Την
Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου το απόγευμα διοργανώθηκε από τη Μονάδα Φροντίδας
Ηλικιωμένων « ΑΛΚΜΗΝΗ» στην Τερπνή Σερρών εσπερίδα με θέμα: «ΑΓΙΟΣ
ΛΟΥΚΑΣ ΣΥΜΦΕΡΟΥΠΟΛΕΩΣ: Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ, Ο ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ, Ο ΙΑΤΡΟΣ».
Αρχικά
τελέστηκε αρχιερατικός εσπερινός στο παρεκκλήσιο του Αγίου Λουκά, εντός
της Μονάδας, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σερρών και
Νιγρίτης κ. Θεολόγου.
Ακολούθησαν
οι εργασίες της Εσπερίδας στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο στο προαύλειο
της Μονάδας. Την εσπερίδα παρακολούθησαν οι τοπικές αρχές, εκπρόσωποι
της ιατρικής κοινότητας, οι ένοικοι και το προσωπικό της Μονάδας και
περισσότεροι από 400 κληρικοί και λαϊκοί.
Την
Εσπερίδα παρουσίασε με επιτυχία η Διευθύντρια της Μονάδας κ. Μαρία
Αναστασιάδου, ενώ χαιρετισμό απηύθυνε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης
Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγος.
Πρώτος
εισηγητής ήταν ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και
Καμπανίας κ. Παντελεήμων, ο οποίος αναφέρθηκε σε βιογραφικά στοιχεία του
Αγίου επικεντρώνοντας στην επισκοπική του ιδιότητα, καθώς επίσης και
στην τιμή του Αγίου στην Ελλάδα.
Δεύτερη
εισηγητής ήταν η Ελλογ. Καθηγήτρια Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ κ. Βασιλική
Κώστα η οποία επικεντρώθηκε στην ιατρική και διδασκαλική ιδιότητα του
Αγίου Λουκά.
Μετά
τις εισηγήσεις προβλήθηκε μαγνητοσκοπημένη παράσταση του θεατρικού
έργου «Άγιος Λουκάς ο ιατρός, εργάτης στον αμπελώνα του Κυρίου», που
παρουσίασε πρόσφατα το θεατρικό εργαστήρι της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας,
Ναούσης και Καμπανίας στο πλαίσιο των ΚΔ´Παυλείων.
Το θεατρικός έργο συνέγραψε ο Αρχιμ. Αρσένιος Χαλδαιόπουλος και σκηνοθέτησε ο Μοναχός Γεράσιμος Μπεκές.
Στο τέλος της Εσπερίδας παρατἐθηκε δείπνο στους συντελεστές και σε όλους όσοι παρακολούθησαν τις εργασίες της.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Η ομιλία του Σεβ. Μητροπολίτου Βεροίας :
Μέ ἰδιαίτερη χαρά βρισκόμεθα σήμερα κοντά σας, ἐδῶ στήν Τερπνή καί στό ὑπέροχο αὐτό ἵδρυμα ἀγάπης πού ἵδρυσε ἡ οἰκογένεια Ἀναστασιάδη, στήν «Ἀλκμήνη».
Εὐχαριστοῦμε θερμότατα γιά τήν πρόσκληση τόν Σεβασμιώτατο ποιμενάρχη σας καί ἀγαπητό ἐν Χριστῷ ἀδελφό κύριο Θεολόγο, καί, βεβαίως, τήν οἰκογένεια Ἀναστασιάδη, πού μᾶς δίνουν ἀπόψε αὐτή τήν εὐκαιρία ἐπικοινωνίας μαζί σας μέ τήν προβολή μιᾶς θεατρικῆς παραστάσεως πού ἔχει ὡς θέμα τή ζωή ἑνός συγχρόνου καί ἐξαιρετικά προσφιλοῦς καί θαυματουργοῦ ἁγίου, τοῦ ἁγίου Λουκᾶ, ἀρχιεπισκόπου Συμφερουπόλεως, τοῦ ἰατροῦ. Μιᾶς παρουσιάσεως τῆς ζωῆς τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ἁγίου μέσα ἀπό τά ἴδια του τά λόγια καί τά συγγράμματα, πού παρουσιάσθηκε τόν περασμένο Ἰούνιο στό πλαίσιο τῶν Παυλείων, τῶν ἐκδηλώσεων πού ὀργανώνει ἡ Ἱερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας πρός τιμήν τοῦ ἱδρυτοῦ της, τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου Παύλου, ἀπό τό θεατρικό ἐργαστήριο τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως σέ κείμενα τοῦ π. Ἀρσενίου Χαλδαιόπουλου καί σκηνοθετική ἐπιμέλεια καί συμμετοχή τοῦ π. Γερασίμου Μπεκέ, καί ἡ ὁποία βιντεοσκοπήθηκε ἀπό τόν ἐκκλησιαστικό τηλεοπτικό σταθμό 4Ε.
Ποιός εἶναι ὅμως ὁ ἅγιος Λουκᾶς, ὁ ἰατρός καί ἐπίσκοπος, καί ποιά εἶναι ἡ ζωή καί ἡ πορεία του μέσα ἀπό τήν ὁποία ἁγιάσθηκε καί ἔλαβε τόση χάρη ἀπό τόν Θεό;
Ἐπιτρέψτε μου νά πῶ λίγα λόγια γι᾽ αὐτόν τόν μεγάλο ἅγιο τῆς ἐποχῆς
μας, γιά νά τόν γνωρίσετε ὅσοι δέν τόν ξέρετε, ἀλλά κυρίως νά μπορεῖτε
νά παρακολουθήσετε τήν προβολή πού θά ἀκολουθήσει, ἀκόμη καί ὅσοι τόν
γνωρίζετε.
Γεννήθηκε τό 1877 στό Κέρτς τῆς Κριμαίας, σέ μία πόλη πού ἦταν παλαιά ἑλληνική ἀποικία. Ἦταν ἔφηβος ἀκόμη, ὅταν ἡ οἰκογένειά του μετακόμισε στό Κίεβο, μετά τήν οἰκονομική καταστροφή τοῦ πατέρα του, πού ἦταν φαρμακοποιός. Σπούδασε ἀρχικά ζωγραφική στήν Ἀκαδημία Καλῶν Τεχνῶν τῆς Πετρουπόλεως καί στό Μόναχο, στή συνέχεια ὅμως ἀποφάσισε νά σπουδάσει ἰατρική γιά νά μπορεῖ νά βοηθᾶ τούς ἀνθρώπους καί ἰδιαιτέρως τούς φτωχούς χωρικούς.
Παρότι ἤθελε πολύ νά ἐργασθεῖ ὡς ἀγροτικός ἰατρός, βρέθηκε νά ἐργάζεται ὡς χειρουργός σέ ἕνα στρατιωτικό νοσοκομεῖο τοῦ Ἐρυθροῦ Σταυροῦ στήν Ἀνατολική Σιβηρία, στά χρόνια τοῦ ρωσοϊαπωνικοῦ πολέμου.
Παντρεύτηκε μία εὐσεβῆ νοσηλεύτρια, τήν Ἄννα, καί ἀπέκτησαν τέσσερα παιδιά. Στίς ἀρχές τοῦ 1917 καί ἐνῶ βρισκόταν μέ τήν οἰκογένειά του στή Μόσχα, ἡ σύζυγός του ἀρρώστησε ἀπό φυματίωση. Στό μεταξύ μετακόμισαν στήν Τασκένδη, ὅπου εἶχε διορισθεῖ ἀρχίατρος στό μεγάλο δημοτικό νοσοκομεῖο.
Παρότι τό ἤπιο κλίμα τῆς Τασκένδης σέ ἀντίθεση μέ τό ψυχρό τῆς Μόσχας ὠφέλησε προσωρινά τήν ὑγεία τῆς συζύγου του, ἡ κατάστασή της ἐπιβαρύνθηκε καί τήν ὁδήγησε στόν θάνατο σέ ἡλικία μόλις 38 ἐτῶν.
Τά τέσσερα ἀνήλικα παιδιά τους βρῆκαν τή στοργή στή Σοφία, μία νοσοκόμα, πού εἶχε χάσει τόν ἄνδρα της καί δέν εἶχε παιδιά, ὅπως γράφει ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος Λουκᾶς. Σέ ἐκείνην ἐμπιστεύθηκε τή φροντίδα καί τήν ἀνατροφή τους μέ τή βεβαιότητα ὅτι τήν εἶχε στείλει ὁ Θεός, ἀνταποκρινόμενος στήν προσευχή του, γιά νά εἶναι «ἀποκλειστικά καί μόνο δεύτερη μητέρα γιά τά παιδιά μου», γράφει ὁ ἅγιος Λουκᾶς.
Ἡ δοκιμασία αὐτή τῆς χηρείας ἐξελίσσεται στήν ψυχή του σέ κλήση τοῦ Θεοῦ νά τόν διακονήσει ὡς κληρικός. Τά χρόνια εἶναι ἐξαιρετικά δύσκολα γιά τούς πιστούς καί τήν Ἐκκλησία στή Ρωσία, καθώς τό καθεστώς πού ἐπιβλήθηκε μετά τήν ἐπανάσταση τοῦ 1917 ἦταν ἄθεο καί ἐννοοῦσε νά ἐπιβάλλει τήν ἀθεΐα παντοῦ, ἁλώνοντας τήν Ἐκκλησία καί ἀλλοιώνοντας τό φρόνημα τῶν πιστῶν μέ τή δημιουργία μιᾶς ἐλεγχόμενης ἀπό τό κράτος Ἐκκλησίας, τῆς λεγόμενης «ζωντανῆς Ἐκκλησίας».
Ὁ ἅγιος Λουκᾶς εἶναι ἀκόμη λαϊκός, ἀλλά δίδει ἤδη τήν ὁμολογία τῆς πίστεως, καθώς ἀρνεῖται νά χειρουργήσει χωρίς τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας, πού εἶχε πάντοτε στό χειρουργεῖο καί στήν ὁποία προσευχόταν γιά λίγα λεπτά πρίν νά σχηματίσει μέ ἕνα βαμβάκι ποτισμένο σέ ἰώδιο στό σῶμα τοῦ ἀσθενοῦς τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καί νά ἀρχίσει τήν ἐπέμβαση, καί τήν ὁποία εἶχαν ἀφαιρέσει οἱ κρατικές ἀρχές.
Ἡ ἀπαίτησή του γιά ἐπιστροφή τῆς εἰκόνος τῆς Παναγίας λαμβάνει διαστάσεις, ὅταν πρόκειται νά χειρουργηθεῖ ἡ σύζυγος ἑνός κομματικοῦ στελέχους καί θέλει νά χειρουργηθεῖ μόνο ἀπό τόν ἅγιο Λουκᾶ, ὁ ὁποῖος ἐπιμένει ὅμως νά ἐπιστραφεῖ ἡ εἰκόνα γιά νά μπεῖ καί πάλι στό χειρουργεῖο.
Ἡ προϋπόθεση πού θέτει γίνεται ἐξ ἀνάγκης δεκτή, καί ἡ ὁμολογία αὐτή τῆς πίστεώς του θά γίνει ἡ ἀπαρχή μιᾶς διαρκοῦς πορείας ὁμολογίας τῆς πίστεως καί διωγμῶν χάριν αὐτῆς πού θά ὑπομείνει ὁ ἅγιος Λουκᾶς μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του. Καί ὁ ἅγιος Λουκᾶς τολμᾶ πάντοτε νά τήν ὁμολογεῖ ἐνώπιον τοῦ ἀθέου καθεστῶτος.
Μέ μία τέτοια εὐκαιρία, στή δίκη τοῦ ἐπισκόπου τῆς Τασκένδης, ὁ ἅγιος Λουκᾶς δέχεται ἀπό τόν ἀρχιεπίσκοπο Ἰννοκέντιο τήν πρόσκληση νά ἱερωθεῖ. «Γιατρέ, πρέπει νά γίνετε ἱερέας», τοῦ εἶπε ὁ ἀρχιεπίσκοπος καί ἐκεῖνος, ὅπως σημειώνει, δέχθηκε τά λόγια του ὡς κλίση τοῦ Θεοῦ. «Σεβασμιώτατε, ἄν εἶναι θέλημα Θεοῦ νά γίνω ἱερέας, θά γίνω».
Τήν ἑπόμενη Κυριακή χειροτονήθηκε διάκονος καί τήν ἡμέρα τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ 1921 ἱερέας.
Συγχρόνως μέ τά ἱερατικά του καθήκοντα συνέχισε νά διδάσκει καί στό Πανεπιστήμιο τῆς Τασκένδης, ἀνατομία καί χειρουργική, φορώντας μάλιστα τό ράσο καί τόν ἐπιστήθιο σταυρό του, πού ἦταν ἀκόμη ἐπιτρεπτά.
Κήρυττε καί ὀργάνωνε συζητήσεις γιά θεολογικά θέματα πού προσείλκυαν πολλούς ἀκροατές. Οἱ δυσκολίες πού ἄρχισε σιγά-σιγά νά ἀντιμετωπίζει ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στή Ρωσία, οἱ ἀπομακρύνσεις καί οἱ ἐξορίες κληρικῶν καί κυρίως ἐπισκόπων, ὁδήγησε σύντομα τόν πατριάρχη Τύχωνα νά συγκατατεθεῖ στήν ἐκλογή καί χειροτονία του ὡς ἐπισκόπου.
Ἡ κουρά καί ἡ χειροτονία του τόν Μάϊο τοῦ 1923 ἔγιναν ἐντελῶς μυστικά πρός ἀποφυγήν ἀντιδράσεις ἀπό τίς κρατικές ἀρχές.
Μία ἑβδομάδα μετά τήν χειροτονία του σέ ἐπίσκοπο, ἡ ἀστυνομία χτύπησε τήν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του. Ἔκανε ἔρευνα καί στή συνέχεια τόν συνέλαβε. Ἔτσι ἄρχισε μία περίοδος διωγμῶν, φυλακίσεων καί ἐξοριῶν πού θά κρατήσει μέ μικρές διακοπές εἴκοσι περίπου χρόνια.
Οἱ ἀνακρίσεις εἶναι συνεχεῖς καί κουραστικές, οἱ συνθῆκες κρατήσεως ἄθλιες, οἱ ταλαιπωρίες τῶν μετακινήσεων ἀπό τόπο σέ τόπο, ἀπό ἐξορία σέ ἐξορία ἐξαντλητικές,
φθείρουν προοδευτικά τήν ὑγεία του. Ὅμως ὁ ἀρχιεπίσκοπος Λουκᾶς
στέκεται ἀκλόνητος καί ὑπομένει ὅλες τίς ταλαιπωρίες μέ πίστη στόν Θεό,
ὥστε δικαιολογημένα νά γράφει στό τέλος τῆς ζωῆς του μέ παρρησία ὅτι ἀγάπησε τό μαρτύριο.
Ὅπου καί ἄν βρεθεῖ, ἀπό τή Μόσχα μέχρι τά ἀπομακρυσμένα χωριά τῆς Σιβηρίας καί τοῦ ἀρκτικοῦ ὠκεανοῦ, προσφέρει σέ ὅλους ἀγάπη, θεραπεύει τίς ἀσθένειές τους, τούς χειρουργεῖ μέ ἀνύπαρκτα
μέσα, διακονεῖ τίς ἀνάγκες τους ὡς ἐπίσκοπος, τούς δίνει τήν εὐλογία
του, τούς παρηγορεῖ στά δύσκολα χρόνια τῆς ἀθεΐας πού διέρχονται.
«Ἐκείνη τή δύσκολη ἐποχή», θά γράψει ὁ ἴδιος ἀργότερα, «εἶχα αἰσθανθεῖ ἔντονα δίπλα μου τήν παρουσία τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου. Ἔνιωθα πώς μέ στηρίζει καί μέ ἐνθαρρύνει».
Ἡ μία ἐξορία διαδέχεται τήν ἄλλη, ἐνῶ ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας του ἐπιδεινώνεται ἀπό τίς ταλαιπωρίες καί τίς κακουχίες πού ὑφίσταται. Μέσα ὅμως σέ ὅλα αὐτά ὁ Χριστός τοῦ δίδει πάντοτε σημεῖα τῆς παρουσίας του γιά νά τόν ἐνισχύει στήν ὥρα τῶν πειρασμῶν, ὥστε νά βρεῖ τή δύναμη νά σηκωθεῖ καί πάλι, ἀκόμη καί ὅταν κάποια στιγμή λυγίζει.
Ὁ
ἅγιος Λουκᾶς συλλαμβάνεται καί ἐξορίζεται τρεῖς φορές μέσα σέ εἴκοσι
χρόνια, ἀπό τό 1923 μέχρι τό 1943, καί περνᾶ τά περισσότερα ἀπό αὐτά
στίς φυλακές καί τίς ἐξορίες.
Στίς 26 Φεβρουαρίου τοῦ 1945 τελεῖ γιά πρώτη φορά τή θεία Λειτουργία ὡς ἀρχιεπίσκοπος Ταμπώφ
καί λέει στό κήρυγμά του: «Δεκαπέντε χρόνια ἦταν κλειστό τό στόμα μου.
Τώρα ὅμως μπορῶ νά ξαναμιλήσω καί νά κηρύξω τόν λόγο τοῦ Θεοῦ …». Ἕνα
χρόνο ἀργότερα μετατίθεται στήν ἀρχιεπισκοπή Συμφερουπόλεως καί Κριμαίας, ὅπου θά μείνει μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του. «Χρειάζομαι τίς καρδιές σας», λέγει στούς ἀνθρώπους. «Δῶστε μου τίς καρδιές σας». Καί ὁ λαός τοῦ ἀνταποδίδει τήν ἀγάπη πού τούς προσφέρει.
Παρόλα αὐτά ἡ κατάσταση δέν εἶναι εὔκολη γιά τόν ἀρχιεπίσκοπο Λουκᾶ. Στό πλαίσιο τῆς ἀντιθρησκευτικῆς προπαγάνδας παρακολουθεῖται ὁ ἴδιος, ἡ ἀλληλογραφία καί οἱ τηλεφωνικές του ἐπικοινωνίες ἀπό τό σοβιετικό καθεστώς, πού κλείνει καί καταστρέφει χιλιάδες ναούς σέ ὅλη τή χώρα.
Ἐκεῖνος συνεχίζει ἀπτόητος νά ἐργάζεται γιά τό ποίμνιό του παρά τίς δυσκολίες καί παρά τό γεγονός ὅτι ἀπό τό 1956 εἶχε χάσει τήν ὅρασή του. «Δέχθηκα», γράφει, «τό θέλημα τοῦ Θεοῦ νά μείνω τυφλός μέχρι τό θάνατό μου μέ ἤρεμη ψυχή, μέ εὐγνωμοσύνη καί πλήρη ἐμπιστοσύνη στό Θεό».
Τελεῖ
τήν τελευταία του θεία Λειτουργία τά Χριστούγεννα τοῦ 1960, ἀλλά
συνεχίζει νά κηρύττει μέχρι τήν Κυριακή τῆς Τυρινῆς. Στή συνέχεια
ἀφοσιώνεται στήν προετοιμασία γιά τή συνάντησή του μέ τόν Θεό, καθώς
αἰσθάνεται ὅτι τό τέλος πλησιάζει.
Τήν
Κυριακή 11 Ἰουνίου τοῦ 1961, ἑορτή πάντων τῶν ἐν Ρωσίᾳ ἁγίων, ὁ ἅγιος
Λουκᾶ πορεύεται τή μακαρία ὁδό πρός τόν οὐρανό. Ὁ λαός τῆς Κριμαίας
θρηνεῖ γιά τόν ἀρχιεπίσκοπό του καί ἀπαιτεῖ μεγαλοπρεπῆ ἐξόδιο
ἀκολουθία, τήν ὁποία τό ἄθεο καθεστώς ἀπαγορεύει, γιατί δέν θέλει νά δοθεῖ δημοσιότητα στό γεγονός. «Δέν θά ἐπιτρέψουν νά μοῦ ψάλετε οὔτε τό Ἅγιος ὁ Θεός», εἶχε προείπει ὁ ἅγιος.
Ὅμως ἡ ἐπιμονή τῶν πιστῶν ὑπερισχύει καί ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία τελεῖται ὅπως ἁρμόζει, ἐνῶ ὁ τάφος του γίνεται πηγή θαυμάτων γιά ὅσους προστρέχουν καί αἰτοῦνται τή θεραπεία.
Τό 1995 ἡ Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας ἀποφάσισε τήν Ἁγιοκατάταξή του καί μερικούς μῆνες ἀργότερα ἔγινε ἡ ἀνακομιδή τῶν λειψάνων του καί ἡ μεταφορά τους λιτανευτικά καί πανηγυρικά στόν ἱερό ναό τῆς ἁγίας Τριάδος, ὅπου λειτουργοῦσε
ἐπί δεκαπέντε χρόνια. Ἐκεῖ βρίσκονται μέχρι σήμερα ὡς πηγή ἁγιασμοῦ καί
ἰαμάτων γιά ὅσους τόν τιμοῦν καί αἰτοῦνται τή χάρη του.
Αὐτός εἶναι ὁ ἅγιος Λουκᾶς, τοῦ ὁποίου τή ζωή θά παρακολουθήσετε σέ λίγο.
Σύζυγος, πατέρας, ἰατρός, χειρουργός, μοναχός, ἱερέας, ἀρχιερέας, στόν πόλεμο, στήν εἰρήνη, στή φυλακή, στήν ἐξορία, στή φτώχεια, στά βασανιστήρια, στούς διωγμούς, στήν προδοσία, στά τραπέζια τῶν συσιτίων, στίς ἁγίες Τράπεζες τῶν ἱερῶν ναῶν, στά χειρουργικά τραπέζα, ὁ ἅγιος Λουκᾶς κήρυττε «Χριστόν ἐσταυρωμένον καί ἀναστάντα», ὁμολογοῦσε πίστη θαυματουργό, ἀφοσίωση ἀγάπης, ἐλπίδα καί καρτερία, δίδασκε τό ἀκατάβλητο καί ἀκατανίκητο ἦθος τῆς χριστιανικῆς μεγαλοκαρδίας, τήν ἔναντι ὅλων τῶν πολιτευμάτων καί ἰδεολογιῶν ὑπεροχή τοῦ πολιτεύματος τῶν ἀληθινῶν χριστιανῶν.
Γράφοντας
τήν πνευματική του διαθήκη στά παιδιά καί τά ἐγγόνια του ὁ ἴδιος ὁ
ἅγιος περιγράφει τή ζωή του καί τούς συμβουλεύει: «Ἦταν σκληρή καί
δύσκολη ἡ ζωή μου, ἀλλά οὐδέποτε προσευχήθηκα στόν Θεό νά γίνει εὔκολη. Διότι εἶναι ‟στενή καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ζωήν καί ὀλίγοι εἰσίν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν.” Καί ἀκόμη ‟διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.”
Γιά πολύ καιρό καί μέ μεγάλη ἐπιμονή ἔπλεα κόντρα στό ρεῦμα, καί σέ σᾶς, τά παιδιά μου, κληροδοτῶ νά πλέετε κόντρα στό ρεῦμα, ὅσο δύσκολο καί ἄν εἶναι αὐτό. Νά ἀποστρέψετε τό βλέμμα σας καί τήν καρδιά σας ἀπό ἐκείνη τή μεγάλη πλειοψηφία τῆς ἀνθρωπότητος πού ἐπιδιώκει ὄχι τούς ὑψηλούς στόχους, ἀλλά ἐκείνους πού εἶναι πιό εὔκολα νά ἐπιτευχθοῦν. Νά μήν προσχωρήσετε σέ αὐτή τή μεγάλη πλειοψηφία πού ζεῖ ὄχι μέ τόν δικό της νοῦ, ἀλλά μέ τόν νοῦ τῶν ἡγετῶν καί χτίζει τή ζωή της ὄχι μέ τίς ἱερές ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά μέ τίς ὑποδείξεις ἐκείνων πού ἔχουν τήν ἐξουσία νά καθοδηγοῦν τούς ἀνθρώπους μόνον ἐκεῖ ὅπου κατά τή γνώμη τους πρέπει νά πηγαίνουν, ὄχι χάρη τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἀλλά γιά χάρη τῆς ἐπίτευξης τῶν ἀγαθῶν τῆς ἐπίγειας βασιλείας».
Ὁ ἅγιος Λουκᾶς, ὁ θαυμαστός καί θαυματουργός ἰατρός, ὁ καλός ποιμένας τῆς Συμφερουπόλεως, ὁ νεοφανής ἀστέρας τῆς ρωσικῆς Ἐκκλησίας,
πού τόσα ὑπέμεινε καί τόσα ὑπέφερε καί τόσα ἄντεξε γιά τήν ἀγάπη τοῦ
Χριστοῦ εἶναι γιά ὅλους μας πρότυπο ἀγωνιστοῦ, μᾶς παρηγορεῖ καί μᾶς
ἐνισχύει στίς θλίψεις καί τίς δυσκολίες πού ἀντιμετωπίζουμε καί
ἐπεμβαίνει θαυματουργικά γιά νά μᾶς θεραπεύσει ἀπό τίς ἀσθένειες πού μᾶς κατατρύχουν, ὡς ἔχων παρρησία πρός τόν Θεό, ὡς ἱεράρχης, ὡς ὁμολογητής καί ὡς κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου καί τῆς πίστεως σέ καιρούς χαλεπούς.
Καί εὔχομαι ταπεινά οἱ πρεσβεῖες του νά σᾶς συνοδεύουν καί ἡ χάρη του νά θεραπεύει ὅλες τίς ἀσθένειες καί τούς πόνους σας.