Την
Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης
Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον Εσπερινό
στο καθολικό της Ιεράς Μονής Παναγίας Δοβρά Βεροίας.
O
Σεβασμιώτατος στο τέλος του Εσπερινού με την ευκαιρία της έναρξης της
νέας κατηχητικής χρονιάς και της πρώτης συνάξεως κατηχητών, κατηχητριών,
κυκλαρχών και κυκλαρχισσών διάβασε σχετική ευχή και απηύθυνε πατρικούς
λόγους και ευχές για το πνευματικό έργο που ξεκινάει.
Στην
συνέχεια μίλησε για οραγνωτικά θέματα ο υπεύθυνος του Γραφείου Νεότητος
Αρχιμ. Διονύσιος Ανθόπουλος, ενώ στο τέλος ο Σεβασμιώτατος επέδωσε
στους κατηχητές και τους υπευθύνους των κύκλων μελέτης Αγίας Γραφής τα
διοριστήρια για τη νέα κατηχητική χρονιά.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου :
Λυπημένος
καί ἀπογοητευμένος ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔφυγε ἀπό τήν Ἀθήνα, ἐνῶ στά
αὐτιά του ἀντηχοῦσε ἐκείνη ἡ εἰρωνική φράση τῶν Ἀθηναίων «ἦταν πολύ
ἐνδιαφέροντα ὅλα, ἀκουσόμεθά σου καί πάλιν».
Ἦταν
φανερό ὅτι τό κήρυγμά του στήν Ἀθήνα εἶχε ἀποτύχει καί ὁ ἀπόστολος
Παῦλος μέ πεσμένο τό ἠθικό καί ἀποθαρρημένος ἄφησε τήν πόλη τοῦ ὀνείρου
πού τόσο δυναμική εἶχε πλάσει ἡ φαντασία του, καθώς μελετοῦσε τά ἀριστουργήματα τῶν ἀνδρῶν της.
Καί κατευθύνθηκε μέ τή διάθεση αὐτή πρός τήν Κόρινθο, τήν κοσμοπολίτικη, τήν πνιγμένη στή διονυσιακή λατρεία, τήν πλούσια ἑταίρα, πού σάν λέαινα κατασπάραζε στά νύχια της τόσα θύματα.
«Οὐ
παντός πλεῖν ἐς Κόρινθον», ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι, γιατί ὄντως δέν ἦταν
δυνατόν στόν τυχαῖο νά πάει στήν πλούσια Κόρινθο μέ τά ἀκριβοπληρωμένα θέλγητρα.
Καί ὅμως ὁ φτωχός ἀπόστολος κατευθύνθηκε ἐκεῖ γιατί εὐκολότερα ὑπερπερισσεύει ἡ χάρη ὅπου ἐπλεόνασε ἡ ἁμαρτία, ἐνῶ δυσκολότερα κατεβαίνει στά ὑπερήφανα πνεύματα. Ἡ ἀποτυχία τῆς Ἀθήνας σάν ἀγκάθι τόν ἐνοχλοῦσε μέσα στίς σάρκες, παρατηρεῖ ὁ βιογράφος του Holzner.
Ἔτσι ἀπογοητευμένος περιδιάβαζε τούς δρόμους τῆς Κορίνθου καί ζητοῦσε ἐργασία, ὅταν κτύπησε τυχαῖα ἴσως τήν πόρτα τοῦ μαγαζιοῦ τῶν σκηνοποιῶν, τοῦ Ἀκύλα καί τῆς Πρίσκιλλας. Ἐκεῖνοι πρόσχαροι καί ὁλοπρόθυμοι δέχτηκαν τόν ὁμότεχνό τους καί τόν διδάσκαλο
τοῦ Νόμου στό σπίτι τους. Ἔτσι ἄρχισε ἁπλά μία ἀπό τίς πιό καρποφόρες
φιλίες καί ἀπό τίς πιό ὡραῖες τοῦ ἀποστόλου Παύλου μέ τό εὐσεβές ζεῦγος.
Ἡ ἔκπληξη τοῦ ἀποστόλου κορυφώθηκε, ὅταν ἔμαθε ὅτι τό ζεῦγος ἦταν χριστιανοί, γιατί δέν ἀναφέρεται ἡ βάπτισή τους. Μιά χριστιανική οἰκογένεια στήν Κόρινθο! Ἦταν ἡ βάση πού συνάντησε ὁ ἀπόστολος μέσα στήν ἔρημο τῆς ἀπογοητεύσεώς του.
Ἡ στοργή, ἡ θαλπωρή, ἡ κατοικία, ἡ ἐργασία καί τά εἰσοδήματα προσφέρθηκαν στόν ἀπόστολο ἀφειδῶς. Γι᾽ αὐτό καί μέ εὐγνωμοσύνη γιά τήν εὔνοια τῆς θείας Προνοίας ἀναφέρει στίς ἐπιστολές του τόν Ἀκύλα καί τήν Πρίσκιλλα. «Ἀσπάσασθε Πρίσκιλλαν καί Ἀκύλαν τούς συνεργούς μου ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», γράφει στό 16ο κεφάλαιο τῆς πρός Ρωμαίους ἐπιστολῆς.
«Ἀσπάζονται ὑμᾶς ἐν Κυρίῳ πολλά Ἀκύλας καί Πρίσκιλλα σύν τῇ κατ᾽ οἶκον
αὐτῶν Ἐκκλησίᾳ», γράφει στό 16ο κεφάλαιο τῆς Α´ πρός Κορινθίους
ἐπιστολῆς. «Ἄσπασαι Πρίσκαν καί Ἀκύλαν», γράφει στήν Β´ πρός Τιμόθεον ἐπιστολή. Οἱ ἀναφορές αὐτές μαρτυροῦν τό μέγεθος τῆς στενῆς φιλίας τοῦ ἀποστόλου μέ τούς δύο συνεργάτες, ὅπως τούς ὀνομάζει.
Περιπετειώδης καί πολυκύμαντη ἡ ζωή τοῦ ζεύγους. Τούς συναντοῦμε στή Ρώμη, στήν Κόρινθο, στήν Ἔφεσο καί πάλι στή Ρώμη. Γι᾽ αὐτές τίς περιπέτειες μιλοῦσαν τά βράδια στόν ἀπόστολο καί ἰδιαίτερα γιά τή Ρώμη.
Ἡ χριστιανική ἀγάπη, ἡ θεάρεστη φιλία καί πρό πάντων ἡ κοινή προσπάθεια στόν ἀργαλειό τῶν σκηνῶν καί στόν ἀργαλειό τῆς βασιλείας
τοῦ Θεοῦ τούς σφιχτόδεσε ἄρρηκτα. Μέσα στό ἐργαστήρι τοῦ Ἀκύλα ὕφαινε ὁ
ἀπόστολος «θεῖες ἰδέες στίς κλωστές τοῦ ἀργαλειοῦ του». Τεχνίτες,
ἐργάτες, ἐπισκέπτες περίεργοι στέκονταν ὄρθιοι στή θύρα τοῦ ἐργαστηρίου καί ἄκουαν ἀπό τόν σκηνοποιό πού κρατοῦσε τό καραβόπανο στά γόνατα διηγήσεις πού φλόγιζαν καί συνάρπαζαν τήν ψυχή. Ἔτσι συνεργαζόμενος μέ τό εὐλογημένο αὐτό ζευγάρι, ἐπιφυλακτικός στήν ἀρχή, ἔβαλε προσεκτικά τό θεμέλιο, σάν καλός ἀρχιτέκτων, ἀφοῦ ἐξέτασε καλά τήν ἀντοχή τοῦ ἐδάφους.
Μέσα στό φτωχικό ἐργαστήριο τοῦ Ἀκύλα ἄρχισε ἡ Καινή Διαθήκη, ὅταν πῆρε ὁ ἀπόστολος νά γράψει τήν Α´ πρός Θεσσαλονικεῖς ἐπιστολή.
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος μιλώντας γιά τήν ἁπλή ἀναφορά τῶν ὀνομάτων τῆς Πρίσκιλλας καί τοῦ Ἀκύλα ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο τονίζει τήν ἀρετή τοῦ Παύλου, πού ἔχοντας τή φροντίδα ὅλης τῆς οἰκουμένης καί γνωρίζοντας τόσους
βαρβάρους καί Ἕλληνες «ἑνός ἀνδρός καί μιᾶς γυναικός ἐποιεῖτο
φροντίδα». Γιατί αὐτή ἡ ἰδιαίτερη μνεία καί φροντίδα; Γιατί εἶναι «οἱ
συνεργοί του ἐν Κυρίῳ», λέγει ὁ ἴδιος.
Ἄς προσέξουμε ἰδιαίτερα αὐτό τό σημεῖο.
Δύο σκηνοποιοί δύο χρόνους ὁλόκληρους εἶναι «συνοικοῦντες τῷ Παύλῳ». Παρατηροῦν τό σχῆμα, τό βάδισμα, τό βλέμμα, τόν τρόπο στολῆς, τίς εἰσόδους καί ἐξόδους καί ὅλα τά ἄλλα. Τόν ἔβλεπαν «δειπνοποιούμενο, ἐπιτιμῶντα, παρακαλοῦντα, εὐχόμενον καί δακρύοντα, ἐξιόντα καί εἰσιόντα». Καί αὐτοί οἱ ταπεινοί τόν διακονοῦσαν σιωπηλά μέ τή σωφροσύνη τους, τή φιλόξενη προαίρεση, τό κάλλος τῆς ψυχῆς, μέ τή στοργή, πού βοηθᾶ τούς μεγάλους ἄνδρες νά μή χαθοῦν στά μεγάλα τους ὕψη.
Πόσες φορές ἀπογοητευμένος ὁ ἀπόστολος ἔμπαινε στό φιλόξενο σπίτι καί ἀναπαυόταν στό στοργικό καί λαμπερό βλέμμα τους! Γι᾽ αὐτό καί «μέμνηται αὐτῶν διηνεκῶς», γι᾽αὐτό καί θυμᾶται αὐτούς συνέχεια καί πλέκει μέγα καί θαυμαστό ἐγκώμιο. Αὐτοί, γράφει ἀλλοῦ, «τόν ἑαυτῶν τράχηλον ὑπέρ τῆς ψυχῆς μου ὑπέθηκαν».
Θέλετε νά καταλάβετε καλύτερα τήν προσφορά τους καί τή διακονία τους; Αὐτός πού σώζει τόν στρατηγό, γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, τούς στρατιῶτες ἔσωσε. Αὐτός πού ἀπαλλάσσει ἀπό τόν κίνδυνο τόν γιατρό, τούς ἀρρώστους ἐθεράπευσε. Αὐτός πού ἅρπαξε τόν κυβερνήτη ἀπό τήν τρικυμία, τό πλοῖο ὅλο ἀπό τά κύματα ἀπάλλαξε καί αὐτοί πού διακόνησαν καί ὑπηρέτησαν καί διέσωσαν τόν διδάσκαλο τῆς οἰκουμένης καί τό αἷμα τους γιά τή σωτηρία
ἐκείνου ἔδωσαν, καί ὅλα τά δικά τους πρόσφεραν, εὐεργέτες τῆς
οἰκουμένης εἶναι. Γι᾽αυτό καί «οὐκ ἐγώ μόνος εὐχαριστῶ», λέγει ὁ
ἀπόστολος, «ἀλλά καί πᾶσαι αἱ Ἐκκλησίαι».
Ἀλλά θά ἐμάκρυνε ὁ λόγος ἄν ἐξακολουθοῦσα νά ὁμιλῶ γιά τήν προσφορά τῶν δύο αὐτῶν ξενοδόχων καί συνεργατῶν τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Παίρνοντας ὅμως ἀφορμή ἀπό τή σημερινή μας σύναξη, στήν ἀρχή τοῦ νέου ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, θά ἤθελα νά θέσω ἐνώπιόν σας κάποιον προβληματισμό.
Μία λανθασμένη ἐντύπωση ἔχουν σχηματίσει οἱ ἄνθρωποι σήμερα, οἱ ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας περισσότερο, ἀλλά καί τά ἴδια τά πιστά τέκνα της. Πιστεύουν ὅτι οἱ κληρικοί, οἱ ἱεροκήρυκες, οἱ θεολόγοι, οἱ κατηχητές εἶναι ὑπεύθυνοι καί γιά τήν ἐξάπλωση τῆς θείας διδασκαλίας, ἀλλά ὅτι καί αὐτοί θά πρέπει ἀποκλειστικά νά ὑπηρετοῦν στό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας καί τούς πιστούς της. Σάν συνέπεια αὐτῆς τῆς λανθασμένης ἐντυπώσεως εἶναι τό σύνηθες φαινόμενο πού παρατηρεῖται νά ἐργάζονται οἱ ἱερεῖς μας, νά ἀγωνίζονται
ἐγκαταλελειμένοι, πολλές φορές, μόνοι στήν πρώτη γραμμή, ἐνῶ οἱ
χριστιανοί εἶναι βολεμένοι μέσα στήν οἰκογενειακή θαλπωρή καί
ἀπολαμβάνουν τούς καρπούς μιᾶς ἥσυχης καί κομμένης στά μέτρα
τους εὐσέβειας. Τό δύσκολο ἔργο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὑπόθεση τῶν
ἐπισκόπων, τό πολυσχιδές καί πολύπλευρο ἔργο τῆς ἐνορίας, στήν ὁποία
ἀνήκουν, εἶναι ὑπόθεση τοῦ ἱερέα τῆς ἐνορίας. Συνεπῶς ὑπόθεση δική τους εἶναι ἡ οἰκογένειά τους, τά παιδιά τους, τά οἰκονομικά τους, γιατί ὄχι καί ἡ ἀνώδυνη εὐσέβεια.
Τό γεγονός ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος ξεχωρίζει ἀπό ὅλους τούς πιστούς τόν Ἀκύλα καί τήν Πρίσκιλλα, τούς ξεχωρίζει γιατί ἦταν οἱ συνεργοί του καί γιατί «ὑπέθηκαν τόν ἑαυτῶν τράχηλον ὑπέρ τῆς ψυχῆς του», ὁμιλεῖ σ᾽ ὅλο τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ
Ἐκκλησία εἶναι στρατευμένη σήμερα, πολεμᾶ, ἀγωνίζεται καί οἱ στρατιῶτες
ὅλοι ὑποχρεωτικά ἔχουν κάποιο πόστο. Οἱ ἀσκητές καί οἱ μοναχοί στίς
ἐρήμους καί στά μοναστήρια κρατοῦν στά χέρια τους τούς ἀσυρμάτους καί στέλνουν μηνύματα καί τά σήματα κινδύνου στόν οὐρανό μέ τίς προσευχές τους καί τά κομποσχοίνια. Οἱ ἐπίσκοποι, οἱ ἱερεῖς, οἱ θεολόγοι, οἱ κατηχητές, οἱ κατηχήτριες, οἱ κυκλάρχες καί οἱ κυκλάρχισσες καί οἱ ἄλλοι ἐκκλησιαστικοί
παράγοντες καθοδηγοῦν τίς φάλαγγες ἐνάντια στόν ἐχθρό καί οἱ ἁπλοί
στρατιῶτες μέ ποιά λογική εἶναι βολεμένοι στά σπίτια τους; Ὁ πόλεμος
μαίνεται καί αὐτοί κοιμοῦνται; Ποῦ ἡ παρουσία τους στόν ἀγώνα; Ποιά ἡ προσφορά τους στή μάχη; Καί εἶναι τόσο ἀπαραίτητοι, γιατί γιά νά ἐπιτευχθεῖ ἡ νίκη ἀπαιτοῦνται καί οἱ ἀσύρματοι καί τά λόκ καί οἱ στρατηγοί καί οἱ ἀρχηγοί, ἀλλά πάνω ἀπ᾽ ὅλα τό πλῆθος τῶν ἁπλῶν στρατιωτῶν, πού καί μέ τίς πιό ταπεινές καί μικρές ὑπηρεσίες τους συντελοῦν ὁπωσδήποτε στή νίκη. Πράγματι, ἄν δέν ἔχεις τή δύναμη νά εἶσαι μεγάλος κήρυκας καί ἱεραπόστολος, ἄν δέν μπορεῖς νά εἶσαι ἕνας φωτεινός μεγάλος προβολέας,
μπορεῖς ὅμως νά εἶσαι ἕνα μικρό ταπεινό κεράκι πού διαλύει κάπως καί
σπάει τό σκοτάδι. Αὐτό τό μπορεῖς, εἶναι εὔκολο καί ἁπλό. Γίνεσαι ἐνεργό
μέλος τῆς ἐνορίας σου μέ τήν παρουσία σου, μέ τόν φτωχό ὀβολό σου, ὅταν
χρειάζεται, μέ τόν σεβασμό στόν ἱερέα τῆς ἐνορίας σου, μέ τήν ὁποιαδήποτε προσφορά σου στό μικρό οἰκοδόμημα τῆς ἐνορίας σου. Ἔτσι ἐντάσσεσαι στό στράτευμα, ἔτσι γίνεσαι συνεργός τῶν κληρικῶν μας στό δύσκολο ἔργο, ἔτσι καταλαμβάνεις ἕνα πόστο, πού θά πρέπει νά κρατήσεις μέχρι τέλους.
Ἰδιαίτερα τονίζεται καί ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο καί ἀπό τόν ἱερό Χρυσόστομο ἡ διακονία στούς ἁγίους, ἡ συμπαράσταση στούς ἁγίους, ἡ ὑπηρεσία στόν ἀπόστολο τῶν ἁγίων Ἀκύλα καί Πρίσκιλλας.
Καί τότε καί τώρα οἱ ἀπόστολοι, οἱ ἅγιοι, οἱ κήρυκες, οἱ ἱερεῖς ἔχουν ἀνάγκη συμπαραστάσεως, γιατί βάλλονται ἰδιαίτερα αὐτοί ὡς εὑρισκόμενοι στό ὕψος ἐξαιτίας τοῦ ἀξιώματος.
Μέ πολλή συγκίνηση γι᾽αὐτό τόν λόγο ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔγραφε στούς Γαλάτες ὅτι ἐάν ἦταν δυνατόν καί τά μάτια τους θά ἔβγαζαν καί θά τοῦ τά ἔδιναν.
«Μαρτυρῶ γάρ ὑμῖν, ὅτι, εἰ δυνατόν, τούς ὀφθαλμούς ὑμῶν ἐξορύξαντες
ἄν ἐδώκατέ μοι» καί γιά τόν Ἀκύλα καί τήν Πρίσκιλλα ὅτι «ὑπέθηκαν τόν
τράχηλο αὐτῶν γιά τή ζωή του». Ποία ἀνακούφιση καί χαρά θά αἰσθανόταν
καί σήμερα ὁ ἄοκνος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου ἄν εἶχε συνεργάτες πού δέν θά ἔβγαζαν βέβαια τά μάτια τους γιά χάρη του, ἀλλά τουλάχιστο θά ὑπερασπιζόταν ἀπό αὐτούς ἐνάντια στούς διῶκτες καί ἐχθρούς.
Αὐτό καί μόνο ἀποτελεῖ συνεργασία, αὐτό καί μόνο κρίνει τήν εὐσέβεια τοῦ Χριστιανοῦ, τόν βγάζει ἀπό τό βολικό του σπίτι καί τόν ἐντάσσει δίπλα στόν ἀγωνιστή κληρικό, γιά νά ἀπολαύσει καί μετέπειτα ἀπό κοινοῦ τά νικητήρια.
Τό
ἐγκώμιο τοῦ ἀποστόλου Παύλου δέν κάνει τούς δύο ἁγίους λαμπροτέρους,
γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἀλλά προσπαθεῖ μέ αὐτό «ἵνα τούς λοιπούς εἰς
τόν αὐτόν ἀγάγῃ ζῆλον, καί πείσῃ μακαρίζειν, οὐχί τούς πλουτοῦντας, οὐδέ τούς ἐν ἀρχαῖς ὄντας, ἀλλά τούς φιλοξένους, τούς ἐλεήμονας, τούς φιλανθρώπους, τούς ἐπιδεικνυμένους πολλήν φιλοφροσύνην περί τούς ἁγίους».
Τό ἐγκώμιο τῶν δύο ἁγίων μᾶς πείθει ὅτι δέν ὑπάρχει κανένα ἐμπόδιο ἤ κώλυμα πού νά μᾶς ἀποτρέπει ἀπό τόν δρόμο τῆς ἀρετῆς, τίποτε πού νά μᾶς ἐξαιρεῖ ἀπό τόν ἀγώνα, μήτε ὁ γάμος, μήτε ἡ γυναίκα, μήτε τό σπίτι, μήτε τά παιδιά, μήτε ἡ ὁποιαδήποτε ἐργασία. Μαζί μέ ὅλα αὐτά μπορεῖ νά προσφέρει κάποιος πολύτιμη ὑπηρεσία στό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας.
Μιμούμενος παρά τήν ἐλαχιστότητά μου σήμερα τόν ἀπόστολο Παῦλο καί μέ τήν εὐκαιρία τῆς παρούσης συνάξεως, στήν ἀρχή τοῦ νέου ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, ἐπιτρέψατέ
μου νά ἐπαινέσω καί ἐγώ «τούς συνεργούς μου ἐν Κυρίῳ», κληρικούς καί
λαϊκούς, ἄνδρες καί γυναῖκες, πού εἶστε ὅλοι ἐσεῖς, οἱ κληρικοί, οἱ κατηχητές, οἱ κατηχήτριες, οἱ κυκλάρχες καί οἱ κυκλάρχισσες. Ὁ πόνος καί ὁ κόπος καί ἡ ἀγάπη μου γιά τή Μητρόπολή μας βρῆκε ἀνταπόκριση ἀπό ὅλους ἐσᾶς πού σπεύσατε συνεργάτες πολύτιμοι γιά νά ἀρχίσουμε μιά προσπάθεια δημιουργίας, ἐδῶ καί 25 χρόνια, καί πνευματικῆς ἀφυπνίσεως. Ζήσατε μαζί μου τήν ἀπογοήτευση
τῆς ἀποτυχίας —εἶναι φυσικό νά συμβαίνει καί αὐτή— καί τή χαρά τῆς
μεταμορφώσεως μέρα μέ τήν ἡμέρα. Οἱ κόποι, ὁ πολύτιμος χρόνος σας, ἡ συμπαράσταση μαζί μέ τόν δικό μου πόθο ὕφαναν μέσα στό ἐργαστήρι τῆς Ἐκκλησίας σκηνές
γιά τήν νεότητα, γιά τό παιδί κάθε ἡλικίας, γιά τόν φτωχό, γιά τόν
γέροντα, γιά τόν ἀσθενῆ, γιά τόν ἀνήμπορο. Καί τό σπουδαιότερο, ὑπομονετικά πελεκήσαμε μαζί μία πρός μία τήν πέτρα, γιά νά ὑψώσουμε νέους ναούς ἀπό τήν Παλαιά Μητρόπολη μέχρι τά Μοναστήρια μας.
Ἐγκώμιο θαυμαστό σᾶς πρέπει γιά ὅλα, γιά τόν ζῆλο, τήν ἐργατικότητα, τή φιλανθρωπία, τήν ἐλεημοσύνη, τά συσσίτια, τή φιλοφροσύνη, τή συμπαράσταση πρός τούς ἱερεῖς σας καί τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μας.
Στέφανος καί ἐγκώμιο αἰώνιο ἐναπόκειται σέ ὅλους τούς συνεργούς.
Αὐτή τήν ἀλήθεια ἄς μή τή λησμονοῦμε ποτέ. Ὁποία ἀνακούφιση αἰσθάνθηκε ὁ ἀπογοητευμένος ἀπό τούς πεφυσιωμένους Ἀθηναίους ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν εἰσῆλθε στό σπίτι τῶν ταπεινῶν σκηνοποιῶν! Δέν τή λησμόνησε ποτέ.
Πῶς μπορεῖ νά ξεχάσει ὁ ἐπίσκοπος, ὁ ἱερεύς, ὁ ἀπογοητευμένος ἀπό τά πλήγματα ἐχθρῶν καί φίλων, τήν ἀγάπη, τήν ἐμπιστοσύνη, τήν πίστη τῶν συνεργατῶν του; Φιλόξενο, στοργικό σπίτι γίνεται καί ἡ γεμάτη ἐμπιστοσύνη λαμπερή ματιά τους. Καί αὐτό, ἀδελφοί μου, δέν τό λησμονεῖ ποτέ.
Σᾶς
εὐχαριστῶ πού ἀνταποκριθήκατε καί στήν πρόσκληση αὐτή, νά ἔρθετε
προκειμένου στήν ἀρχή τῆς ἐκκλησιαστικῆς χρονιᾶς νά ξεκινήσουμε αὐτό τό
ἔργο πάλι τῆς οἰκοδομῆς τῶν ψυχῶν.
Σᾶς
εὐχαριστῶ γιά ὅλο τό ἔργο τό ὁποῖο ἐπιτελεῖτε. Θά ἤθελα μέ ὅλη τή ζέση
τῆς ψυχῆς μας νά τό κάνουμε ξανά αὐτό τό ἔργο, τό ὁποῖο δέν διεκόπη
βέβαια λόγω τοῦ θέρους ἀλλά τώρα θά ἐργασθοῦμε πιό συνειδητά καί πιό
ἔντονα.
Θά
ἤθελα νά παρακολουθεῖτε τίς συνάξεις πού γίνονται, προκειμένου νά
ἐνημερώνεστε γιά τά θέματα τῆς κατηχήσεως. Καί πάλι σᾶς εὐχαριστῶ καί
σᾶς εὔχομαι καλή καί εὐλογημένη χρονιά.