Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν Ἀποστόλων.
Νεαρὸς
ἀκόμα, ἐπισκέφθηκε μὲ τοὺς γονεῖς του τὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου καὶ
βαπτίσθηκε. Μετὰ τὸ θάνατο τῶν γονέων του, ὁ Παγκράτιος θέλησε νὰ
ἀφιερωθεῖ ὁλόψυχα στὸ Χριστὸ καὶ στὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου Του.
Πῶς,
ὅμως, θὰ γινόταν αὐτό, μὲ τέτοια περιουσία ποὺ κληρονόμησε ἀπὸ τοὺς
γονεῖς του; Τὴν λύση βρῆκε στὰ ἴδια τὰ λόγια τοῦ Κυρίου: «εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὑπάγε πώλησάν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοίς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι».
Ἐὰν δηλαδή, θέλεις νὰ εἶσαι τέλειος, πήγαινε, πώλησε τὰ ὑπάρχοντά σου
καὶ μοίρασέ τα στοὺς φτωχούς, καὶ θὰ ἔχεις θησαυρὸ στοὺς οὐρανούς. Καὶ
ἔλα νὰ μὲ ἀκολουθήσεις.
Πράγματι,
ὁ Παγκράτιος ἀπελευθέρωσε τοὺς δούλους, μοίρασε ὅλα τὰ ὑπάρχοντά του
στοὺς φτωχούς, καὶ ἐλεύθερος ἀπὸ κάθε βιοτικὴ μέριμνα, ἀφιερώθηκε στὴ
διάδοση τοῦ Εὐαγγελικοῦ λόγου. Ἀκολούθησε τὸν Ἀπόστολο Πέτρο στὴν
Ἀντιόχεια, καὶ στὴν Κιλικία συνάντησε τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος τὸν
ἔκανε ἐπίσκοπο Ταυρομενίου στὴ Σικελία.
Στὸ
ἀξίωμα αὐτὸ ἀναδείχθηκε τέλειος ποιμένας, διδάσκοντας καὶ διακονώντας
μὲ ἀγάπη καὶ ἀρετὴ τὸ ποίμνιό του. Προσήλκυσε διὰ τοῦ κηρύγματός του
πλῆθος λαοῦ στὸ φῶς τῆς θεογνωσίας, ἀκόμα καὶ αὐτὸν τὸν ἡγεμόνα τοῦ
τόπου Βονιφάτιο.
Ἐπίσης ἵδρυσε στὴν πόλη αὐτὴ καὶ ἱερὸ ναό. Ὅμως, οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ εἰδωλολάτρες, βλέποντας μὲ φθόνο τὸ εὐαγγελικὸ ἔργο τοῦ Παγκρατίου, τὸν σκότωσαν, ἐνῷ ἐκεῖνος προσευχόταν γι’ αὐτούς.
Ἐπίσης ἵδρυσε στὴν πόλη αὐτὴ καὶ ἱερὸ ναό. Ὅμως, οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ εἰδωλολάτρες, βλέποντας μὲ φθόνο τὸ εὐαγγελικὸ ἔργο τοῦ Παγκρατίου, τὸν σκότωσαν, ἐνῷ ἐκεῖνος προσευχόταν γι’ αὐτούς.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Κράτος ἔνθεον, ἠμφιεσμένος, ἐκ τῆς χάριτος, τοῦ Κορυφαίου, Ἀποστόλων ζηλωτὴς ἐχρημάτισας· καὶ ταῖς ῥοαῖς τῶν αἱμάτων Παγκράτιε, τὴν ἱερὰν διπλοΐδα ἐφοίνιξας. Πάτερ Ὅσιε Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κράτος ἔνθεον, ἠμφιεσμένος, ἐκ τῆς χάριτος, τοῦ Κορυφαίου, Ἀποστόλων ζηλωτὴς ἐχρημάτισας· καὶ ταῖς ῥοαῖς τῶν αἱμάτων Παγκράτιε, τὴν ἱερὰν διπλοΐδα ἐφοίνιξας. Πάτερ Ὅσιε Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Εἰληφὼς Παγκράτιε, ὡς Ἀποστόλων ὁμόπνους, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὰς μυστικὰς ἐνεργείας, ἔλαμψας, θεογνωσίαν τοὶς ἐν τῇ Δύσει· ἤλασας, τῆς ἀθεΐας τὴν σκοτομήνην, καὶ νομίμως ἐναθλήσας, πρὸς φέγγος ἤρθης, τῆς ἀνεσπέρου ζωῆς.
Εἰληφὼς Παγκράτιε, ὡς Ἀποστόλων ὁμόπνους, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὰς μυστικὰς ἐνεργείας, ἔλαμψας, θεογνωσίαν τοὶς ἐν τῇ Δύσει· ἤλασας, τῆς ἀθεΐας τὴν σκοτομήνην, καὶ νομίμως ἐναθλήσας, πρὸς φέγγος ἤρθης, τῆς ἀνεσπέρου ζωῆς.
Μεγαλυνάριον.
Κράτει Παντοκράτορος κραταιῷ, δαιμόνων τὸ κράτος, ἐξενεύρισας ἰσχυρῶς καὶ θαυμάτων κράτει, κρατήσας τῶν ἐν πλάνῃ, Παγκράτιε ἐν κράτει, Μαρτύρων ἔστεψαι.
Κράτει Παντοκράτορος κραταιῷ, δαιμόνων τὸ κράτος, ἐξενεύρισας ἰσχυρῶς καὶ θαυμάτων κράτει, κρατήσας τῶν ἐν πλάνῃ, Παγκράτιε ἐν κράτει, Μαρτύρων ἔστεψαι.