Η Βασίλισσα στον Θρόνο Της

Η Βασίλισσα στον Θρόνο Της

.

.
Εις Άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν.
Μέσα απ΄αυτές τις σελίδες που ακoλουθούν θέλω να μάθει όλος ο κόσμος για Τους Αγίους, τις Εκκλησιές και τα Μοναστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας.

Μπορείτε να μου στείλετε την Ιστορία του Ναού σας ή του Μοναστηρίου σας όπως και κάποιου τοπικού Αγίου/ας της περιοχής σας nikolaos921@yahoo.gr

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης

Ιερός Ναός Αγίων Πάντων Θεσσαλονίκης
κάνετε κλικ στην φωτογραφία

Παρασκευή 3 Ιουνίου 2016

Ο Απόστολος της Κυριακής 5 Ιουνίου 2016.


a2Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι
εἶναι δοῦλοι
τοῦ ὕψιστου Θεοῦ,
ποὺ σᾶς κηρύττουν
τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας!


(Β´ Κορ. δ´ 6-1)
Εν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἐγένετο πορευομένων ἡμῶν τῶν ἀποστόλων εἰς προσευχὴν παιδίσκην τινὰ ἔχουσαν πνεῦμα πύθωνος ἀπαντῆσαι ἡμῖν, ἥτις ἐργασίαν πολλὴν παρεῖχε τοῖς κυρίοις αὐτῆς μαντευομένη. Αὕτη κατακολουθήσασα τῷ Παύλῳ καὶ τῷ Σίλᾳ ἔκραζε λέγουσα· Οὗτοι οἱ ἄνθρωποι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου εἰσίν, οἵτινες καταγγέλλουσιν ἡμῖν ὁδὸν σωτηρίας. Τοῦτο δὲ ἐποίει ἐπὶ πολλὰς ἡμέρας. Διαπονηθεὶς δὲ ὁ Παῦλος καὶ ἐπιστρέψας τῷ πνεύματι εἶπε· Παραγγέλλω σοι ἐν τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ἐξελθεῖν ἀπ᾿ αὐτῆς
. Καὶ ἐξῆλθεν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ. ᾿Ιδόντες δὲ οἱ κύριοι αὐτῆς ὅτι ἐξῆλθεν ἡ ἐλπὶς τῆς ἐργασίας αὐτῶν, ἐπιλαβόμενοι τὸν Παῦλον καὶ τὸν Σίλαν εἵλκυσαν εἰς τὴν ἀγορὰν ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας, καὶ προσαγαγόντες αὐτοὺς τοῖς στρατηγοῖς εἶπον· Οὗτοι οἱ ἄνθρωποι ἐκταράσσουσιν ἡμῶν τὴν πόλιν ᾿Ιουδαῖοι ὑπάρχοντες, καὶ καταγγέλλουσιν ἔθη ἃ οὐκ ἔξεστιν ἡμῖν παραδέχεσθαι οὐδὲ ποιεῖν ῾Ρωμαίοις οὖσι. Καὶ συνεπέστη ὁ ὄχλος κατ᾿ αὐτῶν. Καὶ οἱ στρατηγοὶ περιρρήξαντες αὐτῶν τὰ ἱμάτια ἐκέλευον ῥαβδίζειν, πολλάς τε ἐπιθέντες αὐτοῖς πληγὰς ἔβαλον εἰς φυλακήν, παραγγείλαντες τῷ δεσμοφύλακι ἀσφαλῶς τηρεῖν αὐτούς· ὃς παραγγελίαν τοιαύτην εἰληφὼς ἔβαλεν αὐτοὺς εἰς τὴν ἐσωτέραν φυλακὴν καὶ τοὺς πόδας αὐτῶν ἠσφαλίσατο εἰς τὸ ξύλον. Κατὰ δὲ τὸ μεσονύκτιον Παῦλος καὶ Σίλας προσευχόμενοι ὕμνουν τὸν Θεόν· ἐπηκροῶντο δὲ αὐτῶν οἱ δέσμιοι. ῎Αφνω δὲ σεισμὸς ἐγένετο μέγας, ὥστε σαλευθῆναι τὰ θεμέλια τοῦ δεσμωτηρίου, ἀνεῴχθησάν τε παραχρῆμα αἱ θύραι πᾶσαι καὶ πάντων τὰ δεσμὰ ἀνέθη. ῎Εξυπνος δὲ γενόμενος ὁ δεσμοφύλαξ καὶ ἰδὼν ἀνεῳγμένας τὰς θύρας τῆς φυλακῆς, σπασάμενος μάχαιραν ἔμελλεν ἑαυτὸν ἀναιρεῖν, νομίζων ἐκπεφευγέναι τοὺς δεσμίους. ᾿Εφώνησε δὲ φωνῇ μεγάλῃ ὁ Παῦλος λέγων· Μηδὲν πράξῃς σεαυτῷ κακόν· ἅπαντες γάρ ἐσμεν ἐνθάδε. Αἰτήσας δὲ φῶτα εἰσεπήδησε, καὶ ἔντρομος γενόμενος προσέπεσε τῷ Παύλῳ καὶ τῷ Σίλᾳ, καὶ προαγαγὼν αὐτοὺς ἔξω ἔφη· Κύριοι, τί με δεῖ ποιεῖν ἵνα σωθῶ; Οἱ δὲ εἶπον· Πίστευσον ἐπὶ τὸν Κύριον ᾿Ιησοῦν Χριστόν, καὶ σωθήσῃ σὺ καὶ ὁ οἶκός σου. Καὶ ἐλάλησαν αὐτῷ τὸν λόγον τοῦ Κυρίου καὶ πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ. Καὶ παραλαβὼν αὐτοὺς ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ τῆς νυκτὸς ἔλουσεν ἀπὸ τῶν πληγῶν, καὶ ἐβαπτίσθη αὐτὸς καὶ οἱ αὐτοῦ πάντες παραχρῆμα, ἀναγαγών τε αὐτοὺς εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ παρέθηκε τράπεζαν, καὶ ἠγαλλιᾶτο πανοικὶ πεπιστευκὼς τῷ Θεῷ.

Απόδοση σε απλή γλώσσα
Εκεῖνες τὶς ἡμέρες, καθὼς πηγαίναμε ἐμεῖς οἱ ἀπόστολοι στὸν τόπο τῆς προσευχῆς, συνέβη νὰ συναντήσουμε μιὰ δούλη ποὺ εἶχε μαντικὸ πνεῦμα καὶ μὲ τὶς μαντεῖες της ἀπέφερε πολλὰ κέρδη στοὺς κυρίους της. Αὐτὴ ἀκολουθοῦσε τὸν Παῦλο καὶ τὸν Σίλα καὶ φώναζε· «Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι εἶναι δοῦλοι τοῦ ὕψιστου Θεοῦ, ποὺ σᾶς κηρύττουν τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας!» Αὐτὸ τὸ ἔκανε πολλὲς μέρες. ῾Ο Παῦλος ἀγανάκτησε· γύρισε πίσω καὶ εἶπε στὸ πνεῦμα· «Σὲ διατάζω στὸ ὄνομα τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ νὰ βγεῖς ἀπ’ αὐτήν». Τὴν ἴδια στιγμὴ βγῆκε τὸ πνεῦμα. ῞Οταν εἶδαν τ’ ἀφεντικά της ὅτι μαζὶ μὲ τὸ πνεῦμα χάθηκε κι ἡ ἐλπίδα τοῦ κέρδους ποὺ εἶχαν ἀπὸ τὴν ἐργασία της, ἔπιασαν τὸν Παῦλο καὶ τὸν Σίλα καὶ τοὺς ἔσυραν στὴν ἀγορὰ γιὰ νὰ τοὺς παρουσιάσουν στὶς ἀρχές. Τοὺς ὁδήγησαν μπροστὰ στοὺς ἀνώτατους ἄρχοντες τῆς πόλης καὶ εἶπαν· «Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι εἶναι ᾿Ιουδαῖοι καὶ προκαλοῦν ταραχὲς στὴν πόλη. Θέλουν νὰ εἰσαγάγουν ἔθιμα ποὺ δὲν ἐπιτρέπεται σ’ ἐμᾶς, ποὺ εἴμαστε Ρωμαῖοι, νὰ τὰ δεχτοῦμε ἢ νὰ τὰ τηρήσουμε». Τότε ὁ λαὸς ξεσηκώθηκε ἐναντίον τους. Οἱ ἄρχοντες τοὺς ἔσκισαν τὰ ροῦχα καὶ ἔδωσαν διαταγὴ νὰ τοὺς ραβδίσουν. Τοὺς ἔδωσαν πολλὰ χτυπήματα καὶ μετά τοὺς ἔβαλαν στὴ φυλακὴ κι ἔδωσαν ἐντολὴ στὸν δεσμοφύλακα νὰ τοὺς φυλάει ἀσφαλισμένους καλά. Αὐτός, ἐφόσον πῆρε μιὰ τέτοια ἐντολή, τοὺς ἔβαλε στὸ πιὸ ἐσωτερικὸ κελὶ καὶ γιὰ λόγους ἀσφάλειας ἔσφιξε τὰ πόδια τους στὴν ξυλοπέδη. Γύρω στὰ μεσάνυχτα, ὁ Παῦλος καὶ ὁ Σίλας προσεύχονταν καὶ ἔψελναν ὕμνους στὸν Θεό· καὶ τοὺς ἄκουγαν οἱ φυλακισμένοι. Ξαφνικὰ ἔγινε σεισμὸς τόσο δυνατός, ποὺ σαλεύτηκαν τὰ θεμέλια τῆς φυλακῆς. ᾿Αμέσως ἄνοιξαν ὅλες οἱ πόρτες, καὶ τὰ δεσμὰ τῶν φυλακισμένων λύθηκαν.῾Ο δεσμοφύλακας ξύπνησε· κι ὅταν εἶδε τὶς πόρτες τῆς φυλακῆς ἀνοιχτές, ἔβγαλε τὸ σπαθί του κι ἤθελε νὰ σκοτωθεῖ, νομίζοντας ὅτι οἱ φυλακισμένοι εἶχαν δραπετεύσει. Τότε ὁ Παῦλος τοῦ φώναξε· «Μὴν κάνεις κανένα κακὸ στὸν ἑαυτό σου! Εἴμαστε ὅλοι ἐδῶ». ῾Ο δεσμοφύλακας ζήτησε νὰ τοῦ φέρουν φῶτα, πήδηξε μέσα στὸ κελί, καὶ τρομαγμένος ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ Παύλου καὶ τοῦ Σίλα. ῞Υστερα τοὺς ἔβγαλε ἔξω καὶ τοὺς ρώτησε· «Κύριοι, τί πρέπει νὰ κάνω γιὰ νὰ σωθῶ;» Αὐτοὶ τοῦ εἶπαν· «Πίστεψε στὸν Κύριο ᾿Ιησοῦ Χριστό, καὶ θὰ σωθεῖς κι ἐσὺ καὶ τὸ σπίτι σου». Καὶ κήρυξαν σ’ αὐτὸν καὶ σ’ ὅσους ἦταν στὸ σπίτι του τὸν λόγο τοῦ Κυρίου. ῾Ο δεσμοφύλακας τοὺς πῆρε τὴν ἴδια ἐκείνη ὥρα μέσα στὴ νύχτα κι ἔπλυνε τὶς πληγές τους· ὕστερα βαφτίστηκε ἀμέσως ὁ ἴδιος καὶ ὅλη ἡ οἰκογένειά του. Κατόπιν τοὺς ἀνέβασε στὸ σπίτι του καὶ τοὺς ἔστρωσε τραπέζι. ῏Ηταν πανευτυχὴς ποὺ κι αὐτὸς καὶ ὅλη ἡ οἰκογένειά του εἶχαν βρεῖ τὴν πίστη στὸν Θεό.