Οι πρωτοκορυφαίοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος (Αρχιμ. Ειρηναίος Λαφτσής)
Άρθρο του Αρχιμ. Ειρηναίου Λαφτσή, Πρωτοσυγκέλλου της Ι.Μ. Αλεξ/πόλεως
Οι πρωτοκορυφαίοι Απόστολοι
Πέτρος & Παύλος
Η μνήμη κάθε Αγίου είναι
αφορμή και πρόξενος χαράς, ευλογίας και πνευματικής ωφέλειας. Όπως όταν μέσα
στη νύχτα ανάψουμε μια λαμπάδα φεύγει το σκοτάδι, έτσι και μέσα στη ψυχή μας,
όταν τιμούμε τους Αγίους και ιδιαίτερα τους Αποστόλους Πέτρο και Παύλο,
φωτίζεται η σκέψη και η καρδιά μας. «Όταν
η γη δίνει πλούσια καρποφορία, δεν χαίρονται μόνο οι γεωργοί, αλλά όλοι οι
άνθρωποι που γεύονται τους καρπούς και απολαμβάνουν και οι ίδιοι τον κόπο των
γεωργών»[1].
Έτσι συμβαίνει όταν τιμούμε και τους δυο κορυφαίους Αποστόλους, αφού εκείνοι έζησαν, κήρυξαν, δοκιμάστηκαν, μαρτύρησαν για τον Χριστό και για να διαδοθεί ο Χριστιανισμός, αλλά σε μας ήρθε το μεγάλο πνευματικό όφελος της παρουσίας τους στον κόσμο. Οι δυο μεγάλοι Απόστολοι είναι καθοδηγητές όλων των άλλων Αποστόλων, των Αγίων, των Μαρτύρων, Αρχιερέων, Διδασκάλων και όλων των χριστιανών. Ο Άγιος Γρηγόριος τους χαρακτηρίζει ως «τους αρχιτέκτονες της ευσέβειας και της αρετής, καθώς προβάλλουν τον λόγο της ζωής μέσα από την Αγία Γραφή»[2].
Έτσι συμβαίνει όταν τιμούμε και τους δυο κορυφαίους Αποστόλους, αφού εκείνοι έζησαν, κήρυξαν, δοκιμάστηκαν, μαρτύρησαν για τον Χριστό και για να διαδοθεί ο Χριστιανισμός, αλλά σε μας ήρθε το μεγάλο πνευματικό όφελος της παρουσίας τους στον κόσμο. Οι δυο μεγάλοι Απόστολοι είναι καθοδηγητές όλων των άλλων Αποστόλων, των Αγίων, των Μαρτύρων, Αρχιερέων, Διδασκάλων και όλων των χριστιανών. Ο Άγιος Γρηγόριος τους χαρακτηρίζει ως «τους αρχιτέκτονες της ευσέβειας και της αρετής, καθώς προβάλλουν τον λόγο της ζωής μέσα από την Αγία Γραφή»[2].
Για να παρηγορηθούμε όλοι
εμείς οι χριστιανοί που πολλές φορές απογοητευόμαστε για την σωτηρία μας λόγω
της ολιγοπιστίας και της ακηδίας που έχουμε, πρέπει να προβάλλουμε τους δυο
αυτούς Αποστόλους στη ζωή μας. Η μετάνοιά τους και το οδυνηρό πένθος θεράπευσαν
την άρνηση του μαθητή (Πέτρος) και τη μανία του διώκτη (Παύλος) ξεριζώνοντας
τελείως από την ψυχή τους κάθε κακό. Ο τρόπος που το κατάφεραν ήταν διπλός: μετάνοια
στη ζωή τους και αγάπη στο πρόσωπο του Χριστού. Έκαναν πράξη το λόγο του
ψαλμωδού. «Καρδίαν συντετριμμένην και
τεταπεινωμένην ουκ εξουδενώσει»[3].
Ας σκεφτούμε ότι ο Πέτρος
λίγο πριν αρνηθεί το Χριστός τρείς φορές, τοποθετούσε τον εαυτό του πάνω απ’
όλους λέγοντας: «εἰ πάντες σκανδαλισθήσονται
ἐν σοί, ἐγὼ δὲ οὐδέποτε σκανδαλισθήσομαι»[4].
Ο καρδιογνώστης Κύριος, όμως, λόγω της μεγάλης αγάπης του Πέτρου στο πρόσωπό
του και της μεγάλης του ταπείνωσης του είπε: «Συ ει Πέτρος και επί ταύτη τη
πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν»[5].
Ο Απόστολος Παύλος, μεγάλος
διώκτης των Χριστιανών, κατευθύνθηκε στη Δαμασκό για να εξολοθρεύσει τους
χριστιανούς και εκεί γνώρισε το προσωπικό, πνευματικό του «Βατερλώ». Έχασε το
φως του σώματός του, για να φωτίσει με το κήρυγμα του αναστημένου Χριστού
ολόκληρο τον κόσμο. Ταπεινώθηκε με συντριβή καρδίας, μετανόησε, βαπτίσθηκε[6]
και έγινε από διώκτης του Χριστού, ο μέγας κήρυκάς Του που ονομάσθηκε «ο Πρώτος
μετά τον Ένα». Όταν ο Παύλος άρχισε την αποστολή του, ο Χριστιανισμός ήταν ένας
ασήμαντος αριθμός φοβισμένων πιστών ανάμεσα σε φανατικούς Ιουδαίους. Όταν μετά
από 30 περίπου χρόνια παρέδιδε μαρτυρικά τη ψυχή του στο Χριστό, ο
Χριστιανισμός είχε γίνει -για την εποχή του- παγκόσμια θρησκεία.
Και οι δυο Απόστολοι, δεν
συμβιβάστηκαν στη ζωή τους με τίποτα. Ας θυμηθούμε τι γράφει στους Κορίνθιους ο
Παύλος για τα βάσανα που υπέστη στη ζωή του για το Χριστό: «ἐν κόποις περισσοτέρως, ἐν πληγαῖς ὑπερβαλλόντως,
ἐν φυλακαῖς περισσοτέρως, ἐν θανάτοις πολλάκις· ὑπὸ ᾿Ιουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα
παρὰ μίαν ἔλαβον, τρὶς ἐρραβδίσθην, ἅπαξ ἐλιθάσθην, τρὶς ἐναυάγησα, νυχθημερὸν ἐν
τῷ βυθῷ πεποίηκα· ὁδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμῶν, κινδύνοις λῃστῶν,
κινδύνοις ἐκ γένους, κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν, κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ,
κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις· ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ, ἐν ἀγρυπνίαις
πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι·»[7].
Από την άλλη ο Πέτρος από
την ημέρα της Πεντηκοστής, όπως μας αναφέρουν οι Πράξεις, μαζί με τους άλλους
έντεκα Αποστόλους μίλησε προς το συγκεντρωμένο πλήθος με παρρησία και ομορφιά
ώστε να πιστέψουν και να βαπτιστούν 3.000 άτομα[8]
και για το λόγο αυτό στοχοποιήθηκε από το ιουδαϊκό ιερατείο. Φυλακίσθηκε πολλές
φορές και σώθηκε θαυματουργικά από την εκτέλεσή του[9].
Το κήρυγμα του Πέτρου
περιορίστηκε κυρίως στους Εβραίους και μάλιστα στην Παλαιστίνη, ενώ του Παύλου
απευθύνεται στους Ιουδαίους της διασποράς και στους Εθνικούς[10].
Δηλ. ο μεν Πέτρος προσπάθησε να εκχριστιανίσει τους Εβραίους και να τους
εντάξει στην νέα εποχή της Διαθήκης του Χριστού, ο δε Παύλος προσπάθησε να
προσελκύσει στην νέα θρησκεία τον ειδωλολατρικό κόσμο μέσω των Εβραίων της
διασποράς. Πώς το κατάφεραν αυτό; Με το να ζουν μόνο για τον Χριστό. Ας
θυμηθούμε τα λόγια του Παύλου: «Ζω δε
ουκέτι εγώ·
ζει δε εν εμοί Χριστός»[11].
Ας ζητήσουμε από τους
Αποστόλους να ζήσουμε κι εμείς την προσωπική μας «Δαμασκό». Δεν βρισκόμαστε
στην ίδια κατάσταση με τον Σαύλο, γιατί τα μάτια μας είναι ανοιχτά. Γνωρίζουμε
τον Χριστό και είμαστε βαπτισμένοι στο Άγιο Πνεύμα. Είμαστε σίγουροι ότι ο Χριστός
έχει αναστηθεί και ότι είναι ο μεγάλος δάσκαλος της ζωή μας και δεν είμαστε
δικαιολογημένοι να τον αρνηθούμε όπως ο Σίμωνας. Οι σύγχρονοι χριστιανοί
μένουμε μακριά από το Χριστό, επειδή επιλέγουμε να ζούμε με πλεονεξία,
εγωκεντρισμό, αλαζονεία απέναντι στα δώρα του Θεού. Ο Χριστός μας μιλάει για
τον ουρανό και για την αιώνια ζωή κι εμείς, κοντόφθαλμα, βλέπουμε έως τον τάφο
μας. Δεν έχουμε κατανοήσει ότι μέσα στον τάφο μας περιμένει ο Χριστός για να
μας οδηγήσει για να μας οδηγήσει στην μία, αιώνια ζωή. Όταν αυτό το
κατανοήσουμε, τότε θα βροντοφωνάξουμε μέσα μας: «Ἐμοὶ γὰρ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος»[12].
Αρχιμ. Ειρηναίος Λαφτσής
28-6-2016
[1] Γρηγορίου Παλαμά, Λόγος στην εορτή των κορυφαίων αποστόλων Πέτρου και
Παύλου.
[2] Ως άνω.
[3] Ψαλμ. Ν’.
[4] Ματθ. 26,33.
[5] Ματθ. 16, 17.
[6] Πραξ. 9, 18.
[7] Β’ Κορινθ. 11, 23-27.
[8] Πραξ. 2, 14-41.
[9] Πραξ. 5, 17-42 και 12, 1-17.
[10] Γαλ. 2, 7-8. Πρ. 22, 18-21.
[11] Γαλ. 2, 20.
[12] Φιλιπ. 1, 21.