Όταν, το 1941, η Σοβιετική Ένωση δέχτηκε επίθεση από την μέχρι τότε σύμμαχό της Χιτλερική Γερμανία, ο ηγέτης της Στάλιν, διέβλεψε την ανάγκη ενότητας και ομοψυχίας του λαού, ως το σημαντικότερο όπλο άμυνας κατά των επιδρομέων.
Προς την επίτευξη αυτού του σκοπού, ο από τους απηνέστερους διώκτες της Εκκλησίας του 20ού αιώνα, στράφηκε προς την καθημαγμένη Ρωσική Εκκλησία, αναγνώρισε το ρόλο της ως ενοποιού στοιχείου, ζήτησε τη βοήθειά της στον αγώνα για την υπεράσπιση της Πατρίδας, επέτρεψε να ανοίξουν οι από την επέλαση της κρατικής αθεῒας κλεισμένοι Ναοί και να επιστρέψουν από την εξορία ή να βγουν από τη φυλακή εκατοντάδες Κληρικοί.
Κίνδυνο εθνικής επιβίωσης αντιμετωπίζει σήμερα η Πατρίδα μας, για την αντιμετώπιση και υπέρβαση του οποίου κάθε μέτρο, νόμος, φόρος ή εισοδημάτων περικοπή θα αποβούν ατελέσφορα, αν δεν επιτευχθεί πανεθνική ομόνοια και ομοψυχία, για την οποία όλοι μιλούν και την οποία όλοι επιζητούν, με πρώτο τον Πρωθυπουργό.
Προς την κατεύθυνση, αυτή η Εκκλησία μας νυχθημερόν εργάζεται και μοχθεί, αρθρώνοντας με παρρησία και συναίσθημα ευθύνης λόγο ενισχυτικό και επιτελώντας μεγάλο και πολύπλευρο έργο, υποστηρικτικό προς το δοκιμαζόμενο από την κρίση Λαό.
Θα περίμενε, λοιπόν κανείς, σε τέτοιες κρίσιμες ώρες να διαφυλάσσεται ως κόρη οφθαλμού η εθνική ομοψυχία, κυρίως από τους υπεύθυνους πολιτικούς!
Αντ’ αυτού, όμως, διάβασα τη δήλωση-επίθεση προς την Εκκλησία, η οποία επεκτάθηκε όχι μόνο σε ζώντα αλλά και σε κεκοιμημένα μέλη της Ιεραρχίας της, το περιεχόμενο της οποίας κάθε άλλο παρά μπορεί να θεωρηθεί ότι στηρίζει τα θεμέλια της αναζητούμενης εθνικής ομοψυχίας.
Όταν, λοιπόν, ανέγνωσα τις δηλώσεις του αναπληρωτή υπουργού Περιβάλλοντος κ. Νικ. Σηφουνάκη, ο οποίος εξ αφορμής σχετικής συζητήσεως, που έγινε κατά την πρόσφατη Σύνοδο της Ιεραρχίας και της Εγκυκλίου που απηύθυνε προς το Λαό, κατηγορεί την Εκκλησία ότι «πολιτικολογεί» και στρέφεται κατά του Κλήρου, της προσφοράς και της μισθοδοσίας του, ήλθαν στις σκέψεις και λόγοι άλλων ..
Ανακλήθηκαν στη μνήμη μου οι λόγοι καταλλαγής, αγάπης και στήριξης προς την Εκκλησία του αντιπρόεδρου και υπουργού Οικονομικών της κυβέρνησης, κ. Ευ. Βενιζέλου, ο οποίος κατά τη συνάντησή του με τα Μέλη της προλαβούσης Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, τον περασμένο Ιούλιο, εξήρε τον ενοποιό και κοινωνικό ρόλο της, αλλά και του υφυπουργού Υγείας κ. Μάρκου Μπόλαρη, κατά τον εγκαινιασμό ενός ακόμα μεγάλου έργου της Εκκλησίας, του «Καρέλειου Κέντρου προστασίας και περιθάλψεως ατόμων με Αλτσχάιμερ» στο Χαλάνδρι, το απόγευμα της 5ης Οκτωβρίου, λόγοι επαινετικοί για τον Αρχιεπίσκοπο, την Εκκλησία και το έργο που επιτελεί!
Επανήλθαν στη σκέψη μου όχι μόνο η εισήγηση του Μακαριωτάτου ενώπιον της Συνόδου της Ιεραρχίας, ο οποίος την 4η Οκτωβρίου, μεταξύ άλλων, είπε επί λέξει: «Το ζητούμενο αυτή τη στιγμή δεν είναι οι καταγγελτικές κραυγές…. Η Εκκλησία δεν ασκεί πολιτική, είναι όμως υπεύθυνη για το ήθος των πολιτών, τους οποίους οφείλει να εμπνέει, και όταν είναι μέλη της να καθοδηγεί, ώστε οι νοσηροί παράγοντες, που σχετίζονται με τη δημιουργία της κρίσης να αποφεύγονται και η κρίση να αντιμετωπίζεται με ήθος φιλάδελφο και φιλάνθρωπο», αλλά και οι επικρίσεις, που δέχεται για τη «χαλαρή», κατά την άποψη ορισμένων αδελφών, στάση του έναντι κυβερνητικών αποφάσεων και επιλογών!
Αντήχησαν στ’ αυτιά μας και οι συζητήσεις, που έγιναν κατά την Σύνοδο της Ιεραρχίας, κατά την οποία όλα τα μέλη της συμφώνησαμε με την εκδοθείσα Εγκύκλιο και εν συνεχεία ουδείς από μας παρεξέκλινε, ακόμα και όταν εκλήθη να κάνει δηλώσεις επ’ αυτής!
Το περιεχόμενο της Εγκυκλίου υπήρξε αποτέλεσμα πολλών συζητήσεων, προτάσεων και αλλαγών, δεδομένου ότι η Ιεραρχία είναι ένα πολυπρόσωπο όργανο, από 82 μέλη, τα οποία είναι και φυσικό και λογικό να έχουν διαφορετικές απόψεις. Αφ’ ης στιγμής, όμως, εγκρίθηκε και υπογράφηκε το σχετικό κείμενο, όλοι συνταχθήκαμε με το πνεύμα του και πειθαρχήσαμε στις Αποφάσεις του Σώματος της Ιεραρχίας.
Αναρωτιέμαι, κατά ταύτα, πώς είναι δυνατόν να μην υπάρχει μια τέτοια τακτική σε ένα μικρότερο όργανο, όπως η Κυβέρνηση. Πώς είναι δυνατόν, σε τέτοιες κρίσιμες περιστάσεις, τα μέλη της να διαφοροποιούνται δημοσίως και τόσο κάθετα στη διακηρυγμένη από τον Πρόεδρό της και Πρωθυπουργό αρχή της εθνικής ομοψυχίας;
Σε μιαν επίσκεψή μου σε λαϊκή αγορά της Αθήνας προχθές, είδα σε ένα πάγκο οπωροπώλη την επιγραφή «Τομάτες 1, 5 € – για τους πολιτικούς δωρεάν!», τον παρεκάλεσα να βγάλει αυτή την επιγραφή, γιατί, όπως του είπα, σε τέτοιες κρίσιμες μέρες, δεν βοηθάει καθόλου τον τόπο! Και εκείνος συμφώνησε, λέγοντας «καλά παπά μου, ό, τι πεις!».
Όταν, όμως, πήγα σπίτι μου και διάβασα τις δηλώσεις του κ. Σηφουνάκη, προβληματίστηκα έντονα:
Τι θα πω στον συμπαθή οπωροπώλη, που, όταν τον ξανασυναντήσω, ασφαλώς θα μου πει:
«Παπά μου, είδες που στα ‘λεγα»;
γράφει ο Μητροπολίτης Σύρου Δωρόθεος Β'