Σαββατοκύριακο
16 και 17 Νοεμβρίου πανηγυρίστηκε στον ιερό ναό αγίου Λουκά
Συμφερουπόλεως της ιεράς μονής Παναγίας Δοβρά στη Βέροια η μνήμη της
αγίας Οικογενείας των Παλαμάδων, που εορτάζεται κάθε χόνο την πρώτη
Κυριακή μετά την εορτή του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.
Στον
πανηγυρικό εσπερινό χοροστάτησε και κήρυξε το θείο λόγο ο σεβασμιώτατος
Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων, ο οποίος
προεξείρχε και της αρχιερατικής θείας Λειτουργίας την Κυριακή το πρωί.
Το θείο λόγο κατά τη θεία Λειτουργία κήρυξε ο αιδεσιμολογιώτατος
πρωτοπρεσβύτερος π. Νικόλαος Λουδοβίκος, καθηγητής της ΑΕΑΘ.
Η ομιλία του σεβασμιωτάτου στον εσπερινό της εορτής:
«Κυριακή
μετά τήν ἑορτή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί ἡ Ἱερά Μητρόπολή
μας τιμᾶ καί πανηγυρίζει τή μνήμη τῆς ἁγίας οἰκογενείας του, τῶν
γονέων καί τῶν ἀδελφῶν του, οἱ ὁποῖοι μέ τήν εὐσέβεια καί τούς ἀσκητικούς τους ἀγῶνες ἀνῆλθαν τήν οὐρανοδρόμο κλίμακα καί ἔφθασαν στήν ἁγιότητα.
Ἁγιάσθηκαν
ὄντως οἱ ἑορταζόμενοι ἅγιοι, Κωνσταντῖνος καί Καλλονή, Θεοδόσιος
καί Μακάριος, Ἐπίχαρις καί Θεοδότη, διά τῆς Χάριτος τοῦ ἁγίου
Πνεύματος, καί ἁγίασαν τήν πόλη μας καί τήν περιοχή μας μέ τήν
παρουσία τους καί τή μοναχική καί ὁσιακή βιοτή τους.
Ἡ
εὐγνωμοσύνη μας γιά τή μεγάλη δωρεά τῆς παρουσίας τους στή Βέροια
ἐκφράζεται μέ τήν τιμή πού τούς ἀποδίδουμε, πανηγυρίζοντας τήν ἱερά
μνήμη τους τήν πρώτη Κυριακή μετά τήν ἑορτή τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, τοῦ
πιό ἐπιφανοῦς καί λαμπροῦ τέκνου αὐτῆς
τῆς ἁγίας οἰκογενείας, ὁ ὁποῖος ἀναδείχθηκε μέγας γιατί δέν ἔζησε
μόνο σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί δίδαξε καί ὁμολόγησε
καί ὑπερασπίσθηκε τήν ἀποκεκαλυμμένη ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως
καί ὑπέμεινε δοκιμασίες καί διωγμούς πολλούς χάριν αὐτῆς.
Καί
μπορεῖ βεβαίως ὁ ἅγιος Γρηγόριος νά διακρίθηκε ἰδιαιτέρως γιά τούς
ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας ἀγῶνες του, γιά τά θεολογικά συγγράμματά του καί
τήν ποιμαντορική του δράση ὡς ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ὅμως
καί ἡ οἰκογένειά του δέν ὑστέρησε, γιατί καί ἐκεῖνοι ὑπῆρξαν
μέτοχοι τοῦ τρόπου ζωῆς τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, μέτοχοι τοῦ
τρόπου ζωῆς πού διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας, δηλαδή τῆς ἐν Χριστῷ
ζωῆς.
Καί
ἡ ζωή αὐτή, ἀδελφοί μου, δέν σχετίζεται καί δέν συναρτᾶται οὔτε μέ
τόν τόπο οὔτε μέ τόν χρόνο στόν ὁποῖο ζεῖ ὁ ἄνθρωπος. Εἴκοσι αἰῶνες ζωῆς
καί πορείας τῆς Ἐκκλησίας μας μέσα στόν κόσμο οἱ συνθῆκες καί οἱ
καταστάσεις ἔχουν ἀλλάξει ριζικά, ὅμως ὁ τρόπος τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς δέν
ἔχει ἀλλάξει, ὄχι γιατί ἡ Ἐκκλησία εἶναι συντηρητική, ὅπως ἰσχυρίζονται ὁρισμένοι, ἀλλά διότι ἡ ἐν Χριστῷ ζωή εἶναι ὑπεράνω τόπου καί χρόνου, καί εἶναι ἀνεπηρέαστη, κατά συνέπεια, ἀπό τίς ἀλλαγές στόν κόσμο καί τήν κοινωνία.
Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή τήν ὁποία μᾶς καλεῖ ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία νά οἰκειωθοῦμε καί νά ζήσουμε δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τά σχήματα τοῦ κόσμου, γι᾽ αὐτό καί δέν ἀλλάζει καί δέν ἀλλοιώνεται μέσα στόν χρόνο. Βασίζεται σέ μία πολύ ἁπλῆ ἀλλά θεμελιώδη ἀρχή πού εἶναι ἡ ἀγάπη στόν Χριστό, ἀγάπη «ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καί ἐξ ὅλης τῆς καρδίας καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος» τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτό ζητᾶ ὁ Χριστός.
Μπορεῖ νά μεταβάλλει κανείς κάτι στήν ἀγάπη; ἤ μπορεῖ νά ἰσχυρισθεῖ κανείς ὅτι ἐπηρεάζεται ἡ ἀγάπη ἀπό τίς συνθῆκες πού ἐπικρατοῦν στόν κόσμο; Μπορεῖ νά ἰσχυρισθεῖ κανείς ὅτι ἡ φυσική ἀγάπη πού αἰσθάνεται ἡ μητέρα ἤ οἱ γονεῖς πρός τά παιδιά τους ἔχει ἐπηρεασθεῖ ἤ μεταβληθεῖ ἀπό τήν ἀλλαγή καί τήν ἐξέλιξη τοῦ κόσμου. Ἀσφαλῶς ὄχι, ἀδελφοί μου. Τό ἴδιο, λοιπόν, ἰσχύει καί γιά τήν ἀγάπη πρός τόν Χριστό,
πού ἀποτελεῖ τή βάση τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Διότι ὅταν ἀγαπᾶ κανείς
κάποιον, θέλει νά εἶναι πάντοτε μαζί του, θέλει νά κάνει ὅ,τι τοῦ ἀρέσει
καί ὅ,τι τόν εὐχαριστεῖ. Θέλει νά ζεῖ ὅπως θά ζοῦσε ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ
καί νά κάνει ὅ,τι θά ἔκανε ἐκεῖνος. Καί αὐτό εἶναι, ἀδελφοί μου, ἡ ἐν
Χριστῷ ζωή. Τό νά ζοῦμε ὅπως θέλει καί ὅπως θά ζοῦσε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.
Τό νά ζοῦμε ἐπιθυμῶντας διαρκῶς νά βρισκόμαστε σέ ἐπαφή καί ἐπικοινωνία μαζί του. Νά τόν αἰσθανόμασθε δίπλα μας καί μέσα μας μέ κάθε τρόπο. Μέ τήν προσευχή, μέ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, μέ τή συνεχῆ προσπάθεια καί τήν ἄσκηση νά καθαίρουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό τήν ἁμαρτία καί νά τόν ὁδηγοῦμε στόν δρόμο τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ.
Καί ὅλα αὐτά δέν ἐξαρτῶνται οὔτε ἀπό τόν τόπο οὔτε ἀπό τόν χρόνο· ἀλλά μέσα στόν κάθε τόπο καί στόν κάθε χρόνο πού ζεῖ ὁ κάθε ἄνθρωπος πρέπει νά ἀγωνίζεται γιά νά ζεῖ αὐτή τή ζωή πού ἀπορρέει ἀπό τήν ἀγάπη στόν Χριστό. Αὐτή, δηλαδή ἡ ἀγάπη, εἶναι τό μέτρο καί ὁ ἄξονας τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Χριστός καί ἡ Ἐκκλησία μας δέν κάνουν διάκριση μεταξύ πιστῶν πού ζοῦν στόν κόσμο καί πιστῶν πού ζοῦν στήν ἔρημο· δέν κάνουν διάκριση ἀνάμεσα σέ λαϊκούς καί κληρικούς, σέ μοναχούς καί ἀσκητές. Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή εἶναι ἡ ἴδια γιά ὅλους, εἶναι κοινή γιά ὅλους, καί ἔχει τόν ἴδιο στόχο καί τό ἴδιο τέλος γιά ὅλους: τόν Θεό. Ὅ,τι τήν διαφοροποιεῖ εἶναι τό μέτρο τῆς ἀγάπης τοῦ καθενός μας.
Αὐτό ἀκριβῶς μᾶς διδάσκουν καί μᾶς ὑπενθυμίζουν καί οἱ ἑορταζόμενοι σήμερα ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ἁγία οἰκογένεια τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Ἄλλοι ἀπό αὐτούς, ὅπως ὁ πατέρας του, ἔζησαν ἀποκλειστικά μέσα στόν κόσμο καί τίς μέριμνές του, ἔζησε τήν οἰκογενειακή ζωή καί τήν ἀπαιτητική ζωή τῶν ἀνακτόρων. Ἡ μητέρα του ἔζησε καί αὐτή μέχρι τήν κοίμηση τοῦ συζύγου της μέσα στίς οἰκογενειακές μέριμνες καί φροντίδες. Τά ἀδέλφια του μεγάλωσαν σέ μιά μεγαλούπολη πού εἶχε ὅλους τούς πειρασμούς πού ἔχει καί μία σύγχρονη πόλη, καί στή συνέχεια ἐπέλεξαν τή μοναχική πολιτεία στό Ἅγιο Ὄρος καί ἐδῶ στή Βέροια. Καί ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἔγινε πρῶτα μοναχός καί ὕστερα ἡγούμενος καί στή συνέχεια μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Ἔζησαν, δηλαδή, σέ συνθῆκες διαφορετικές, ἔζησαν μέ διαφορετικό τρόπο, ἔζησαν ὅμως τήν ἴδια ζωή, τήν ἐν Χριστῷ ζωή, μέσα ἀπό τήν ἀγάπη στόν Χριστό, τήν ἀδιάλειπτη προσευχή καί τήν κάθαρση τοῦ νοῦ καί τῆς ψυχῆς πού ὁδηγοῦν τόν ἄνθρωπο στήν ἁγιότητα, πού τόν ὁδηγοῦν στόν Θεό.
Γι᾽ αὐτό καί τούς τιμοῦμε ὅλους μαζί καί τούς προβάλλουμε ὡς πρότυπα καί γιά τή δική μας ζωή, πού μπορεῖ καί πρέπει νά εἶναι, ἀδελφοί μου, ἡ ἐν Χριστῷ ζωή. Διότι διαφορετικά ἡ ζωή μας εἶναι μία ζωή κενή καί χωρίς περιεχόμενη, ἀλλά κυρίως εἶναι ζωή χωρίς προοπτική καί χωρίς μέλλον.
Τιμῶντας, λοιπόν, σήμερα τούς νέους ἁγίους μας, ἄς ἀναθεωρήσουμε,
ἀδελφοί μου, καί ἐμεῖς τή ζωή μας, ἄς ἐλέγξουμε τό ποιόν καί τό ποσόν
τῆς ἀγάπης μας πρός τόν Χριστό, καί ἄς μεταποιήσουμε τή ζωή μας σέ ἐν
Χριστῷ ζωή γιά νά ἀξιωθοῦμε καί ἐμεῖς νά προσεγγίσουμε τόν Θεό καί νά ζήσουμε στή βασιλεία του».