Κυριακή
17 Μαρτίου 2013.
Συντάχθηκε
ἀπό τόν Φώτιο Ἀρ. Δημητρακόπουλο
Καθηγητή
τμήματος Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.
Ἕνα ἀπειροελάχιστο
μέρος θαυμαστῶν ἀποδείξεων παρατίθεται παρακάτω, ἀφοῦ κατά θεία παραχώρηση θά
ἔχετε τήν εὐκαιρία νά διαβάσετε μία μοναδική φανέρωση στό Νοσοκομείου τοῦ Ἁγίου
Ἀνδρέου Πατρῶν τοῦ ἡγιασμένου ἱερέως Νικολάου Ἀ. Πέττα (+4/1/2000)! Ἐπίσης θά
ἀναγνώσετε θαυμαστή μαρτυρία γιά τόν π. Νικόλαο πού σύνταξε ὁ ἀείμνηστος
ἀστυνομικός Παναγιώτης, ὁ ὁποῖος ἔγινε μέ πολύ δυνατό τρόπο μύστης αὐτῆς τῆς
ἁγιοφάνειας.
Ἡ ὅλη παρουσίαση
πού ἀκολουθεῖ εἶναι Θαύματα πού
δημιουργοῦν στήν καρδιά τοῦ πιστοῦ μία κατάσταση εἰρήνης καί χαρᾶς, χωρίς ὅμως
ποτέ νά ἀποβλέπουν στήν ἐπίδειξη καί τόν ἐντυπωσιασμό. Στήν περίπτωση αὐτή, τά
αἴτια πού ἕλκουν τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι ἄλλα ἀπό τήν Πίστη, τήν ταπείνωση
καί τήν ἀγάπη, τά ὁποία στολίζουν τίς ψυχές ἐκείνων πού προκαλοῦν αὐτά τά
Θαύματα, ἀλλά καί κάποιων ἀπό ἐκείνους πού γίνονται ἀποδέκτες τέτοιων Θαυμάτων.
Εἶναι θαυμαστοί τρόποι πού παρουσιάζουν θαυμαστές παρεμβάσεις τοῦ Θεοῦ καί τῶν
Ἁγίων Του στήν καθημερινή μας ζωή.
Τό 2006 ὁ
ἀείμνηστος ἀστυνομικός Χρῆστος Π. Ἀναγνωστόπουλος ἀπό τήν γενέτειρά μου Πάτρα
καταγράφει μιά συγκλονιστική μαρτυρία γιά τόν π. Νικόλαο: «Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε,
τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρός τῶν ἀγαθῶν
καί ζωῆς χορηγός, ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν καί
καθάρισον ἡμᾶς ἀπό πάσης κηλίδος καί σῶσον, Ἀγαθέ τάς ψυχάς ἡμῶν.
Κατόπιν προφορικῆς
αἰτήσεως τῶν αἰδ. πρωτ. Στεφάνου καί τοῦ ὁσιολ. ἱερομ. πνευματικού π. Εὐθυμίου
Ἁγιορείτου μέ φόβο Θεοῦ, πῆρα τήν πέννα καί πρός Δόξα Θεοῦ καί ἐνίσχυση τῆς
πίστεως τῶν ἀνθρώπων καί ἐμοῦ τοῦ ἐλαχίστου, θά γράψω λίγα λόγια ἀπό τίς
πνευματικές νουθεσίες τοῦ Πατρός Νικολάου Ἀ. Πέττα.
Τόν π. Νικόλαο τόν
γνώρισα λίγα χρόνια πρό τῆς κοιμήσεώς του ἀπό πληροφορίες εὐσεβῶν χριστιανῶν.
Θυμᾶμαι ὅτι ἤθελα νά τόν συναντήσω, ἀλλά λογισμοί ἁμαρτίας μέ ἀπέτρεπαν. Τελικά
ἐνέργησε ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τόν ἐπισκέφθηκα στό ἐργαστήριο ἀπέναντι ἀπό τό
σπίτι του, λίγο πιό κάτω ἀπό τόν Ἱερό Ναό Ἁγίου Βασιλείου Ζαρουχλεΐκων, ὅπου
ἱερουργοῦσε. Χτύπησα τό κουδούνι τῆς πόρτας τῆς οἰκίας του, ὅπου βγῆκε ἡ σεβαστή
του Πρεσβυτέρα καί μοῦ ἄνοιξε, ζήτησα τόν π. Νικόλαο καί ἐκείνη μοῦ εἶπε:
«Καλῶς τον, σᾶς περίμενε!!!».
Κατέβηκε ἀπό τήν
οἰκία του ὁ π. Νικόλαος μέ τήν φράση: «Ἔλα, εὐλογημένε», καί ἀφοῦ τοῦ φίλησα τό
χέρι, μέ ὁδήγησε στό ἐργαστήριό του κάτω καί ἀπέναντι ἀπό τήν οἰκία του, διότι
πρίν γίνει ἱερεύς, ἦτο καθηγητής Τεχνικῆς Σχολῆς. Μέ δέχθηκε γιά πρώτη φορά, μέ
πατρική καί πνευματική Ἀγάπη, πού ἀκόμη αἰσθάνομαι ἔντονα και, ἀφοῦ φόρεσε τό
πετραχήλι, καθίσαμε στό τραπέζι – πρόχειρο γραφεῖο, πού διατηροῦσε (σάν
ἐκκλησάκι τό εἶχε), καί ἀφοῦ ἔγιναν συστάσεις καί τοῦ δήλωσα τό ὄνομα καί τήν
ταυτότητά μου, ἀστυνομικός τό ἐπάγγελμα, ἄρχισε νά μοῦ δίνει πνευματικές
νουθεσίες, συμβουλές.
Ὤ τοῦ θαύματος! Λίγα
λεπτά μετά τίς νουθεσίες του, διακόπτει καί ἐντελῶς ἔξαφνα γιά ἐμένα μοῦ λέγει:
«Μήν ἀσχολεῖσαι μέ τούς Παλαιοημερολογίτες, δέν βγάζεις ἄκρη». Χωρίς νά τό γνωρίζει,
ἀσχολιόμουν ἐκεῖνο τόν καιρό μέ τούς παλαιοημερολογίτες, διότι ἔχω συγγενεῖς
πατέρα – μητέρα – ἀδελφό – θεῖες, πού εἶχαν προσχωρήσει στό παλαιό ἡμερολόγιο,
καί προσπαθοῦσα νά τούς πείσω περί τοῦ ἀντιθέτου, περί μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς
καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Ἔμεινα ἔκθαμβος καί ἐσωτερικά συγκινημένος,
καταλαβαίνοντας ὅτι θεία Χάρη ἐπισκέφθηκε τόν π. Νικόλαο καί τόν ἐνημέρωσε γιά
τό γεγονός. Δέν ρώτησα τίποτα. Τί νά ρωτήσω ἐγώ ὁ πνευματικά φτωχός, ἀφοῦ σκέφθηκα
ὅτι τά ἀδύνατα παρά τοῖς ἀνθρώποις δυνατά παρά τῶ Θεῶ γίνονται;
Ὁ π. Νικόλαος, μετά
ἀπό αὐτό τό διορατικό συνέχισε ἀμέσως, τίς πατρικές νουθεσίες περί προσευχῆς
καί μιλοῦσε, ἔδινε συμβουλές, προσευχόταν συγχρόνως, καί πολλές φορές συγκινεῖτο
καί ἐνίσχυε τήν ὀλιγοπιστία μου, τήν ὁποία εἶμαι σίγουρος ὅτι γνώριζε Χάριτι
Θεοῦ.
Π. Νικόλαε, πῶς
μπορεῖ νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος; τόν ρώτησα: «Μ.Ε.Θ.Ε., παιδί μου, Μ.Ε.Θ.Ε.», μοῦ
ἀπάντησε, ἐξηγώντας μου τά ἀρχικά τῆς λέξεως Μ.Ε.Θ.Ε. = ΜΕΤΑΝΟΙΑ – ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ
– ΘΕΙΑ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ.
«π. Νικόλαε εἶμαι
ἁμαρτωλός καί πέφτω σέ ἁμαρτίες! Πῶς μπορῶ νά σωθῶ;» συνέχισα. «Ἀδελφέ μου,
κάθε φορά πού θά πέφτεις θά σηκώνεσαι μέ τήν θεία ἐξομολόγηση. Νά μήν ὀλιγωρεῖς
καί μένεις στήν πτώση, ἀλλά πάντοτε νά σηκώνεσαι μέ τήν θεία ἐξομολόγηση». Μέ
ρώτησε ποιόν ἔχω πνευματικό καί ὅταν τοῦ εἶπα τόν π. Βασίλειο Μπακογιάννη,
ἔδειξε πολύ ἱκανοποιημένος καί μοῦ συνέστησε νά ἐπισκεφτῶ ἐν εὐθέτῳ χρόνω καί
τόν π. Στέφανο Ἀναγνωστόπουλο, γιά νά λάβω τήν εὐχή του, ὅπως καί ἔπραξα,
μένοντας κατενθουσιασμένος. Τόν π. Νικόλαο τόν ἐπισκεπτόμουν κατά ἀραιά
διαστήματα. Πάντοτε μέ συμβούλευε καί μέ ἐνίσχυε στήν ὀλιγοπιστία μου. Μοῦ
ἔλεγε τά ἑξῆς: «Ἀδελφέ μου, ὁ ἄνθρωπος εἶναι σάν τήν μπαταρία τοῦ αὐτοκινήτου,
πού ἀδειάζει καί θέλει γέμισμα ἀπό τήν Ἐκκλησία», τονίζοντάς μου τά μυστήρια
τῆς Ἐκκλησίας καί δείχνοντάς μου ὅτι αὐτά τά γεμίζει ἡ πνευματική μπαταρία τοῦ
ἀνθρώπου καί ὁδηγεῖται πρός τόν Θεό. Κάποτε μοῦ ἐξιστόρησε τό ἑξῆς γεγονός:
«Πῆγα, παιδί μου, στόν Ἅγιο Νικόλαο στά Σπάτα Ἀχαΐας, γιά νά προσκυνήσω καί νά
προσευχηθῶ στόν Ἅγιό μου. Κάποια στιγμή ἐπείνασα. Ἀπό ποῦ ὅμως νά ζητήσω
φαγητό. Δέν ζήτησα ἀπό πουθενά ἀπό ἐπιφύλαξη. Τότε μοῦ ἦλθε ὁ λογισμός ἀπό τόν
Ἅγιο Νικόλαο νά βάλω στό στόμα μου λίγες σταγόνες λάδι ἀπό τό καντήλι του,
πράγμα πού ἔκανα καί ἀμέσως, ἀδελφέ μου, ἐχόρτασα».
Μέ τό ἀνωτέρω
γεγονός καί μέσα στήν συγκίνησή μου ὁ π. Νικόλαος μέ ἔκανε νά θυμηθῶ τούς πέντε
ἄρτους καί τρεῖς ἰχθεῖς, μέ τούς ὁποίους ὁ Ἀρχηγός τῆς Ἐκκλησίας μας Θεάνθρωπος
Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός ἐχόρτασε τό λαό τῶν πέντε χιλιάδων ἀνθρώπων, πού
ἄκουαν τήν ὁμιλία του καί ἐπείνασαν.
Κάποια ἄλλη φορά
μοῦ ἐξήγησε ὅτι εἶχε στήν κατοχή του ἕνα μικρό λείψανο Ἁγίου, πού εὐωδίαζε. Μοῦ
εἶπε νά τό προσκυνήσω καί ὄντως εὐωδίαζε. Κανείς δέν ἦταν σίγουρος τίνος Ἁγίου
ἦταν, ἀλλά τό ἴδιο τό λείψανο τόν ἐνημέρωσε Χάριτι Θεοῦ ὅτι ἦταν τοῦ Ἁγίου
Ὁσιομάρτυρος Κοσμᾶ τοῦ ἐν Σκλαβαίνοις (+19-12-1006), συνάθλου καί συμμοναστοῦ
τοῦ Ἱερομάρτυρος Βλασίου τοῦ Ἀκαρνάνος (ἡ λειψανοθήκη αὐτή σήμερα φυλάσσεται
στό Κειμηλιαρχεῖο τοῦ Ναοῦ τῆς Παναγίας τῆς Ἀλεξιώτισσας Πατρῶν). Κάποτε μοῦ
ἔδωσε μικρό τεμάχιο ὑφάσματος ἀπό τό κάλυμμα-σουδάριο τοῦ Ἁγίου Γερασίμου τοῦ
ἐν Κεφαλληνίᾳ καί κομμάτι ἀπό τήν ἐμβάδα τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τῆς Ζακύνθου γιά
εὐλογία, τά ὁποῖα διατηρῶ πολλά χρόνια. Εὐωδιάζουν καί τά ἔχω γιά φυλακτό.
Ὁ π. Νικόλαος
μιλοῦσε, συμβούλευε, προσευχόταν, συγκινεῖτο, γιά πολλή ὥρα, μεταρσιώνοντας τήν
ὁμιλία του – συμβουλές σέ πνευματική ἔκσταση, καί μαζί του αἰσθανόσουν αὐτό,
πού ρητά ἀναφέρει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, «ὅπου δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τό ἐμόν
ὄνομα ἐν τῷ μέσῳ αὐτῶν εἰμί..».
Εἶμαι βέβαιος πώς,
ὅ,τι ἔλεγε ὁ π. Νικόλαος, δέν τό ἔλεγε γιά τόν ἑαυτόν του, ἀλλά μέ πλήρη
ταπεινότητα, ἐξωτερικεύοντας κάποιες φορές τήν συγκίνησή του γιά τό θεῖο,
ἐνισχύοντας ἔτσι τήν δική μας ὀλιγοπιστία πρός καλυτέρευση τοῦ ἑαυτοῦ μας μέσα
ἀπό τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας. Μέ ἔκανε νά αἰσθάνομαι ὅτι ὑπάρχει Θεός καί
ὅτι ὁ Θεός φανερώνεται μέσα ἀπό ἀποκαλύψεις, ἰδιαιτέρως στίς ταπεινές ψυχές,
ἀλλά καί τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ὅπου θέλει πνεῖ, ἀκόμη καί στόν χειρότερο ἁμαρτωλό.
Ὁ π. Νικόλαος συμβούλευε: «Ἐμεῖς οἱ χριστιανοί πρέπει νά φιλοῦμε ὁ ἕνας τό χέρι
τοῦ ἄλλου. Νά ἐξασκούμαστε στήν ταπεινότητα, νά συγχωροῦμε ὁ ἕνας τόν ἄλλο».
Κάποια φορά μέ ἐνηγκαλίσθη μέ ἀπεριόριστη Ἀγάπη, πού δέν μπορῶ νά τήν ἐξηγήσω,
ἀλλά τήν αἰσθάνθηκα, καί ἔσκυψε νά φιλήσει τό ἁμαρτωλό μου χέρι. Φυσικά
ἀντιστάθηκα καί ἔσκυψα ἐγώ καί φίλησα τό δικό του χέρι τό ἱερατικό, τό ἀποστολικό.
Εἶχε πνευματικούς
δεσμούς μέ Ἁγίους Γέροντες τοῦ Ἀγίου Ὄρους καί ἄλλους, πολλῶν ἀπό τούς ὁποίους
εἶχε ὡς εἰκονίσματα στό γραφεῖο του, τοῦ π. Παϊσίου, τοῦ π. Ἐφραίμ
Κατουνακιώτη, τοῦ π. Πορφυρίου, τοῦ π. Ἰάκωβου Τσαλίκη, τοῦ π. Δημητρίου
Γκακαστάθη, τοῦ παπα-Νικόλα τοῦ Πλανᾶ. Ἀπό τήν Μονή Διονυσίου τοῦ π. Γαβριήλ,
τοῦ π. Χαραλάμπους καί τοῦ π. Θεοκλήτου. Ἐπίσης τοῦ π. Ἐφραίμ τοῦ Φιλοθεΐτη,
τοῦ π. Ἰωσήφ τοῦ Ἠσυχαστοῦ καί τοῦ Βατοπαιδινοῦ. Ἐπίσης σεβόταν καί γέροντες
ἐκτός τοῦ Ἄθωνα, ὅπως τόν π. Εὐμένιο καί τόν π. Νικηφόρο τόν Λεπρό, τόν π.
Ἰάκωβο Τσαλίκη, τόν π. Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο, τόν π. Εὐσέβιο Γιαννακάκη τούς ἀδελφούς
Εὐμένιο καί Παρθένιο τῆς Κρήτης κ.ἄ.
Ἐπίσης ἔνδακρυς
μιλοῦσε μέ πολύ σεβασμό γιά τήν Κωνσταντινούπολη καί τόν Οἰκ. Πατριάρχη μας
κ.κ. Βαρθολομαῖo. Μάλιστα εἶχε μία μεγάλη κορνίζα που περίκλειε δύο
φωτογραφίες, μία μέ τήν Ἁγία Σοφία ποῦ εἶχε τήν ἐπιγραφή «ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ / ΕΔΩ
ΚΤΥΠΑ Η ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ» (μάλιστα στούς μιναρέδες τῆς
Ἁγίας Σοφίες τούς εἶχε βάψει μέ μπλάνκο, ὥστε νά σχηματίσουν κεραυνούς. Μέ αὐτό
ὑπονοοῦσε ὅτι θά καταστραφοῦν ἀπό τήν θεϊκή ὀργή σάν ξένο σῶμα πού εἶναι), καί μία
ἄλλη μέ τόν Πατριάρχη. Καί τούς δύο τούς ἀσπαζόταν μαζί. Ἔτσι φιλοῦσε μέ
συναίσθηση καί πόνο καρδιᾶς μία τήν ἁψίδα τοῦ ἱεροῦ του Ναοῦ, μία τήν δεξιά του
Πατριάρχη. Γι’ αὐτά χαρακτηριστικά ἀνάφερε τά ἑξῆς: «Ἡ πρωτεύουσα τῆς
ρωμιοσύνης εἶναι ἡ αἰώνια Βασιλίδα τῶν πόλεων Κωνσταντινούπολη, ἄς ἔχουν στούς
χάρτες ὡς πρωτεύουσα τῆς Ἑλλάδας τήν Ἀθήνα. Ὁ Οἰκ. Πατριάρχης μας εἶναι σπάνιος
καί ἱκανότατος ἡγέτης πού ζεῖ καί παλεύει ἀνάμεσα σέ συμπληγάδες πέτρες μαρτυρώντας.
Στά βάθη τῆς καρδιᾶς του εἶναι καί μεγάλος Ρωμιός. Στή σεπτή μορφή του βλέπω
τόν πρῶτο τῆς Ὀρθοδοξίας καί τόν ἄρχοντα τῆς ρωμιοσύνης». Ἀκόμα ἔλεγε κάτι πολύ
μοναδικό καί ἴσως προφητικό: «Ἐγώ τόν γνωρίζω τόν Οἰκ. Πατριάρχη μας καί ἄς μήν
ἔχουμε συναντηθεῖ ἀπό κοντά. Καί ἐκεῖνος θά ἔρθει καιρός πού θά μέ ἀναζητήσει
καί θά μέ μάθει καί θά μέ βρεῖ μέ τρόπο μοναδικό!».
Κάποτε πῆρε
τηλέφωνο κάποια γυναίκα στήν Πάτρα, ἡ ἀείμνηστη Γεωργία Καραμούζη, ἡ ὁποία ἦταν
παραπληγική γιά τριάντα καί πλέον χρόνια, μέ τήν ὁποία ἀφοῦ συμφώνησε, μοῦ τήν
ἔδωσε στό τηλέφωνο καί μοῦ μίλησε, συμβουλεύοντάς με γιά λίγα λεπτά. Ἐκεῖνο πού
θυμᾶμαι καί μοῦ ἔμεινε, εἶναι ἡ ἑξῆς συμβουλή της: «Νά μήν ἀσχολεῖσαι μέ τά
κοσμικά καί τά γήινα, ἀλλά μέ τά ἐπουράνια καί τά Ἅγια», αἰσθάνθηκα ὅτι μοῦ
μιλοῦσε ἕνας Ἄγγελος.
Ἀδελφοί μου, ὁ π.
Νικόλαος Πέττας, μοῦ μίλησε πάρα πολλές ὧρες καί μέσα στήν πνευματική μου
φτώχεια κράτησα αὐτά τά ὀλίγα καί τά κατέγραψα, μέ τά ὅποια μου λάθη. Εὐχαριστῶ
τόν Θεό, πού μέ ἀξίωσε νά γνωρίσω ἕνα τέτοιο Πατέρα – Γέροντα ὁ ὁποῖος θά
πρεσβεύει στόν Κύριο γιά μᾶς. Νά ἔχουμε τήν εὐχή τοῦ π. Νικολάου. Θαυμαστός ὁ
Θεός ἐν τοῖς Ἁγίοις καί τοῖς Ὁσίοις Αὐτοῦ!
Τέλος
καί τῷ Θεῷ δόξα.
Ὁ ἐλάχιστος καθ’
ὅσον μοῦ ἐζητήθη νά γράψω τό ὄνομά μου: Χρῆστος Π. Ἀναγνωστόπουλος, Ζαΐμη 8
Ρίον Πατρῶν, 27-06-2006, τηλ 2610-990331.
».
Μετά τήν μαρτυρία
τοῦ ἀειμνήστου Παναγιώτη ἡ σύζυγός του κ. Αἰκατερίνη κατόπιν συνομιλίας μου μέ
ἐκείνη πού κατέθεσε στίς 8-03-13, τήν ἁγιοφάνεια τοῦ π. Νικολάου πού ἔλαβε χώρα
στό Νοσοκομείου τῆς Πάτρας «Ἅγιος Ἀνδρέας», πλησίον τοῦ κοιμητηρίου ὅπου
ἀναπαύεται ὁ π. Νικόλαος στήν Παναγία τήν Ἀλεξιώτισσα: «ΑΓΙΟΦΑΝΕΙΑ π. ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΕΤΤΑ».
«Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ πρεσβεύσατε ὑπέρ ὑμῶν». Αὐτή
ἡ εὐχή μέ συντρόφευε στήν καθημερινή μου ἀσχολία γιά πολύ καιρό, πρίν συμβεῖ τό
περιστατικό πού θά σᾶς περιγράψω μέ πολύ συναίσθηση καί γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ.
Στίς 8 Ἰανουαρίου 2013 ἡμέρα Τρίτη ἀσθένησε ὁ
σύζυγός μου Χρῆστος Ἀναγνωστόπουλος σέ ἡλικία 54, λίγες ὧρες μετά τό
μεσημεριανό φαγητό, μέ ἔντονους πόνους καί ἐμετούς. Τόν μεταφέραμε στό
πλησιέστερο Νοσοκομείου τοῦ Ρίου, ὅπου μᾶς εἶπαν ὅτι ἐφημερεύει τό Νοσοκομεῖο
τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα Πατρῶν». Ἀμέσως πήγαμε ἐκεῖ στά ἐξωτερικά στό ἐφημερεῦον
νοσοκομεῖο Ἅγιος Ἀνδρέας, ὅπου ἐκεῖ διαγνώστηκε ὅτι ἔπασχε ἀπό λάσπη στή χολή
καί ὀξεία παγκρεατίτιδα. Μεταφερθήκαμε τήν ἑπόμενη ἡμέρα Τετάρτη στό δωμάτιο
206 τῆς παθολογικῆς κλινικῆς καί οἱ γιατροί συνέστησαν συνεχῆ παρακολούθηση,
ἐπειδή ἦταν δύσκολη ἡ κατάσταση, χωρίς φαγητό καί νερό καί πρότειναν νά κάνουμε
ὑπομονή, καθώς ἡ περίπτωση αὐτή κρατάει ἀρκετές μέρες.
Ὁ σύζυγός μου ἔχοντας πόνους καί δυσχέρεια
ἀναπνοῆς βρισκόταν σέ ἀνησυχία καί μοῦ ζήτησε νά τηλεφωνήσω στήν Ἱερά Μονή
Ἁγίας Λαύρας Καλαβρύτων, καθώς εἶχε στενούς πνευματικούς δεσμούς μέ τούς Πατέρες
ἐκεῖ. Μάλιστα μοῦ εἶπε ἀπέξω καί τόν ἀριθμό τοῦ τηλεφώνου τῆς Μονῆς.
Βγῆκα στό διάδρομο
καί μίλησα μέ τόν Ἡγούμενο τοῦ μοναστηριοῦ, τόν ἀρχιμανδρίτη π. Εὐσέβιο γιά
λίγα λεπτά. Ἔτσι ἐνημέρωσα τήν Μονή καί ζήτησα τήν προσευχή τους, ὅπως μοῦ εἶπε
ὁ σύζυγός μου Χρῆστος. Τελειώνοντας τό τηλεφώνημα καί γυρίζοντας νά μπῶ στό δωμάτιο
ἄκουσα ἕνα «Γειά!» καί στρέφοντας, παρατήρησα νά ἔρχεται ἀπό τό βάθος τοῦ
διαδρόμου ἕνας ἄγνωστος ἱερέας μέ ταχύ σταθερό βῆμα, χαμογελαστός, «ἀσκεπής»
καί ράσο πού δέν ἀκουμποῦσε στό ἔδαφος καί διακρίνονταν τά παπούτσια του.
Πλησίασα στό κρεβάτι τοῦ συζύγου μου, ὅπου βρισκόταν δίπλα στό παράθυρο καί
ἦταν περιτριγυρισμένο ἀπό κουρτίνες γιατί πονοῦσε καί ἔτσι διακριτικά τίς κλείναμε
γιά νά μήν ἐνοχλούσαμε τούς ἄλλους ἀσθενεῖς. Ἄρχισα νά τοῦ μιλῶ γιά τό τηλεφώνημα
καί ἄκουσα πάλι τό «Γειά!». Ἐμφανίστηκε ἀπό τήν ἄλλη πλευρά τοῦ κρεβατιοῦ, πρός
τά πόδια, ὁ ἄγνωστος σέ μένα ἱερέας πού εἶχα δεῖ στό διάδρομο. Ἀμέσως ὁ Χρῆστος
ἔστρεψε τό βλέμμα του σάν νά τόν περίμενε καί τοῦ ζήτησε νά ἐξομολογηθεῖ. Ἔτσι
γιά λίγα λεπτά συνεννοοῦνταν μέ ἕνα δικό τους τρόπο, καί στό τέλος ἐκεῖνος ὁ
ἱερέας ὑψώνοντας τό δεξί του χέρι πρός τά ἐπάνω μέ γλυκύτητα, τοῦ χαμογέλασε
καί τοῦ εἶπε «Ἐντάξει! Αὔριο πάλι θά ἔρθω!» καί γύρισε καί ἔγινε ἄφαντος.
Ἀναρωτήθηκα ποιός ἦταν, δέν τόν ἀναγνώρισα
καί ἔτσι ρώτησα τόν σύζυγό μου, ὁ ὁποῖος δέν μοῦ ἀπάντησε, παρά μόνο μοῦ ἔκανε
ἕνα νεῦμα μέ τό κεφάλι, σάν νά μοῦ λέει «ἄστο, εἶναι δικό μας θέμα». Μέ
παραξένεψε ἡ ἄμεση ἀντίδραση τοῦ συζύγου μου, καθώς φάνηκε σάν νά τόν περίμενε
καί σάν νά τόν εἶχε καλέσει ὁ σύζυγός μου, ἀλλά πῶς ...
Ἐπιπλέον, μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ἡ μορφή τοῦ
ἱερέα, ἀφοῦ μοῦ ἦταν ἄγνωστη, οὔτε εἶχε καμία σχέση μέ τόν ἐφημέριο τοῦ
Νοσοκομείου π. Ἰωάννη Σταυρόπουλο, ὅπου τόν εἶδα κατά τύχη μετά ἀπό πολύ καιρό.
Ἦταν μέτριου ἀναστήματος, ἀδύνατος, ἡλικίας γύρω στά 55, μέ κοντή γενειάδα καί
τά μαλλιά του γιά δευτερόλεπτα μοῦ φάνηκαν ἀρχικά γκρίζα, ἀλλά τελικά ἡ
ἐντύπωση πού μοῦ ἔμεινε ἦταν ὅτι ἤτανε ξανθά, σάν φωτεινά, ἀφοῦ τόν συνόδευε
κάτι σάν φωτοστέφανο. Μετά ἀπό αὐτό τό γεγονός ἀσχολήθηκα, μέ τά παιδιά μου, μέ
τόν βαριά ἀσθενῆ σύζυγό μου γιά τήν ὑπόλοιπη ἡμέρα.
Τήν ἑπόμενη ἡμέρα τό πρωί θυμήθηκα τό γεγονός
καί σκεπτόμενη «Σήμερα θά ἔρθει ὁ παπούλης γιά νά μιλήσουνε πάλι», ἀφοῦ εἶχε
πεῖ ὁ ἱερέας «Ἐντάξει! Αὔριο πάλι!», ρώτησα ξανά τό σύζυγό μου ποιός ἦταν ὁ
χθεσινός ἱερέας πού τόν ἐπισκέφτηκε καί συνεννοήθηκαν. Ἐκεῖνος πάλι
συγκινημένος δέν ἀπάντησε, ἔκανε ξανά τό ἴδιο νεῦμα. Ἐγώ ἐπιμένοντας τόν ρώτησα
ἐάν ἦταν κάποιος ἀπό τό παλαιό ἡμερολόγιο, ἐπειδή ἐγώ δέν ἤξερα κανέναν μέ τό
παλαιό, ὅμως ὁ Χρῆστος γνώριζε, ἀφοῦ οἱ γονεῖς του εἶναι μέ τό παλαιό
ἡμερολόγιο. Αὐτή τή φορά μοῦ ἀπάντησε μέ ἕνα αὐστηρότητα «Ὄχι!».
Ἡ κατάσταση ἐκείνη τήν μέρα Πέμπτη 10/01/2013
ἐξελίχθηκε πολύ γρήγορα καί ἄσχημα. Ἔτσι ὁ σύζυγός μου κοιμήθηκε στίς 16:00
περίπου τό ἀπόγευμα καθώς τόν μεταφέρανε στήν Ἐντατική. Αὐτό πού ἔκανε ἐντύπωση
ἦταν ἡ μακαριότητα πού εἶχε τό πρόσωπό του, ἄν καί ταλαιπωρήθηκε πολύ πρίν
κοιμηθεῖ. Ὕστερα ἀπό μερικές ὧρες, ὅταν ἀποχωροῦσα ἀπό τό νοσοκομεῖο μαζί μέ
τόν γιό μου Παναγιώτη, ἐπανῆλθε στό μυαλό μου τό γεγονός καί αὐτομάτως κατάλαβα
τί εἶχε συμβεῖ. «Ἅγιος του Θεοῦ μας εἶχε ἐπισκεφτεῖ καί ἑτοίμασε τόν Χρῆστο!».
Τό ἀνέφερα στόν Παναγιώτη καί ἐκεῖνος μοῦ ζήτησε τήν περιγραφή τοῦ ἱερέα. Μοῦ
ἀπάντησε ἀμέσως, «Ὁ παπα-Νίκος ὁ Πέττας θά ἤτανε!». «Μά παιδί μου δέν μπορῶ νά
ξέρω, ἀφοῦ μία φορά τόν εἶχα δεῖ σέ μία λειτουργία καί δέν τόν θυμᾶμαι
καθόλου». Γνωρίζαμε βέβαια πόσο πολύ εὐλαβεῖτο ὁ Χρῆστος τόν ἡγιασμένος π.
Νικόλαο Πέττα, ἀφοῦ ἔλεγε παντοῦ ὅτι τό πιό μεγάλο πνευματικό γεγονός τῆς ζωῆς
του ἦταν ἡ γνωριμία του μέ αὐτόν τόν φημισμένο ἱερέα. Μάλιστα τόν τελευταῖο
καιρό μᾶς ἔλεγε ὅτι μέ θαυμαστό τρόπο στή γιορτή του 6 Δεκεμβρίου τοῦ 2012,
πῆρε κοντά του τήν ἀγαπημένη ἡρωίδα πρεσβυτέρα του Ἀνθή, καί ἄλλα πολλά. Γενικά,
μοῦ τόνιζε συνέχεια πόσο τυχερός ἦταν πού γνώρισε ἕνα τέτοιο Ἅγιο τῆς ἐποχῆς
μας, ὅπως τόν π. Νικόλαο.
Τό γεγονός τό μετέφερα ἐπίσης στήν κόρη μου
Σοφία, ἡ ὁποία ἔπειτα ἀπό μερικές μέρες, συνδυάζοντας τήν σκέψη τοῦ ἀδερφοῦ της
καί τήν περιγραφή τή δικιά μου, θέλησε νά ψάξει ποιός ἦταν ἡ μορφή πού εἶχε
φανερωθεῖ στό Νοσοκομεῖο. Μέ φώναξε στό δωμάτιό της καί μοῦ ἔδειξε κάποια
φωτογραφία πού εἶχε βρεῖ στό διαδίκτυο. Ἀμέσως ἀναγνώρισα σ’ αὐτήν τή μορφή, τή
μορφή τοῦ ἱερέα, ὁ ὁποῖος ἀτένιζε πρός τά ἄνω, καί εἶχε ἐμφανιστῆ μέ θαυμαστό
τρόπο πρίν λίγες μέρες. Ἀπό κάτω ἔγραφε «Ο ΣΗΜΕΙΟΦΟΡΟΣ π. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΕΤΤΑΣ /
1941 - +4/1/2000». Καταλαβαίνετε τά συναισθήματά μας! Δοξάζουμε τόν Θεό πού καί
στή δύσκολη ἐποχή μας ἀναδεικνύει τούς ἐκλεκτούς του!».
Μ’ αὐτή τή μοναδική
του ἐμφάνιση, λοιπόν, ὁ θαυματουργός ἡγιασμένος λευίτης Νικόλαος Ἀ. Πέττας
ἔδειξε πώς ὅσοι τόν τιμοῦν καί τόν σέβονται τούς προστατεύει σέ κάθε βῆμα τους
καί ἀκόμα τή δύσκολη στιγμή τῆς ἀσθένειάς τούς δίνει κουράγιο καί δύναμη. Ἀλλά
κυρίως τή φοβερή στιγμή πού τό σῶμα χωρίζεται ἀπό τή ψυχή, ἔρχεται στίς
ταπεινές καί γνήσιες ψυχές γιά νά τίς
συνοδεύει στό θρόνο τοῦ Θεοῦ. Καί ὅλα αὐτά πρός δόξαν Θεοῦ καί ἀνακούφιση τῶν
χριστιανικῶν ψυχῶν πού ἀναρωτοῦνται ἄν στίς στεῖρες ἀπό πνευματικότητα μέρες
μας ὑπάρχουν ἀληθινοί ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, καί μάλιστα ζευγάρια ὅπως ὁ π. Νικόλαος
μέ τήν πρεσβυτέρα του Ἀνθή.
Φώτιος
Ἀρ. Δημητρακόπουλος,
Καθηγητής
τμήματος Φιλολογίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν.