Ιδιαίτερη
είναι η αγάπη και ξεχωριστός ο σεβασμός, με τον οποίο το σύνολο των
πιστών χριστιανών περιβάλλει την Ακολουθία του Ακάθιστου Ύμνου.
Αγάπη και σεβασμός που πηγάζουν και εμπνέονται από το πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται η Ακολουθία, από την εκφραστικότητα και τον πλούτο των κειμένων, από το μελωδικό ένδυμα των λόγων.
Αγάπη και σεβασμός που εκδηλώνονται με την ευλαβή παρουσία και ενεργό συμμετοχή στην Ακολουθία των «πιστώς προσκυνούντων και δοξαζόντων» Χριστιανών, τα απογεύματα της Παρασκευής καθ’ όλη τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Για μια ακόμη φορά πλήθος κόσμου συνέρευσε στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Αγίου Βασιλείου Τριπόλεως την Παρασκευή 4η Απριλίου 2014.
Σ' ένα Ναό κατάμεστο από εργαζομένους, μαθητές νέους και ενορίτες, όπου και τελέστηκε η Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου της Θεοτόκου.
Την Ακολουθία έψαλαν αποδίδοντας περίφημα τους ύμνους προς την Θεοτόκο η Μικτή Χορωδία της Ιεράς Μητροπόλεως, που απαρτίζεται από νέους και νέες υπό την καθοδήγηση του χοράρχου αυτής και Πρωτοψάλτου του Μητροπολιτικού Ιερού Ναού Αγίου Βασιλείου Τριπόλεως κ. Βασιλείου Γεωργαρά.
Στην ως άνω Ακολουθία το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο του Μητροπολιτικού Ιερού Ναού Αγίου Βασιλείου Τριπόλεως, διένειμε σε όλο το εκκλησίασμα, ως ευλογία από ένα βιβλιαράκι με την Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου για να την έχουν μαζί οι χριστιανοί μας ως ένα ακόμα Πνευματικό όπλο καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Η ονομασία Ακάθιστος Ύμνος οφείλεται στο ότι « ορθοστάδην τότε πάς ο λαός κατά την νύκτα εκείνην τον ύμνον τη του Λόγου Μητρὶ έμελψαν και ότι πάσι τοίς άλλοις οίκοις καθήσθαι εξ έθους έχοντες, εν τοις παρούσι της θεομήτορος ορθοὶ πάντες ακροώμεθα». Αυτά γράφει το Συναξάριο, και εντοπίζει «την νύκτα εκείνη» το καλοκαίρι του 626.
Επίσης, από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε ο Ακάθιστος Ύμνος οι πιστοί σε κάθε ευκαιρία και αφορμή, τον έψαλαν όρθιοι και απ’ την αρχή συνδέθηκε με την εορτή του Ευαγγελισμού του οποίου την Ακολουθία το εκκλησίασμα παρακολουθούσε όρθιο.
Σύμφωνα με το Συναξαριστή, ο Ύμνος δημιουργήθηκε το 626, μετά τη σωτηρία της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία των Αβάρων και των Περσών, οπότε και εψάλει για πρώτη φορά.
Κατά το έτος 626 η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε από τους Πέρσες και Αβάρους. Ο βασιλέας Ηράκλειος απουσίαζε στη Μικρά Ασία σε πόλεμο κατά των Περσών. Τότε ο φρούραρχος Βώνος μαζί με τον Πατριάρχη Σέργιο ανέλαβαν την υπεράσπιση της αυτοκρατορίας. Ο Πατριάρχης περιέτρεχε τη πόλη με την εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και ενεθάρρυνε τα πλήθη και τους μαχητές.
Ξαφνικά έγινε φοβερός ανεμοστρόβιλος που δημιούργησε τρικυμία και κατέστρεψε τον εχθρικό στόλο και τη νύκτα της 7ης προς την 8η Αυγούστου, αναγκάσθηκαν να φύγουν άπρακτοι. Ο λαός πανηγυρίζοντας τη σωτηρία του, συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών και όλοι όρθιοι έψαλλαν τον από τότε λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο» στην Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη τους στην Παναγία μας και Θεοτόκο Μαρία.
Για να ψαλθεί όμως τότε θα πρέπει να είχε συνταχθεί νωρίτερα, καθώς δεν ήταν δυνατό να γίνει αυτό σε μια νύχτα. Κάποιοι μελετητές υποστηρίζουν ότι ο ύμνος έπρεπε να προϋπήρχε στη λειτουργική πράξη, και να ψάλθηκε τότε από μεγίστη αφοσίωση προς εγκωμιασμό της Θεοτόκου. Και προκρίθηκε αυτός ο ύμνος από κάποιον άλλον ενδεχομένως, επειδή θα ήταν κιόλας καθιερωμένος στην Αγρυπνία της 15ης Αυγούστου στη Βλαχέρνα, και επειδή το περιεχόμενό του, με χαρακτήρα διηγηματικό, δογματικό, και δοξολογικό – εγκωμιαστικό προσφερόταν για τη διάσωση και τη λύτρωση της Πόλης από τη δεινή περίσταση.
Ο Κανόνας του Ακάθιστου είναι έργο των Ιωάννου Δαμασκηνού (οι ειρμοί) και Ιωσήφ Ξένου του Υμνογράφου (τα τροπάρια).
Αγάπη και σεβασμός που πηγάζουν και εμπνέονται από το πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται η Ακολουθία, από την εκφραστικότητα και τον πλούτο των κειμένων, από το μελωδικό ένδυμα των λόγων.
Αγάπη και σεβασμός που εκδηλώνονται με την ευλαβή παρουσία και ενεργό συμμετοχή στην Ακολουθία των «πιστώς προσκυνούντων και δοξαζόντων» Χριστιανών, τα απογεύματα της Παρασκευής καθ’ όλη τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Για μια ακόμη φορά πλήθος κόσμου συνέρευσε στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Αγίου Βασιλείου Τριπόλεως την Παρασκευή 4η Απριλίου 2014.
Σ' ένα Ναό κατάμεστο από εργαζομένους, μαθητές νέους και ενορίτες, όπου και τελέστηκε η Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου της Θεοτόκου.
Την Ακολουθία έψαλαν αποδίδοντας περίφημα τους ύμνους προς την Θεοτόκο η Μικτή Χορωδία της Ιεράς Μητροπόλεως, που απαρτίζεται από νέους και νέες υπό την καθοδήγηση του χοράρχου αυτής και Πρωτοψάλτου του Μητροπολιτικού Ιερού Ναού Αγίου Βασιλείου Τριπόλεως κ. Βασιλείου Γεωργαρά.
Στην ως άνω Ακολουθία το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο του Μητροπολιτικού Ιερού Ναού Αγίου Βασιλείου Τριπόλεως, διένειμε σε όλο το εκκλησίασμα, ως ευλογία από ένα βιβλιαράκι με την Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου για να την έχουν μαζί οι χριστιανοί μας ως ένα ακόμα Πνευματικό όπλο καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Η ονομασία Ακάθιστος Ύμνος οφείλεται στο ότι « ορθοστάδην τότε πάς ο λαός κατά την νύκτα εκείνην τον ύμνον τη του Λόγου Μητρὶ έμελψαν και ότι πάσι τοίς άλλοις οίκοις καθήσθαι εξ έθους έχοντες, εν τοις παρούσι της θεομήτορος ορθοὶ πάντες ακροώμεθα». Αυτά γράφει το Συναξάριο, και εντοπίζει «την νύκτα εκείνη» το καλοκαίρι του 626.
Επίσης, από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε ο Ακάθιστος Ύμνος οι πιστοί σε κάθε ευκαιρία και αφορμή, τον έψαλαν όρθιοι και απ’ την αρχή συνδέθηκε με την εορτή του Ευαγγελισμού του οποίου την Ακολουθία το εκκλησίασμα παρακολουθούσε όρθιο.
Σύμφωνα με το Συναξαριστή, ο Ύμνος δημιουργήθηκε το 626, μετά τη σωτηρία της Κωνσταντινούπολης από την πολιορκία των Αβάρων και των Περσών, οπότε και εψάλει για πρώτη φορά.
Κατά το έτος 626 η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε από τους Πέρσες και Αβάρους. Ο βασιλέας Ηράκλειος απουσίαζε στη Μικρά Ασία σε πόλεμο κατά των Περσών. Τότε ο φρούραρχος Βώνος μαζί με τον Πατριάρχη Σέργιο ανέλαβαν την υπεράσπιση της αυτοκρατορίας. Ο Πατριάρχης περιέτρεχε τη πόλη με την εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και ενεθάρρυνε τα πλήθη και τους μαχητές.
Ξαφνικά έγινε φοβερός ανεμοστρόβιλος που δημιούργησε τρικυμία και κατέστρεψε τον εχθρικό στόλο και τη νύκτα της 7ης προς την 8η Αυγούστου, αναγκάσθηκαν να φύγουν άπρακτοι. Ο λαός πανηγυρίζοντας τη σωτηρία του, συγκεντρώθηκε στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών και όλοι όρθιοι έψαλλαν τον από τότε λεγόμενο «Ακάθιστο Ύμνο» στην Παναγία, αποδίδοντας τα «νικητήρια» και την ευγνωμοσύνη τους στην Παναγία μας και Θεοτόκο Μαρία.
Για να ψαλθεί όμως τότε θα πρέπει να είχε συνταχθεί νωρίτερα, καθώς δεν ήταν δυνατό να γίνει αυτό σε μια νύχτα. Κάποιοι μελετητές υποστηρίζουν ότι ο ύμνος έπρεπε να προϋπήρχε στη λειτουργική πράξη, και να ψάλθηκε τότε από μεγίστη αφοσίωση προς εγκωμιασμό της Θεοτόκου. Και προκρίθηκε αυτός ο ύμνος από κάποιον άλλον ενδεχομένως, επειδή θα ήταν κιόλας καθιερωμένος στην Αγρυπνία της 15ης Αυγούστου στη Βλαχέρνα, και επειδή το περιεχόμενό του, με χαρακτήρα διηγηματικό, δογματικό, και δοξολογικό – εγκωμιαστικό προσφερόταν για τη διάσωση και τη λύτρωση της Πόλης από τη δεινή περίσταση.
Ο Κανόνας του Ακάθιστου είναι έργο των Ιωάννου Δαμασκηνού (οι ειρμοί) και Ιωσήφ Ξένου του Υμνογράφου (τα τροπάρια).