Ὁ Ὅσιος Λεωνίδας ζοῦσε στήν περιοχή Ποσεχόνσκϊι τῆς περιφέρειας Βολογκντά καί ἀσχολιόταν μέ ἀγροτικές καλλιέργειες. Ὅταν ἔφθασε σέ ἡλικία πενήντα ἐτῶν, εἶδε στόν ὕπνο του τήν Θεοτόκο, ἡ ὁποία τοῦ ζήτησε νά πάει σέ μοναστήρι τῆς Ντβίνα καί νά πάρει ἀπό ἐκεῖ τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας Ὁδηγήτριας καί νά χτίσει ναό στήν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Λούζα κοντά στό ὄρος Τουρίν. Ὁ Ὅσιος Λεωνίδας δίστασε νά ἀκολουθήσει τίς ὁδηγίες τῆς ὀπτασίας του, θεωρώντας ὅτι ἦταν ἕνα ἁπλό ὄνειρο. Ὅμως, μετά ἀπό αὐτό, πῆγε στό μοναστήρι τοῦ Κοζεέζερσκ, ἐκάρη μοναχός καί ἔζησε ἐκεῖ γιά τρία χρόνια ἀσκούμενος στήν ἐργασία καί τήν προσευχή.
Ἀπό ἐκεῖ ὁ Ὅσιος καταφεύγει στήν μονή Σολοβέτσκϊι. Τό εὐλογημένο ὄνειρό του ἐπαναλαμβάνεται. ΤΤότε φεύγει γιά τήν μονή Μορζέβσκ καί διηγεῖται τήν προσταγή τῆς Θεοτόκου στόν ἡγούμενο τῆς μονῆς Κορνήλιο. Μέ τήν εὐλογία του λαμβάνει τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας καί ξεκινάει γιά τόν ποταμό Λούζα. Κοντά στήν πόλη Οὐστιούγκ χτίζει μία καλύβα ἀπό ξερά κλαδιά. Ὅμως, κακοί ἄνθρωποι τόν ἀναγκάζουν νά μεταφερθεῖ σέ ἐρημική καί βαλτώδη περιοχή. Ἐκεῖ, ἔξω ἀπό τήν πόλη Λάλσκ, ὁ Ὅσιος χτίζει ἕνα κελλί καί ξεκινᾶ τήν ἀνέγερση τῆς μονῆς. Γιά νά ἀπομακρύνει τά ὑπόγεια ὕδατα, ἔσκαψε διάφορα κανάλια ἀπό τόν ποταμό Λούζα μέχρι τήν Μαύρη λίμνη καί τόν Μαῦρο ποταμό.
Μέ τήν εὐλογία τοῦ Μητροπολίτου Ροστώβ Φιλαρέτου (ἀργότερα Πατριάρχου Ρωσσίας, 1619 – 1633) ὁ Ὅσιος Λεωνίδας, τό 1608, χειροτονεῖται ἱερέας. Στόν καινούργιο ναό πρός τιμήν τῆς Παναγίας ὁ ἱερομόναχος Λεωνίδας τοποθέτησε τήν εἰκόνα τῆς Ὁδηγήτριας σύμφωνα μέ τήν ἐντολή πού ἔλαβε ἀπό τήν Θεοτόκο στό ὄνειρό του.
Μετά ἀπό σκληρή ἄσκηση καί θεοφιλῆ βίο ὁ Ὅσιος Λεωνίδας, σέ ἡλικία ἑκατό ἐτῶν, τό 1654 παρέδωκε εἰρηνικά τήν ἁγία του ψυχή στόν Θεό πού τόσο ἀγάπησε.