Τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας 5 Μαρτίου
2017, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ἰωαννίνων κ. Μάξιμος τέλεσε τήν Θεία
Λειτουργία στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου. Πρίν τήν
ἀπόλυση ἔγινε ἡ περιφορά τῶν Ἱερῶν εἰκόνων, εἰς ἀνάμνησιν τῆς
ἀναστήλωσης τῶν Ἱερῶν εἰκόνων ἡ ὁποία καθιερώθηκε τό 843 μ.Χ..
Νά θυμίσουμε πώς, τό 726 μ.Χ. ὁ
αὐτοκράτωρ Λέων ὁ Γ ́ ὁ Ἴσαυρος ἀποφάσισε νά ἀπαγορεύσει τήν προσκύνηση
τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ἐπειδή, παίρνοντας ἀφορμή ἀπό ὁρισμένα ἀκραῖα
φαινόμενα εἰκονολατρίας, πίστευε πώς ἡ χριστιανική πίστη παρέκλινε στήν
εἰδωλολατρία. Ἡ αὐτοκρατορία χωρίστηκε σέ δύο ἀντιμαχόμενες ὁμάδες, τούς
εἰκονομάχους καί τούς εἰκονολάτρες.
Τήν λύση ἔδωσε ἡ ἐκκλησία στά 787 μ.Χ. μέ τήν σύγκλιση τῆς Ζ ́ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἡ ὁποία διατύπωσε μέ ἀκρίβεια τήν ὀφειλόμενη τιμή στίς Ἱερές εἰκόνες. Σέ γενικές γραμμές θά λέγαμε πώς, ἡ προσκύνηση τῆς Ἱερῆς εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἄλλων Ἱερῶν προσώπων τοῦ Χριστιανισμοῦ δέν εἶναι εἰδωλολατρία διότι ἡ τιμή δέν ἀπευθύνεται στήν ὕλη, ἀλλά στό εἰκονιζόμενο πρόσωπο, καθότι «ἡ της εἰκόνος τιμή ἐπί τό πρωτότυπον διαβαίνει» (Μ. Βασίλειος P . G . 32,149).
Τήν λύση ἔδωσε ἡ ἐκκλησία στά 787 μ.Χ. μέ τήν σύγκλιση τῆς Ζ ́ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἡ ὁποία διατύπωσε μέ ἀκρίβεια τήν ὀφειλόμενη τιμή στίς Ἱερές εἰκόνες. Σέ γενικές γραμμές θά λέγαμε πώς, ἡ προσκύνηση τῆς Ἱερῆς εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἄλλων Ἱερῶν προσώπων τοῦ Χριστιανισμοῦ δέν εἶναι εἰδωλολατρία διότι ἡ τιμή δέν ἀπευθύνεται στήν ὕλη, ἀλλά στό εἰκονιζόμενο πρόσωπο, καθότι «ἡ της εἰκόνος τιμή ἐπί τό πρωτότυπον διαβαίνει» (Μ. Βασίλειος P . G . 32,149).