Η ιστορική
βυζαντινή μονή του Οσίου Λουκά του Στειριώτου, το μεγάλο σταυροπηγιακό
βασιλομονάστηρο της Ρούμελης, αναδείχθηκε στο διάβα των αιώνων όχι μόνο
τηλαυγής φάρος της χριστιανικής πίστης και ελπίδας, μα και ακατάλυτο
δυναμάρι και έπαλξη των ηρωϊκών αγώνων του Γένους μας, της πονεμένης και
αδούλωτης Ρωμιοσύνης, για εθνική ελευθερία και αποκατάσταση.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, από το 1460 που υποτάχτηκε η Βοιωτία, το μοναστήρι πάλαιψε μεθοδικά και απεγνωσμένα για τη διατήρηση και διάσωσή του και τα κατάφερε. Σαν ποιμένας που προφυλάσσει τα πρόβατά του από τους άγριους λύκους, το μοναστήρι αγκάλιασε τους πτωχούς χωρικούς της περιοχής και τους στήριξε ηθικά, πνευματικά αλλά και υλικά.
Μετά τα Ορλωφικά ο μεγάλος αρματολός της Ρούμελης καπετάν Ανδρίτσος (Ανδρέας Βερούσης), πατέρας του Οδυσσέα Ανδρούτσου, είχε μεταβάλει το μοναστήρι σε καταφύγιο και ορμητήριό του, όπως μαθαίνουμε από τα Φωκικά του Κρέμου.
Οι ραγιάδες δίκαια τον θεωρούσαν προστάτη, εκδικητή και φύλακα της τιμής και της περιουσίας τους. Τα βλέμματα και οι καρδιές των σκλαβωμένων ήταν στραμμένα στο θρυλικό μοναστήρι. Ύστερα από πολλά ηρωικά κατορθώματα, που ύμνησε με πάθος η λαϊκή μούσα ο καπετάν Ανδρίτσος εγκατέλειψε τη μονή για να ενωθεί με τον ατρόμητο θαλασσομάχο της λευτεριάς Λάμπρο Κατσώνη, που είχε αρχίσει τη δράση του. Ανάμεσα στα παλληκάρια του Ανδρίτσου διακρίθηκαν για την ανδρεία τους και αρκετοί οσιολουκαΐτες μοναχοί, που άλλαξαν το θυμιατό με το καριοφίλι. Λίγο αργότερα η ηρωική δράση του καπετάν Καρκαλέτση (Γεωργίου Σίδερη) από το Στείρι, γύρω στο 1800, έκανε τη μονή του Οσίου Λουκά και πάλι πεδίο συγκρούσεων κλεφταρματολών και Τούρκων.
Στη μεγάλη έκρηξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα η μονή του Οσίου Λουκά έγινε ο κρατήρας του επαναστατικού ηφαιστείου κατά την επιτυχημένη φράση του ιστορικού Ιωάννου Φιλήμονος. Αυτό που θεωρείται για το Μοριά η Αγία Λαύρα είναι για τη Ρούμελη ο όσιος Λουκάς και πρώτοι οι καλόγεροι ξεκίνησαν με πίστη και θάρρος τον μεγάλο αγώνα.
Αναφέρουμε τους πιο ονομαστούς οσιολουκαΐτες ένοπλους αγωνιστές του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Ησαΐας Νταλιάνης από το γειτονικό Στείρι, Παΐσιος Μαργέλος από το Δίστομο, Μακάριος από την Αγία Μαρίνα, Νεκτάριος Καμβασηνός από την Αράχωβα, Διονύσιος από το Ζερίκι, Ματθαίος από το Κυριάκι, Αμβρόσιος Κασάρας από τη Λιβαδειά. Όλοι οι αδελφοί της μονής κατά τον Κρέμο «ἐπρωταγωνίστησαν ὁ μέν μᾶλλον, ὁ δ’ ἧττον καί οὐδείς ἔστη θεατής ἀμέτοχος».
Στις 12 Μαρτίου του 1821 μετά την ακολουθία του εσπερινού στον γυναικωνίτη του Καθολικού αποφασίσθηκε η εξέγερση και ο Επίσκοπος Σαλώνων Ησαΐας, στο παρελθόν Ηγούμενος της μονής και έμπιστος του εθνομάρτυρα Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ όρκισε τους πρωταγωνιστές στο ιερό Ευαγγέλιο, που μέχρι σήμερα σώζεται στο κειμηλιαρχείο της μονής.
Στις 27 Μαρτίου την αυγή και ενώ το μοναστήρι ήταν κατάμεστο από ένοπλους αγωνιστές αποφασισμένους για όλα, παρόντος και του θρυλικού Αθανασίου Διάκου και του επίσημου αποστόλου της Φιλικής Εταιρείας Αθ. Ζαρίφη μετά τον όρθρο, ο ίδιος ο Σαλώνων Ησαΐας με επισημότητα βγήκε στον αυλόγυρο μπροστά στο Καθολικό, ευλόγησε τα λάβαρα και τα Ρουμελιώτικα όπλα και εκήρυξε την έναρξη της επανάστασης στη Στερεά Ελλάδα.
Ο Σαλώνων Ησαΐας, που ανακηρύχθηκε μάλιστα ομόφωνα μέλος της Τριμελούς Επαναστατικής Επιτροπής, μια από τις ευγενέστερες και σεμνότερες μορφές του αγώνα, χάθηκε δυστυχώς νωρίς, πέφτοντας ηρωικά στο πεδίο της τιμής στη μάχη της Χαλκωμάτας-Αλαμάνας.
Έτσι η μονή του Οσίου Λουκά «οὐ μόνον ἐστία καί ὁρμητήριον τῆς ἐπανάστασης ἀνεδείχθη, ἀλλά καί σύμπαντα τά τέκνα αὐτῆς ἔταξεν ἐν τοῖς προμάχοις τῆς ἀγωνιζομένης πατρίδος».
Δίκαια, λοιπόν, έχει ορισθεί η τελευταία Κυριακή του Μαρτίου κάθε χρόνο, ως ημέρα τιμής και μνήμης με επίσημη εκδήλωση στη Μονή του Οσίου Λουκά, σαν ελάχιστη αναγνώριση και ευγνωμοσύνη για τη μέγιστη συμβολή στον Εθνικό Αγώνα.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, από το 1460 που υποτάχτηκε η Βοιωτία, το μοναστήρι πάλαιψε μεθοδικά και απεγνωσμένα για τη διατήρηση και διάσωσή του και τα κατάφερε. Σαν ποιμένας που προφυλάσσει τα πρόβατά του από τους άγριους λύκους, το μοναστήρι αγκάλιασε τους πτωχούς χωρικούς της περιοχής και τους στήριξε ηθικά, πνευματικά αλλά και υλικά.
Μετά τα Ορλωφικά ο μεγάλος αρματολός της Ρούμελης καπετάν Ανδρίτσος (Ανδρέας Βερούσης), πατέρας του Οδυσσέα Ανδρούτσου, είχε μεταβάλει το μοναστήρι σε καταφύγιο και ορμητήριό του, όπως μαθαίνουμε από τα Φωκικά του Κρέμου.
Οι ραγιάδες δίκαια τον θεωρούσαν προστάτη, εκδικητή και φύλακα της τιμής και της περιουσίας τους. Τα βλέμματα και οι καρδιές των σκλαβωμένων ήταν στραμμένα στο θρυλικό μοναστήρι. Ύστερα από πολλά ηρωικά κατορθώματα, που ύμνησε με πάθος η λαϊκή μούσα ο καπετάν Ανδρίτσος εγκατέλειψε τη μονή για να ενωθεί με τον ατρόμητο θαλασσομάχο της λευτεριάς Λάμπρο Κατσώνη, που είχε αρχίσει τη δράση του. Ανάμεσα στα παλληκάρια του Ανδρίτσου διακρίθηκαν για την ανδρεία τους και αρκετοί οσιολουκαΐτες μοναχοί, που άλλαξαν το θυμιατό με το καριοφίλι. Λίγο αργότερα η ηρωική δράση του καπετάν Καρκαλέτση (Γεωργίου Σίδερη) από το Στείρι, γύρω στο 1800, έκανε τη μονή του Οσίου Λουκά και πάλι πεδίο συγκρούσεων κλεφταρματολών και Τούρκων.
Στη μεγάλη έκρηξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα η μονή του Οσίου Λουκά έγινε ο κρατήρας του επαναστατικού ηφαιστείου κατά την επιτυχημένη φράση του ιστορικού Ιωάννου Φιλήμονος. Αυτό που θεωρείται για το Μοριά η Αγία Λαύρα είναι για τη Ρούμελη ο όσιος Λουκάς και πρώτοι οι καλόγεροι ξεκίνησαν με πίστη και θάρρος τον μεγάλο αγώνα.
Αναφέρουμε τους πιο ονομαστούς οσιολουκαΐτες ένοπλους αγωνιστές του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Ησαΐας Νταλιάνης από το γειτονικό Στείρι, Παΐσιος Μαργέλος από το Δίστομο, Μακάριος από την Αγία Μαρίνα, Νεκτάριος Καμβασηνός από την Αράχωβα, Διονύσιος από το Ζερίκι, Ματθαίος από το Κυριάκι, Αμβρόσιος Κασάρας από τη Λιβαδειά. Όλοι οι αδελφοί της μονής κατά τον Κρέμο «ἐπρωταγωνίστησαν ὁ μέν μᾶλλον, ὁ δ’ ἧττον καί οὐδείς ἔστη θεατής ἀμέτοχος».
Στις 12 Μαρτίου του 1821 μετά την ακολουθία του εσπερινού στον γυναικωνίτη του Καθολικού αποφασίσθηκε η εξέγερση και ο Επίσκοπος Σαλώνων Ησαΐας, στο παρελθόν Ηγούμενος της μονής και έμπιστος του εθνομάρτυρα Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ όρκισε τους πρωταγωνιστές στο ιερό Ευαγγέλιο, που μέχρι σήμερα σώζεται στο κειμηλιαρχείο της μονής.
Στις 27 Μαρτίου την αυγή και ενώ το μοναστήρι ήταν κατάμεστο από ένοπλους αγωνιστές αποφασισμένους για όλα, παρόντος και του θρυλικού Αθανασίου Διάκου και του επίσημου αποστόλου της Φιλικής Εταιρείας Αθ. Ζαρίφη μετά τον όρθρο, ο ίδιος ο Σαλώνων Ησαΐας με επισημότητα βγήκε στον αυλόγυρο μπροστά στο Καθολικό, ευλόγησε τα λάβαρα και τα Ρουμελιώτικα όπλα και εκήρυξε την έναρξη της επανάστασης στη Στερεά Ελλάδα.
Ο Σαλώνων Ησαΐας, που ανακηρύχθηκε μάλιστα ομόφωνα μέλος της Τριμελούς Επαναστατικής Επιτροπής, μια από τις ευγενέστερες και σεμνότερες μορφές του αγώνα, χάθηκε δυστυχώς νωρίς, πέφτοντας ηρωικά στο πεδίο της τιμής στη μάχη της Χαλκωμάτας-Αλαμάνας.
Έτσι η μονή του Οσίου Λουκά «οὐ μόνον ἐστία καί ὁρμητήριον τῆς ἐπανάστασης ἀνεδείχθη, ἀλλά καί σύμπαντα τά τέκνα αὐτῆς ἔταξεν ἐν τοῖς προμάχοις τῆς ἀγωνιζομένης πατρίδος».
Δίκαια, λοιπόν, έχει ορισθεί η τελευταία Κυριακή του Μαρτίου κάθε χρόνο, ως ημέρα τιμής και μνήμης με επίσημη εκδήλωση στη Μονή του Οσίου Λουκά, σαν ελάχιστη αναγνώριση και ευγνωμοσύνη για τη μέγιστη συμβολή στον Εθνικό Αγώνα.