Η Βασίλισσα στον Θρόνο Της

Η Βασίλισσα στον Θρόνο Της

.

.
Εις Άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν.
Μέσα απ΄αυτές τις σελίδες που ακoλουθούν θέλω να μάθει όλος ο κόσμος για Τους Αγίους, τις Εκκλησιές και τα Μοναστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.

Μπορείτε να μου στείλετε την Ιστορία του Ναού σας ή του Μοναστηρίου σας όπως και κάποιου τοπικού Αγίου/ας της περιοχής σας nikolaos921@yahoo.gr

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης
κάνετε κλικ στην φωτογραφία

Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2020

Ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου: «Σκάνδαλο καί μωρία» ἤ «Θεοῦ δύναμις καί σοφία»;

Τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Μάνης κ. Χρυσοστόμου Γ’.

Τό θεῖον σχέδιον τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου περιελάμβανε καί τήν θυσία τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος ἀνῆλθεν ἑκουσίως ἐπί Σταυροῦ καί ὑπέστη φρικτό καί ταπεινωτικό θάνατο. Ὡς γράφει ὁ Ἀπ. Παῦλος: «Ἐταπείνωσεν ἑαυτόν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ» (Φιλιπ. 2, 8). Προσκυνοῦμε ἔτσι, τὸν Σταυρό, ὁ Ὁποῖος ἀπό ἀτιμωτικόν ξύλον κατέστη τό Πανσεβάσμιον καί Τίμιον Ξύλον, ἀκριβῶς διότι μέ τόν Σταυρόν ὁ Χριστός, μᾶς πρόσφερε τόν θρίαμβο κατά τοῦ θανάτου, τήν λύτρωση ἀπό τήν ἁμαρτία, αὐτήν τήν Ἀνάσταση.

Ὡστόσο, πῶς ἕνα ὄργανο βασανισμοῦ καί ἀτίμωσης, ἕνα ὄργανο θανάτου μπορεῖ ν’ ἀποτελεῖ αἰτία ἑορτασμοῦ; Πῶς βλέπουμε νίκη καί δόξα στή θέα ἑνός μέσου ὀδύνης καί αἰσχύνης; Πῶς μποροῦμε νά μιλᾶμε γιά ζωή στόν θάνατο; Καί βέβαια κοντά σ’ αὐτά τά ἐρωτήματα, ἔρχονται καί οἱ Ἰουδαῖοι καί οἱ Ἕλληνες (οἱ Ἐθνικοί) καί θεωροῦν ὅτι ὁ Σταυρός εἶναι ἀφ’ ἑνός μέν σκάνδαλο ἀφ’ ἑτέρου δέ μωρία. Τό κήρυγμα δηλ. γιά τόν Σταυρό εἶναι ἀπαράδεκτο, ὡς προσβλητικό γιά τούς Ἰουδαίους καί ὡς ἀνόητο γιά τούς Ἐθνικούς.
Ὁ Ἀπ. Παῦλος ὅμως δίνει τήν ἀπάντηση: «Ἡμεῖς κηρύσσομεν Χριστόν ἐσταυρωμένον, Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, Ἕλλησι δὲ μωρίαν, αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, Ἰουδαίοις τε καὶ Ἕλλησι, Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν» (Α’ Κορ. 1, 23-24) καί θά προχωρήσει ἀκόμη περισσότερο καί θά ὁμολογήσει καί γράψει: «Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γαλ. 6, 14).
Ἀλλά γιατί εἶναι «σκάνδαλο» γιά τούς Ἰουδαίους καί μωρία γιά τούς Ἐθνικούς; Ἀκριβῶς ἐπειδή οἱ μέν Ἰουδαῖοι, περίμεναν κοσμικό ἄρχοντα καί βασιλέα ἀήττητο, ἡγέτη μέ ἐξουσία κυριαρχική ἐπί τῆς γῆς, οἱ δέ Ἐθνικοί δέν μποροῦσαν νά κατανοήσουν καί ἀποδεχθοῦν ἕνα Θεό πού ἀφήνεται στούς σταυρωτές του καί ἀποθνήσκει ἐπί τοῦ Σταυροῦ θυσιαζόμενος γιά τούς ἀνθρώπους. Τούς σκανδάλιζε συνεπῶς τούς Ἰουδαίους ἡ Σταύρωση ὡς μία ἀδυναμία. Στούς Ἐθνικούς ἀπό τήν ἄλλη ἡ ἰδέα Σωτῆρος τῆς ἀνθρωπότητος καί Λυτρωτοῦ ἀπό τήν ἁμαρτία πού ἦταν Ἐσταυρωμένος καί δέν μποροῦσε νά κατέλθει ἀπό τόν Σταυρό μέ τήν παντοδυναμία Του, φαινόταν ὡς μωρία. Μή ἀποδεκτός ὁ Σταυρός γιά τούς Ἰουδαίους καί ἀκατανόητος γιά τούς Ἐθνικούς. Ἔτσι ἔδειχνε ὁ τοῦ Κυρίου Σταυρός.
Ἐκεῖ, λοιπόν, ἐπάνω στόν Σταυρό ὁ Χριστός «ἔσκισε τό χειρόγραφον». Μᾶς ἀναφέρει πάλιν ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος: «Ἐξαλείψας τὸ καθ’ ἡμῶν χειρόγραφον τοῖς δόγμασιν ὅ ἦν ὑπεναντίον ἡμῖν καί αὐτό ἦρεν ἐκ τοῦ μέσου προσηλώσας αὐτὸ τῷ σταυρῷ» (Κολ. 2, 14). Καὶ συνεχίζει: «Ἀπεκδυσάμενος τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ἐξουσίας ἐδειγμάτισεν ἐν παρρησίᾳ, θριαμβεύσας αὐτούς ἐν αὐτῷ» (στιχ. 15). Δηλ. κατήργησε τό χειρόγραφο μέ τίς διατάξεις του πού ἦταν ἐναντίον μας καί τό ἔβγαλε ἀπό τή μέση καρφώνοντάς το στό Σταυρό. Ἀφαίρεσε τή δύναμη πού εἶχαν οἱ δαιμονικές ἀρχές καί ἐξουσίες καί τίς διαπόμπεψε σέρνοντάς τις νικημένες στόν θρίαμβο τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ. Τό χειρόγραφο ἔχασε πλέον τήν ἰσχύ του. Καί μάλιστα ὅπως μαθαίνουμε ἀπό τήν πρός Ἑφεσίους ἐπιστολήν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου τό χειρόγραφον εἶναι οἱ ἐντολές τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Νόμου καί ὅ,τι ἄλλο ὡς ἀπαγορεύσεις δηλ. θυσίες καί ὁλοκαυτώματα, Πάσχα Παλαιᾶς Διαθήκης, περιτομή, ἀπαγορεύσεις σχετικά μέ τήν τροφή, διάφοροι καθαρισμοί καί ἐξαγνισμοί. Γι’ αὐτό τό λόγο καί ὁ Ἀπόστολος μιλᾶ γιά μεσότοιχο φραγμό ἔχθρας μεταξύ Ἰουδαίων καί Ἐθνικῶν καί γράφει: «Ὁ Χριστός εἶναι ἡ εἰρήνη ἡμῶν, ὁ ποιήσας τά ἀμφότερα ἕν καὶ τὸ μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ λύσας, τὴν ἔχθραν, ἑν τῇ σαρκί αὐτοῦ τὸν νόμον τῶν ἐντολῶν ἐν δόγμασι καταργήσας, ἵνα τούς δύο κτίσῃ ἑν ἑαυτῷ εἰς ἕνα καινόν ἄνθρωπον ποιῶν εἰρήνην» (Ἑφεσ. 2, 14-15). Καί μέ τόν Σταυρό «ἕνωσε τούς δύο λαούς (Ἰουδαίους καί Ἐθνικούς) σ’ ἕνα πνευματικό σῶμα, θανατώσας στό Πρόσωπό Του καί μέ τήν θυσίαν Του τὴν ἔχθραν καὶ τὸ μῖσος» (στιχ. 16).
Αὐτή τήν ἔχθρα, αὐτό τό μεσότοιχο τοῦ φραγμοῦ ὁ Χριστός μέ τόν Σταυρό του διέλυσε. Γράφει ὁ Ἀπ. Παῦλος: «Χριστὸς ἡμᾶς ἐξηγόρασεν ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου γενόμενος ὑπέρ ἡμῶν κατάρα˙ γέγραπται γὰρ ἐπικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου» (Γαλ. 3, 13). Τό χειρόγραφο λοιπόν αὐτό καταργήθηκε διά τοῦ Σταυροῦ καί δέν βρισκόμεθα πλέον ὑπό τὸν παλαιό Ἰουδαϊκό Νόμο, ἀλλά κάτω ἀπό τήν Χάρη τῆς Ἀλήθειας τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Δέν ἔχουμε ἀνάγκη  περιτομῆς ἀλλά τοῦ βαπτίσματος. Δέν γιορτάζουμε Πάσχα σέ μία πόλη, Πάσχα τοῦ νόμου, ἀλλά σέ οἱανδήποτε πόλη καί χώρα, παντοῦ. Δηλ. «τὰ ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδοὺ γέγονε καινά» (Β’ Κορ. 5, 17). Ἀλλά καί στήν Ἀκουλουθία τῆς Ἕκτης Ὥρας ὑπάρχει μία εὐχή πού λέγει: «Διὰ τοῦ τιμίου αὐτοῦ Σταυροῦ τὸ χειρόγραφον τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν διαρρήξας». Πρόκειται γιά τήν ὑποδούλωσή μας στά πάθη, στήν ἁμαρτία. Ὅπως οἱ δοῦλοι ἔδιναν στόν κύριό τους ἕνα χειρόγραφο τῆς δουλείας τους πού ἦταν ἐγγύηση, ὑπόσχεση καί πιστοποίηση ὅτι θά εἶναι δοῦλοι μέχρι θανάτου τους, ἔτσι ἀλληγορικά ἡ ὑποδούλωση στά πάθη ὀνομάζεται χειρόγραφο ἁμαρτιῶν. Αὐτό λοιπόν τό χειρόγραφο τό ἔσκισε ὁ Χριστός ἐπάνω στόν Σταυρό Του. Δηλ. νίκησε τήν ἁμαρτία, τόν θεομίσητο καί ἀνθρωποκτόνο διάβολο καί μᾶς ἔδωκε τήν δυνατότητα τῆς ἀπελευθέρωσής μας ἀπό τό δαιμονικό κακό.
*
Ὅσον ἀφορᾶ τούς Ἐθνικούς, τούς εἰδωλολάτρες, ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου γι’ αὐτούς θεωρεῖται μωρία. Δέν τόν κατανοοῦν. Τόν ἀποδοκιμάζουν καί τόν χλευάζουν γιατί θεωροῦν ὅτι δείχνει  τήν ἀδυναμία τοῦ Χριστοῦ. Ὅμως αὐτή ἡ «ἀδυναμία» τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ δύναμή Του καί ἡ δόξα Του. Καθ’ ὅτι μέ τόν Σταυρό διαδόθηκε σ’ ὅλη τήν οἰκουμένη ἡ χριστιανική διαδασκαλία, ἐκπολιτίστηκαν λαοί, ἀνορθώθηκαν ἠθικῶς οἱ ἄνθρωποι, ἐπιτελέστηκαν θαυμαστά ἔργα ἀγάπης καί φιλανθρωπίας, ἦλθαν οἱ ἔννοιες μετάνοια, συγχώρηση, ἀγάπη, ἀνάσταση. Αὐτός ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου δέν εἶναι μωρία καί χλεύη. Δέν ἀποτελεῖ σημεῖο ἀτίμωσης. Εἶναι σοφία τοῦ Θεοῦ καί Θεοῦ δύναμη. Αὐτός ὁ Σταυρός πλάθει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων σέ διαρκῆ εὐφροσύνη καί οὐράνια χαρά.
Αὐτός ὁ Σταυρός, ὡς φῶς φωτίζει καί διαλύει τό σκότος τῆς πλάνης καί τῆς εἰδωλολατρίας. Αὐτός ὁ Σταυρός ἐνδυναμώνει τόν Χριστιανό ὅταν παλαίει μέ τόν μισόκαλο καί φέρνει νίκες καί σ’ ὥρες ἀκόμη βασάνων καί δοκιμασιῶν. Αὐτός ὁ Σταυρός ἀποκαλύπτει τόν ἀληθινό Θεό καί ὄχι ἕνα θεό μέ μίση καί πάθη, ἀλλά ἕνα ζῶντα Θεό ἀγάπης καί ἀγαθότητος πρός τόν ἄνθρωπο καί τόν ἀνταμείβει μέ τήν Χάρη Του ὅπως τόν ἔφερε ἀπό τήν ἀνυπαρξία στήν ὕπαρξη καί στήν παντοτινή χαρά κοντά Του, στήν ἀληθινή μακαριότητα.
Ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου εἶναι γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα. Εἶναι ὁ προαιώνιος Λόγος καί ἡ σωτηριώδης ἐνέργειά Του ἐπεκτείνεται σ’ ὅλο τόν κόσμο. Ὁ Χριστός εἶναι γιά ὅλους, γιά ὅλο τόν ἄνθρωπο καί γιά ὁλάκερη τήν ἀνθρωπότητα καί περιμένει τή σωτηρία ὅλων. Γι’ αὐτό καί οἱ Ἀπόστολοι κηρύττουν σέ Ἰουδαίους καί στά «ἔθνη πάντα», γιατί ἀκριβῶς μετέχουν στό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως.
Ἔτσι ὁ ἱερός Χρυσόστομος θαυμάσια θά κηρύξει γιά τήν δύναμη τοῦ Σταυροῦ. «Ὁ Σταυρός (λέγει) εἶναι ἑορτή καί πανήγυρη πνευματική. Γιατί προηγουμένως ὁ σταυρός ἦταν ἡ λέξη πού σήμαινε καταδίκη, τώρα ὅμως ἔγινε ἀντικείμενο τιμῆς. Προηγουμένως ἦταν σύμβολο καταδίκης, τώρα ὅμως εἶναι ἡ προϋπόθεση τῆς σωτηρίας μας. Γιατί αὐτός ὁ σταυρός μᾶς προξένησε ἄπειρα ἀγαθά, αὐτός μᾶς ἀπάλλαξε ἀπό τήν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας, αὐτός μᾶς φώτισε, ἐνῶ ζούσαμε μέσα στό σκοτάδι, αὐτός μᾶς ἔκανε φίλους του, ἐνῶ εἴχαμε ἀποξενωθεῖ ἀπ’ αὐτόν, αὐτός μᾶς ἔφερε κοντά στό Θεό, ἐνῶ ἤμαστε μακριά του. Αὐτός ἐξαφάνισε τήν ἔχθρα, αὐτός ἐξασφάλισε τήν εἰρήνη, αὐτός ἔγινε γιά μᾶς θησαυροφυλάκιο ἄπειρων ἀγαθῶν. Ἐξ αἰτίας του δέν περιπλανιόμαστε πιά στίς ἐρήμους, γιατί γνωρίσαμε τόν ἀληθινό δρόμο. Δέ ζοῦμε πιά ἔξω ἀπό τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, γιατί βρήκαμε τήν εἴσοδό της. Δέ φοβόμαστε πιά τά πυρωμένα βέλη τοῦ διαβόλου, γιατί εἴδαμε τήν πηγή. Χάρη σ’ αὐτόν δέ βρισκόμαστε πιά σέ χηρεία, γιατί ἀποκτήσαμε τό γαμβρό. Δέ φοβόμαστε τό λύκο, γιατί ἔχουμε τόν καλό ποιμένα. Γιατί λέγει ὁ Χριστός: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ ποιμένας ὁ καλός». Χάρη σ’ αὐτόν δέν τρέμουμε τόν τύραννο, γιατί εἴμαστε κοντά στό βασιλιά. Γι’ αὐτό ἑορτάζουμε καί τιμοῦμε τό σταυρό...
Θέλεις νά μάθεις καί ἄλλο κατόρθωμα τοῦ σταυροῦ; Τόν παράδεισο μᾶς ἄνοιξε, πού ἦταν κλεισμένος... Ἔβαλε μέσα στόν παράδεισο τό ληστή ὁ Θεός καί ἔκαμε δύο κατορθώματα· τό πρῶτο, ὅτι ἄνοιξε τόν παράδεισο, καί τό δεύτερο, ὅτι ἔβαλε μέσα τό ληστή. Μᾶς ἔδωσε πάλι τήν παλιά πατρίδα μας, μᾶς ἔφερε πάλι στήν πόλη τῶν προγόνων μας καί χάρισε κατοικία σ’ ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος. Γιατί εἶπε ὁ Χριστός· «Σήμερα θά εἶσαι μαζί μου στόν παράδεισο». Τί λέγεις; Σταυρώθηκες καί καρφώθηκες καί ὑπόσχεσαι παράδεισο; Ναί, λέγει, γιά νά μάθεις καλά τή δύναμή μου πού ἔχω ἐπάνω στό σταυρό. Ἐπειδή δηλαδή τό γεγονός ἦταν λυπηρό, γιά νά μή προσέξεις στή σταύρωση, ἀλλά γιά νά μάθεις τή δύναμη τοῦ σταυρωμένου, ἐπάνω στό σταυρό κάνει αὐτό τό θαῦμα, πού δείχνει ἰδιαίτερα τή δύναμή του. Γιατί ὄχι ὅταν ἀνέστησε νεκρό, οὔτε ὅταν ἐπιτίμησε τή θάλασσα καί τούς ἀνέμους, οὔτε ὅταν ἀπομάκρυνε τούς δαίμονες, ἀλλά ὅταν τόν σταύρωναν, ὅταν τόν κάρφωναν, ὅταν τόν εἰρωνεύονταν, ὅταν τόν κακολογοῦσαν, κατόρθωσε ν’ ἀλλάξει τήν πονηρή σκέψη τοῦ ληστῆ, γιά νά δεῖς τή δύναμή του καί ἀπό τίς δύο πλευρές. Καί ὁλόκληρη τήν κτίση δηλαδή συγκλόνισε, καί τίς πέτρες ράγισε καί τήν ψυχή τοῦ ληστῆ, πού ἦταν πιό ἀναίσθητη ἀπό τήν πέτρα, τή συγκίνησε καί τήν τίμησε» (Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὁμιλία Α’, Εἰς τόν Σταυρόν καί εἰς τόν ληστήν, ΕΠΕ 36, 8 ἑπ.).
Κατ’ αὐτόν τόν τρόπο κάτω ἀπό τόν Σταυρόν δέν εἴμαστε ἀπελπισμένοι. Ὁ Σταυρός εἶναι ἀφετηρία πνευματικῆς μας νίκης. Καί ἀκόμη, παρελθόν, παρόν καί μέλλον καί πέραν τῶν κοσμικῶν αὐτῶν χρόνων, ἡ αἰωνιότητα, τό κάτι ἄλλο πού ἀνήκει στό Θεό, ἑνώνονται σέ μία πραγματικότητα νοήματος καί πληρώματος τῆς ζωῆς μας. Ἔτσι, ζωή ἤ θάνατος, τό σωστό νόημα τῆς ζωῆς ἤ τό λάθος, τό μηδέν, ἔχει ἄμεση σχέση μέ τή στάση μας ἀπέναντι στό Σταυρό τοῦ Κυρίου. Ἀποδοχή ἤ ἄρνηση; Σκάνδαλο καί μωρία ἤ Θεοῦ δύναμη καί σοφία; Ἡ ἀπάντηση εἶναι καθοριστική. Πρωτίστως ἄν ὑπάρξει ἀποδοχή τῆς τοῦ Θεοῦ δύναμης καί σοφίας, τότε ἡ ἀνθρωπότητα διά τοῦ Σταυροῦ φθάνει στήν ἀποκορύφωσή της, συναντᾶ τό Θεό, τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Αὐτά ἐλευθέρωσαν τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν αἰχμαλωσία τοῦ διαβόλου, αὐτά λυτρώνουν ἀπό τήν ἁμαρτία, αὐτά χαρίζουν τήν θέωση. Ἄλλωστε δέν εἶναι ὁ μύχιος πόθος, ὁ νόστος, νά ἐπανέλθουμε στόν Κῆπο τῆς Ἐδέμ;
Ἡ ἐκκοσμίκευση τοῦ μυστηρίου τοῦ Σταυροῦ εἴτε ὡς «σκάνδαλο» εἴτε ὡς «μωρία» σημαίνει ἄρνηση τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ, τῆς θεανθρώπινης ὑποστάσεώς Του, σημαίνει ἀναζήτηση τῆς φυσικῆς καί ὄχι τῆς ὑπερφυσικῆς γνώσεως. Σημαίνει ἀπάρνηση τῆς πίστεως καί ἀπονεύρωση τοῦ θείου μυστηρίου. Ἀλλ’ ἡ πίστη δέν ἐρευνᾶται ἐπιστημονικῶς καί δέν ἀνιχνεύεται λογικῶς. Μόνον μυστικῶς βιοῦται καί βιουμένη γνωρίζεται στήν οὐσία της. Ἡ ἁρμονική συζυγία γνώσεως καί πίστεως, ἡ βίωση τοῦ ὀρθοδόξου ἤθους καί τοῦ ἁγίου νοήματος καί «τέλους», στόχου ζωῆς, καί ἡ κατά Χριστόν διαβίωση ἀποτελοῦν ἁγίους ὅρους γιά τόν πιστεύοντα καί ἀγωνιζόμενο χριστιανό.
Γι’ αὐτό καί συνέπεια αὐτῆς τῆς ἀποδοχῆς εἶναι ἡ μετάνοια, δηλ. ἐπιστροφή στό Θεό. Ἡ συμφιλίωση μέ τό Θεό, ἡ ἀρχή μιᾶς νέας ζωῆς, τῆς κατά Χριστόν. Αὐτό εἶναι τό ἐκπληκτικό καί τό θαυμαστό.
Κατ’ αὐτήν τήν δυναμική, ἡ «σταυρωμένη» ζωή τοῦ χριστιανοῦ εἶναι σπουδαιότατο σημεῖο ἀναφορᾶς, τό ὁποῖο ἐξέρχεται ἀπό τόν Τίμιο Σταυρό. Ὁ πιστός σηκώνει καθ’ ἡμέραν σταυρό, καθ’ ὅτι ἡ χριστιανική ζωή δέν εἶναι εὔκολη ὑπόθεση. Στενή ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ καί «στενὴ καὶ τεθλιμμένη ἡ ἄγουσα εἰς τὴν ζωήν» καί γι’ αὐτό «ὀλίγοι εἰσίν οἱ εἰσερχόμενοι δι’ αὐτῆς» (Ματθ. 7, 13-14). Ἔλεγε ὁ ὅσιος Θεοδόσιος ὁ Κοινοβιάρχης πολύ χαρακτηριστικά: «Νά βαδίζεις πάντοτε τήν στενήν ὁδόν καί λυπητεράν καί νά μισεῖς τόν φαρδύν καί ἀστόχαστον βίον». Ὀφείλουμε δέ νά γνωρίζουμε ὅτι ἡ τελειότητα καί ἡ ἁγιότητα δέν προσφέρονται ἀλλά κατακτῶνται μέ τήν ἄσκηση καί τήν πνευματική γυμνασία. Ὁ πιστός χριστιανός ἀτενίζοντας τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου, σηκώνει καί τόν δικό του σταυρό. Στρέφει τό βλέμμα του ὁ ἀγωνιζόμενος χριστιανός πρός τόν Ἐσταυρωμένο Κύριο καί τελικά σιωπᾶ, προσεύχεται, νοιώθει τήν παρουσία Του καί ἐνδυναμώνεται.
Ὅταν λοιπόν οἱ πνευματικές ἀξίες καί τά ἀξιώματα τῆς ἀληθοῦς καί αὐθεντικῆς ζωῆς δέν βρίσκουν ἀπήχηση στήν ἀποξηρανθεῖσα καί χέρσον γῆν τῆς ἐποχῆς μας, ὅταν φθάνουμε νά μιλᾶμε γιά μιά Εὐρώπη μεταχριστιανικῆς κοινωνίας, ὅταν οἱ νομοθέτες ἐνεργοῦν καί νομοθετοῦν ἐρήμην τοῦ Θεοῦ, ὅταν οἱ νέοι γεύονται πικρόχολους καρπούς ἁμαρτίας, τότε δέν μένει παρά ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου ν’ ἀποτελεῖ διηνεκῶς τό ἱερό καταφύγιο γιά πνευματική ἀναβάπτιση, ἀνακαίνιση, ἀναπτέρωση, ἀνασυγκρότηση, ἀναθεώρηση, ἀνακατάταξη, ἀναστήλωση τῆς φθαρείσης ἀνθρωπίνης εἰκόνας καί ὑποστάσεως. Αὐτό πρέπει νά εἶναι τό παντοτινό μέλημα τοῦ χριστιανοῦ. Πῶς μέ τήν δύναμη καί τήν εὐλογία καί τήν χάρη τοῦ Τιμίου Σταυροῦ θ’ ἀναστήσει καί θά ξανακαινουργώσει τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ὁ ἴδιος. Γι’ αὐτό καί τά παθήματα καί οἱ ἀλλοιώσεις τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ στόν κάθε ἄνθρωπο χρειάζονται διόρθωση. Καί τό μυστήριον τοῦ Σταυροῦ, αὐτή τήν διόρθωση ἐπιτυγχάνει, ὅταν τεθεῖ ἡ ὑπακοή τοῦ ἀνθρώπου στή δούλεψη τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ἡ διάθεση τοῦ πιστοῦ στραφεῖ πρός κατάκτησιν τοῦ «ἑνός ἐστι χρεία» καί ἡ ἐνατένιση τῆς ζωῆς καταλείπεται κάτω ἀπό τό πρῖσμα τῆς αἰωνιότητος (sub specie aeternitatis), πού δηλώνει ὁ Σταυρός.