λόγος
στο ελληνικό
Γυμνάσιο
Αμμοχώστου
(σχολική χρονιά
1953-54).
Της Δανάης Γεωργιάδου, Φιλολόγου, Β.Δ.
Μερικά χρόνια μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου ο Στρατής Μυριβήλης ανακαλύπτει σε ένα μπαούλο του μια δέσμη από χαρτιά. Είναι οι επιστολές που ο συστρατιώτης του που χάθηκε στον πόλεμο θα έστελλε στην κοπέλα του από το μέτωπο, αλλά δεν το έκανε ποτέ. Οι μαρτυρίες διασώθηκαν, κλείστηκαν στον χρόνο, κι έγιναν μάρτυρες της Παγκόσμιας Ψυχής…
Δυο χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα μου τα χαρτιά που βρέθηκαν στη ντουλάπα του έγιναν αφορμή να ξεδιπλωθεί μπροστά μας το νήμα της ζωής του. Οι μνήμες αναδύθηκαν και ανασύνθεσαν αβίαστα σταθμούς προσωπικούς και οικογενειακούς, αλλά και την ατμόσφαιρα και το ήθος μιας εποχής: της Κύπρου του τέλους της Αγγλοκρατίας.
Πρώτος σταθμός, η βραδιά της αποφοίτησής του από το Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου, τον Ιούνιο του 1954. Παραμονές της έναρξης του απελευθερωτικού αγώνα του κυπριακού ελληνισμού κατά της βρετανικής αποικιοκρατίας, και με οδηγό το όνειρο της Ένωσης με την Ελλάδα, οι δεκαοκτάχρονοι νέοι ανοίγουν τα φτερά τους για να κατακτήσουν τον κόσμο. Η πόλη του Ευαγόρα, με τη φυσική και πνευματική ακτινοβολία που εξέπεμπε, και η κυπριακή εκπαίδευση, ταλαιπωρημένη από τον δυνάστη, αλλά φυτώριο χαρακτήρων με σεβασμό σε αρχές και αξίες, παραδίδουν στην κοινωνία πολίτες έτοιμους να αναλάβουν τη σκυτάλη.
Διαβάζουμε αποσπάσματα από την αντιφώνηση του πρωτεύσαντος μαθητή Γιώργου Α. Γεωργιάδη στην ομιλία του Γυμνασιάρχη Ιωάννη Αναγνωστοπούλου, φιλολόγου εξ Ελλάδος, λίγο πριν οι τελειόφοιτοι εγκαταλείψουν για πάντα τα θρανία και ριχτούν στον στίβο της ζωής.
«Η στερνή σας λέξη κι αν σίγησε, κι ο τελευταίος αντίλαλός της αν ξεψύχησε μέσα στη βαριά τούτη ατμόσφαιρα, στην ψυχή μας, σεβαστέ πνευματικέ μας πατέρα, ολοκάθαρη αντιλαλεί ακόμα η γλυκιά σας φωνή. Κι όταν πρέπει, θα ακούεται, για να ‘ναι η πυξίδα μας στον δρόμο που με τη δική σας πατρική καθοδήγηση χαράξαμε, και να μας οδηγήσει στο λιμάνι της επιτυχίας στη ζωή. […] Η ζωή, μας έλεγε ο καλός δάσκαλος, είναι ένα αδιάκοπο ανέβασμα. Και στην κορφή φτάνει μονάχα εκείνος που ξέρει να σηκώνεται μετά από κάθε πέσιμο. […] Ανεβαίναμε πιασμένοι ο ένας από τον άλλο, αδελφωμένοι. Με τη σοφή παραγγελιά του δασκάλου πάντα το γέλιο κι η χαρά ανθίζανε στο πρόσωπό μας, κι ο τόπος γύρω ομόρφαινε με το τραγούδι μας. Ώσπου βρεθήκαμε μια βλογημένη μέρα λουσμένοι μέσα στο φως του φάρου της κορφής, και ήταν ανείπωτη η χαρά για το κατόρθωμά μας. […] Κάτοχοι πλέον ενός πνευματικού θησαυρού, της Ελληνοχριστιανικής παιδείας, οδηγηθήκαμε στη μεγάλη τιμή να είμαστε σήμερα τελειόφοιτοι του Ελληνικού Γυμνασίου Αμμοχώστου. [...]
Ανοίγουμε σήμερα τα φτερά μας, αγαπητοί μου συμμαθητές και συμμαθήτριες, για να επιτελέσουμε τον σκοπό της δημιουργίας μας. Κι είτε θελήσουμε να κατακτήσουμε τις επόμενες κορφές της γνώσης λαμπρύνοντας ακόμα περισσότερο το πνεύμα, είτε ριχτούμε από αύριο στον αγώνα της ζωής, ο δρόμος προς την επιτυχία είναι ένας, αυτός που μας δίδαξε το αγαπημένο μας Γυμνάσιο. […] Η Χριστιανική θρησκεία και η υγιής Επιστήμη θα οδηγούν το πνεύμα μας στις υψηλές κι ακατάλυτες αξίες, θα επισημαίνουν τις παγίδες και θα μας προφυλάσσουν απ’ αυτές. Γιατί, αν το πνεύμα μας μείνει χωρίς προσανατολισμό, με τον καιρό θα εκφυλιστεί, κι από μέσο εξυψώσεως θα γίνει μέσο καταπτώσεως και θα έχει τη δυσωδία της ψυχικής και σωματικής μολύνσεως. […]
Ας μη χάνουμε χρόνο. Είναι μεγάλη η αποστολή μας. Πάμε να ξεριζώσουμε τα σπέρματα της διχόνοιας και να καλλιεργήσουμε την πρόοδο και την ειρήνη. Πάμε να κάψουμε τα αγκάθια της αδικίας και να αναστήσουμε τα ροδόκρινα της αγάπης, να αντικαταστήσουμε τον πόνο με τη χαρά, το δάκρυ με το γέλιο, την αδράνεια με την εργασία. Πάμε να γίνουμε κήρυκες της αρετής, φρουροί της ηθικότητος, υπέρμαχοι του καθήκοντος.
Γαλουχημένοι από τα νάματα της Πίστεως και της Πατρίδος, με το μυαλό καλλιεργημένο, χαλύβδινα και φτερωτά τα πόδια, με το κορμί μας να σφύζει από ζωή, δύναμη κι ενθουσιασμό, ας πάμε αδελφωμένοι να κηρύξουμε την εθνική παλιγγενεσία. Αν απόψε αφήνουμε τον τίτλο του συμμαθητού, ας αποχτήσουμε τον ιερότερο τίτλο του συμμαχητού. Πάμε να λάβουμε ενεργό πια μέρος στον ιερό ενωτικό μας αγώνα και να ανακτήσουμε τα εθνικά μας δικαιώματα που η βία, αντίθετα σε κάθε ιερό κι ανθρώπινο νόμο, θέλει να μας στερεί. Πάμε να φέρουμε ακόμα πιο κοντά τη μέρα του Εθνικού λυτρωμού του μαρτυρικού νησιού μας και να κάνουμε τον Γολγοθά του Ανάσταση. Πάμε να κάνουμε την Ελλάδα μας σεβαστή στους φίλους της και φοβερή στους εχθρούς της.
Με πλήρη συναίσθηση των καθηκόντων μας, ως άτομα, ως Κύπριοι Έλληνες και Χριστιανοί, ας κινήσουμε, αγαπητοί μου συμμαθητές και συμμαθήτριες, για την ιερή μας αποστολή.
Έχε γεια, λοιπόν, για πάντα φιλόξενη κι ολόθερμη φωλιά μας, αξέχαστο σχολείο μας. Εσύ μας γνώρισες την αξία της ζωής. Στην καρδιά μας θα παραμείνεις σύμβολο της αγάπης, της προόδου, της χαράς, πηγή των πιο γλυκών μας αναμνήσεων. Αν και έξω τώρα από τη σκεπή σου, δεν θα πάψουμε να σε έχουμε στο κέντρο κάθε μας προσπάθειας, καμάρι μας και καύχημά μας.
Κι εσείς, σεβαστέ μας κύριε Γυμνασιάρχα και όλοι οι άλλοι μας καθηγητές και καθηγήτριες, φιλόστοργοι θετοί γονείς, δώσατε νόημα και σκοπό στην ύπαρξή μας, προσανατολίζοντάς μας προς τα ιδανικά του Έλληνα και του Χριστιανού. Από τα τρίσβαθα της νεανικής ψυχής μας σας εκφράζουμε τις θερμότατες ευχαριστίες μας, και σας υποσχόμαστε πως θα διαβούμε με κάθε θυσία τον δρόμο που μας ορίσατε, για την περηφάνια των γονιών μας, για τη δόξα του σχολείου μας, και για το μεγαλείο της Πατρίδας μας.
Έχετε γεια.»
Με τις σκέψεις αυτές από τα χείλη του πατέρα μου αποχαιρέτισαν τα μαθητικά θρανία οι τελειόφοιτοι του 1954. Λίγους μήνες μετά, την 1η Απριλίου 1955, οι προσδοκίες τους, προφητικώ τω τρόπω, πήραν σάρκα και οστά, όταν ο κυπριακός λαός άρχιζε τον αγώνα για την πραγματοποίηση του αιώνιου πόθου της εθνικής ολοκλήρωσης. Είκοσι χρόνια μετά, το καλοκαίρι του 1974, όμως, ο ρους της ιστορίας άλλαξε και η Κύπρος περιήλθε στη χειρότερη θέση της μακρόχρονης πορείας της. Οι νεαροί Αμμοχωστιανοί είδαν όχι μόνο τα όνειρα για την πατρίδα τους να διαψεύδονται, αλλά και την αγαπημένη πόλη τους να γίνεται βορά στα αδηφάγα σχέδια των Τούρκων εισβολέων.
Ίσως ο πόνος να ήτανε μικρότερος, αν μαζί με το μισό νησί μας δεν χάνονταν τις τελευταίες δεκαετίες εν πολλοίς σημαντικά γνωρίσματα της κυπριακής κοινωνίας και οι αξίες και οι αρχές από τις οποίες αυτή εμφορείτο ως την εποχή εκείνη. Αγάπη, εντιμότητα, εργατικότητα, δικαιοσύνη, συνεργασία, αλτρουισμός, δίψα για μάθηση και ψυχική καλλιέργεια, σεβασμός στο σχολείο και τους δασκάλους, πίστη στη θρησκεία και την πατρίδα. Ο αποχαιρετιστήριος του 1954 λόγος στο σχολείο αποτύπωσε και διέσωσε το πνεύμα της παιδείας, αλλά και τη συλλογική Ψυχή της Κύπρου.
Είναι εκείνη η ψυχή, για την οποία ο Γιώργος Σεφέρης την ίδια χρονιά σε επιστολή στην αδελφή του Ιωάννα Τσάτσου διαπιστώνει με θαυμασμό, πως είναι απόλυτα συνεπής με τον εαυτό της εδώ και πολλές εκατονταετίες.
«Βρίσκω εκεί πράγματα παλιά που ζουν ακόμη», λέει συγκεκριμένα ο ποιητής, «ενώ έχουν χαθεί στην άλλη Ελλάδα... Ένας πιστός λαός, πεισματάρικα και ήπια σταθερός. Για σκέψου πόσοι και πόσοι πέρασαν από πάνω τους: Σταυροφόροι, Βενετσιάνοι, Τούρκοι, Εγγλέζοι - 900 χρόνια. Είναι αφάνταστο πόσο πιστοί στον εαυτό τους έμειναν και πόσο ασήμαντα ξέβαψαν οι διάφοροι αφεντάδες πάνω τους.»
Την ίδια στιγμή, όμως, που ο Σεφέρης επιβεβαιώνει την ανθεκτικότητα του ελληνικού φρονήματος των Κυπρίων παρά τους πολλούς αιώνες των κατακτητών, εκφράζει και την ανησυχία του, πως την εποχή του ελλοχεύει στην Κύπρο ένας κίνδυνος, μια δύναμη διαβρωτική – η αγγλική πολιτική – που ύπουλα και μεθοδικά απεργάζεται τον εθνικό αποπροσανατολισμό και τον αφελληνισμό. Λέει χαρακτηριστικά σε επιστολή προς τον Θεοτοκά, του 1954 και πάλι, γραμμένη στην Αμμόχωστο: «Υπάρχουν… 400 χιλιάδες ψυχές από την καλύτερη, την πιο ατόφια Ρωμιοσύνη, που προσπαθούν να τις αποκόψουν από τις πραγματικές τους ρίζες και να τις κάνουν λουλούδια θερμοκηπίου. Σ' αυτή τη γωνιά της γης δουλεύει μια μηχανή που κάνει τους Ρωμιούς σπαρτούς Κυπρίους -όχι Έλληνες, που κάνει τους ανθρώπους μπαστάρδους, με την εξαγορά και την απαθλίωση των συνειδήσεων, με τις κολακείες των αδυναμιών ή των συμφερόντων».
Εξήντα χρόνια μετά, αξίζει να αναρωτηθούμε, πόση ζημιά προκάλεσε στην Κύπρο η αφελληνιστική και αποπροσανατολιστική από αρχές κι αξίες πολιτική των Βρετανών, και εκείνων που την ακολουθούν στις μέρες μας. Πόσο άραγε θα διαπίστωνε, αν ζούσε ακόμα ο Σεφέρης, ότι είναι σήμερα η κυπριακή Ψυχή συνεπής με τον εαυτό της;
Οι
απόφοιτοι του Ελληνικού Γυμνασίου Αμμοχώστου (σχολική χρονιά 1953-54),
με τους καθηγητές και τον Γυμνασιάρχη τους Ιωάννη Αναγνωστόπουλο
Ο πρωτεύσας μαθητής του 1954, Γιώργος Α. Γεωργιάδης
Άποψη του Ελληνικού Γυμνασίου και της πόλης της Αμμοχώστου, πριν την τουρκική εισβολή του 1974
Το Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου
Σημερινή άποψη της παραλίας της Αμμοχώστου (Βαρώσι), τουρκοπατημένης από το 1974