Τα κτίρια του παλαιού μοναστηριακού συγκροτήματος πιθανότατα κτίστηκαν τον 17ο αιώνα.
Από τις 8 Ιουνίου του 1903, η μονή μπήκε ενεργά στο Μακεδονικό αγώνα. Ο Παύλος Μελάς σε επιστολή του, εκθειάζει τον Ηγούμενο Γρηγόριο για τη φιλοξενία του και την υποδοχή που του επιφύλαξε το 1904, όταν βρέθηκε εκεί, για να γλυτώσει από τους διώκτες του.
Πυρπολήθηκε τη νύχτα της 26ης Φεβρουαρίου του 1905 με εντολή του Βουλγαρικού κομιτάτου. Ογδόντα άνδρες εισέβαλαν στη μονή και αφού την λεηλάτησαν, έβαλαν φωτιά στα κελία των μοναχών.
Μέχρι το 1963 ήταν μετόχι της Ιεράς Μονής Αγίων Αναργύρων με πρώτο Μετοχιάρχη τον Ιερομόναχο Επιφάνιο.
Το 1963 ήταν η χρονιά που ξαναγεννήθηκε. Μετά από απόφαση του Μητροπολίτη Καστοριάς, ο Αρχιμανδρίτη Σεβαστιανός Στεφανόπουλος με δύο μοναχές, επαναλειτουργούν τη μονή. Με απόφαση του υπουργείου παιδείας και θρησκευμάτων, το μοναστήρι από ανδρικό γίνεται γυναικείο. Στη θέση του παλαιού ναού δημιουργήθηκε νέος, καθώς και νέα πτέρυγα στην οποία ενσωματώθηκε στη ΝΑ πλευρά της μικρός ναός αφιερωμένος στον Άγιο Αντώνιο.
Από τις 8 Ιουνίου του 1903, η μονή μπήκε ενεργά στο Μακεδονικό αγώνα. Ο Παύλος Μελάς σε επιστολή του, εκθειάζει τον Ηγούμενο Γρηγόριο για τη φιλοξενία του και την υποδοχή που του επιφύλαξε το 1904, όταν βρέθηκε εκεί, για να γλυτώσει από τους διώκτες του.
Πυρπολήθηκε τη νύχτα της 26ης Φεβρουαρίου του 1905 με εντολή του Βουλγαρικού κομιτάτου. Ογδόντα άνδρες εισέβαλαν στη μονή και αφού την λεηλάτησαν, έβαλαν φωτιά στα κελία των μοναχών.
Μέχρι το 1963 ήταν μετόχι της Ιεράς Μονής Αγίων Αναργύρων με πρώτο Μετοχιάρχη τον Ιερομόναχο Επιφάνιο.
Το 1963 ήταν η χρονιά που ξαναγεννήθηκε. Μετά από απόφαση του Μητροπολίτη Καστοριάς, ο Αρχιμανδρίτη Σεβαστιανός Στεφανόπουλος με δύο μοναχές, επαναλειτουργούν τη μονή. Με απόφαση του υπουργείου παιδείας και θρησκευμάτων, το μοναστήρι από ανδρικό γίνεται γυναικείο. Στη θέση του παλαιού ναού δημιουργήθηκε νέος, καθώς και νέα πτέρυγα στην οποία ενσωματώθηκε στη ΝΑ πλευρά της μικρός ναός αφιερωμένος στον Άγιο Αντώνιο.