Ἐπαφρόδιτος, Ἀμμώνιος, Χουλέλαιος, Εὐσθένιος καὶ Ἠλιόφωτος ὁ ἀρχηγός τους.
Πέντε ἀκόμη μάρτυρες τῆς Νήσου τῶν Ἁγίων. Πέντε ἀκαθαίρετοι πύργοι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας «πεπελεκισμένοι, ὅπως λέει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, στὴν Ἀποκάλυψη, διὰ τὴν μαρτυρίαν Ἰησοῦ καὶ διὰ τὸν λόγον τοῦ θεοῦ».
Πέντε φωστῆρες τοῦ νοητοῦ στερεώματος τῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ γνωστοὶ ὅλοι μὲ τ' ὄνομα: Ἅγιοι Ἠλιόφωτοι.
«Ἀθλοφόροι Κυρίου, μακαρία ἡ γῆ ἡ πιανθεῖσα τοὶς αἵμασιν ὑμῶν...».
Σύμφωνα μὲ τὴν ἱστορικὴ παράδοση καὶ τοῦτοι οἱ ἅγιοι ἤσαν ἀπὸ τοὺς τριακόσιους Ἀλαμάνους, ποὺ ᾖρθαν ὅπως εἴδαμε στὸ νησί μας, μετὰ τὴ δεύτερη Σταυροφορία.
Ὅταν τὸ πλοῖο τους τσακίστηκε στὰ νερὰ τῆς Πάφου, ἐξ αἰτίας μιᾶς δυνατὴς τρικυμίας, οἱ Ἀλαμάνοι αὐτοὶ ἅγιοι σκορπίστηκαν στὴν Κύπρο καὶ συνέχισαν ἐδῶ τὴν ἀσκητικὴ ζωή τους στὰ μέρη ποὺ διάλεξαν.
Οἱ πέντε αὐτοὶ μακάριοι ἀθλητὲς ὕστερα ἀπὸ ἀρκετὴ περιπλάνηση, ἀνέβηκαν στὸ βουνὸ Κορώνη, ἕνα βουνὸ κοντὰ στὸ χωριὸ Κάτω Μονή. Ἐκεῖ ἔστησαν τὸ ἀσκητήριό τους σὲ δυὸ σπηλιές, ποὺ βρῆκαν στὴν κορφὴ τοῦ βουνοῦ. Ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς πέντε αὐτοὺς ἀσκητές, ὁ Ἠλιόφωτος ἦταν καὶ ἱερέας καὶ πνευματικὸς πατέρας τῶν ἄλλων τεσσάρων. Ἀπὸ αὐτὸν μάλιστα πῆραν κι οἱ ὑπόλοιποι τὸ ὄνομα Ἠλιόφωτοι μὲ τὸ ὁποῖο εἶναι καὶ γνωστοὶ μεταξὺ τοῦ λαοῦ μας.
Ὁ Ἐπαφρόδιτος ἔγινε βοσκός. Στὸ ἔργο αὐτὸ ἀνέλαβαν νὰ τὸν βοηθοῦν κι οἱ ἄλλοι, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ ζοῦν καὶ νὰ συντηροῦν ἀκόμη κι ἄλλους. Βοσκοὶ λοιπὸν οἱ Ἅγιοί μας. Βοσκοὶ ἀλόγων, ἀλλὰ καὶ τέλειοι βοσκοὶ λογικῶν προβάτων.
Μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ τὰ πρόβατα κι οἱ αἶγες των, πλήθαιναν καθημερινά, σὰν ἄλλοτε τοῦ μεγάλου Πατριάρχου τῶν Ἑβραίων τοῦ Ἰακώβ. Πλήθαιναν σφόδρα – σφόδρα, κι ἔγιναν ἑκατοντάδες, πρᾶγμα ποὺ διαπιστούται ἀπὸ τὴν ἔκταση τοῦ χώρου, ποὺ κρατοῦσε ἡ μάνδρα τους. Καὶ σήμερα σῴζονται ἀκόμη στὸ χωριὸ Κάτω Μονὴ οἱ «Ἁγιόμανδρες τῶν Ἠλιοφώτων» μὲ τὰ πέτρινα γαλευτήρια, ποὺ ἦταν λαξευμένα ἐπάνω στὸν βράχο καὶ τ’ αὐλάκια ποὺ μετέφεραν τὸ γάλα ἀπὸ τὸ ἕνα γαλευτήρι στὸ ἄλλο κι ὑστέρα σμιγόταν ὅλο μαζί. Ἢ ὅλη ἔκταση ὑπολογίζεται γύρω στὰ δώδεκα περίπου στρέμματα.
Πλήθαιναν λοιπόν, τὰ πρόβατα. Πιὸ πολὺ ὅμως ἀπ' τὰ κοπάδια τῶν ἀλόγων προβάτων πλήθαιναν τὰ λογικὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ τρέχαν καθημερινὰ ἀπὸ τὰ γύρω μέρη κοντὰ στοὺς εὐλαβεῖς βοσκούς, γιὰ ν' ἀκούσουν μὲ προσοχὴ τὰ λόγια τους καὶ νὰ πάρουν τὴν εὐλογία τους.
Πόση δύναμη ἀλήθεια ἔχει τὸ καλὸ παράδειγμα τῶν ἐργατῶν τοῦ χριστιανικοῦ ἀμπελῶνα. Ὁ χριστιανισμὸς δὲν εἶναι γνώση. Εἶναι βίωμα. Εἶναι ζωή. Καὶ τὸ παράδειγμα τῆς ἁγίας ζωῆς καλοῦνται νὰ δίδουν ὅλοι οἱ πιστοί. Ἰδιαίτερα ὅμως καλοῦνται νὰ τὸ δίδουν οἱ ἐργάτες τῆς Ἐκκλησίας. Γιὰ νὰ μπορέσουν ὅμως αὐτοὶ νὰ γίνουν ζωντανὰ παραδείγματα γιὰ τοὺς ἄλλους εἶναι ἀνάγκη νὰ κάμουν κτῆμά τους τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ νὰ ζοῦν συνειδητὰ καὶ μὲ πολλὴ προσοχὴ τὴ χριστιανικὴ ζωή. Χωρὶς τὴν ἀρετὴ αὐτή, ποὺ ‘ναι βασίλισσα ὅλων τῶν ἀρετῶν, ὁ ἐργάτης τῆς Ἐκκλησίας δὲν ὑπηρετεῖ τοὺς ἄλλους. Ἀντίθετα ὑπηρετεῖ μόνο τὸν ἑαυτό του. Κι ὅπως πολὺ ὀρθὰ γράφει δόκιμος ἐκκλησιαστικὸς συγγραφέας, ὁ ἐργάτης τῆς Ἐκκλησίας στὴν περίπτωση αὐτὴ «δὲν ποιμαίνει, ἀλλὰ ποιμαίνεται καὶ τὸ ποιμαίνεται εἶναι κοντὰ μὲ τὸ «πιαίνεται».
Τὸν καλὸ καὶ ἀνεπαίσχυντο ἐργάτη στὰ μάτια τῶν ἄλλων δὲν τὸν ἐπιβάλλει ὁ θόρυβος κι ἡ κοσμικὴ λαμπρότητα, ἀλλὰ ἡ ταπείνωση κι ἡ ἁπλότητα. «Ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλὰ ἡ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἠσύχιον», διακηρύττει καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὸ τὸ παράδειγμα τὸ πρᾶο καὶ ταπεινό, τὸ παράδειγμα μιᾶς ἐνάρετης ὑποδειγματικῆς ζωῆς προέβαλλαν γύρω τους οἱ πλούσιοι σὲ ὑλικὰ ἀγαθά, μὰ πένητες σὲ ἐπίδειξη κι αὐτοπροβολὴ ἐργάτες τῆς ἀληθείας.
Μεγάλη χαρὰ δοκίμαζαν οἱ πιστοί, ὅταν τοὺς πλησίαζαν κι ἄκουαν τὰ λόγια τους, «λόγια ἁγνά, λόγια ζωῆς». Πιὸ μεγάλη χαρὰ ὅμως ἔνοιωθαν, ὅταν προσήρχοντο στὴν ἐκκλησιά, ποὺ ἔκτισαν οἱ Ἅγιοι, κι ἐκεῖ μὲ προσοχὴ παρακολουθοῦσαν τὴ θεία λατρεία ποὺ μ’ εὐλάβεια αὐτοὶ ἀνέπεμπαν στὸν Κύριο τακτικά. Ἡ εὐσέβεια τῶν Ἁγίων κι ἡ κατάνυξη μὲ τὴν ὁποία προσέφεραν τὸ μυστήριό της ζωῆς, τὴ Θεία Εὐχαριστία, καὶ ἔψαλλαν τοὺς ἱεροὺς ὕμνους συνεκλόνιζε τὶς καρδιὲς καὶ ἀνύψωνε τὴν ψυχὴ ὅλων σὲ ἄλλους κόσμους.
Κάθε καλὸ ὅμως καὶ κάθε ζηλευτὸ ἔργο γίνεται κατὰ κανόνα καὶ ἐπίφθονο. Καὶ τὸ πνευματικὸ καὶ σωτήριο ἔργο τῶν ἁγίων Ἠλιοφώτων φθονήθηκε ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τοῦ σκότους, τὸν διάβολο. Πολὺ φθονήθηκε.
Αὐτὴ τὴν ἐποχὴ τὸ νησί μας κυβερνοῦσε κάποιος ἡγεμόνας σκληρὸς κι ἄπιστος, ποὺ ὀνομαζόταν Σαβίνος. Ἔμαθε τὴν δράση τῶν Ἁγίων κι ἄναψε μέσα του ὁ θυμός. Χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ ἔστειλε καὶ τοὺς κάλεσε μπροστά του. Καὶ τί τοὺς ζήτησε; Οὔτε λίγο, οὔτε πολύ τοὺς ζήτησε νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστὸ καὶ Σωτῆρα μας. Νὰ ἀρνηθοῦν τὴν ὀρθὴ πίστη.
Ἡ ἀπάντηση τῶν Ἁγίων στὴν πρότασή του ὑπῆρξε κατηγορηματική.
«Νὰ ἀρνηθοῦμε τὸν Κύριο καὶ Θεό μας; Ποτέ!», εἶπαν κι οἱ πέντε μ' ἕνα στόμα. Καμιὰ δύναμη στὸν κόσμο αὐτὸν οὔτε θλίψη, οὔτε στενοχώρια, οὔτε βασανιστήρια, οὔτε κι αὐτὸς ὁ θάνατος μπορεῖ νὰ μᾶς λυγίσει τὴν ψυχὴ καὶ νὰ μᾶς κάμει ν' ἀρνηθοῦμε τὴν ἀλήθεια, τὴ σωστή μας πίστη!
Τὴ σταθερὴ ὁμολογία τῶν Ἁγίων ἀκολούθησαν τρομερὰ βασανιστήρια. Μαστίγωμα ἀνελέητο, φυλάκιση, ξέσχισμα τῆς σάρκας καὶ στὸ τέλος θάνατος μὲ ἀποκεφαλισμό.
Οἱ πιστοὶ μὲ πόνο καὶ δάκρυα πληροφορήθηκαν τὸ μαρτύριο τῶν πνευματικῶν τους Πατέρων. Ὅταν πέρασε ἡ μέρα κι ἡ νύχτα ἄρχισε νὰ σκεπάζει τὴ γῆ μὲ τὸ σκιερό της πέπλο τότε κι αὐτοὶ μ' εὐλάβεια πλησίασαν τὸν τόπο τῆς δραματικῆς ἐκτέλεσης τῶν μαρτύρων. Μὲ εὐλάβεια πλησίασαν, κι ἀφοῦ μὲ σεβασμὸ καὶ συγκίνηση περισυνέλεξαν τὰ ἱερὰ σκηνώματα, τὰ ἔθαψαν στὰ δυὸ σπήλαια, στὰ ὁποῖα οἱ Ἅγιοι συνήθιζαν νὰ προσεύχονται καὶ πάνω ἀπὸ τὰ ὁποία ἦταν κτισμένη ἡ Ἐκκλησία. Στὸ ἕνα σπήλαιο ἔθαψαν τοὺς τρεῖς καὶ στὸ ἄλλο τοὺς δυό. Ἔθαψαν τὰ μαρτυρικὰ σώματα ψάλλοντες μέσα τους μὲ δάκρυα τοῦτο τὸν ὕμνο καὶ γιὰ τοὺς πέντε:
Μαρτύρων τοῦ Χριστοῦ, τὴν πεντάριθμον δόξαν, ὑμνήσωμεν πιστοί, εὐφημίαν ᾀσμάτων, Ἠλιόφωτον, Ἀμμώνιον, Ἐπαφρόδιτον, Χουλέλαιον καὶ Εὐσθένιον οὗτοι ἤθλησαν μέχρι τομῆς καὶ θανάτου, οὗτοι στέφανον τῆς ἀφθαρσίας λαβόντες, αἰτούσι σωθήναι ἠμᾶς.
Τὰ ἅγια λείψανα τῶν μακαρίων Ὁσιομαρτύρων βρέθηκαν ἔπειτα ἀπὸ χρόνια, χάρη στὰ θαύματα ποὺ ἐγίνοντο καὶ γίνονται καὶ σήμερα στὸν τόπο, ὅπου εἶχαν ταφεῖ.
Δὲν μᾶς εἶναι δυνατὸ νὰ ἀναφερθοῦμε ἐδῶ σ’ ὅλα τὰ θαύματα τῶν Ἁγίων μὲ τὰ ὁποία ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐπιβράβευσε ἐκείνους, ποὺ μὲ πίστη κατέφυγαν στὴ χάρη τους. Θὰ σημειώσουμε μόνο δύο ἀπὸ αὐτὰ γιὰ ψυχικὴ ὠφέλεια ὅλων ἐκείνων, ποὺ θέλουν ὄχι μονάχα νὰ τὰ γνωρίσουν, μὰ καὶ νὰ πάρουν μέρος σ’ αὐτά. Καὶ μπορεῖ ὁ καθένας νὰ πάρει μέρος, ἀρκεῖ νὰ πιστέψει. Ναί! Νὰ πιστέψει πραγματικά, γιατί τὰ θαύματα, τὰ ὁποιαδήποτε θαύματα, εἶναι παιδιὰ τῆς πίστης.
α) Στὸ χωριὸ Μαλούντα ἦταν ἕνας ἱερέας ποὺ ὑπέφερε ἀπὸ καιρὸ μὲ τὰ χέρια του. Εἶχαν γεμίσει ἀπὸ ὀγκώματα, τὰ γνωστὰ μὲ τὸ ὄνομα σκάθαροι. Γιὰ θεραπεία του κατέφυγε σὲ πολλοὺς γιατροὺς τοῦ καιροῦ του μὰ τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν ἀποκαρδιωτικό. Στὸ τέλος ὁ ἱερέας κατέφυγε καὶ στοὺς Ἁγίους. Ἔκαμε τάμα καὶ μ’ εὐλάβεια πῆγε στὴν χάρη τους. Ἐκεῖ μὲ πολλή του λύπη πρόσεξε, πὼς ἔλειπαν οἱ ἱερὲς κάρες τῶν Μαρτύρων. Ἐπίσης ἔλειπε καὶ ἕνα μεγάλο μέρος ἀπὸ τὰ ἅγια λείψανα. Καταστενοχωρημένος ἔκαμε τὴν προσευχή του καὶ ξάπλωσε νὰ ξεκουραστεῖ. Σὲ λίγο, ὅταν τὸν πῆρε ὁ ὕπνος, εἶδε νὰ ἔρχονται πρὸς τὸ μέρος τοῦ πέντε ἄνδρες, ποὺ σταμάτησαν μπροστά του καὶ μὲ γλυκιὰ φωνὴ τοῦ εἶπαν:
- Γέροντα! κατανοοῦμε τὴν θλίψη σου. Ὅμως παρηγορήσου. Καὶ ἂν κλάπηκαν τὰ λείψανά μας, δὲν χάθηκε κι ἡ προστασία μας. Πήγαινε, κᾶμε ἕνα ξύλινο κουτὶ καὶ βάλε μέσα ὅτι ἔμεινε ἀπὸ αὐτά, γιὰ νὰ θυμίζουν σὲ ὅλους τὴ ζωή μας, καὶ θὰ πάρεις αὐτὸ ποὺ ποθεῖς.
Ὁ ἱερέας ἔκαμε ὅ,τι τοῦ ὑπέδειξαν οἱ Ἅγιοι. Ὅταν ξαναγύρισε κι ἄρχισε νὰ παίρνει καὶ νὰ τοποθετεῖ μέσα στὸ κουτὶ τὰ λείψανα ποὺ ἀπέμειναν, τὸ θαῦμα ἔγινε. Τὰ χέρια του θεραπεύτηκαν.
β) Μιὰ εὐλαβὴς γυναῖκα ἀπὸ τὴ Λευκωσία ἔπασχε ἀπὸ ἀνίατη ἀρρώστια. Πῆγε στὴ χάρη τῶν Ἁγίων, ἔκαμε λειτουργία καὶ στὸ τέλος ὁ ἱερέας τὴν σταύρωσε μὲ τὸ κουτί, ποὺ εἶχε μέσα τὰ ἱερὰ λείψανα. Τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ ὁ ἱερέας τὴν σταύρωνε, ἡ γυναῖκα θεραπεύτηκε. Ἔγινε τελείως καλά. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο θεραπεύτηκαν πολλοὶ ποὺ ὑπέφεραν ἀπὸ βαριὲς ποδαλγίες κι ἄλλες ἀρρώστιες.
«Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοὶς ἁγίοις αὐτοῦ» διακηρύττει ὁ ψαλμῳδός. Κι ἔχει ἀπόλυτα δίκαιο. Ὅσο καιρὸ θὰ στέκει τοῦτος ὁ κόσμος, ἡ θαυματουργικὴ χάρη τῶν Ἁγίων εἴτε ἀσκητὲς εἶναι τοῦτοι, εἴτε μάρτυρες, θὰ διαλαλεῖ παντοῦ τὰ μεγαλεία του Θεοῦ. Οἱ Ἅγιοι εἶναι οἱ ἀθλητές, ποὺ ἀγωνίστηκαν τὸν καλὸ ἀγῶνα.
Τὸ παράδειγμά τους θέλει πάντα μιμητές. Ἰδιαίτερα σήμερα.
Θὰ θελήσουμε τέτοιοι νὰ γίνουμε ἐμεῖς; Ἀλήθεια! Θὰ θελήσουμε;
Ἀπολυτίκιο Ἦχος β’.
Ἀλαμανίας τοὺς γενναίους μάρτυρας, τοὺς τὰ τῆς γῆς καταλιπόντας ἅπαντα, συνελθόντες εὐφημήσωμεν ἀστέρας ὡς φαιδρούς, Ἠλιόφωτον, Ἐπαφρόδιτον, Ἀμμώνιον καὶ Χουλέλαιον ὁμοὺ σὺν τούτοις καὶ Εὐσθένιον καταστέψωμεν, χορείαν τιμῶν τες τὴν πεντάριθμον.