«Μέχρι τώρα συμβιώναμε μέσα σε ειρηνικό κλίμα με τους Έλληνες μουσουλμάνους, όμως οι νέες συνθήκες έχουν ανατρέψει τις ισορροπίες» επισήμανε. Ο Αρχιεπίσκοπος τόνισε πως η Εκκλησία καλύπτει τις ανάγκες αυτών των ανθρώπων παρέχοντάς τους τροφή και καλύπτοντας ζητήματα επιβίωσης, όμως δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε έναν τόσο μεγάλο αριθμό ανθρώπων. Από την πλευρά του ο κ. Απντ επισήμανε πως πολλοί λαθρομετανάστες που έρχονται στην Ευρώπη χαρακτηρίζονται από θρησκευτικό φανατισμό, τονίζοντας πως η συριακή κυβέρνηση είναι πρόθυμη να παράσχει τη βοήθειά της στο επίπεδο της εκπαίδευσής τους. Επισήμανε δε πως «το Ισλάμ δεν έχει να κάνει με φανατισμό και μισαλλοδοξία». «Οι άνθρωποι αυτοί», είπε, «είναι φανατισμένοι και έχουν άλλες επιδιώξεις».
Ο Υπουργός αναφέρθηκε «στο δραστήριο έργο που έχει κάνει ο Αρχιεπίσκοπος», το οποίο «συμβάλλει στην αδελφοσύνη μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών, προσφέροντας φροντίδα χωρίς διακρίσεις σε χριστιανούς και αλλόθρησκους». Αναφέρθηκε δε στην θετική, όπως σημείωσε, πρωτοβουλία της κυβέρνησης να παραχωρήσει χώρο για την ανέγερση τεμένους στην Αθήνα.
Ο Μακαριώτατος συναντήθηκε και με τον Μουφτή της Δημοκρατίας κ. Αχμέντ Πάντερ Αλ Ντιν Χασούν. «Οι θρησκείες δεν είναι όχημα για πολέμους, αλλά για ειρήνη» είπε ο Μουφτής. «Δεν υπάρχει ιερός πόλεμος, γιατί ο πόλεμος ποτέ δεν μπορεί να είναι ιερός» είπε χαρακτηριστικά.
Τέλος, ο Αρχιεπίσκοπος με τους συνοδικούς μητροπολίτες που τον συνοδεύουν (Σύρου, Σιδηροκάστρου) και τους άλλους εκκλησιαστικούς παράγοντες επισκέφθηκαν το Τζαμί Αλ Αμαοϊ. Χρησιμοποιώντας τα λόγια του Απ. Παύλου ο Μακαριώτατος είπε: «Όλοι οι άνθρωποι είμαστε από ένα αίμα, και από ένα γένος. Αυτό θα πρέπει να είναι το μήνυμα της εποχής μας. Κυρίως η αγάπη και ο σεβασμός προς το ανθρώπινο πρόσωπο για να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες».