Tην Τετάρτη 29 Απριλίου το
πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ.
Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο (κεκλεισμένων των θυρών)
στο καθολικό της Ιεράς Μονής Παναγίας Δοβρά Βεροίας, επί τη εορτή του Αγίου Σωσιπάτρου του Βεροιέως.
Ο Σεβασμιώτατος μεταξύ άλλων ανέφερε στο κήρυγμα του: «Ἀσπάζεται ὑμᾶς … Ἰάσων καί Σωσίπατρος οἱ συγγενεῖς μου». Στόν ἐπίλογο τῆς ἐπιστολῆς του πρός τούς χριστιανούς τῆς Ρώμης ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος Παῦλος δέν παραλείπει, ὅπως καί στίς ἄλλες ἐπιστολές, νά μεταφέρει τούς χαιρετισμούς τῶν συνεργατῶν του πρός τήν Ἐκκλησία στήν ὁποία ἀπευθύνεται.
Ἀναφέρει ἐκείνους οἱ ὁποῖοι βρίσκονται μαζί του, ἀλλά καί ὅσους τόν εἶχαν συνοδεύσει πιθανόν στήν προηγούμενη ἐπίσκεψή του στήν Ἐκκλησία πρός τήν ὁποία τώρα γράφει. Καί τούς ἀναφέρει γιά νά δείξει τή σχέση καί τήν ἑνότητα πού ὑπάρχει καί πρέπει νά ὑπάρχει μεταξύ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι σῶμα Χριστοῦ.
Μέ αὐτή τήν ἔννοια ἀναφέρεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος μεταξύ ἄλλων καί στούς δύο αὐτούς συνεργούς του, τόν Ἰάσονα καί τόν Σωσίπατρο, καί μεταφέρει τόν ἀσπασμό τους πρός τούς χριστιανούς τῆς Ρώμης. «Ἀσπάζεται ὑμᾶς … Ἰάσων καί Σωσίπατρος οἱ συγγενεῖς μου».
Δέν ἦταν συγγενεῖς του ὁ Ἰάσων καί Σωσίπατρος. Τόν πρῶτο, τόν Ἰάσονα, τόν εἶχε γνωρίσει στήν Θεσσαλονίκη, ὅπου πῆγε ὁ ἀπόστολος μετά τούς Φιλίππους. Καί ἐκεῖνος τόν εἶχε φιλοξενήσει στό σπίτιτου, τόν εἶχε προστατεύσει ἀπό τούς Ἰουδαίους καί τόν ὄχλο πού εἶχαν ξεσηκωθεῖ ἐναντίον του καί τόν εἶχε βοηθήσει μαζί μέ ἄλλους νά φύγει ἀπό τή Θεσσαλονίκη καί νά σωθεῖ.
Τόν δεύτερο, τόν Σωσίπατρο, τόν συνάντησε στήν πόλη τῆς Βέροιας, καί ἐκεῖνος τόν ἀκολούθησε μαζί μέ τόν Ἰάσονα, γιά νά βρεθοῦν ἀργότερα μαζί νά κηρύσσουν τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ στήν Κέρκυρα καί νά μαρτυρήσουν γιά τήν πίστη τους.
Γιατί ὅμως, ἀφοῦ δέν εἶναι συγγενεῖς του κατά σάρκα τούς ὀνομάζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος συγγενεῖς του;
Τό κάνει, γιατί ἔτσι τούς αἰσθάνεται. Γιατί οἱ δύο αὐτοί ἀπόστολοι, ὁ Θεσσαλονικεύς Ἰάσων καί ὁ Βεροιεύς Σωσίπατρος, τῶν ὁποίων τή μνήμη ἑορτάζουμε σήμερα, εἶναι συγγενεῖς του ἐν Πνεύματι, καθώς μοιράζονται τήν κοινή πίστη καί ἀγάπη στόν Ἰησοῦ Χριστό,
καθώς στάθηκαν δίπλα του, τόν συνόδευσαν στίς ἀποστολικές του
περιοδεῖες, κινδύνευσαν μαζί του γιά τόν ἴδιο ἱερό σκοπό, τόν εὐαγγελισμό τῶν ἀνθρώπων, ὑπέμειναν γιά χάρη του ταλαιπωρίες καί κόπους. Ἔκαναν γιά τόν ἀπόστολο Παῦλο περισσότερα καί ἀπό αὐτά πού θά περίμενε κανείς ἀπό πρόσωπα μέ τά ὁποῖα συνδεόταν μέ δεσμούς αἵματος καί σαρκική συγγένεια.
Καί δέν θά μποροῦσε νά συμβεῖ διαφορετικά, ἐφόσον ἡ πνευματική σχέση, ἡ σχέση ἐν Χριστῷ, τήν ὁποία εἶχε ὁ ἀπόστολος Παῦλος μέ τούς συνεργούς του εἶναι κατά πολύ ὑψηλότερη καί ἀνώτερη ἀπό ὁποιαδήποτε ἀνθρώπινη καί συγγενική σχέση.
Καί εἶναι ὄντως ἐξαιρετικά τιμητικό νά ὀνομάζει ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος τόν ἅγιο Σωσίπατρο συγγενῆ του. Εἶναι ὅμως καί ἐξίσου τιμητικό καί γιά μᾶς, πού εἴμεθα συμπολίτες του, ἀρκεῖ βεβαίως νά μήν εἴμεθα συμπολίτες του ἁπλῶς στήν καταγωγή ἀλλά καί στόν τρόπο τῆς ἀναστροφῆς μας καί στή ζωή μας.
Διότι ὅλοι μας ἔχουμε τή δυνατότητα νά ἀπολαμβάνουμε αὐτή πνευματική συγγένεια, καθώς, ὅπως γράφει καί πάλι ὁ ἀπόστολος
Παῦλος, ὅσοι πιστεύουμε στόν Χριστό εἴμεθα «συμπολῖτες τῶν ἁγίων καί
οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ», ἐνῶ ἰσχύει καί γιά μᾶς αὐτό τό ὁποῖο εἶπε ὁ Χριστός
στούς μαθητές του, ὅτι δηλαδή τούς θεωρεῖ φίλους του καί ὄχι δούλους
του.
Γιά νά ἰσχύουν ὅμως αὐτά καί γιά μᾶς, θά πρέπει νά ζοῦμε ὅπως ζοῦσε καί ὁ ἅγιος Σωσίπατρος πού τιμοῦμε σήμερα. Θά πρέπει νά ζοῦμε καί ἐμεῖς ὄχι μόνο ὡς κατ᾽ ὄνομα χριστιανοί, ἀλλά ὡς γνήσιοι μαθητές τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ ἀποστόλου Παύλου, νά ζοῦμε δηλαδή ἀκολουθώντας τά ἴχνη τῶν ἁγίων μας, νά ζοῦμε πραγματικά καί ὄχι ἐπιφανειακά τήν ἐν Χριστῷ ζωή. Θά πρέπει νά ταυτιζόμεθα στίς σκέψεις, στίς ἐπιθυμίες, στίς ἐπιδιώξεις, στούς στόχους μας μέ τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, γιατί ἐάν κανείς δέν ταυτίζεται καί δέν ἀγωνίζεται νά ταυτισθεῖ μέ αὐτό, ἐάν οἱ ἐπιθυμίες του καί οἱ ἐπιδιώξεις του ἀντί νά τόν κάνουν νά προσεγγίζει τόν Χριστό, τόν ἀπομακρύνουν ἀπό Αὐτόν, τότε δέν μπορεῖ νά θεωρεῖται οὔτε φίλος τοῦ Χριστοῦ, οὔτε συγγενής τῶν ἀποστόλων, οὔτε συμπολίτης τῶν ἁγίων.
Ἐάν
ὅμως ἀγωνιζόμεθα, ὥστε ἡ ζωή μας νά εἶναι ζωή Χριστοῦ, ἐάν ἀγωνιζόμεθα ἡ
πορεία μας νά ἔχει ὡς πρότυπο τή ζωή τῶν ἁγίων, τή ζωή τοῦ συμπολίτου
μας ἀποστόλου Σωσιπάτρου, ἐάν ὁμολογοῦμε καί ἐμεῖς μέ τά ἔργα καί τή ζωή μας τόν Χριστό, ὅπως καί ἐκεῖνος, ἐάν μποροῦμε καί ἐμεῖς νά ἐπαναλαμβάνουμε αὐτό πού λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι «ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός», τότε θά μποροῦμε νά ἀπολαμβάνουμε καί ἐμεῖς μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τίς πρεσβεῖες τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἀπόστολου Σωσιπάτρου τοῦ Βεροιέως τήν τιμή τῆς πνευματικῆς αὐτῆς συγγενείας πού ἀπήλαυσε καί ἐκεῖνος ὡς συνεργάτης καί συνέκδημος τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου Παύλου.