Την Δευτέρα 30 Οκτωβρίου 2017 πραγματοποιήθηκε στον Ι. Ναό του Αγίου Ιωάννου Θεολόγου Μαντουδίου, το δεύτερο μέρος του 23ου Ιερατικού
Συνεδρίου των Ιερέων της, στο οποίο συμμετείχν οι Ιερείς και οι
περισσότερες Πρεσβυτέρες των Αρχιερατικών Περιφερειών Ιστιαίας,
Αιδηψίων, Κηρέως, Νηλέως, Αιγαίων και όσοι εκ των Ιερέων των Βορείων
Σποράδων δεν παρευρέθηκαν στο α΄ μέρος του, υπό την Προεδρία του
Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Χαλκίδος, Ιστιαίας και Βορείων Σποράδων κ.
Χρυσοστόμου.
Στην
έναρξη του Ιερατικού Συνεδρίου ο Σεβασμιώτατος τέλεσε την καθιερωμένη
εναρκτήρια προσευχή και νεκρώσιμο Τρισάγιο για την ανάπαυση των κατά το
προηγούμενο έτος κεκοιμημένων Ιερέων της Ιεράς Μητροπόλεως.
Στη
συνέχεια, σύμφωνα με το Πρόγραμμα, ο λόγος εδόθη στην Πρεσβυτερα
Κωνσταντίνα Βερνέζου-Βασιλειάδου, η οποία ανέπτυξε το θέμα του Συνεδρίου
«Ποιμαντική της Οικογένειας, σε εποχή κρίσης».
Η
Πρεσβυτέρα Κωνσταντίνα, ανέπτυξε με πολύ ωραίο τρόπο την εισήγησή της,
αναφέρθηκε στην εμπειρία της από τα χρόνια που έζησε στο Έξωτερικό, τόσο
στην παιδική της ηλικία, όσο και στα χρόνια που ο Ιερέας σύζυγος της π.
Νικολαος διακονούσε στην Μεγάλη Βρετανία, ενώ παράλληλα πρότεινε
τρόπους, οι οποίοι μέσα στην καθημερινή ζωή του ιερατικού ζεύγους, θα
τονώνουν τον μεταξύ τους σύνδεσμο και με τα παιδιά τους.
Μετά
την εισήγηση της Πρεσβυτέρας, ο Σεβασμιώτατος την συνεχάρη εγκάρδια για
την πρωτοτυπία της ομιλίας της και, κατόπιν, διηύθυνε τον γόνιμο και
εποικοδομητικό διάλογο, ο οποίος ακολούθησε, κατά τον οποίον υποβλήθηκαν
ερωτήσεις και εδόθησαν οι ανάλογες απαντήσεις και διευκρινήσεις.
Μετά
το διάλειμμα, ο Σεβασμιώτατος εισηγήθηκε ποιμαντικά, τελετουργικά και
διοικητικά ζητήματα, με τον διάλογο να ακολουθεί και εδώ με
εποικοδομητικό τρόπο.
Το
Συνέδριο έκλεισε τις εργασίες του με το γεύμα, το οποίο παρετέθη στο
Πνευματικό Κέντρο του Ιερού Ναού και είχαν προετοιμάσει οι καλοί
Εφημέριοι Πρωτοπρεσβ. Ιωάννης Μάρκου – Αρχιερατικός Επίτροπος Κηρέως και
ο υιός του Οικον. Νικόλαος Μάρκου και οι πρεσβυτέρες τους, οι
συνεργάτιδες και συνεργάτες τους, μέσα σε εγκάρδια και ευχάριστη
αδελφική ατμόσφαιρα, κατά την οποία τονώθηκε ακόμη περισσότερο ο
σύνδεσμος μεταξύ των Ιερέων και των Πρεσβυτερών τους με τον Επίσκοπό
τους, αλλά και μεταξύ τους.