Ένα όμορφο
αφιέρωμα
σε μία μεγάλη
προσωπικότητα
της Ορθοδοξίας.
Ένα
πολύ όμορφο αφιέρωμα σε μία μεγάλη προσωπικότητα της Ορθοδοξίας, τον
π.Αλέξανδρο Σμέμαν, παρουσιάστηκε σε δύο μέρη στoν Ιερό Ναό
Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, την Κυριακή 6 και τη Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2015,
στο πλαίσιο του προγράμματος «Ενορία εν δράσει…».
Κυριακή 6 Δεκεμβρίου
Με
γενικό θέμα «Η Βασιλεία των Ουρανών», την πρώτη ημέρα συμμετείχαν ο
Καθηγητής του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών CNAM των Παρισίων Cyrille Sollogoub και ο Ομότιμος Καθηγητής Φιλοσοφίας Χρήστος Γιανναράς.
«Η Ορθόδοξη Εκκλησία ζει με την προσδοκία του Πάσχα και με το να την βαστάς ζωντανή κατά τη διάρκεια ολόκληρης της ζωής». Αυτά τα λόγια, ανέφερε ο Πρωτοπρεσβύτερος Σπυρίδων Τσιμούρης συντονιστής και των δύο ημερών, αποτελούν «την ωραιότερη αρχή του αφιερώματος στον π.Αλέξανδρο Σμέμαν», σημειώνοντας πως «σε
όλο το έργο του π.Αλεξάνδρου, διακρίνουμε την επίμονη επισήμανση της
Βασιλείας των Ουρανών, της Βασιλείας του Θεού η οποία βιούται στην
Εκκλησία Του».
Αναφερόμενος
σε ένα από τα τελευταία κηρύγματα του π.Αλεξάνδρου στο οποίο μιλούσε
για την Εκκλησία του Χριστού και την αιώνια ζωή, ο π.Σπυρίδων επεσήμανε
σημεία από το βιογραφικό του και διάβασε μήνυμα που απέστειλε ειδικά για
την εκδήλωση αυτή ο γιος του εκ μέρους της οικογένειας, στο
οποίο – μεταξύ άλλων – υπογραμμίζεται η ωφέλεια των συγγραφικών έργων
του π.Αλέξανδρου.
Στη συνέχεια το λόγο έλαβε ο Καθηγητής του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών CNAM των Παρισίων Cyrille Sollogoub, ο οποίος και μίλησε για την Λειτουργική και Θεολογική εκπαίδευσή του, τα χρόνια των Παρισίων.
Τον χαρακτήρισε «Απόστολο της χαράς», τονίζοντας ότι όλοι σήμερα έχουμε ανάγκη από χαρά και προσέθεσε πως «αυτά
τα χρόνια στο Παρίσι είναι το επίκεντρο της ζωής του π.Αλεξάνδρου, που
αντιστοιχούν στα χρόνια της διάπλασης της προσωπικότητας του και της
άποψής του για τον κόσμο».
Περιγράφοντας
το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε, εξελίχθηκε και σπούδασε, αλλά και
στον τρόπο με τον οποίο διαμορφώθηκε η σκέψη και η θεολογική του
άποψη, αναφέρθηκε σε σημαντικούς σταθμούς της ζωής του και σε ανθρώπους
που σημάδεψαν την πορεία του π.Αλεξάνδρου.
«Ο
π.Αλέξανδρος συλλογίστηκε πολλές φορές και έγραψε, ειδικά στο
ημερολόγιό του, για την έννοια, τις αποστολές, τις φαντασιώσεις, το
μεγαλείο και την παρακμή της μετανάστευσης. Σημείωσε ειδικότερα τη
σημαντική θέση που κατείχε η Εκκλησία σαν κτίριο για αυτή τη
μετανάστευση», είπε χαρακτηριστικά ο Cyrille Sollogoub, συμπληρώνοντας πως «όλα
είναι ικανά στη μετανάστευση. Ένα μόνο πράγμα δεν ήταν δυνατό στη
μετανάστευση: να βρίσκονται στη Ρωσία. Μια εξαίρεση σε αυτή την αδυναμία
ωστόσο, ήταν από την αρχή το κτίριο της Εκκλησίας. Μπαίνοντας μέσα... ο
Ρώσος μετανάστης επέστρεφε σίγουρα στη Ρωσία, γράφειο πατήρ Αλέξανδρος,
μιλώντας για τον μητροπολιτικό ναό της οδού Ντάριο».
«Αυτή
την εποχή ο Σμέμαν αντιλαμβάνεται τη σημασία της Εκκλησίας στη ζωή του.
Η Λειτουργική εμπειρία στο Μητροπολιτικό Ναό και η στενή επαφή με τον
Μητροπολίτη Ευλόγιο, ήταν ζωτικής σημασίας για τον Σμέμαν. Χάρη στο
Μητροπολίτη Ευλόγιο και στο γεγονός ότι τον υπηρετούσε, μπόρεσε να
αντιληφθεί τι συνιστά τη βασική εμπειρία της Ορθοδοξίας, το μέγεθος, το
βάθος της, τον απόμακρο χαρακτήρα της, τη μοναδικότητα του κάθε Θείου
και την ίδια στιγμή την αμεσότητά της, με τη χαρά της και με την
ακτινοβολία της», υπογράμμισε σε άλλο σημείο ο Cyrille Sollogoub και αναφέρθηκε στους ανθρώπους οι οποίοι «σημάδεψαν ιδιαίτερα και συνέβαλαν στο να διαμορφώσουν τη σκέψη του πατρός Αλέξανδρου».
Επεσήμανε ότι «σύμφωνα
με το Σμέμαν, η Ορθόδοξη συνείδηση δεν έχει ακόμη υπερβεί το στάδιο της
βυζαντινής ύπαρξής της και πρέπει να εφεύρει τη σχέση της με τον κόσμο
που έχει αλλάξει. Η εμπειρία της μετανάστευσης, ως εκ τούτου,
εμφανιζόταν στον πατέρα Αλέξανδρο αρκετά ενδιαφέρουσα».
Υπογράμμισε ιδιαίτερα το ρόλο του ως συντάκτη του περιοδικού «Εκκλησιαστικός αγγελιοφόρος» της ιεράς Μητροπόλεως «σε ένα κλίμα ιδιαίτερα τεταμένο», όπως χαρακτηριστικά είπε, «διότι
μετά το θάνατο του Μητροπολίτη Ευλόγιου, το Πατριαρχείο της Μόσχας
ήθελε να προσαρτήσει τη Μητρόπολη των Παρισίων, η οποία ανήκε ήδη στο
Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως και ο ρόλος του π.Σμέμαν ήταν
καθοριστικός εκείνη τη στιγμή… κυρίως για τα εκκλησιολογικά άρθρα που
έγραψε».
Διάβασε ένα απόσπασμα από το ημερολόγιό του αναφορικά με τις πηγές σκέψης και Θεολογίας του και τέλος μίλησε για την «επιρροή που είχε η ίδια η πόλη του Παρισιού στον π.Αλέξανδρο και με την οποία διατηρούσε μία μυστικιστική εμπειρία».
«Ο
πατήρ Αλέξανδρος μας προσκαλεί να ανοίξουμε τα μάτια και να ζήσουμε
πλήρως σε αυτό τον κόσμο, όχι να αποτραβηχτούμε, όχι να ξεφύγουμε από
τον κόσμο. Μας προσκαλεί να ανοιχτούμε σε αυτή την άλλη
πραγματικότητα, να συνειδητοποιήσουμε την πραγματική παρουσία σε αυτό
τον κόσμο, να συνειδητοποιήσουμε ότι η ζωή μας είναι γεμάτη αποκαλύψεις
της Βασιλείας, ιδιαίτερα στην Εκκλησία και στη Θεία Ευχαριστία στην
οποία συμμετείχε πλήρως ο π.Αλέξανδρος, αλλά επίσης και πράγματα πολύ
πιο απλά στη ζωή μας, στις προσωπικές συναντήσεις, την οικογένεια, τους
φίλους, την ομορφιά της φύσης και των πόλεων, τον πολιτισμό και την
τέχνη, στα αναγνώσματα και την ποίηση» σημείωσε ολοκληρώνοντας.
Στη συνέχεια το λόγο έλαβε ο ομότιμος Καθηγητής Φιλοσοφίας κ.Χρήστος Γιανναράς, ο οποίος είχε ως θέμα την Ρωσική διασπορά και την Ελληνική πρόσληψη.
Ο κ.Γιανναράς αναφέρθηκε στην γενικότερη κατάσταση και περιέγραψε το τοπίο της εποχής που γεννήθηκε π.Αλέξανδρος Σμέμαν.
Έκανε
λόγο για τους πρωτεργάτες της Ρωσικής διασποράς, τονίζοντας πως δεν
ήταν «άνθρωποι τυχαίοι», υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα πως «αυτοί οι
άνθρωποι έπιασαν κάτι το οποίο ήταν πολύ ουσιώδες και το οποίο
αποδεικνύεται, εκ των υστέρων, ως ένα ξαφνικό δώρο το οποίο χάρισε ο
Θεός στην Ορθόδοξη Εκκλησία».
Σημειώνοντας πως «οι
θεολόγοι της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, οι οποίοι μετά τον δεύτερο
παγκόσμιο πόλεμο αποτέλεσαν και αυτοί στο χώρο τους μια μεγάλη έκπληξη,
ήταν οι πρώτοι οι οποίοι ανακάλυψαν τη σημασία των Ελλήνων Πατέρων, των
Πατέρων της Εκκλησίας της πρώτης περιόδου, της πριν από το σχίσμα
περιόδου και μετά», επεσήμανε πως η μαρτυρία όσων γνώρισαν τον π.Αλέξανδρο «είναι
ότι ο προφορικός του λόγος ήταν ασύγκριτα υπέρτερος του γραπτού. Εγώ
δύο φορές μόνο τον συνάντησα και τις δύο φορές μπορώ να το επιβεβαιώσω.
Είχε μια παρουσία αυτός ο άνθρωπος πραγματικά ηγετική, είχε ένα χάρισμα
ιδιαίτερο και ο προφορικός του λόγος ήταν εξαιρετικά συναρπαστικός».
Υπογράμμισε πως μέσα από τη συναναστροφή με κείμενα όπως του Σμέμαν του Φλορόφσκι και άλλων «προήλθε αυτή η έκπληξη, αυτό το θαύμα θα έλεγα που συντελέστηκε στην δεκαετία του ’70: η ξαφνική επαναβίωση του Αγίου Όρους». «Μέχρι
το 1970 στο Άγιον Όρος, είχε κανείς την εντύπωση, ότι είχε
πεθάνει. Υπήρχε μια εικόνα παρακμής και ξαφνικά στη δεκαετία
του 70 αρχίζουν να εμφανίζονται παιδιά, πτυχιούχοι σχολών διαφόρων και
ποικίλων, με σπουδές στην Ευρώπη, να συγκροτούν καινούργιες συνοδείες», είπε χαρακτηριστικά ο κ.Γιανναράς και συνέχισε: «Στα
δικά μου μάτια, το γεγονός της ρωσικής διασποράς στην Ευρώπη ήταν μια
παρέμβαση του Θεού μέσα στη σύγχρονη ιστορία. Άλλαξε την νοοτροπία τη
Θεολογική. Από μια νοοτροπία σχολαστικισμού, ηθικισμού, νομικισμού που
κυριαρχούσε στις Θεολογικές Σχολές των Ορθοδόξων, γεννήθηκε κάτι
άλλο, κάτι το οποίο συνέδεε την Θεολογία με την Ευχαριστία, δηλαδή με το
γεγονός της μετοχής μας στην Εκκλησία».
Ολοκληρώνοντας τόνισε πως «εάν
δεν σηκώσουμε όλοι μας το Σταυρό της καθημερινής μας αποτυχίας και στην
προσωπική μας ζωή και στην Εκκλησιαστική μας ζωή, δεν μπορούμε να
φτάσουμε στην εμπειρία της Ανάστασης. Ζούμε πραγματικά μια παρατεινόμενη
Μεγάλη Εβδομάδα... Κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι θα προκύψει. Εκείνο
που ξέρουμε με βεβαιότητα είναι ότι προκύπτει όταν συντριβούμε». «Μόνο
από μία συντριβή μπορεί να βγει η ποιότητα», κατέληξε.
Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου
«Αφιερωματική
βραδιά δεν θα πει κατανάγκην μια υμνητική βραδιά, αλλά και μία κριτική
στάση απέναντι στο έργο του. Το πολύ σπουδαίο έργο του». Με τα λόγια αυτά ξεκίνησε ο π.Σπυρίδων Τσιμούρης
την δεύτερη ημέρα του αφιερώματος στο πρόσωπο του π.Αλεξάνδρου Σμέμαν,
που πραγματοποιήθηκε την Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2015 στην Ευαγγελίστρια
Πειραιώς, στο πλαίσιο του προγράμματος «Ενορία εν δράσει…».
Πρώτος ομιλητής της δεύτερης ημέρας ήταν ο κ.Χρυσόστομος Σταμούλης,
Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ο οποίος
ανέπτυξε το θέμα: «Η ειδωλολατρία της σύγχρονης πνευματικότητας. Σχόλια
στο ημερολόγιο του π.Αλεξάνδρου Σμέμαν».
Εξ
αρχής σημείωσε ότι ο π.Αλέξανδρος χαρακτήρισε τα Ορθόδοξα Θεολογικά
πράγματα, τονίζοντας πως δεν ήταν απλά ένας ιστορικός της Λατρείας ή της
Θεολογίας, αλλά ένας Θεολόγος - Ιερέας ο οποίος αντλούσε από την
λειτουργική πράξη, την ευχαριστιακή πράξη «και μπορούσε να διαλέγετε με το παρόν».
Εκφράζοντας την άποψη ότι το ημερολόγιο του π.Αλεξάνδρου Σμέμαν «είναι
ένα από τα σημαντικότερα βιβλία της τελευταίας εικοσαετίας που
τυπώθηκαν και κυκλοφόρησαν στο χώρο της Ορθόδοξης Θεολογίας», επεσήμανε πως «οτιδήποτε
μπορεί να είναι αφορμή Θεολογίας. Και αυτό ο Σμέμαν το γνωρίζει πάρα
πολύ καλά και το κάνει πράξη». «Χωρίς το ημερολόγιο, δεν θα είχαμε την
καθαρή εικόνα της Θεολογίας του π.Αλεξάνδρου», προσέθεσε.
Αναφερόμενος
σε σημειώσεις του Σμέμαν για την πραγματοποίηση ομιλίας σχετικής με την
Ορθόδοξη Πνευματικότητα, υπογράμμισε τη σημασία που δίνει στην
Ευχαριστία, τονίζοντας ότι «η αγιότητα δεν είναι μια ατομική υπόθεση. Είναι διαδικασία μοιράσματος χαρισμάτων».
«Πολλές
φορές βλέπουμε τους Πατέρες της Εκκλησίας στο παρελθόν, να αναμετρώνται
με πολύ σημαντικά πράγματα, να αναμετρώνται δυναμικά και εμείς σήμερα
υποχωρούμε.», είπε σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο κ.Σταμούλης, επισημαίνοντας πως ο Σμέμαν, δεν αρνείται την ύπαρξη πνευματικών ανθρώπων.
Αναφέρθηκε ιδιαίτερα στα όσα έλεγε ο π.Αλέξανδρος για τον γεροντισμό, μίλησε για «λόγια που μπορούν να δημιουργήσουν έντονους προβληματισμούς» και υπογράμμισε πως η σπουδαία αυτή προσωπικότητα της Θεολογίας μας δεν αρνείται το μοναχισμό και την άσκηση.
«Το πρόβλημα του δεν είναι ούτε η πνευματικότητα, ούτε η Εκκλησιαστικότητα, ούτε η άσκηση, ούτε ο Μοναχισμός» είπε χαρακτηριστικά ολοκληρώνοντας ο κ.Σταμούλης και συνέχισε: «Ξεκάθαρα
λοιπόν για τον π.Αλέξανδρο η Θεολογία του είναι ολιστική... Αρνείται
μετά μανίας τον ολοκληρωτισμό. Ο κόσμος είναι ένας και η ζωή μία... Τα
πάντα είναι νυν και αεί, Α και Ω. Ούτε μόνο νυν, ούτε μόνο αεί. Κοσμική
αναφορά, ιστορική αναφορά και εσχατολογική αναφορά, αποτελούν όψεις της
ίδιας αλήθειας που αποκαλύπτουν την Τριαδική Ενότητα».
Στη συνέχεια το λόγο έλαβε ο κ.Αθανάσιος Παπαθανασίου, Δρ Θεολογίας, πτ. Νομικής, Διευθυντής του θεολογικού περιοδικού ΣΥΝΑΞΗ ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «hard rock: Ιεραποστολή».
Αρχικά ο κ.Παπαθανασίου, επέλεξε να μιλήσει για την σημασία και την έννοια του «Ζώντος Θεού», υπογραμμίζοντας πως «ζωντανός
Θεός είναι ο ελεύθερος. Αν όμως δέχομαι το Θεό ως ζωντανό και ως
ελεύθερο, αν όντως το παραδέχομαι, τότε φαντάζομαι ότι πρέπει να μιλάω
για ένα Θεό, ο οποίος όχι μόνο θα συμφωνεί μαζί μου, αλλά θα μπορεί να
διαφωνήσει». «Το αντέχουμε αυτό» διερωτήθηκε, προσθέτοντας πως «το αντίθετο του ζωντανού Θεού είναι το είδωλο, δηλαδή ένας Θεός καταδικασμένος στο να συμφωνεί...».
«Η
πίστη στον ζωντανό Θεό, η πίστη στον ελεύθερο Χριστό, δημιουργεί και
στον άνθρωπο ένα βάρος ελευθερίας και ευθύνης και είναι πολύ ευκολότερη η
επανάπαυση», είπε στη συνέχεια, υπογραμμίζοντας πως η Εκκλησία οφείλει να παραπέμπει στο ζωντανό Θεό.
«Ο Χριστός είναι κάτι ευρύτερο από την εκκλησιαστική πραγματικότητα. Είναι ο κριτής της εκκλησιαστικής πραγματικότητας... »,
είπε σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο κ.Παπαθανασίου, σημειώνοντας πως
δρα μυστικά μέσα στην Εκκλησία, εκεί που ίδιος επιθυμεί. «Η Εκκλησία
έχει όρια, αλλά τα όρια τα μετακινεί εκεί που επιθυμεί το αφεντικό.
Μπορεί να πάρει τα παλούκια του φράχτη και να τα πάει παραέξω ή
παραμέσα», είπε χαρακτηριστικά.
Στη συνέχεια, κάνοντας λόγο για τη Θεία Λειτουργία, επεσήμανε πως «το
γεγονός ότι υπάρχει το τμήμα των κατηχουμένων, δείχνει μία Εκκλησία
ανοιχτή. Μία Εκκλησία η οποία δεν έχει ολοκληρωθεί. Μία Εκκλησία η οποία
ακόμη περιμένει. Μία εκκλησία η οποία ακόμη προσκαλεί. Μία Εκκλησία η
οποία οφείλει να ενδιαφέρεται, να έχει μια συνεχή ροή από τον κόσμο», ενώ αναφερόμενος στη «Μεγάλη Είσοδο», τόνισε πως σηματοδοτεί «αυτό που λέει το όνομά της: είναι κίνηση, είναι το μπάσιμο του κόσμου από το έξω προς τα μέσα...» και συνέχισε: «Η
μεγάλη είσοδος δείχνει ότι η ιεραποστολική διάσταση της Εκκλησίας, το
άνοιγμα της Εκκλησίας στον κόσμο, είναι ουσιώδες κομμάτι της Θείας
Λειτουργίας».
Στην οπτική του π.Αλεξάνδρου Σμέμαν η Εκκλησία «όχι
απλώς έχει ιεραποστολή, αλλά η Εκκλησία είναι αποστολή. Δεν έχει άλλο
λόγο ύπαρξης, παρά να διακονεί και να μαρτυρεί τη Βασιλεία», είπε ολοκληρώνοντας ο κ.Παπαθανασίου, προσθέτοντας ότι «σημείο της Βασιλείας, μέρος της αποστολής της Εκκλησίας είναι και η διακονία, είναι και η πράξη, είναι η κοινωνική πράξη».
Τέλος ο π.Σπυρίδων Τσιμούρης, ο οποίος συντόνισε και τις δύο ημέρες του αφιερώματος στον π.Αλέξανδρο Σμέμαν, ευχαρίστησε θερμά τους ομιλητές «γιατί μας απέδειξαν ότι η Θεολογία δεν είναι ακαδημαϊσμός, αλλά είναι το ενδιαφέρον για τον κόσμο, η είσοδος στον κόσμο».