Η
αρχή της ιδρύσεως χάνεται στο ανεξερεύνητο βάθος του παρελθόντος. Οι
δια στόματος πληροφορίες μαρτυρούν, ότι την τοποθεσία αυτή την είχαν
διαλέξει στην αρχή οι Αρχαίοι Έλληνες, για δική τους κατοικία. Μακρυά
από τις θάλασσες, για το φόβο των πειρατών και κοντά στα δάση για τη
χρήση της ξυλείας και τη συντήρηση της κτηνοτροφίας, είχαν κτίσει τις
κατοικίες τους ψηλά στον Ταΰγετο. Εκεί λοιπόν είχαν ανεγείρει και τους
βωμούς τους.
Οι αρχαίοι Έλληνες επεδίωκαν, με κάθε τρόπο, το ψυχικό ανέβασμα.
Αναζητούσαν το Θεό κυρίως στα ψηλά. Για το σκοπό αυτό είχαν εκλέξει για
κατοικία των θεών των τον ψηλόν Όλυμπον. Η προτροπή του Αποστόλου
Παύλου: «τα άνω ζητείτε, oυ ο Χριστός εστίν τα άνω φρονείτε μη τα επί
της γης», ήταν για τους ανθρώπους της προχριστιανικής εποχής πόθος
βαθύς, πάντοτε απραγματοποίητος.Έμενε διαρκώς απραγματοποίητος μέχρι της ενανθρωπήσεως και της θυσίας του θεανθρώπου, όπως σαφώς εδήλωσε ο Ιησούς λίγο προ του Πάθους Του, όταν έλεγε στους μαθητές του: «καγώ εάν υψωθώ εκ της γης, πάντας ελκύσω προς εμαυτόν».
Στον τόπον λοιπόν, αυτόν έκτισαν, αργότερα οι χριστιανοί το Ναό της Παναγίας. Στο σημείο αυτό δεν εκτίσθη μόνο ένας ναός αλλά ολόκληρο συγκρότημα μοναστηριού, όπως άλλωστε μαρτυρείται και από την ονομασία της τοποθεσίας «Καλογερικά». Δεν είναι καθόλου απίθανον να πέρασε από το μέρος αυτό ο όσιος Νίκων ο «Μετανοείτε», ο οποίος για αρκετό χρόνο παρέμεινε στη Μάνη. Το βέβαιο πάντως είναι ότι ο φλογερός αυτός ιεραπόστολος είχε χτίσει στον Ταΰγετο πολλούς Ναούς. Μία μάλιστα από τις πολλές πλευρές του Ταϋγέτου, επάνω από το χωριό που λέγεται Άγιος Νίκων (Πολιάνα), ονομάζεται και σήμερα «Άγιος Νίκος». Σώζεται δε η παράδοση, ότι ο τάφος του Αγίου Νίκωνος βρίσκεται στο παλιό μοναστήρι του Προφήτου Ηλία του χωριού Λαγκάδας.
Ομοίως λείψανα του ιδίου Αγίου σώζονται στο χωριό αυτό, εντός μιας παλιάς λειψανοθήκης. Η λειψανοθήκη αυτή έχει μεταφερθεί από το Μοναστήρι του Αγιο-Λιά, όπως φαίνεται από την επιγραφή που φέρει.
Δια την Ιστορία της Μονής γράφει λεπτομέρειες ο αείμνηστος Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος Σαραντόπουλος Ηγούμενος της Μονής. 5 Δεκεμβρίου 1902.