Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Πέτρος γεννήθηκε στίς 24 Ἰουνίου 1866 καί ἦταν υἱός τοῦ ἱερέως Μπόγνταν Ζίμοντζιτς. Φοίτησε στήν θεολογική Σχολή τοῦ Τσερνόβιτσε καί ἐκάρη μοναχός, στίς 6 Σεπτεμβρίου 1895. Ἀκολούθησε ἡ χειροτονία του εἰς διάκονον καί πρεσβύτερον.
Τό 1903, ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος Ζαχουμίου καί Ἑρζεγοβίνης καί, τό 1920, Μητροπολίτης Δαμπροβοσνίας. Μέ τό ξέσπασμα τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου τόν συμβουλεύουν, γιά νά γλυτώσει τήν ζωή του, νά καταφύγει στό Βελιγράδι ἤ τό Μαυροβούνιο. Ἐκεῖνος μέ θᾶρρος ἀπαντᾶ: «Εἶμαι ποίμην αὐτοῦ τοῦ λαοῦ, πρᾶγμα πού σημαίνει ὅτι εἶμαι ὑποχρεωμένος νά μείνω ἐδῶ καί νά μοιρασθῶ τίς δοκιμασίες μέ αὐτούς τούς ἀνθρώπους, ὅπως συνήθιζα νά μοιράζομαι τό καλό μαζί τους. Ἔτσι πρέπει νά μοιρασθῶ τό πεπρωμένο τοῦ λαοῦ μου καί νά μείνω κοντά του».
Ὁ Μητροπολίτης Πέτρος ὑπερασπίζεται μέ συνέπεια καί ἀνδρεία τήν ὀρθόδοξη πίστη μπροστά στήν γερμανική Γκεστάπο, ἐπιμένοντας μάλιστα στήν συνέχιση τῆς χρήσης τοῦ σερβικοῦ κυριλλικοῦ ἀλφάβητου ἀντί γιά ἀποδοχή τοῦ λατινικοῦ ἀλφαβήτου.
Ὁ Ἱερομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Πέτρος συλλαμβάνεται στίς 12 Μαΐου 1941. Φυλακίζεται ἀρχικά στίς φυλακές Beledija καί στήν συνέχεια μεταφέρεται στίς φυλακές Kerestinac, ὅπου τοῦ δόθηκε ὁ ἀριθμός 29781. Ἐδῶ, τοῦ ξυρίζουν τά γένεια καί τά μαλλιά καί τοῦ ἀφαιροῦν ὅλα τά διακριτικά τοῦ Ἐπισκόπου. Ἀφοῦ ὑπέστη πολλά βασανιστήρια, μεταφέρεται στήν Koprivnica καί στήν συνέχεια στό στρατόπεδο συγκέντρωσης Γιασένοβατς. Ἐδῶ, ἀπό τίς φρικτές βασάνους, ἀφήνει την τελεύταία του πνοή.
Τό τίμιο λείψανό του ἐρρίφθη στόν πύρινο φοῦρνο πού χρησιμοποιοῦσαν γιά τήν κατασκευή τούβλων.