας;
Κυρίως θεραπευτικά
και αγαπητικά. Ένας νέος σήμερα θέλει να μιλήσει, θέλει να ακουμπήσει, θέλει να
τον ακούσεις, θέλει να κατανοήσεις τα προβλήματα του, θέλει να θεραπεύσεις αυτό
το οποίο έχει, θέλει να γίνεις για αυτόν βακτηρία. Αν μπορείς να το κάνεις τότε
πραγματικά θα είναι σωτήριο. Ένας πνευματικός μού είπε κάποτε όταν έγινα εγώ
πνευματικός «αν μπορείς να μπεις κάτω από το επίπεδο αυτών των ανθρώπων τότε
πραγματικά για σένα θα είναι σωτήριο και θα βοηθήσεις πολύ τους ανθρώπους».
Αυτό συμβαίνει και με τους νέους, δεν χρειάζεται να αλλάξουν, η αλλαγή θα γίνει
μετά. Θα αναλάβει ο ίδιος ο Θεός. Αν τους ακούσουμε λοιπόν και αν τους δούμε
αγαπητικά και αν τους αγκαλιάσουμε με το πνεύμα της αγάπης, της ανεκτικότητας,
της συγχωρητικότητας, της επιεικείας, τότε τα αποτελέσματα θα είναι πάρα πολύ
ενθαρρυντικά. Το βλέπουμε αυτό σήμερα στην εποχή μας. Σας προσκαλώ να έρθετε
μια Δευτέρα στις συναντήσεις νέων που κάνω στο Ναό των Αγίων Πάντων, να δείτε
την παρουσία νέων ανθρώπων.
Πολλοί οι
πειρασμοί της εποχής και άλλες τόσες οι αστοχίες. Τι θα λέγατε σε ένα νέο παιδί
που έχει χάσει το δρόμο του;
Ότι υπάρχει
ελπίδα. Ότι η ελπίδα σβήνει τελευταία και η ελπίδα του κάθε νέου και του κάθε
ανθρώπου είναι ο Θεός. Μπορεί οι άνθρωποι να ξεχνούν, μπορεί οι άνθρωποι να
διαγράφουν, ένας μόνο δε διαγράφει ποτέ και δε ξεχνά ποτέ. Αυτός είναι ο
Χριστός και το χέρι του Χριστού είναι πάντοτε τεταμένο, έτοιμο να πιάσει το
δικό μας χέρι και να μας βοηθήσει να τον ακολουθήσουμε στην πορεία αυτή και να
βγούμε από το αδιέξοδο. Να βγούμε από το φοβερό τούνελ στο φως και να δούμε το
προσώπου Του.
Οι πράξεις
μας τελικά καθορίζονται από το φόβο της τιμωρίας ή αποτελούν προϊόν συνειδητής
επιλογής;
Οι πράξεις
μας θα πρέπει να αποτελούν πράξεις αγάπης προς το Θεό. Λέει κάπου ο Άγιος
Ιωάννης ο Χρυσόστομος «ότι δεν αγαπώ το Θεό φοβούμενος μήπως με τιμωρήσει,
μήπως με πάει στην κόλαση αλλά προσπαθώ να μη Τον λυπήσω». Αν λοιπόν αυτή η
συνειδητή μας επιλογή, να μη λυπήσουμε το Θεό, είναι το καθημερινό μας μέλημα
τότε πραγματικά θα είμαστε και συνειδητά απέναντι του. Ούτε θα πρέπει να μας
ενέχει ο φόβος της κολάσεως, ούτε θα πρέπει να μας συνέχει ο φόβος της
τιμωρίας. Ο Χριστός είναι πλήρης αγάπης, οικτιρμών και φιλανθρωπίας. Περιμένει
τον άνθρωπο μέχρι και την τελευταία στιγμή. Πόσο ωραίος είναι ο λόγος του Αγίου
Ιωάννου του Χρυσοστόμου που λέει «και τον ύστερον ελεεί και τον πρώτον
θεραπεύει, περιμένει ακόμα και τον της εντεκάτης ώρας, αυτόν που θα έρθει την
τελευταία στιγμή». Άρα, η συνειδητή επιλογή έγκειται σε εμάς.
Πόσο δύσκολο
είναι στους ρυθμούς της καθημερινότητας να παρατηρήσουμε τα μικρά καθημερινά
θαύματα;
Η ζωή μας
είναι ένα θαύμα και καθημερινά ο Θεός όπως «ανατέλλει τον ήλιο επί πονηρούς και
αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους», έτσι στέλνει και σε εμάς τις
δωρεές Του καθημερινά. Εκεί που βλέπουμε ότι έχουν τελειώσει όλα στη ζωή μας
ανοίγει ένα μεγάλο παράθυρο και βλέπουμε την παρουσία του Θεού. Είτε με τον
έναν, είτε με τον άλλο τρόπο, καθημερινά ο Θεός στέλνει τις ευλογίες του. Έλεγε
ο Όσιος Τύχων, που ήταν ο γέροντας του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου «καθημερινά
ο Θεός ευλογεί όλους τους ανθρώπους με το ένα χέρι. Με τα δύο του χέρια ευλογεί
τον ταπεινό άνθρωπο».
Πως μπορούμε
να ερμηνεύσουμε την ταπεινότητα; Σαν μια συνειδητή πράξη ελευθερίας ή σαν μια
μορφή αδυναμίας και υποχώρησης;
Δεν πρέπει ποτέ
να σκεφτόμαστε ότι η ταπεινότητα ενός ανθρώπου είναι αδυναμία ή υποχώρηση. Θα
πρέπει πάντοτε να έχουμε υπόψη μας το λόγο του Θεού «μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός
εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν». Η
ταπείνωση δεν είναι αδυναμία, η ταπείνωση κρύβει μέσα της ένα μεγαλείο. Είδατε
τι λέει πάλι ο Χριστός «Πᾶς ὁ υψῶν ἐαυτόν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν
ὑψωθήσεται» ή ακόμη «ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν» καθώς και «τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου
ἐξελέξατο ὁ θεός, ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά». Δηλαδή, η ταπείνωσης είναι μια
αρετή η οποία δε γίνεται από το φόβο του ανθρώπου, ούτε από την αδυναμία, αλλά
μέσα του ο άνθρωπος αυτός έχει τη χάρη του Θεού και η χάρις του Θεού τού
υπαγορεύει με αυτόν τον τρόπο να ζει και με τον τρόπο αυτό να βιώνει. Μπορεί
εδώ να εξαφανίζεται, γίνεται όμως ενώπιον των οφθαλμών του Θεού πάρα πολύ
μεγάλος. Αν θέλετε ένα παράδειγμα από τη μορφή του Οσίου Παϊσίου, όσο εκείνος
ταπείνωνε και εξευτελίζε τον εαυτό του, τόσο και ο Θεός τον παρουσίαζε στα
μάτια των ανθρώπων. Όσο εκείνος απέφευγε τον έπαινο των ανθρώπων τόσο ο Θεός
τον παρουσίαζε και τον έκανε πιο δυνατό, πιο υψηλό στα μάτια των ανθρώπων.
Σε μια εποχή
«Προσώπων και Προσωπείων» με κυρίαρχο το δεύτερο από πού πρέπει να αντλούμε
Παραδείγματα;
Από την
εμπειρία της Εκκλησίας και από τα πρότυπα τα οποία μας παρουσιάζει καθημερινά.
Οι Άγιοι είναι τα πλέον αυθεντικά πρόσωπα, τα οποία έζησαν μέσα στην ταπείνωση
και μέσα στην απλότητα. Ήταν αληθινά πρόσωπα και όχι προσωπεία. Ένα αληθινό
πρόσωπο δεν υποκρίνεται, δεν ψεύδεται, δε χρησιμοποιεί την ιδιοτέλεια αλλά
εκδηλώνει αυτό το οποίο βρίσκεται μέσα στο χώρο της καρδιάς του.
Ποιο είναι
το πιο ουσιαστικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η τοπική μας κοινωνία;
Σήμερα στην
τοπική μας κοινωνία το πιο ουσιαστικό πρόβλημα είναι η ανεργία και η παρουσία
της φτώχειας. Η Εκκλησία καταφάσκει τα υλικά αγαθά διότι και αυτά είναι μια
ευλογία του Θεού. Ο άνθρωπος είναι διφυής και δισυπόστατος, δεν είναι μόνο
πνεύμα είναι και ύλη και το μεν πνευματικό θα πρέπει οπωσδήποτε να τύχει του
ενδιαφέροντος μας αλλά συγχρόνως θα πρέπει να τύχει και το υλικό. Ο Χριστός δεν
αρκέστηκε στην επί του όρους ομιλία μόνο να διδάξει αλλά όταν του ζητήθηκε και
φαγητό είπε «Δότε αυτοίς υμείς φαγείν». Άρα λοιπόν, σήμερα η Εκκλησία μας,
βαρύνεται και με αυτή την ευθύνη. Ενώ το πρώτιστο έργο της είναι η παρουσία του
Λόγου του Θεού, της χάριτος του Θεού και των ιερών μυστηρίων, έχει και το
πνεύμα της διακονίας, το να στέκεται, να φροντίζει, να περιθάλπει, να
προΐσταται τις αναγκαίες χρείες. Η εποχή μας σήμερα έχει και αυτά τα προβλήματα
και ιδιαίτερα η κοινωνία της Καστοριάς. Νέοι άνθρωποι να μην έχουν τα
απαραίτητα και οικογένειες ολόκληρες να βρίσκονται μέσα σε αυτή τη θλίψη και
μέσα σε αυτή τη δοκιμασία.
Την περίοδο
αυτή διανύουμε τη νηστεία των Χριστουγέννων, ποιος είναι ο συμβολισμός της
νηστείας και γιατί θα πρέπει ν’ ασκούμε το σώμα και την ψυχή μας στην
εγκράτεια;
Καταρχήν, θα
πρέπει να πούμε, ότι η υπάρχει η στενή έννοια της νηστείας και η ευρύτερη. Η
στενή έννοια της νηστείας είναι η αποχή από ορισμένες τροφές. Όμως η Εκκλησία
δε στέκεται μόνο στις τροφές. Θεωρεί τη νηστεία σύμφωνα με τον ορισμό του
Μεγάλου Βασιλείου «εγκράτεια γλώσσης, θυμού αποχή, επιθυμιών χωρισμός,
καταλαλιάς, ψεύδους και επιορκίας». Μαζί δηλαδή με τη νηστεία των τροφών θα
πρέπει να κάνουμε και την πνευματική νηστεία, στην οποία οι πατέρες της
Εκκλησίας μας δίνουν πολύ μεγάλη σημασία για αυτό και λένε μέσα στα συγγράμματα
τους «την πνευματική αναλαβόντες νηστεία, τη γλώσσα μη λαλείτε τα δόλια».
Νηστεύουμε, πρώτον, για να υπακούσουμε στο Θεό καθώς είναι εντολή Του. Δεύτερον
για να βοηθήσουμε τους συνανθρώπους είτε από το περίσσευμα είτε από το υστέρημα
μας. Νηστεύουμε ακόμη για να βοηθήσουμε και τον εαυτό μας. Μεγάλοι επιστήμονες
της εποχή μας έχουν πει ότι «εάν εσείς οι Έλληνες ορθόδοξοι τηρούσατε αυτή την
μεσογειακή δίαιτα, όπως τη βλέπουμε αποτυπωμένη στα συγγράμματα των Αγίων
Πατέρων, θα είχατε αποφύγει πάρα πολλές ασθένειες». Οι περισσότερες ασθένειες
προέρχονται κυρίως από τη γαστριμαργία και την πολυφαγία. Αν τηρούσαμε αυτό το
πνεύμα της νηστείας θα είχαμε και υγιέστατο σώμα, θα είχαμε εν συνεχεία μια
πνευματική ισορροπία διότι η νηστεία θα μας βοηθήσει και στον τομέα της
εγκρατείας, δίνοντας ένα άλλο νόημα στη ζωή μας και θα μπορούσαμε να έχουμε
καταλάβει περισσότερο τις γιορτές που έρχονται. Η νηστεία των Χριστουγέννων θα
μας βοηθήσει να συνειδητοποιήσουμε ότι φθάνουμε να γιορτάσουμε ένα μεγάλο
γεγονός. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέει «πώς θα πλησιάσουμε το Θεό»; Θα
πρέπει να προετοιμαστούμε κατάλληλα και η νηστεία θα μας βοηθήσει να προσφέρουμε
κάτι στο Θεό και αυτό το οποίο θα Του προσφέρουμε είναι η αγάπη μας στα πρόσωπα
των συνανθρώπων μας. Αν δεν κάνουμε αυτό πώς θα τον πλησιάσουμε; Πως θα
γιορτάσουμε; Τι νόημα θα έχουν τα Χριστούγεννα; Θα είναι αλλαγή μιας άλλης
τροφής; Αφού και την προηγούμενη φορά φάγαμε τα ίδια. Η γιορτή θα έχει ένα
νόημα όταν μέσα στο χώρο της καρδιάς μας θα έχουμε ετοιμάσει το σπήλαιο της
ψυχής μας για να σκηνώσει μέσα μας ο Θεός.
Με αφορμή
την εορτή των Χριστουγέννων τι μήνυμα θα θέλατε να στείλετε;
Το μήνυμα
της ελπίδας, το μήνυμα της ενότητας, το μήνυμα της επικοινωνίας με το Θεό. Στα
αδιέξοδα που επικρατούν σήμερα στην πατρίδα μας και στο σκοτάδι το ζοφερό στο
οποίο ζει ο τόπος μας και όλος ο πλανήτης, η μόνη ελπίδα είναι το πρόσωπο του
Χριστού. Αν θέλουμε πραγματικά να ειρηνεύσει ο τόπος μας, να ειρηνεύσουν οι
καρδιές μας, να αποκτήσουμε αυτό το πνεύμα της ενότητας, αυτό θα το
αναζητήσουμε στο πρόσωπο του Χριστού. Δια αυτού θα συμφιλιωθούμε με το Θεό, όχι
γιατί ο Θεός είναι εχθρός μας, εμείς γίναμε εχθροί του Θεού. Θα συμφιλιωθούμε
με τον εαυτό μας και εν συνεχεία θα συμφιλιωθούμε και με τους συνανθρώπους μας.
Καλά
Χριστούγεννα!
Πηγή : https://inkastoria.gr/