Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἀβραάμιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Βουλγαρία καὶ ζοῦσε στὴν Ρωσία. Ἀρχικὰ ἦταν Μουσουλμάνος, ἀλλὰ ὅταν ἄκουσε τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου ἀσπάσθηκε τὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Ἦταν φιλάνθρωπος καὶ ἐλεήμων πρὸς τοὺς φτωχούς. Στὴν πόλη Βολγάρα, στὶς κατώτερες ἐκβολὲς τοῦ ποταμοῦ Βόλγα, ὁ Ἅγιος Ἀβραάμιος ἄρχισε νὰ διδάσκει τοὺς συμπατριῶτες του γιὰ τὸν ἀληθινὸ Θεό. Τότε τὸν συνέλαβαν καὶ προσπάθησαν νὰ τὸν ἐξαναγκάσουν νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ὁ Ἅγιος, ὅμως, ἔμεινε σταθερὸς στὴν ὁμολογία τῆς πατρώας εὐσέβειας. Ἔτσι, τὸ ἔτος 1229, τεμάχισαν τὸν Ἅγιο καὶ ἔπειτα ἀπέκοψαν τὴν τίμια κεφαλή του. Οἱ Ρώσοι Χριστιανοί, ποὺ ζοῦσαν στὴν πόλη, ἐνταφίασαν τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου στὸ χριστιανικὸ κοιμητήριο.
Ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων του ἔγινε στὶς 6 Μαρτίου τοῦ ἔτους 1230 ἀπὸ τὸν μεγάλο πρίγκιπα τοῦ Βλαντιμὶρ Γεώργιο († 4 Φεβρουαρίου), ὁ ὁποῖος τὰ ἐναπέθεσε στὸν ἱερὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῆς μονῆς Κνυατζινίν.