Ο προεξάρχων Μητροπολίτης Διδυμοτείχου στη σύντομη προσφώνησή του σημείωσε ότι η Γερόντισσα Αλεξία μαζί με τον μακαριστό Μητροπολίτη Δράμας κυρό Διονύσιο (Κυράτσο) ήταν εκείνοι οι οποίοι ανέστησαν εκ της τέφρας το ιστορικό αυτό Μοναστήρι, το ανέδειξαν και αναγέννησαν την μοναχική ζωή στην ευρύτερη περιοχή.
* * *
Η Καθηγουμένη της Μονής Εικοσιφοινίσσης Αλεξία μοναχή, κατά κόσμον Αγαπία Μάρκου γεννήθηκε από ευσεβείς γονείς το 1938 στην Έδεσσα. Από νεαρή ηλικία αγάπησε τον Χριστό ολόθυμα και δόθηκε στην διακονία της Εκκλησίας και του πλησίον υπό την καθοδήγηση του τότε Πρωτοσυγκέλλου της Μητροπόλεως Εδέσσης Αρχιμ. Διονυσίου Κυράτσου.
Στις 17 Ιουνίου 1975 προσήλθε στη Μόνη
ως δόκιμη μοναχή και την 1η Απριλίου 1977 εκάρη Μεγαλόσχημη μονάχη και
ενθρονίσθηκε πρώτη Ηγουμένη της γυναικείας αδελφότητος της Μονής, υπό
του μακαριστού Μητροπολίτου Δράμας κυρού Διονυσίου, ο οποίος υπήρξε
κτήτωρ και πνευματικός της Μονής.
Επί 47 έτη εργάσθηκε με αγάπη και ζήλο
για την πνευματική και κτηριακή αναστήλωση της Μονής. Έζησε
ακολουθώντας το παράδειγμα του οσίου Αλεξίου και εφάρμοσε το «λάθρα βιῶσαι». Αποστρεφόταν κάθε προβολή και δόξα, τα οποία θεωρούσε αντίθετα προς την μοναχική πολιτεία.
Για την αδελφότητα της Μονής υπήρξε
πρότυπο μοναχικής ζωής, παράδειγμα ταπεινώσεως και υπακοής, υπόδειγμα
πίστεως προς τον Θεό και αγάπης προς πάντας ανεξαιρέτως. Δοκιμάσθηκε με θλίψεις, πειρασμούς και ασθένειες, «ὡς χρυσός ἐν χωνευτηρίῳ» γενομένη δοχείο πλήρες των καρπών του Αγίου Πνεύματος.
Η Παναγία, στην οποία αφιέρωσε όλη τη
ζωή της, την κάλεσε κοντά της στις 27 Ιανουαρίου 2022, για να την
αναπαύσει από την πολύμοχθη ασκητική βιοτή της και να την εισαγάγει «ἐν χώρᾳ ζώντων καί ἐν σκηναῖς δικαίων».