Ἡ
Ὁσία Θεοδώρα ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἀσπάσθηκε τὸ μοναχικὸ βίο καί ἀσκήθηκε
στὸν ἀγώνα τῶν μοναχικῶν ἀρετῶν, τῆς ὑπακοῆς, τῆς φιλαδελφίας καὶ τῆς
παρθενίας, ἀφοῦ εἰσῆλθε σὲ μοναστήρι.
Πολλὰ χρόνια μετὰ τὴν ὁσιακὴ κοίμησή της, ἀνοίχθηκε ὁ τάφος της γιὰ νὰ ἐναποτεθεῖ σὲ αὐτὸν καὶ τὸ σκήνωμα τῆς ἡγουμένης της. Τότε, μὲ θαυμαστὸ τρόπο, «ἡ πρὸ πολλοῦ νεκρὰ κειμένη Θεοδώρα τῇ μητρὶ [ἐννοεῖ τὴν ἡγουμένη] ὥσπερ ζῶσα, συνέσφιγξεν ἑαυτὴν τόπον δοῦσα». Ἔκτοτε τὸ τίμιο λείψανο τῆς Ὁσίας Θεοδώρας δὲν ἔπαυσε νὰ ἐπιτελεῖ ποικίλα θαύματα.
Πολλὰ χρόνια μετὰ τὴν ὁσιακὴ κοίμησή της, ἀνοίχθηκε ὁ τάφος της γιὰ νὰ ἐναποτεθεῖ σὲ αὐτὸν καὶ τὸ σκήνωμα τῆς ἡγουμένης της. Τότε, μὲ θαυμαστὸ τρόπο, «ἡ πρὸ πολλοῦ νεκρὰ κειμένη Θεοδώρα τῇ μητρὶ [ἐννοεῖ τὴν ἡγουμένη] ὥσπερ ζῶσα, συνέσφιγξεν ἑαυτὴν τόπον δοῦσα». Ἔκτοτε τὸ τίμιο λείψανο τῆς Ὁσίας Θεοδώρας δὲν ἔπαυσε νὰ ἐπιτελεῖ ποικίλα θαύματα.
Πρέπει
ὅμως νὰ ἀναφέρουμε ἕνα ἀκόμη Συναξάρι, τὸ ὁποῖο παραθέτει ὁ Σωφρόνιος
Εὐστρατιάδης μὲ βάση τὸ Λαυριωτικὸ Κώδικα Ι 70 καὶ τὸ ὁποῖο δὲν
ἐμφανίζει καμιὰ σύγκλιση μὲ τὰ ἀνωτέρω.
Ἡ
Ἁγία Θεοδώρα, σύμφωνα μὲ αὐτὸ τὸ Συναξάρι, ἦταν ἀπὸ τὴ νεανική της
ἡλικία πόρνη, ἀλλὰ μετὰ τὴν παρέλευση ἀρκετῶν ἐτῶν μετανόησε. Διένειμε
τὴν περιουσία της στοὺς φτωχοὺς καὶ εἰσῆλθε σὲ ἕνα βαθὺ λάκκο
ἀναμένοντας κάποια θεϊκὴ ἐντολή. Ἀφοῦ διέμεινε ἐντὸς τοῦ ὀρύγματος ἐπὶ
πέντε ἔτη «προσκαρτεροῦσα ἐν νηστείᾳ καὶ προσευχῇ καὶ γυμνότητι σαρκὸς καὶ ταλαιπωρίᾳ»,
τῆς γνωστοποιήθηκε μὲ ἀγγελικὸ ὅραμα ἡ συγχώρεση τῶν ἁμαρτιῶν της.
Στὴν συνέχεια ἔχτισε ἕνα μικρὸ κελί, ὅπου ἐγκαταβίωσε γιὰ τὴν ὑπόλοιπη
ζωή της, ἐνῷ μετὰ τὴν κοίμησή της ἐπιτέλεσε πλῆθος θαυμάτων. Ἴσως
πρόκειται περὶ ἄλλης ὁμωνύμου ἐκ τῆς αὐτῆς πόλεως, περὶ τῆς ὁποίας ὅμως
οἱ Συναξαριστὲς σιωποῦν.
Πρόσφατα, ἐν τούτοις, ἀποδείχθηκε ὅτι τὰ γλωσσικὰ δεδομένα τοῦ Συναξαρίου τῆς 5ης Ἀπριλίου συγκλίνουν μὲ αὐτὰ τοῦ Βίου καὶ τῆς Διηγήσεως γιὰ τὴ μετακομιδὴ τοῦ λειψάνου τῆς Ὁσίας Θεοδώρας τῆς Μυροβλύτιδος (†
29 Αὐγούστου). Ἐπιπλέον, ἐντοπίσθηκαν καὶ ἐσωτερικὰ στοιχεῖα τοῦ
Συναξαρίου, ποὺ καταδεικνύουν τὴ νοηματικὴ σχέση του μὲ τὰ δύο κείμενα
τοῦ Γρηγορίου κληρικοῦ καὶ τὴν ἐξάρτησή του ἀπὸ αὐτά, γεγονὸς ποὺ
ὁδηγεῖ στὴν ἀνεπιφύλακτη ταύτιση τῆς Ὁσίας Θεοδώρας τοῦ Συναξαρίου μὲ
τὴν Ὁσιομυροβλύτιδα Θεοδώρα.Ἕνα,
ἐπίσης, σοβαρὸ πρόβλημα ποὺ συνδέεται μὲ τὴν ταύτιση ἢ τὸν διαχωρισμὸ
τῶν δυὸ ὁμωνύμων Ὁσίων εἶναι τὸ ὑμνογραφικὸ καὶ συγκεκριμένα ὁ
Κανόνας πρὸς τιμὴν τῆς Ὁσίας Θεοδώρας, ποὺ ἀποδίδεται στὴ γραφίδα τοῦ
Ὁσίου Ἰωσὴφ τοῦ Ὑμνογράφου. Ὁ Κανόνας αὐτός, ὁ ὁποῖος ἀντλεῖ ἀπὸ τὸ
Συναξάρι τῆς 5ης Ἀπριλίου, ἐπιγράφεται σὲ ἕνα μεγάλο
ὑμνογράφο τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος διέμεινε καὶ στὴ Θεσσαλονίκη καὶ
συνέγραψε Κανόνες πρὸς τιμὴν ἀρκετῶν Θεσσαλονικέων Ἁγίων, ἀλλὰ
κοιμήθηκε σύμφωνα μὲ τὴν ἐπικρατοῦσα ἄποψη τὸ ἔτος 886 μ.Χ., δηλαδὴ
ἕξι χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν κοίμηση τῆς Ὁσίας Θεοδώρας τῆς Μυροβλύτιδος. Ἡ
μοναδικὴ ἀπάντηση ποὺ μπορεῖ νὰ δοθεῖ στὸ σοβαρὸ αὐτὸ πρόβλημα, τὸ
ὁποῖο παραμένει ἀνοικτό, εἶναι ἡ ἀπόδοση τοῦ Κανόνος σὲ κάποιο μαθητή
του, πιθανότατα τὸν Θεοφάνη τὸν Σικελό, πολλοὶ Κανόνες τοῦ ὁποίου,
ὅπως ἔχει διαπιστωθεῖ ἀπὸ τὴν ἔρευνα, φέρουν στὴν ἀκροστιχίδα τους τὸ
ὄνομα τοῦ Ἰωσήφ.