Σάββατο,
29
Αυγούστου,
2015
Του Σεβ. Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Ιγνατίου
Τα κύματα των μεταναστών και προσφύγων,
που κατακλύζουν τη χώρα μας, είναι πλέον ολοφάνερο πως μας βρίσκουν από
κάθε άποψη απροετοίμαστους. Πολιτικά, αδυνατούμε να εκπληρώσουμε σε τόσο
μεγάλο βαθμό δεσμεύσεις, προερχόμενες από συμβάσεις και συνθήκες.
Ψυχολογικά, δεν είμαστε έτοιμοι να αποδεχτούμε τις ανεξέλεγκτες εισροές
των «ξένων», που παραβιάζουν τα απολύτως αυτονόητα: Τα σύνορά μας, τις
γειτονιές μας, πολλές φορές τα ίδια μας τα σπίτια. Κοινωνικά, πιεζόμαστε
αφόρητα από μια βίαιη αλλοίωση πληθυσμιακών δεδομένων, η οποία δείχνει
ασταμάτητη, τουλάχιστον για το κοντινό μέλλον.
Αυτό όμως που κυρίως καταρρέει με
ραγδαίους ρυθμούς είναι η ασφάλεια και η δεδομένη, μέχρι τώρα,
δυνατότητα να αφήνουμε έξω από την πόρτα μας τα προβλήματα των άλλων
λαών, όχι μόνον σε απομακρυσμένα σημεία του πλανήτη, αλλά και στην
«γειτονιά μας». Η ηθική μας, αλλά και ο τρόπος που ο λαός μας ανατράφηκε
από σχολείο και κοινωνία, έφτανε μέχρι το σημείο ενός στιγμιαίου
αποτροπιασμού μπροστά σε τραγωδίες, που μας μετέφεραν οι οθόνες από όλα
τα μήκη και τα πλάτη της γης. Ώσπου ξαφνικά, τα μακρινά αυτά πρόσωπα
βρέθηκαν να χτυπούν την πόρτα του σπιτιού και της συνείδησής μας.
Δεν είναι η πρώτη φορά που καλούμαστε να
προσαρμοστούμε ως λαός σε νέες συνθήκες. Στην περίπτωση αυτή όμως, η
προσαρμογή απαιτεί ριζικές αλλαγές νοοτροπίας και μεγάλη ταχύτητα. Η
ασφάλεια των ... στεγανών συνόρων -εθνικών, πολιτιστικών, πολιτικών και
οικονομικών- έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Όλα μάς καλούν στην συνύπαρξη,
τη συνεργασία, τον διάλογο, συγχρόνως όμως και στην σθεναρή αντίσταση,
την άμυνα, αλλά και τη δημιουργική δράση. Μόνον που είναι καθοριστικής
σημασίας να εντοπίσουμε, να περιγράψουμε και να εκτιμήσουμε με
σοβαρότητα τους αληθινούς κινδύνους, που βέβαια δεν είναι οι χιλιάδες
των εξαθλιωμένων. Κίνδυνο αληθινό αποτελούν τα εύκολα συμπεράσματα, η
επιμονή σε χρεωκοπημένες λύσεις, οι στερεότυπες ερμηνείες μιας εντελώς
νέας κατάστασης, η συνέχιση του εγκλωβισμού μας σε μια -πάλαι ποτέ-
ατομική ευμάρεια, η άρνησή μας να συνεργαζόμαστε, η εμμονή μας να
μεγεθύνουμε εκείνα που μας χωρίζουν. Μια πρωτοφανής μετακίνηση
πληθυσμών, τουλάχιστον από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μας βρίσκει, ως
Ελληνική κοινωνία, διασπασμένους, αδιάφορους για κοινωνικά προβλήματα,
αποστασιοποιημένους από συλλογικά οράματα, με έντονη την έλλειψη
αυτοκριτικής και με απροθυμία αλλαγής πλεύσης σε όλους τους τομείς του
εθνικού μας βίου.
Η επιτακτική ανάγκη όμως για ένα νέο
«μαζί» δεν φαίνεται να μας περιμένει. Και μάλιστα, προσλαμβάνει
διαστάσεις παγκόσμιες και δημιουργεί προκλήσεις πρωτόγνωρες, στις οποίες
δεν φαίνεται να μπορούν να απαντήσουν από μόνα τους τα καθιερωμένα
κέντρα εξουσίας και οι δυσκίνητες πολιτικές δομές. Τις λύσεις, που δεν
κατάφερε να δώσει ένα επαναπαυμένο πολιτικό σύστημα και μια κοινωνία
εγκλωβισμένη σε μια ξέφρενη μανία κατανάλωσης, τις επιβάλλει τώρα η
ανάγκη. Και μάλιστα μια ανάγκη πανίσχυρη, ακριβώς διότι γεννιέται από
την απειλή της ίδιας της ζωής και της στέρησης των πιο στοιχειωδών
ανθρώπινων συνθηκών επιβίωσης για ολόκληρους πληθυσμούς.
Η ζωή βρίσκει πάντα λύσεις, όπως ο
χείμαρρος, που, όσα ρέματα και αν μπαζωθούν, θα βρει τον δρόμο για τη
θάλασσα. Είναι στο χέρι μας όμως να δημιουργήσουμε νέες κοίτες, κοίτες
ανθρωπιάς, συλλογικής δράσης και ισχυρών κοινωνικών δεσμών, μέσα από τις
οποίες η ροή μιας παγκόσμιας ανθρωπιστικής κρίσης όχι μόνον δεν θα
επιφέρει καταστροφή, αλλά θα προσφέρει και νέα ορμή δημιουργίας στην
παγκόσμια ιστορία. Ιδιαιτέρως μάλιστα εμείς, που αναγνωρίζουμε τον Θεό
ως Κύριο της ιστορίας, έχουμε την μεγάλη ευκαιρία να θυμηθούμε ξανά πως
η ρύθμιση της ζωής μας με βάση τους πνευματικούς νόμους, επαναφέρει
σταδιακά τις παγκόσμιες ισορροπίες και δίνει νέες ευκαιρίες στην
ανθρωπότητα να συνεχίσει τον ανηφορικό της δρόμο προς μια παγκόσμια
ειρήνη και δικαιοσύνη. Οι νόμοι της αγάπης, της αλληλεγγύης, αλλά και
του αγώνα εναντίον των δυνάμεων της διάσπασης και της αποσύνθεσης κάθε
πολιτιστικού και ηθικού ιστού του κοινωνικού μας σώματος μπορούν να
οδηγήσουν σε ασφαλέστερες και μονιμότερες λύσεις απ΄ ότι η μισαλλοδοξία,
ο φόβος μπροστά στο διαφορετικό και η απανθρωπιά μπροστά στον ανθρώπινο
πόνο.
Τα πάθη της αλαζονείας, της απληστίας
και της αρχομανίας είναι αυτά, που γεμίζουν τις θάλασσες και τις ακτές
μας αδιανόητη, για μας, ανθρώπινη δυστυχία. Αφού η υπέρμετρη αυταρέσκειά
μας δεν φιλοτίμησε τον πολιτισμό μας να απλώσει, έστω και λίγο, το
«μαζί» στον πλανήτη, ας μας διδάξει η δυστυχία αυτή να ξαναβρούμε
θεμελιώδεις ανθρώπινες αξίες, όπως η δικαιοσύνη, η ειρήνη και η πίστη σ΄
ένα πλατύτερο νόημα ζωής. Όσο αργούμε να μάθουμε, τα μαθήματα θα
γίνονται εντατικότερα.