Η Βασίλισσα στον Θρόνο Της

Η Βασίλισσα στον Θρόνο Της

.

.
Εις Άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν.
Μέσα απ΄αυτές τις σελίδες που ακoλουθούν θέλω να μάθει όλος ο κόσμος για Τους Αγίους, τις Εκκλησιές και τα Μοναστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.

Μπορείτε να μου στείλετε την Ιστορία του Ναού σας ή του Μοναστηρίου σας όπως και κάποιου τοπικού Αγίου/ας της περιοχής σας nikolaos921@yahoo.gr

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης
κάνετε κλικ στην φωτογραφία

Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2013

Το Ευαγγέλιο της Κυριακής κατά Λουκάν (ιε´ 11-32),


Επεν Κύριος  τν παραβολν τατην· · νθρωπς τις εχε δο υος.  κα επεν νετερος ατν τ πατρ· πτερ, δς μοι τ πιβλλον μρος τς οσας. κα διελεν ατος τν βον. κα μετ᾿ ο πολλς μρας συναγαγν παντα νετερος υἱὸς πεδμησεν ες χραν μακρν, κα κε διεσκρπισε τν οσαν ατο ζν στως.
 δαπαν
σαντος δ ατο πντα γνετο λιμς σχυρς κατ τν χραν κενην, κα ατς ρξατο στερεσθαι.  κα πορευθες κολλθη ν τν πολιτν τς χρας κενης, κα πεμψεν ατν ες τος γρος ατο βσκειν χορους.  κα πεθμει γεμσαι τν κοιλαν ατο π τν κερατων ν σθιον ο χοροι, κα οδες δδου ατ. ες αυτν δ λθν επε· πσοι μσθιοι το πατρς μου περισσεουσιν ρτων, γ δ λιμ πλλυμαι!
 ναστς πορεσομαι πρς τν πατρα μου κα ρ ατ· πτερ, μαρτον ες τν ορανν κα νπιν σου.  οκτι εμ ξιος κληθναι υἱός σου· ποησν με ς να τν μισθων σου. κα ναστς λθε πρς τν πατρα ατο. τι δ ατο μακρν πχοντος εδεν ατν πατρ ατο κα σπλαγχνσθη, κα δραμν ππεσεν π τν τρχηλον ατο κα κατεφλησεν ατν.

 επε δ ατ υἱός· πτερ, μαρτον ες τν ορανν κα νπιν σου, κα οκτι εμ ξιος κληθναι υἱός σου. επε δ πατρ πρς τος δολους ατο· ξενγκατε τν στολν τν πρτην κα νδσατε ατν, κα δτε δακτλιον ες τν χερα ατο κα ποδματα ες τος πδας,  κα νγκαντες τν μσχον τν σιτευτν θσατε, κα φαγντες εφρανθμεν,  τι οτος υἱός μου νεκρς ν κα νζησε, κα πολωλς ν κα ερθη. κα ρξαντο εφρανεσθαι. Ην δ υἱὸς ατο πρεσβτερος ν γρ· κα ς ρχμενος γγισε τ οκίᾳ κουσε συμφωνας κα χορν,  κα προσκαλεσμενος να τν παδων πυνθνετο τ εη τατα.   δ επεν ατ τι δελφς σου κει κα θυσεν πατρ σου τν μσχον τν σιτευτν, τι γιανοντα ατν πλαβεν.

ργσθη δ κα οκ θελεν εσελθεν. ον πατρ ατο ξελθν παρεκλει ατν. δ ποκριθες επε τ πατρ· δο τοσατα τη δουλεω σοι κα οδποτε ντολν σου παρλθον, κα μο οδποτε δωκας ριφον να μετ τν φλων μου εφρανθ·  τε δ υἱός σου οτος, καταφαγν σου τν βον μετ πορνν, λθεν, θυσας ατ τν μσχον τν σιτευτν. δ επεν ατ· τκνον, σ πντοτε μετ᾿ μο ε, κα πντα τ μ σ στιν·  εφρανθναι δ κα χαρναι δει, τι δελφς σου οτος νεκρς ν κα νζησε, κα πολωλς ν κα ερθη.

Μετάφαση:
᾿
Είπεν ο Κύριος αύτη την παραβολή. Ένας άνθρωπος είχε δυο γιους. Και είπεν ο πιο μικρός από αυτούς στον πατέρα του, πατέρα, δός μου, το μερίδιο πού μου ανήκει από την περιουσία. Και τους μοίρασε την περιουσία. Και ύστερα από λίγες μέρες τα μάζεψε όλα ο μικρότερος γιος και έφυγε σε μακρινή χώρα, και εκεί διασκόρπισε την περιουσία του κάνοντας άσωτη ζωή.
Και όταν αυτός τα ξόδεψε όλα, έπεσε μεγάλη πείνα σ' εκείνη τη χώρα, και αυτός άρχισε να στερείται. Τότε πήγε και προσκολλήθηκε σ' έναν από τους πολίτες εκείνης της χώρας και εκείνος τον έστειλε στα χωράφια να βόσκει χοίρους.
Καν λαχταρούσε να γεμίσει την κοιλιά του από τα ξυλοκέρατα πού έτρωγαν οι χοίροι και κανένας δεν του έδινε. Τότε ήρθε στον εαυτόν του και είπε. Πόσοι υπηρέτες του πατέρα μου τρώνε ψωμί και τους περισσεύει και εγώ πεθαίνω της πείνας; θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου καν θα του παν Πατέρα, ήμαρτον στον ουρανό και σε σένα και δεν αξίζω πια να με πεις παιδί σου, κάνε με σαν έναν από τους υπηρέτες σου.
Και σηκώθηκε και ήρθε στον πατέρα του. Και ενώ ήταν ακόμη μακριά, τον είδε ο πατέρας του και τον πόνεσε ή ψυχή του και έτρεξε και έπεσε στο λαιμό του και τον φίλησε καλά καλά. Τότε του είπε ο γιός, Πατέρα, ήμαρτον στον ουρανό και σε σένα και δεν αξίζω πια να με πεις παιδί σου. Και ο πατέρας είπε στους υπηρέτες του, βγάλτε και φέρτε την πιο καλή φορεσιά και ντύστε τον και βάλτε δαχτυλίδι στο χέρι του και υποδήματα στα πόδια, και φέρτε και σφάχτε το θρεμμένο μοσχάρι, και ας φάμε και ας χαρούμε, γιατί τούτο το παιδί μου ήταν πεθαμένο και ξανάζησε και ήταν χαμένο και βρέθηκε. Και άρχισαν να διασκεδάζουν.
Και ήταν ο μεγαλύτερος γιος του στο χωράφι, και όπως ερχόταν και πλησίασε στο σπίτι, άκουσε όργανα και τραγούδια, και κάλεσε έναν από τους υπηρέτες και ζητούσε να μάθει τί τάχα να ήσαν ταύτα. Και ο υπηρέτης του είπε πώς ήρθε ο αδελφός σου και ο πατέρας σου έσφαξε το θρεμμένο μοσχάρι, γιατί τον είδε και ήρθε πίσω γερός.
Τότε οργίστηκε και δεν ήθελε να μπει στο σπίτι. Βγήκε λοιπόν ο πατέρας του και τον παρακαλούσε. Και εκείνος αποκρίθηκε και είπε στον πατέρα, τόσα χρόνια σου δουλεύω και ποτέ δεν παραμέλησα εντολή σου, και ποτέ δεν έδωκες σε μένα ένα κατσίκι για να διασκεδάσω με τους φίλους μου, αλλά όταν ήρθε τούτος ο γιος σου, πού σου έφαγε όλο το βίος με τις αμαρτωλές, έσφαξες για χάρη του το θρεμμένο μοσχάρι.
Τότε ο πατέρας του είπε' παιδί μου, συ πάντα είσαι μαζί μου και όλα τα δικά μου είναι δικά σου, αλλά έπρεπε να διασκεδάσουμε και να χαρούμε, γιατί τούτος ο αδελφός σου ήταν πεθαμένος και ξανάζησε και ήταν χαμένος και βρέθηκε.