«Ο Λέων ο Γ΄ ο Ίσαυρος… κατά παραχώρηση Θεού, από γεωργός και μουλαράς έγινε αυτοκράτορας της Κωνσταντινουπόλεως.
Τότε ήταν Πατριάρχης στο πηδάλιο της Εκκλησίας ο Γερμανός. Τον κάλεσε, λοιπόν, ο αυτοκράτορας και του είπε: «Νομίζω, δέσποτα, ότι οι εικόνες δε διαφέρουν σε τίποτε από τα είδωλα. Δώσε, λοιπόν, εντολή να τις πετάξουν όσο γίνεται γρηγορότερα…».
Ο Πατριάρχης έκανε ό,τι μπορούσε για να αποτρέψει το βασιλιά από μια τέτοια μιαρή πράξη…
Όταν εκείνος (ο Λέων) πέθανε κακήν κακώς, έγινε διάδοχος του στο θρόνο ο γιος του, ο Κωνσταντίνος ο Κοπρώνυμος... Κι έγινε διάδοχός του όχι μόνο στο θρόνο, αλλά και στη μανία κατά των εικόνων… Όταν πέθανε κι αυτός… έγινε βασιλιάς ο γιος του ο Λέων ο Δ΄... Κι όταν πλέον πέθανε κι αυτός κακήν κακώς, έλαβε τα ηνία του κράτους η Ειρήνη… με τον γιο της Κωνσταντίνο... Αυτοί καθοδηγούμενοι από τον αγιώτατο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως τον Ταράσιο, συγκάλεσαν την Έβδομη Οικουμενική Σύνοδο, η οποία ετάχθη υπέρ των αγίων εικόνων κι έτσι η Εκκλησία του Χριστού απέκτησε και πάλι τις ιερές εικόνες της. Μετά απ’ αυτούς έγινε αυτοκράτορας ο Νικηφόρος… έπειτα ο Σταυράκιος ο γιος του και κατόπιν ο Μιχαήλ Ραγκαβές... Αυτοί δεν ήταν εικονομάχοι. Σέβονταν τις αγίες εικόνες. Το Μιχαήλ όμως τον διαδέχθηκε στο θρόνο ο θηριώνυμος και θηριώδης Λέων ο Αρμένιος... Έτσι ξεκίνησε η δεύτερη εικονομαχία… Εκείνον τον διαδέχθηκε ο Μιχαήλ ο Αμοραίος… κι αυτόν ο πιο φοβερός πολέμιος των εικόνων, ο Θεόφιλος…
Κάποτε όμως αρρώστησε από δυσεντερία και κινδύνευε να πεθάνει… Η αυτοκράτειρα Θεοδώρα βρισκόταν κοντά του περίλυπη για την δεινή θέση του συζύγου της. Σ’ αυτή την κατάσταση την πήρε για λίγο ο ύπνος. Τότε είδε σε όνειρο την άχραντο Θεοτόκο να κρατάει ως βρέφος στην αγκαλιά της τον προαιώνιο Θεό, τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, και να περιστοιχίζεται από λαμπροφορεμένους αγγέλους, ενώ τον άνδρα της το Θεόφιλο τον έδερναν και τον ωνείδιζαν οι άγγελοι. Έφυγε όμως ο ύπνος από τα βλέφαρα της κι ο Θεόφιλος σε λίγο ανάσανε και φώναξε: «Αλίμονο σε μένα τον άθλιο! Για τις αγίες εικόνες βασανίζομαι!». Αμέσως η βασίλισσα έβαλε πάνω του μία εικόνα της Θεοτόκου Κι άρχισε να προσεύχεται σ’ αυτήν με δάκρυα για τον άνδρα της. Ο Θεόφιλος, παρ’ όλο που βρισκόταν σ’ αυτή την κατάσταση, όταν είδε κάποιον από τους παριστάμενους να έχει πάνω του κρεμασμένη μία μικρή εικόνα…, την άρπαξε και την καταφιλούσε... Σε λίγο μάλιστα ο άρρωστος ηρέμησε από τη βασανιστική κατάσταση στην οποία ζούσε και κοιμήθηκε. Ομολόγησε κατόπιν ότι είναι πράγμα καλό και άγιο να σεβόμαστε και να τιμούμε τις ιερές εικόνες…
Σε λίγο καιρό όμως ο Θεόφιλος πέθανε. Τότε η Θεοδώρα με βασιλικό πρόσταγμα ελευθέρωσε όλους όσους βρίσκονταν σε φυλακές και σε εξορίες εξ αίτιας των αγίων εικόνων… Αμέσως, λοιπόν, η βασίλισσα έβγαλε την εικόνα της Θεοτόκου, που είχε κρεμασμένη στο λαιμό της και την ασπαζόταν μπροστά σε όλους λέγοντας: «Ο κάθε Χριστιανός πρέπει να προσκυνά τις αγίες εικόνες και να τις ασπάζεται σχετικώς, δηλ. ανάγοντας την τιμή στο πρωτότυπο. Δεν τις προσκυνάμε λατρευτικώς, σαν να είναι θεοί, αλλά σαν εικόνες των αρχετύπων, εξ αιτίας του πόθου και της αγάπης μας. Όποιος δεν κάνει έτσι, να είναι αναθεματισμένος»... Τότε ζήτησε κι αυτή απ’ τους αγίους του Θεού να κάνουν όλοι δέηση για τον άνδρα της τον Θεόφιλο που είχε πεθάνει…
Ο Πατριάρχης Μεθόδιος πάλι, ενώ γίνονταν οι προσευχές και οι δεήσεις για το Θεόφιλο, πήρε ένα άγραφο χαρτί κι έγραψε πάνω σ’ αυτό τα ονόματα όλων των αιρετικών βασιλέων. Τελευταίο έγραψε και το όνομα του Θεοφίλου. Κατά την Παρασκευή βλέπει κι αυτός έναν άγγελο φοβερό να μπαίνει στο Μεγάλο Ναό. Τον πλησίασε, όπως λένε, και του είπε: «Εισακούσθηκε, Επίσκοπε, η προσευχή σου, και πήρε συγχώρηση ο βασιλιάς Θεόφιλος…». Ο Πατριάρχης τότε θέλησε να διαπιστώσει αν είναι αληθινό το όραμα. Κατέβηκε, λοιπόν, από το θρόνο του και πήγε στην Αγία Τράπεζα. Παίρνει το χαρτί, το ξεδιπλώνει και… βρήκε σβησμένο τελείως το όνομα του Θεοφίλου.
Όταν η βασίλισσα έμαθε το γεγονός αυτό, αισθάνθηκε χαρά απερίγραπτη… Ζήτησε από τον Πατριάρχη να συγκεντρώσει όλο το λαό με τίμιους Σταυρούς και με αγίες Εικόνες στη Μεγάλη Εκκλησία, για να αποδοθεί και πάλι στην Εκκλησία ο στολισμός που της ταιριάζει… και να γίνει γνωστό σε όλους το νέο και παράδοξο αυτό γεγονός…
Από τότε οι άγιοι αυτοί και ομολογητές της πίστεως όρισαν να γίνεται κάθε χρόνο η εορτή και πανήγυρη αυτή, για να μην τύχει ποτέ να ξαναπέσουμε σ’ αυτή τη δυσσέβεια». Αμήν.
Διαλεχτός