Γεννήθηκε στην Ουκρανία και στο άγιο βάπτισμα έλαβε το όνομα Ονούφριος. Στη νεότητά του παρασύρθηκε κι έφθασε να διαπράξει φόνο. Σύντομα μετανόησε ειλικρινά και θέλησε να μονάσει. Οδηγήθηκε προς τούτο στη μονή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στο Σούπρασλ, στην υπακοή του ιερομονάχου Παφνουτίου Σέγκεν (†1510), από τον οποίο εκάρη μοναχός και ονομάσθηκε Αντώνιος.
Η μνήμη όμως της μεγάλης του αμαρτίας δεν τον αφήνει να ησυχάσει. Έτσι αποφασίζει να μεταβεί στο Άγιον Όρος με απώτερο σκοπό να μαρτυρήσει. Κατά τον βιογράφο του κατοίκησε στο Κελλί του Αγίου Σάββα των Σέρβων στις Καρυές, γνωστό ως Τυπικαριό. Εκεί αγωνιζόμενος αυστηρά δεν έπαυε να επιποθεί το μαρτύριο προς εξάλειψι των αμαρτιών του.
Αναχωρεί προς τον σκοπό αυτό για τη Θεσσαλονίκη. Εισέρχεται στο ναό της Παναγίας της Αχειροποιήτου, όπου οι Τούρκοι τον είχαν μετατρέψει σε τζαμί. Κάνει το σταυρό του και εκεί προσευχόμενοι μουσουλμάνοι εξοργίζονται, τον συλλαμβάνουν και τον βασανίζουν φρικτά. Τον οδηγούν στον διοικητή της πόλεως, ο οποίος προσπάθησε να τον μεταπείσει δίχως αποτέλεσμα. Τελικά οδηγήθηκε στον διά πυράς θάνατο. Οι Τούρκοι σκόρπισαν και τη στάχτη του στον αέρα, για να μην την παραλάβουν και την τιμήσουν οι χριστιανοί. Το μαρτύριό του τοποθετείται στις 4.2.1516, ημέρα και της μνήμης του