Καί
ἐξηγούμεθα: Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δέν εἶναι ὁ «παρακεντές καί
ὁ παρίας» τοῦ δημοσίου βίου, ἀλλά εἶναι πολιτεικός παράγων ὑψίστης
πνευματικῆς καί κοινωνικῆς σημασίας πού ἀποτελοῦν μέ τό Κράτος τούς
πνεύμονες τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους. Τό Σύνταγμα τῆς Χώρας εὐλογεῖται μέ τήν
ἐπίκληση τοῦ τρισυποστάτου Θεοῦ τῆς Ἐκκλησίας, στό ἄρθρο 3 ἀναγνωρίζεται
ὡς «ἐπικρατοῦσα» θρησκεία στή Χώρα ἡ Ὀρθοδοξία, οἱ Ἱεράρχες τῆς
Ἐκκλησίας ἀναγνωρίζονται διά Προεδρικοῦ Διατάγματος δημοσιευομένου στήν
Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως καί ἐντέλλονται οἱ δημόσιες ἀρχές νά ἀπονέμουν
τόν δέοντα σεβασμό πρός αὐτούς. Ὁ Νόμος 590/1977 πού ἀποτελεῖ τόν
Καταστατικό Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ψηφισθείς ἀπό τήν Βουλή τῶν
Ἑλλήνων, καθιερώνει στό ἄρθρο 2 τήν ἀρχή ὅτι ἡ Ἑλληνική Πολιτεία ὀφείλει
νά συμπράττει μετά τῆς Ἐκκλησίας, ἐπί θεμάτων κοινοῦ ἐνδιαφέροντος ὅπως
εἶναι ὁ γάμος, ἡ οἰκογένεια καί τό ἀνθρώπινο πρόσωπο κατ’ ἐπέκτασιν.
Ἑπομένως ἡ Ἑλληνική Πολιτεία δέν ἔχει τό ἔννομο δικαίωμα νά νομοθετῆ
ἐρήμην τῆς Ἐκκλησίας διά τά συγκεκριμένα θέματα πού ὁ νόμος καθορίζει
ἀνατρέπουσα μάλιστα τήν ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία καί ἠθική 2.000 ἐτῶν. Ἡ
εὔλογος διαμαρτυρία μας συνεπῶς οὔτε «Ταλιμπανισμός» εἶναι οὔτε
«ψυχασθενική» συμπεριφορά ἀλλά ἔννομη ὑποχρέωση καί δικαίωμά μας.
Παρέλκει νά ἀναφέρουμε ὅτι οἱ συγκεκριμένοι ὑβριστές μας ἀποτελοῦν κατά τόν ἀψευδῆ λόγο τοῦ ζῶντος Θεοῦ τούς μεγαλυτέρους εὐεργέτες μας, διότι γίνονται ἀκουσίως αἴτιοι νά μᾶς ἐπιδαψιλεύεται πλουσιοτέρα ἡ εὐλογία καί ὁ ἁγιασμός παρά τοῦ δικαιοκρίτου Κυρίου γι’ αὐτό καί δημοσίᾳ τούς εὐχαριστοῦμε.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Παρέλκει νά ἀναφέρουμε ὅτι οἱ συγκεκριμένοι ὑβριστές μας ἀποτελοῦν κατά τόν ἀψευδῆ λόγο τοῦ ζῶντος Θεοῦ τούς μεγαλυτέρους εὐεργέτες μας, διότι γίνονται ἀκουσίως αἴτιοι νά μᾶς ἐπιδαψιλεύεται πλουσιοτέρα ἡ εὐλογία καί ὁ ἁγιασμός παρά τοῦ δικαιοκρίτου Κυρίου γι’ αὐτό καί δημοσίᾳ τούς εὐχαριστοῦμε.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ