Ἡ Ἁγία Ἐλισάβετ Φεοντόροβνα γεννήθηκε τό ἔτος 1864. Γονεῖς της ἦσαν ὁ μέγας δούκας Λουδοβῖκος Δ’ τῆς Ἔσσης καί ἡ πριγκίπισσα Ἀλίκη, θυγατέρα τῆς βασίλισσας τῆς Ἀγγλίας Βικτωρίας. Ἀπό τήν μικρή της ἡλικία ξεχώριζε γιά τήν βαθειά πίστη της καί τήν φιλάνθρωπη διάθεσή της. Τό 1884, νυμφεύθηκε τόν μέγα πρίγκηπα Σέργιο Ἀλεξάνδροβιτς, ἀδελφό τοῦ τσάρου Ἀλεξάνδρου Γ’. Παρ’ ὅτι ἑτερόδοξη, δέν τῆς ζητήθηκε νά ἀλλάξει τήν πίστη της. Ὅμως ἡ Ὀρθοδοξία ἄρχισε νά κατακτᾶ τήν καρδιά της. Ἀφοῦ κατηχήθηκε, μετά ἀπό ἕνα προσκύνημα στούς Ἁγίους Τόπους, βαπτίσθηκε.
Ἀπό τήν ἡμέρα ἐκείνη ἡ Ἁγία ἀφιέρωσε τήν ζωή της στήν φιλανθρωπία καί τήν ἀνακούφιση τῶν πασχόντων. Μετά τήν πολιτική δολοφονία τοῦ συζύγου της, δημιούργησε την ἀδελφότητα τῆς Ἁγίας Μάρθας καί Μαρίας μέ σκοπό τήν διακονία τῶν πτωχῶν. Σύντομα κτίσθηκαν ὁ ξενώνας, τό ὀρφανοτροφεῖο, τό νοσοκομεῖο, τό σχολεῖο, ἡ βιβλιοθήκη. Κατά τήν διάρκεια τοῦ Α’ Παγκοσμίου Πολέμου βρῆκαν ἐκεῖ καταφύγιο πολλά ὀρφανά πού ἔζησαν τή φρίκη τοῦ πολέμου. Ἕνα μέρος δέ τῶν κτιρίων τῆς ἀδελφότητος μετατράπηκε σέ στρατιωτικό νοσοκομεῖο.
Ἡ Ἁγία Ἐλισάβετ συμβουλευόταν γιά πνευματικά θέματα τόν Ὅσιο Νεκτάριο τῆς Ὄπτινα († 12 Μαΐου). Στά βιβλία τῆς Σκήτης τῆς Ὄπτινα καταγράφεται ἡ ἐπίσκεψή της στόν Ὅσιο τόν μῆνα Μάϊο τοῦ ἔτους 1914.
Τό τεράστιο ἔργο τῆς ἀδελφότητος τῆς Ἁγίας Ἐλισάβετ ἔμελλε νά διακοπεῖ μέ τήν ἐπανάσταση τοῦ 1917. Τό ἔτος 1918, τήν τρίτη ἡμέρα του Πάσχα, οἱ Μπολσεβῖκοι συνέλαβαν τήν Ἁγία Ἐλισάβετ καί τήν μετέφεραν στήν πόλη Ἀλαπαἐβσκ, στήν εὐρύτερη περιοχή τοῦ Αἰκατερίνενμπουργκ. Στίς 17 Ἰουλίου, μαρτύρησε μαζί μέ τήν μοναχή Ἁγία Βαρβάρα (Γιαγκόβλεβα) καί ἄλλους συγγενεῖς τῆς τσαρικῆς οἰκογένειας. Οἱ βασανιστές τήν ἔρριψαν ζωντανή σέ ἕνα ἐγκαταλελειμμένο ὀρυχεῖο βάθους 60 μέτρων, ἐνῶ ἐκείνη προσευχόταν γιά τούς δημίους της: «Συγχώρεσέ τους, Κύριε, δέν γνωρίζουν τί κάνουν». Τελευταῖο δεῖγμα τῆς εὐσπλαγχνίας καί ἁγιότητός της εἶναι ὅτι καί τήν ὥρα τοῦ τραγικοῦ της μαρτυρίου εἶχε τήν πνευματική ἀνδρεία, πληγωμένη καί ἑτοιμοθάνατη, καθώς καί οἱ λοιποί συμμάρτυρές της ἀπό τό γκρέμισμα στό ὀρυχεῖο, νά ἐπιδέσει μέ τό μοναχικό της κουκούλι τό βαθύ τραῦμα στήν κεφαλή τοῦ ἀνηψιοῦ της, δούκα Ἰωάννου. Τά Ἱερά λείψανά τους μεταφέρθηκαν στή μονή τῆς Ἁγίας Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς στά Ἱεροσόλυμα.