Μέ μεγάλη ἐπιτυχία πραγματοποιήθηκε ἡ Ἑσπερίδα-Ἐκδήλωση, πού συνδιοργάνωσαν ἡ Ἱερά Μητρόπολη Θηβῶν καί Λεβαδείας καί ὁ Ἱερός Προσκυνηματικός Ναός τοῦ Ἁγίου Ρηγίνου Λεβαδείας, τήν Δευτέρα 28 Μαρτίου 2016, στό Συνεδριακό Κέντρο τοῦ Ἐπιμελητηρίου Βοιωτίας, μέ θέμα:«1821 Η ΠΑΛΙΓΓΕΝΕΣΙΑ».
Ἡ συγκεκριμένη ἐκδήλωση ὑλοποιήθηκε μέ ἀφορμή τήν ἐθνική ἐπέτειο
τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821, ἀλλά καί τῆς ἐκδόσεως τῆς ἱστορικῆς-
ἐπιστημονικῆς μελέτης τοῦ κυρίου Γεωργίου Καραμπελιᾶ γιά τό θέμα αὐτό. Ἡ
προσέλευση ἦταν μεγάλη καί τό ἀκροατήριο ἀπαρτιζόταν ἀπό ὅλα τά
κοινωνικά καί ἰδεολογικά στρώματα τῶν συμπολιτῶν μας.
Στήν προσλαλιά του ὁ π.Ἀλέξιος Σαμαρτζῆς, ἀνέφερε μεταξύ τῶν
ἄλλων, τά ἑξῆς: Εἶναι γνωστή ἡ πορεία τοῦ συγγραφέα Γιώργου Καραμπελιᾶ.
Πρόκειται γιά ἕναν ἄνθρωπο μέ μεγάλα διανοητικά προσόντα, μέ ἰσχυρή
κριτική σκέψη καί διεισδυτικότητα. Στο βιβλίο του ὁ συγγραφέας κάνει
λόγο γιά «στρέβλωση τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας, ἡ ὁποῖα ἄγγιξε τά ὅρια τῆς
καθολικῆς ἀποδόμησής της κατά τίς δεκαετίες 1990 καί 2000».
Ἡ Τοπική μας Ἐκκλησία, εὐαισθητοποιημένη σέ θέματα πού ἀφοροῦν τήν
ἱστορία καί τήν ὕπαρξη τοῦ Γένους μας, ἀποφάσισε νά πραγματοποιήσει τήν
σημερινή ἐκδήλωση, ἡ ὁποῖα εἶναι μία ἀπάντηση σέ ὅλους αὐτούς πού
προσπάθησαν καί προσπαθοῦν νά διαστρεβλώσουν τήν ἱστορία μας.
Στή συνέχεια πῆρε τόν λόγο ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Θηβῶν καί Λεβαδείας κ. Γεώργιος,
ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ συνεχάρη καί εὐχαρίστησε τόν συγγραφέα Γιῶργο Καραμπελιᾶ
γιά τήν παρουσία του καί τήν ἄρτια ἐπιστημονική ἱστορική μελέτη του,
κήρυξε τήν ἔναρξη τῆς Ἑσπερίδος.
Στόν σύντομο χαιρετισμό του ὁ Σεπτός Ποιμενάρχης μας ἀναφέρθηκε
μέ σαφήνεια στό μεγάλο γεγονός τῆς Παλλιγγενεσίας, ἀλλά καί εἰδικότερα
στόν ξεσηκωμό στή Ρούμελη, ὅπου ἡ Ἐπανάσταση και ἡ ὀρκωμοσία τῶν
ὀπλαρχηγῶν ξεκίνησε ἀπό τό Βασιλομονάστηρο τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ.
Μεταξύ τῶν ἄλλων ὁ Σεβασμιώτατος εἶπε τά ἑξῆς: Εἶναι προφανές
ὅτι κάθε μεγάλο γεγονός, καθοριστικό γιά τήν ἱστορική πορεία ἑνός
ἔθνους, γίνεται ἀντικείμενο ἔρευνας καί ἑρμηνείας ἀπό μέρους τῶν
διανοουμένων τῶν διαφόρων ἰδεολογικῶν καί κοινωνικοπολιτικῶν τάσεων, οἱ
ὁποῖοι προβαίνουν στήν ἀναλυτική καί ἑρμηνευτική διαδικασία ὑπό τό
πρίσμα τῆς κατεύθυνσης πού ὑπαγορεύει ἡ γενικώτερη τοποθέτησή τους. Αὐτό
συνέβη καί μέ τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821.
Προβλήθηκαν κατά κόρον ἀναλύσεις καί ἑρμηνεῖες καθορισμένες
ἀπό συγκεκριμένες πολιτικές σκοπιμότητες, οἱ ὁποῖες ἀποσιωποῦν,
παρερμηνεύουν καί παρακάμπτουν τόν ἰδιότυπο λαῒκοθρησκευτικό χαρακτήρα
τῆς Ἐπανάστασης, τῆς «εὐλογημένης Ἐπανάστασης» κατά τόν Φώτη Κόντογλου.
Προφανῶς ὅλοι αὐτοί πού ἀποπειράθηκαν νά διαστρεβλώσουν τήν ἱστορία ἀπό
τήν δική τους σκοπιά, δέν μποροῦν νά κατανοήσουν, καθώς θεωροῦν τήν
ἀνάσταση τῆς σκλάβας Ρωμιοσύνης μέ τούς παραμορφωτικούς φακούς τῆς
δυτικῆς σκέψης.
Ἡ ἐθναρχοῦσα Ἐκκλησία ἦταν ἡ γέφυρα ἀνάμεσα στούς ραγιάδες καί στόν
δυνάστη ἀλλά καί ἡ μοναδική ἀπαντοχή καί προστασία, ἦταν ἡ «κιβωτός» ἡ
περιέχουσα καί προστατεύουσα τό Γένος μέσα στό ἀπέραντο πέλαγος τῆς
σκοτεινῆς δουλείας. Σάν μάνα καί τροφός ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πότιζε μέ τό
μητρικό ἄδολο γάλα της τόν πεινασμένο λαό της. Αὐτή ἦταν ἡ
καθοδηγήτρια, ἡ παιδαγωγός, αὐτή διαμόρφωνε τήν συνείδηση τοῦ Ἔθνους.
Ἔτσι διακρίνουμε ἕνα ἀντιστασιακό ἦθος καί φρόνημα πού θεωρεῖται ὡς
ἀναπόσπαστο συστατικό στοιχεῖο τῆς νεοελληνικῆς ταυτότητας. Αὐτό τό
διαμορφωμένο ἀπό τήν παράδοση ἦθος ἀπέδωσε συγκεκριμένα ἀποτελέσματα ὡς
στάση ζωῆς μπροστά στή δουλεία ἀναδεικνύοντας τό νέφος τῶν νεομαρτύρων.
Στό τέλος ὁ Σεβασμιώτατος εὐχαρίστησε ὅλους ὅσους σενέβαλαν στήν
ὑλοποίηση τῆς ἐκδηλώσεως, τόν δεύτερο ὁμιλητή κ. Χρόνη Βάρσο
(ἱστορικό-φιλόλογο), τόν κ. Νικόλαο Κελέρμενο (ἰατρό-συγγραφέα), τόν
πρόεδρο τοῦ Ἐπιμελητηρίου Βοιωτίας κ. Παναγιώτη Ἀγνιάδη γιά τήν
παραχώρηση τοῦ χώρου, ἀλλά καί τόν π. Ἀλέξιο, ὁ ὁποῖος εἶχε τόν γενικό
συντονισμό γιά τήν διοργάνωση τῆς Ἑσπερίδος.
Στόν σύντομο χαιρετισμό του ὁ πρόεδρος τοῦ πάνελ κ. Κελέρμενος ἔκανε
λόγο γιά τήν μεγάλη ἐθνικοαπελευθερωτική ἐπανάσταση τοῦ λαοῦ μας,
χρησιμοποιώντας τή ρήση τοῦ Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη: «ἀγωνιστήκαμε
ἀπέναντι σέ ὅλα τά θεριά τῆς γῆς πού πολεμάγανε νά μᾶς φάνε, κόβανε
συνέχεια μά ὅλο περίσσευε μαγιά γιά νά συνεχίσουμε».
Τό συγκεκριμένο βιβλίο, ἀνέφερε ὁ κ. Κελέρμενος, ἀποδομεῖ τούς
ἀποδομιστές, μέ τήν πληθώρα τῶν τεκμηρίων καί τῶν στοιχείων πού
παρουσιάζει, καρπός ἐργασίας δεκαετιῶν, σέ ἀρχεῖα καί βιβλιοθῆκες, πάνω
ἀπό χίλιες οἱ βιβλιογραφικές παραπομπές, πλούσια καί ἀποκαλυπτικά τά
στοιχεῖα πού παραθέτει.
Στή συνέχεια πῆρε τόν λόγο ὁ κ. Βάρσος λέγοντας ὅτι ἡ Ἑλλάδα βιώνει
σήμερα μία κρίση, ἡ ὁποῖα ἐκτός ἀπό οἰκονομική εἶναι πνευματική, ἠθική,
πολιτισμική καί ἱστορική. Ἀναφέρθηκε στή σημειολογία τῆς ἡμέρας, πού τήν
28η Μάρτη τοῦ 1821 ὁ Ἀθανάσιος Διάκος ξεκίνησε τόν ξεσηκωμό
τῶν Ρουμελιωτῶν ἀπό τό κάστρο τῆς Λιβαδειᾶς καί στήν συνέχεια στήν Μονή
τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ. Ἔκανε λόγο καί γιά τό τέκνο τῆς πόλεως Λάμπρο Κατσώνη
καί τήν ἐμπλοκή του στό ρωσοτουρκικό πόλεμο (1788-1792), γιά τόν ὁποῖο
γίνεται εἰδική ἀναφορά ἀπό τόν συγγραφέα.
Τό βιβλίο τοῦ Γ.Καραμπελιᾶ ἀναφέρεται στήν περίοδο 1700-1821 καί
προσπαθεῖ νά θίξει, μέ ἐνάργεια καί πολύ ψύχραιμη ἐπιστημονική ματιά,
τήν συνέχεια τοῦ νεώτερου ἑλληνισμοῦ.
Στήν πρώτη παράγραφο ὁ συγγραφέας ἐξηγεῖ τούς λόγους πού ἔγραψε
τό βιβλίο καί γιατί ἐπιδιώκει νά κάνει μία σέ βάθος ἱστορική παρουσίαση.
Ὁ κ. Βάρσος, μέ τήν ἐπιστημονική του κατάρτιση, ἀναφέρθηκε στό
περιεχόμενο τοῦ βιβλίου μέ σαφήνεια, κάνοντας τά δικά του σχόλια καί
ἑρμηνεύοντας τά γεγονότα, ἀλλά καί τίς συνθήκες πού ἐπικρατοῦσαν τό
διάστημα πρίν καί κατά τήν Ἐπανάσταση.
Τέλος ἔλαβε τό λόγο ὁ συγγραφέας κ. Καραμπελιᾶς καί, ἀφοῦ εὐχαρίστησε
τόν Ἱεράρχη τῆς Βοιωτικῆς Ἐκκλησίας καί τόν π. Ἀλέξιο γιά τήν
πρόσκληση, ἀνέφερε ὅτι ἡ ἰδιοπροσωπία τοῦ Ἔθνους μας, ἀλλά καί κάθε
ἔθνους, στηρίζεται στήν ἱστορική του διαδρομή. Ἡ ἱστορική μνήμη συνιστᾶ
τήν ταυτότητα τοῦ Ἔθνους. Ὅλα αὐτά τά στοιχεῖα ἔκαναν τούς Ἕλληνες νά
ἐπιθυμοῦν τήν Παλιγγενεσία τους. Σήμερα ἐπιχειρεῖται ἀποδόμηση τῆς
Ἐθνικῆς ταυτότητας, τῆς ἴδιας τῆς ὕπαρξης τοῦ Ἔθνους.
Στή συνέχεια ὁ ὁμιλητής ἀναφέρθηκε στήν σημασία Οἰκουμενικοῦ
Ἑλληνισμοῦ καί τήν δημιουργική σχέση πού ὑπάρχει μεταξύ τῶν Ἑλλήνων καί
τῶν ἄλλων λαῶν. Αὐτό τείνει νά χαθεῖ τά τελευταῖα χρόνια μέ ἀποτέλεσμα
νά γινόμαστε μιμητές τῶν ξένων παραδόσεων, συνηθειῶν καί ἰδεῶν. Αὐτό
συνιστᾶ ἴσως τό μεγαλύτερο πρόβλημα τοῦ νεώτερου ἑλληνισμοῦ καί λέγεται
παρασιτικός ἐκσυγχρονισμός. Ἔτσι τό Ἔθνος-Κράτος σήμερα δέν ἔχει τή
βούληση καί τήν ἐπιμονή νά συνεχίσει νά ὑπάρχει.
Ἔκανε λόγο γιά τήν πολλαπλή δράση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τήν περίοδο
τῆς δουλείας ἀλλά καί κατά τήν Ἐπανάσταση. Ἀναφέρθηκε ἐπίσης στούς
νεομάρτυρες πού, μέ τόν τρόπο τους καί τή στάση τους, ξεσήκωναν τόν λαό
ἐνάντια στόν κατακτητή.
Ἔκανε, ἐπίσης, ἰδιαίτερη ἀναφορά στόν Ρήγα Φεραίο καί στούς
τρείς ἐπαναστατικούς ὕμνους πού ἔγραψε μέ βάση τήν λαϊκή παράδοση καί τό
Δημοτικό τραγούδι γιά ἐνίσχυση τοῦ φρονήματος τοῦ λαοῦ. Ἡ φιλοσοφία τοῦ
Ρήγα ἦταν ὅτι Ὀρθοδοξία καί Ἑλληνισμός εἶναι ταυτόσημες ἔννοιες.
Τελειώνοντας ὁ λόγιος συγγραφέας ἀναφέρθηκε στήν φράση τοῦ μεγάλου ἀγωνιστῆ Θεόδωρου Κολοκοτρώνη :«Ἡ
ἐπανάστασις ἡ ἐδική μας δέν ὁμοιάζει μέ καμμιάν ἀπ̉ ὅσαις γίνονται τήν
σήμερον εἰς τήν Εὐρώπην…..Ὁ ἐδικός μας πόλεμος ἦτο ὁ πλέον δίκαιος, ἦτον
ἔθνος μέ ἄλλο ἔθνος». Ἐξέφρασε τήν ἐλπίδα νά συνεχίσουμε νά
τιμοῦμε την Ἐπανάσταση τοῦ 1821 καί τούς συντελεστές της καί νά
ἀγωνιζόμαστε ἐνάντια σέ ὅλες τίς τάσεις ἀποδομισμοῦ τῆς ἱστορίας μας.