Οἱ
Ἁγίες ἑπτὰ Μάρτυρες ἄθλησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ ἀσεβοῦς αὐτοκράτορα
Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.) στὴν πόλη Ἀμινσό, ὅταν ξεσηκώθηκε μεγάλος
διωγμὸς κατὰ τῶν ἀνθρώπων ποὺ ὁμολόγησαν τὸν Χριστό.
Οἱ
Ἁγίες συνελήφθησαν ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τῆς Ἀμινσοῦ, ποὺ ἦταν εἰδωλολάτρης.
Καὶ ὅταν στάθηκαν ἐνώπιόν του, ὁμολόγησαν ὅτι εἶναι Χριστιανὲς καὶ τὸν
ἔλεγξαν μὲ παρρησία, ἀφοῦ τὸν ἀποκάλεσαν σκληρὸ καὶ ἄδικο καὶ ἐχθρὸ τῆς
ἀλήθειας. Ὁ ἄρχοντας ἐξοργίσθηκε. Τότε ἔδωσε ἐντολὴ καὶ τὶς τοποθέτησαν
σὲ δημόσιο μέρος γιὰ θέαμα, ὅπου ἄρχισαν νὰ τὶς χτυποῦν μὲ ραβδιά.
Στὴν
συνέχεια ἔκοψαν τοὺς μαστοὺς αὐτῶν μὲ ξίφη καί, ἀφοῦ τὶς κρέμασαν, τὶς
ἔγδαραν τόσο πολύ, ὥστε φάνηκαν τὰ ἔντερά τους. Τέλος, τὶς ἔριξαν σὲ
μεγάλο καμίνι φωτιᾶς καί, ἐνῷ ἔψαλλαν καὶ προσεύχονταν στὸν Θεό,
παρέδωσαν τὶς ψυχές τους.Τὸ μαρτύριό τους ἔγινε μεταξὺ τῶν ἐτῶν 303 – 305 μ.Χ.