Η δική μας ευθύνη.
Η δική μας τελικά απόφαση
να Τον συναντήσουμε,
καθιστώντας το έργο Του
σωτήριο για μας.
Πρωτ. Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Το
καθαυτό απολυτρωτικό έργο του Χριστού στον κόσμο ολοκληρώθηκε με την
Ανάληψή Του στους ουρανούς. Ο ίδιος ο Κύριός μας, λίγο πριν οδηγηθεί στο
πάθος του, προσευχόμενος στον Θεό, μας αποκαλύπτει ποιο ήταν για
Εκείνον αυτό το έργο: «εφανέρωσά σου το όνομα τοις ανθρώποις ούς δέδωκάς μοι εκ του κόσμου» (Ιωάν. 17,
6).
Εγώ σε έκανα γνωστό στους ανθρώπους που τους πήρες μέσα από τον
κόσμο και μου τους εμπιστεύτηκες. Αναρωτιόμαστε, καθώς ακούμε αυτόν τον
λόγο. Άραγε οι άνθρωποι δεν ήξεραν ότι ο Θεός υπάρχει; Περίμεναν τον
Χριστό να τους Τον καταστήσει γνωστό; Ποιο είναι το όνομα του Θεού, το
οποίο φανέρωσε ο Χριστός στους ανθρώπους και σε ποιους το φανέρωσε; Πόσο
σπουδαία ήταν αυτή η κίνηση, για να την θεωρεί ο Χριστός ως την ουσία
του έργου Του;
Οι
άνθρωποι ήξεραν ότι υπάρχει κάποιος θεός, είτε με την μορφή της
πολυθεΐας και της ειδωλολατρίας είτε με την αποκάλυψη στον Αβραάμ και
στους Εβραίους. Άλλοι αναζητούσαν ένα ή κάποιους θεούς μέσω της
φιλοσοφίας, της κοσμολογίας, της επιστήμης, σχημάτιζαν την μορφή τους
στο νου και την καρδιά τους, οργάνωναν θρησκευτικά συστήματα και
τελετές, αντιμετώπιζαν το μεγάλο άγχος του θανάτου δι’ αυτών και
προσδοκούσαν πολλοί εξ αυτών την κοινωνία μαζί Του ή μαζί τους με πιο
άμεση γνώση και συνάντηση. Ο Χριστός όμως, ερχόμενος στον κόσμο,
φανέρωσε το αληθινό όνομα του Θεού στους ανθρώπους. Κατέδειξε και με τη
διδασκαλία και με τη ζωή Του και με τα πάθη και την Ανάστασή Του ότι ο
Θεός είναι Τριαδικός. Είναι κοινωνία Τριών προσώπων και
ταυτόχρονα Ένας κατά την ουσία. Πατήρ , Υιός και Άγιον Πνεύμα είναι το
όνομα του Θεού και σ’ αυτό το όνομα μας κάλεσε να βαπτιζόμαστε, πάντα τα
έθνη (Ματθ. 28,19). Αυτό το όνομα δείχνει έναν Θεό που
καλύπτει όλες τις ανθρώπινες αναζητήσεις. Τον Θεό Δημιουργό του παντός,
«εκ του μή όντος εις το είναι», τον Θεό που δεν περιορίζεται στον εαυτό
Του, αλλά είναι κοινωνία, δηλαδή συνύπαρξη τριών ετέρων προσώπων, τον
Θεό που είναι η Σοφία του Παντός, τον Θεό που έρχεται σε κοινωνία,
συνάντηση με τους ανθρώπους που δημιούργησε, όχι επιλέγοντας έναν λαό
μόνο, για την προετοιμασία του κόσμου, αλλά ζητώντας κάθε άνθρωπο να
σωθεί και έλθει σε επίγνωση της αλήθειας.
Κι εδώ έρχεται το δεύτερο χαρακτηριστικό του ονόματος του Θεού. Είναι Αγάπη. Δεν
είναι μόνο ο ποιητής και ο παντοκράτωρ. Είναι και αυτός που αγαπά τον
άνθρωπο και τον κόσμο και θέλει να δώσει σε όλους τους ανθρώπους τη
δυνατότητα της κοινωνίας μαζί Του. Και η αγάπη αυτή δεν νικιέται από
κανέναν εμπόδιο, από καμία κατάσταση που χωρίζει την τελειότητα του Θεού
από τον κόσμο που ελεύθερα επιλέγει να πορεύεται με κριτήριο τον δικό
του εαυτό, να ζητά να θεοποιηθεί χωρίς τον Θεό. Ο Χριστός φανερώνει τον
Θεό ως Αγάπη. Και αγάπη σημαίνει κένωση, σημαίνει θυσία, σημαίνει δίψα
για συνάντηση με τον καθένα, ακόμη και μέχρις άδου ταμείων. Αγάπη όμως
δεν παύει να σημαίνει και ελευθερία και σεβασμός στην ανθρώπινη απόφαση
να είναι ή να μην είναι με τον Θεό. Σημαίνει σεβασμός στην πτώση, στην
αποτυχία του ανθρώπου να αγαπήσει με την ίδια φορά τον Αγαπήσαντα αυτόν,
στην επιλογή του ανθρώπου να διαλέγει αντί για την προτεραιότητα του
Θεού, την εν τω κόσμω ηδονή, όπως κι αν αυτή εκφράζεται, διά των παθών,
διά του πνεύματος της εξουσίας, διά της κτητικότητας, διά του
ανταγωνισμού.
Υπάρχει κι ένα τρίτο χαρακτηριστικό του ονόματος του Θεού. Γνωρίζεται στο Πρόσωπο του Χριστού. Όποιος
γνωρίζει τον Θεάνθρωπο Κύριό μας, ο Οποίος γίνεται η σαρκωμένη Αγάπη,
μπορεί να γνωρίσει τον Θεό-Πατέρα και να γευτεί τους καρπούς της
παρουσίας του Αγίου Πνεύματος. Και η αποκάλυψη αυτή βιώνεται στη ζωή
της Εκκλησίας. Ξεκινά από την δωρεά του Βαπτίσματος που δίνεται στον
άνθρωπο, όχι μόνο με σκοπό την κάθαρση από την αμαρτία και το κακό,
αλλά και για την είσοδό του ως μέλος με πλήρη δικαιώματα στο θεανθρώπινο
σώμα. Συνεχίζεται με το μυστήριο του Χρίσματος, στο οποίο ο άνθρωπος
μετέχει στο τρισσόν αξίωμα του Κυρίου, στο βασιλικό,δηλαδή ενεργοποιεί την δυνατότητα να αγαπά διακονώντας τους πάντες, στο ιερατικό, δηλαδή
ενεργοποιεί την δυνατότητά του να αναφέρει όλο τον κόσμο στον Θεό, να
ασκεί τα χαρίσματά του προς δόξαν Θεού και ως ευχαριστία και δοξολογία
για κάθε τι που του δόθηκε, και στο προφητικό, δηλαδή
ενεργοποιεί τη δυνατότητα να μιλά για το Θεό με τα λόγια και τα έργα
του, να γίνεται ηγέτης στη ζωή τη δική του και των άλλων, όχι όμως της
εξουσίας, αλλά της ταπεινής φανέρωσης όσων έχει λάβει. Τελειούται στην
Θεία Ευχαριστία, στην οποία ο άνθρωπος κοινωνεί τον Ίδιο τον Θεό, στο
πρόσωπο του Χριστού, και γίνεται ένα με τους συνανθρώπους του, ζώντας τη
χαρά της Βασιλείας του Θεού. Ανανεώνεται στην Μετάνοια, όπου ο άνθρωπος
διαπιστώνει τις αδυναμίες και τα τραύματά του και επιστρέφει στην
αγκάλη του Θεού. Και γίνεται συνάντηση αγάπης με τον πλησίον στον Γάμο
και στην Ιερωσύνη, για να μπορεί ο άνθρωπος να γεύεται και στην
καθημερινή του ζωή την ενότητα με τον Θεό και τον τρόπο της αιωνιότητας.
Ποιος
είναι ο Θεός, τι προσφέρει και τι ζητά από τον άνθρωπο φανέρωσε ο
Χριστός πρώτα σε όλους όσους διάλεξε ο Θεός μέσα από τον κόσμο και τους
προσέφερε σε Εκείνον. Είναι οι πρώτοι κεκλημένοι, οι μαθητές του Κυρίου
και όσοι Τον ακολούθησαν εκ της καρδίας τους. Και στη συνέχεια είναι
όλοι οι άνθρωποι οι οποίοι αναζητούν νόημα ζωής και τον Θεό στον χρόνο
που τους δίδεται. Η πρόσκληση είναι ανοιχτή. Και όσοι την
αποδέχονται πάλι εκ της καρδίας τους καθίστανται οι άγιοι του Θεού.
Καθίστανται, ανάλογα με τα χαρίσματά τους, οι Πατέρες της Εκκλησίας, αυτοί
που συνεχίζουν να φανερώνουν το όνομα του Θεού σε κάθε εποχή,
παλεύοντας με τον κοσμοκράτορα του αιώνος τούτου, που θέλει να χωρίσει
τους ανθρώπους από τον Θεό και να τους κάνει να επιλέξουν τον θάνατο
αντί της ζωής. Καθίστανται οι μάρτυρες της αληθείας, όπως κι αν
χρειάστηκε την εκφράσουν, με τον λόγο, την υπομονή στις θλίψεις και τους
πειρασμούς, με την αφιέρωση στον Θεό, με την αγάπη στον πλησίον, με την
μετάνοια, με κάθε έργο. Και γι’ αυτό στα πρόσωπά τους δοξάζουμε τον Θεό
και τους καθιστούμε πρότυπά μας.
Το
έργο του Χριστού ολοκληρώθηκε με την Ανάληψή Του. Ανέβασε στον ουρανό
την ανθρώπινη φύση, φανέρωσε το όνομα του Θεού στους ανθρώπους και
έστειλε το Άγιο Πνεύμα για να συγκροτεί τον θεσμό της Εκκλησίας, στον
οποίο οι άνθρωποι μπορούμε να Τον συναντούμε και να γευόμαστε τη χαρά
της κοινωνίας μαζί Του. Σ’ αυτή την πορεία οι Πατέρες της Εκκλησίας και
όλοι οι Άγιοι αποτελούν τους οδοδείκτες. Ο καθένας μας μέσα στον παρόντα
χρόνο και την εποχή στην ποία κληθήκαμε να ζούμε, θα δώσει την
προσωπική του απάντηση, αν το όνομα του Θεού που φανέρωσε ο Κύριός μας
είναι γι’ αυτόν το υπέρ πάν όνομα, αν θα αποδεχθεί το της υιοθεσίας
χάρισμα, αν θα αφήσει το λυτρωτικό έργο του Χριστού να επενεργήσει στον
ίδιο. Είναι η δική μας σειρά. Η δική μας ευθύνη. Η δική μας τελικά
απόφαση να Τον συναντήσουμε, καθιστώντας το έργο Του σωτήριο για μας.
Διότι δεν διαλέγει ο Θεός ποιους θα σώσει, αλλά διαλέγουμε εμείς αν θα
Τον δούμε και θα Τον ζήσουμε ως τον Σωτήρα και Λυτρωτή μας.