Στό χωριό αὐτό τῆς Ὀρεινῆς Ναυπακτίας δίδαξε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός ὡς δάσκαλος στό σχολεῖο τοῦ χωριοῦ καί ἐκεῖ ὑπηρέτησε ἕνα μέρος τῆς στρατιωτικῆς του θητείας ὁ ἀσυρματιστής Ἀρσένιος ὁ μετέπειτα Ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ ὁποῖος πάντοτε θυμόταν μέ συγκίνηση τά μέρη αὐτά.
Ἡ Ἄνω Χώρα Ναυπακτίας εἶναι ἕνα ὄμορφο καί τουριστικά ἀνεπτυγμένο χωριό, ἰδιαίτερα τούς θερινούς μῆνες, καί δέν ὑπολείπεται σέ τίποτα ἀπό τά χωριά καί τίς κορφές τῶν Ἑλβετικῶν Ἄλπεων, ἀφοῦ τό χωριό βρίσκεται σέ ὑψόμετρο 1050 μ. μέσα σέ πυκνό ἐλατόδασος καί σέ ἀπόσταση περίπου μιάμισης ὥρας ἀπό τήν πόλη τῆς Ναυπάκτου.Στό κέντρο
τοῦ χωριοῦ δεσπόζει ὁ πετρόκτιστος Ἱερός Ναός τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. Ὁ
ἱστορικός αὐτός Ναός ἔχει τήν εὐλογία οἱ εἰκόνες τοῦ τέμπλου του νά
εἶναι φιλοτεχνημένες ἀπό τόν ἁγιογράφο ὅσιο Δανιήλ τόν Κατουνακιώτη (†
1929). Σέ κάθε ὕψωμα τοῦ χωριοῦ ὑπάρχουν ὄμορφα ἱερά Παρεκκλήσια καί
Ἐξωκκλήσια.
Τό πρωί τῆς
Κυριακῆς ὁ Σεβασμιώτατος κ. Ἱερόθεος τέλεσε τήν θεία Λειτουργία στόν
ἐμβληματικό Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, πλαισιούμενος ἀπό τόν Ἱερέα
τοῦ χωριοῦ, π. Γεώργιο Μούκα καί τούς Διακόνους π. Παΐσιο καί π.
Ἀντώνιο.
Στό κήρυγμά
του ὁ Σεβασμιώτατος, λαμβάνοντας ἀφορμή ἀπό τούς Ὀλυμπιακούς ἀγῶνες πού
γίνονται αὐτήν τήν ἐποχή στό Παρίσι, ἀνέλυσε τρία χωρία τοῦ Ἀποστόλου
Παύλου, ὁ ὁποῖος λαμβάνοντας εἰκόνες ἀπό τούς ἀθλητικούς ἀγῶνες, πού
γίνονταν στήν ἐποχή του, προσήρμοζε στούς πνευματικούς ἀγῶνες πού ἔχουμε
νά κάνουμε ὡς Χριστιανοί.
Τό πρῶτο
χωρίο (Α΄Κορ. θ΄, 24-27) ἀναφέρεται στό πῶς πρέπει νά γίνονται οἱ
πνευματικοί ἀγῶνες. Στούς ἀθλητικούς ἀγῶνες ἐκείνης τῆς ἐποχῆς μόνον
ἕνας, ὁ νικητής ἔπαιρνε τό βραβεῖο, τό στεφάνι, δέν γινόταν ὅπως σήμερα
νά εἶναι τρεῖς νικητές πού παίρνουν τό χρυσό, τό ἀσημένιο καί τό χάλκινο
μετάλιο.Γράφει ὅτι στούς ἀθλητικούς ἀγῶνες ὅλοι τρέχουν στό στάδιο,
ἀλλά ἕνας λαμβάνει τό βραβεῖο, ὅμως στούς πνευματικούς ἀγῶνες ὅσοι
τρέχουν βραβεύονται. Ἐπίσης οἱ ἀθλητές πού ἑτοιμάζονται γιά τούς ἀγῶνες
ὅλα τά ἐγκρατεύονται γιά νά λάβουν ἕνα στεφάνι πού μαραίνεται, ἐμεῖς
ὅμως πού ἀγωνιζόμαστε θά λάβουμε ἀμάραντο στεφάνι, τήν αἰώνια ζωή.
Στήν
συνέχεια, χρησιμοποιώντας τήν εἰκόνα ἀπό τούς ἀγῶνες τοῦ δρόμου καί τῆς
πυγμαχίας γράφει ὅτι ὁ ἴδιος τρέχει καί παλεύει πνευματικά ἔχοντας
συγκεκριμένο σκοπό καί ταλαιπωρεῖ τό σῶμα του, ὥστε νά μή ἀποδειχθῆ
ἀδόκιμος, ἐνῶ κηρύττει στούς ἄλλους νά ἀγωνίζονται.
Τό δεύτερο
χωρίο (Ἐφ. στ΄, 10-12) προέρχεται ἀπό τούς ἀθλητικούς ἀγῶνες τῆς πάλης,
καί γράφει ὅτι δέν ἔχουμε νά παλέψουμε μέ ἀνθρώπους, ἀλλά μέ τίς ἀρχές
καί ἐξουσίες, μέ τούς κοσμοκράτορες τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου μέ τά
πονηρά πνεύματα, τοῦ διαβόλου. Γι’ αυτό τούς συνιστᾶ νά φορέσουν τήν
πανοπλία πού δίνει ὁ Θεός γιά νά μπορέσουν νά ἀντιμετωπίσουν τίς
μεθοδεῖες τοῦ διαβόλου.
Τό τρίτο
χωρίο (Β΄Τιμ. δ΄, 6-8) λαμβάνοντας εἰκόνες ἀπό τούς ἀθλητικούς ἀγῶνες
τῆς ἐποχῆς του, γράφει, ἐνῶ βρίσκεται στό τέλος τῆς ζωῆς του ὅτι
ἀγωνίστηκε τόν καλό ἀγῶνα τῆς πίστεως, ἔτρεξε τόν δρόμο ὡς τό τέλος,
φύλαξε τήν πίστη καί ἀναμένει τό στεφάνι τῆς δικαιοσύνης πού θά τοῦ δώση
Ἐκεῖνος ὁ δίκαιος Κριτής καί σέ αύτόν καί σέ καθένα πού ἀγαπᾶ τήν
ἔνδοξη ἐμφάνισή του.
Στήν συνέχεια
ὁ Σεβασμιώτατος εἶπε ὅτι τά τρία αὐτά χωρία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου
δείχνουν ὅτι ὅλη ἡ ζωή μας εἶναι ἕνα πνευματικό στάδιο καί καλούμαστε σέ
αὐτήν τήν ζωή νά ἀγωνιζόμαστε γιά νά τηροῦμε τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ,
νά παλεύουμε μέ τόν διάβολο καί νά ἀναμένουμε τό ἀμάραντο στεφάνι ἀπό
τόν δίκαιο Κριτή, ὄχι ἀπό ἄδικους ἀνθρώπους.
Δυστυχῶς
σήμερα οὔτε ἔχουμε σαφῆ συνείδηση τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα ἐναντίον τοῦ
σατανᾶ, οὔτε ἀναμένουμε στεφάνι ἀπό τόν Χριστό, ἀλλά ἀρκούμαστε στήν
ἀπόλυτη αἰσθησιοκρατία καί ἠδονοκρατία καί καθόμαστε στίς κερκίδες ὡς
θεατές τῶν ἀγώνων τῶν ἁγίων. Ὅμως πρέπει νά ἀγωνιζόμαστε πνευματικά γιά
νά λἀβουμε τό στεφάνι τῆς ζωῆς ἀπό τόν δίκαιο Κριτή.
*
Μετά τό πέρας τῆς θείας Εὐχαριστίας ὁ Σεβασμιώτατος περπάτησε στόν λιθόστρωτο δρόμο τοῦ χωριοῦ, χαιρέτησε καί εὐλόγησε τούς κατοίκους καί τούς παραθεριστές καί παρακάθισε σέ καφενεῖο τοῦ χωριοῦ, ὅπου συζήτησε μέ τούς ἀνθρώπους γιά διάφορα ἐπίκαιρα θέματα.