Την Κυριακή της Τυρινής το εσπέρας ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον Εσπερινό της Συγχωρήσεως και κήρυξε το θείο Λόγο στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ναούσης. Στο τέλος του Εσπερινού ο Σεβασμιώτατος ανέγνωσε την συγχωρητική ευχή και ζήτησε πρώτος συγχώρηση για τυχόν λάθη και παραλείψεις του στην άσκηση της διακονίας του, ενώ ευχήθηκε σε όλους «καλή Σαρακοστή».
Στην ομιλία του ο Σεβασμιώτατος τόνισε:
Μέ τήν Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τήν ὁποία ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας τό ἑσπέρας τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς μᾶς εἰσάγει στήν Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Σήμερα τό πρωί μᾶς ὑπενθύμισε τήν ἔξωση τῶν πρωτοπλάστων ἀπό τόν παράδεισο τῆς Ἐδέμ, ἐξαιτίας τῆς παρακοῆς καί τῆς ἀθετήσεως τῆς ἐντολῆς τῆς νηστείας, καί πρό ὀλίγου μᾶς ὑπέδειξε τήν πύλη ἀπό τήν ὁποία μποροῦμε καί πάλι νά εἰσέλθουμε καί νά πάρουμε τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς πρός τόν παράδεισο ἀπό ὅπου ἐκπέσαμε καί ὁ ὁποῖος δέν εἶναι ἄλλος παρά ἡ κοινωνία μέ τόν Θεό καί ἡ χαρά τήν ὁποία προσφέρει αὐτή στόν ἄνθρωπο.
Ποιά εἶναι ὅμως ἡ πύλη τῆς εἰσόδου καί ποιός εἶναι ὁ δρόμος τόν ὁποῖο μᾶς ὑποδεικνύει ἡ Ἐκκλησία μας;
Ἡ πύλη εἶναι ἡ συγχώρηση. Εἶναι ἡ συναίσθηση τῆς ἐνοχῆς μας, τῶν λαθῶν μας, τῶν ἁμαρτιῶν μας καί ἡ ἐκζήτηση συγγνώμης.
Ἄν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα δέν ἐπέρριπταν τήν εὐθύνη γιά τήν παρακοή τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ νά μήν δοκιμάσουν τόν καρπό τοῦ δένδρου τῆς γνώσεως ὁ ἕνας στόν ἄλλο καί τελικά στόν ὄφι, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ θά τούς εἶχε πιθανότατα συγχωρήσει καί δέν τούς εἶχε ἐκδιώξει ἀπό τόν παράδεισο, διότι, ὅπως λένε καί οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, τό νά ἁμαρτάνει κανείς εἶναι ἀνθρώπινο, τό νά ἐμμένει ὅμως στήν ἁμαρτία εἶναι δαιμονικό. Οἱ πρωτόπλαστοι ὅμως δέν συναισθάνθηκαν τήν ἁμαρτία τους καί προτίμησαν ἀντί νά παρακαλέσουν τόν Θεό νά τούς συγχωρήσει τήν παρακοή τῆς ἐντολῆς του, νά ἐπικαλεσθοῦν ἀνυπόστατες δικαιολογίες.
Γιά νά μᾶς διδάξει, λοιπόν, ἡ Ἐκκλησία μας τή σημασία τῆς συγγνώμης καί τῆς συγχωρήσεως στήν πνευματική ζωή, μᾶς εἰσάγει στήν Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή μέ τόν Ἑσπερινό τῆς συγχωρήσεως, ὅπως ὀνομάζεται ἀπό τή συγχωρητική εὐχή πού θά διαβάσουμε στό τέλος καί ἀπό τή συγγνώμη πού θά ζητήσουμε καί θά λάβουμε. Ἡ συγχώρηση αὐτή δέν ὑποκαθιστᾶ τό μυστήριο τῆς μετανοίας καί τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, ἀποτελεῖ ὅμως ἕνα ἔναυσμα καί μία παρότρυνση πρός τή μετάνοια, τήν ὁποία καλεῖται νά βιώσει ὁ κάθε πιστός. Μέ τή συγχώρηση ἡ Ἐκκλησία μας ἐπαναλαμβάνει τήν κίνηση τοῦ εὐσπλάγχνου πατέρα τῆς παραβολῆς τοῦ Ἀσώτου, ὁ ὁποῖος, μόλις πληροφορήθηκε ὅτι ἐπιστρέφει ὁ νεώτερος υἱός του, βγῆκε ἀπό τό σπίτι γιά νά τόν προϋπαντήσει καί νά τόν ἀγκαλιάσει, δείχνοντάς του ὅτι τόν συγχωρεῖ. Ὅπως ὅμως ἡ συγχώρηση τοῦ πατέρα δέν ἀπάλλαξε τόν ἄσωτο υἱό ἀπό τήν ἀνάγκη νά ζητήσει συγγνώμη, ἀλλά τόν βοήθησε νά τήν ζητήσει εὐκολότερα, ἔτσι καί ἡ σημερινή συγχώρηση θά πρέπει νά μᾶς παρακινήσει ὅλους νά αἰσθανθοῦμε τήν ἀνάγκη νά προσφύγουμε στόν Θεό ζητώντας ἐν μετανοίᾳ τή συγχώρησή του, μέ διάθεση δηλαδή νά ἐναρμονίσουμε τή ζωή μας μέ τό θέλημα καί τίς ἐντολές του. Αὐτό θά πρέπει νά ἀποτελεῖ, ἄλλωστε, καί τόν σκοπό τοῦ πνευματικοῦ μας ἀγώνα κατά τή διάρκεια τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Ἄν ὅμως ἡ συγχώρηση εἶναι ἡ πύλη διά τῆς ὁποίας εἰσερχόμεθα, ὁ δρόμος τόν ὁποῖο μᾶς ὑποδεικνύει ἡ Ἐκκλησία μας νά βαδίσουμε εἶναι ὁ δρόμος τῆς νηστείας. Γιά τήν Ἐκκλησία ἡ νηστεία δέν εἶναι μία ἀλλαγή διατροφῆς ἤ μία διαφορετική δίαιτα, ἀλλά εἶναι ἄσκηση ὑπακοῆς καί ἄσκηση ἐγκρατείας. Νηστεύουμε ἀπό κάποιες τροφές, ἀφενός ἀσκούμενοι στήν ὑπακοή στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ καί ἀφετέρου ἀναπληρώνοντας τή νηστεία πού δέν ἔκαναν οἱ πρωτόπλαστοι καί ἐξαιτίας αὐτοῦ ἐξεβλήθησαν τοῦ παραδείσου. Συγχρόνως ὅμως νηστεύουμε καί ἀπό τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, προσπαθώντας νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τό θέλημά μας πού μᾶς ὁδηγεῖ σέ αὐτά καί νά κάνουμε ὑπακοή στίς ἐντολές καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὑποδεικνύοντάς μας ἡ Ἐκκλησία στήν ἀρχή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς τόσο τήν πύλη διά τῆς ὁποίας θά εἰσέλθουμε, ὅσο καί τόν δρόμο, τόν ὁποῖο καλούμεθα νά βαδίσουμε, μᾶς ὑπενθυμίζει τήν ἀναγκαιότητα καί τῶν δύο, γιά νά φθάσουμε στόν ἐπιθυμητό στόχο μας. Μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ἔχουμε ἀνάγκη καί τή μετάνοια καί τή νηστεία τῶν τροφῶν καί τῶν παθῶν, πού ἀποτελεῖ συμμόρφωση πρός τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά ἀγωνισθοῦμε «νομίμως» στό στάδιο τῶν ἀρετῶν. Ἔτσι μόνο θά ἔχουμε τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία προσφέρεται διά τῶν ἱερῶν μυστηρίων του, σέ ὅσους προσέρχονται «ἐν μετανοίᾳ καί ἐξομολογήσει», καί ἀποφεύγοντας τά ἐμπόδια καί τούς πειρασμούς θά φθάσουμε στό τέρμα καί θά ἀξιωθοῦμε νά ἑορτάσουμε τό Πάθος καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας συσσταυρούμενοι καί συνανιστάμενοι μαζί του.