Με ξεχωριστή θέρμη η Ελευσίνα υποδέχθηκε το νέο βιβλίο του π. Αντωνίου Καλλιγέρη «Λίγο πριν το τέλος… μια νέα αρχή»,των εκδόσεων «Αρχονταρίκι» την Δευτέρα 4 Ιουνίου 2018!
O τίτλος του βιβλίου, η εμπειρία του συγγραφέα πάνω στον τομέα του Γάμου και τα ονόματα των συντελεστών της εκδήλωσης, συνέβαλαν στο να γεμίσει το Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Ελευσίνας και να ενθουσιάσει όσους είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν την παρουσίαση του βιβλίου!
Από αριστερά: π. Αντώνιος Καλλιγέρης, κα Θεοδώρα Καππαή, κα Σοφία Χατζή, κ. Μιχάλης Λεβέντης, κ. Γιώργος Μπάρλας, κας Ελένη Ζιώγα.
Η βραδιά ξεκίνησε με χαιρετισμό του εκπροσώπου και μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου του Π.Α.Κ.Π.Π.Α. Δήμου Ελευσίνας κ. Νίκου Νιμά και στη συνέχεια ο Φιλόλογος-Ψυχολόγος και Συγγραφέας κ. Μιχάλης Λεβέντης με λόγο ζωντανό και προεκτάσεις προσωπικές αναφέρθηκε στο σπουδαίο έργο του συγγραφέα γύρω από το Γάμο.

Ακολούθως ο Θεολόγος, Εκπαιδευτικός και Ραδιοφωνικός Παραγωγός της «Πειραϊκής Εκκλησίας» κ. Γιώργος Μπάρλας επεσήμανε ιδιαίτερα την επικαιρότητα που έχει η κυκλοφορία του βιβλίου του π. Αντωνίου Καλλιγέρη σε μια εποχή όπου ο γάμος και ο θεσμός της οικογένειας διέρχονται κρίση και όπου ο άνθρωπος δεν θεωρεί τίποτα δεδομένο, ούτε το γάμο και τα παιδιά. Τελευταία παρουσίασε το βιβλίο με πρωτότυπο τρόπο και προβολή διαφανειών η Κοινωνική Λειτουργός κα Θεοδώρα Καππαή, η οποία συνέδεσε τις προτάσεις, σκέψεις και προβληματισμούς του π. Αντωνίου, που καταγράφονται στο βιβλίο με την πολύχρονη επαγγελματική της ενασχόληση γύρω από τις οικογενειακές σχέσεις.
Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεγάρων και Σαλαμίνος κ. Κωνσταντίνος
Φανερά συγκινημένος ο συγγραφέας π. Αντώνιος Καλλιγέρης ευχαρίστησε όλους όσους συνέβαλαν στην κυκλοφορία του βιβλίου καθώς και τους συντελεστές της όμορφης αυτής εκδήλωσης στην πόλη της Ελευσίνας. Τη βραδιά έκλεισε με θερμά λόγια ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεγάρων και Σαλαμίνος κ. Κωνσταντίνος, ο οποίος λάμπρυνε με την παρουσία του την ιδιαίτερη αυτή στιγμή για τον π. Αντώνιο Καλλιγέρη και τις εκδόσεις «Αρχονταρίκι».
Από αριστερά: κ. Ηλίας Λιαμής, κα Άννα Λιαμή, κα Ελένης Ζιώγα.
Ξεχωριστή παρουσία στην βραδιά ήταν αυτή της Ηθοποιού, Σεναριογράφου και Στιχουργού κας Ελένης Ζιώγα, η οποία με το ιδιαίτερο ταλέντο της διάβασε αποσπάσματα του βιβλίου! Το μουσικό σύνολο του Ηλία Λιαμή στο πιάνο και στο τραγούδι της Άννας Λιαμή πλαισίωσε μοναδικά τον προφορικό λόγο των παρουσιαστών με τέχνη απαράμιλλη!
Αξίζει να αναφερθεί, ότι την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα που επικράτησε στο Πολιτιστικό Κέντρο, «χρωμάτισε» με μοναδική μαεστρία η Ραδιοφωνική Παραγωγός της «Πειραϊκής Εκκλησίας» κα Σοφία Χατζή, η οποία είχε την ευθύνη του συντονισμού!

Η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ κ. ΜΙΧΑΛΗ ΛΕΒΕΝΤΗ
Σε πολλές σκέψεις με βάλατε, Πάτερ, με το καινούργιο βιβλίο σας. Με το που ξεκίνησα να το διαβάζω, το μυαλό μου πήγαινε μια εδώ-μια εκεί, μια στη ζωή μου – μια στις ζωές των άλλων, μια στο τώρα-μια στο πάντοτε. Κι όταν το τέλειωσα, είπα μέσα μου: Τώρα τι να πω, που είναι τόσα αυτά για τα οποία μιλάει ο ιερέας; Πού να επιμείνω, με τι να καταπιαστώ ιδιαίτερα, έτσι ώστε και τη δική μου θέση να παρουσιάσω, αλλά και το βιβλίο να ωθήσω τους ανθρώπους να το διαβάσουν;
Α, κατέληξα, θα ξεκινήσω από το εξωτερικό του. Απ’ την εμφάνισή του με το έξυπνο και ελκυστικό εξώφυλλο. Ο εκδοτικός οίκος «Αρχονταρίκι» δεν φτάνει που έκανε εύστοχη την επιλογή της έκδοσης, αλλά την πρόσεξε ιδιαίτερα, κι έτσι κοσμεί τα ελληνικά μας γράμματα μ’ ένα ακόμη σημαντικό έργο, που ήρθε για να μείνει πολλά χρόνια στο προσκήνιο.
Ένα έργο καρπός δουλειάς πολλής του συγγραφέα, καρπός αναζητήσεων και προβληματισμών στο θέμα του, καρπός ανταλλαγών με πολλούς ανθρώπους γύρω από τον Γάμο. Ένα έργο που θέλει να μοιραστεί με άλλους πολλούς τις αλήθειες τις οποίες αποκόμισε μέχρι τώρα στη ζωή του, και να διδάξει. Στους καιρούς που ζούμε, η σωστή διδασκαλία από έναν ειδήμονα είναι απαραίτητη, γιατί κυριαρχούν, κακά τα ψέματα, η άγνοια, η ημιμάθεια, η εκμετάλλευση, η ανοησία. Και ο παπα- Αντώνης θέλει να υπερασπιστεί κάποιους τομείς στους οποίους πιστεύει ότι ο Θεός τον έταξε (τη νεότητα, τον γάμο, την οικογένεια), μέσα στο κλίμα και το πνεύμα της Ορθοδοξίας.
Θα ρωτήσει κάποιος: Ένας λόγος μπορεί να επηρεάσει αληθινά και ουσιαστικά; Ασφαλώς και το μπορεί. Ένας σωστός και με δύναμη λόγος, γεμάτος ενέργεια και όχι κούφιος, μπορεί μέχρι και να θεραπεύσει κάποιον άλλο. Ο Χριστός πόσες φορές είχε θεραπεύσει με μόνο τον λόγο Του; Θα μου πείτε: «Ο Χριστός είναι Θεός». Σύμφωνοι. Δεν έχει πει όμως: Αυτά που έκανα εγώ μπορείτε να τα κάνετε κι εσείς;» Δεν έχει πει: «Θεοί είστε»; Αλλά να το δούμε και αλλιώς: Ένας κακός λόγος είναι σε θέση να χτυπήσει έναν άνθρωπο σαν πέτρα στο κεφάλι ή σαν μαχαίρι στην καρδιά, έτσι δεν είναι;
Ο λόγος του παπα-Αντώνη είναι άραγε αποτελεσματικός; Έχει τη δύναμη να επιδράσει στον αναγνώστη και όχι μόνο να τον ενημερώσει, αλλά και να τον βοηθήσει, να τον σπρώξει στην αλλαγή του; Παρότι πιστεύω ότι ο άνθρωπος δύσκολα αλλάζει, ιδίως ο εγωιστής ή άκαμπτος, νομίζω πως με το συγκεκριμένο βιβλίο έχει τη δυνατότητα, τουλάχιστον, να προβληματισθεί για πολλά και να δει το θέμα του γάμου και της δυνατής εξέλιξης μέσα σ’ αυτόν, ευρύτερα.
Έτσι, επιτρέψτε μου να σας εκφράσω μερικές από τις σκέψεις που έκανα για τη δική μου «περιπέτεια» στον γάμο, σκέψεις στις οποίες οδηγήθηκα μετά την ανάγνωση του συγκεκριμένου βιβλίου, και να καταλάβετε λιγάκι από αυτές πόσο καλό μου έκανε η ανάγνωσή του. Αναρωτήθηκα, λοιπόν: Ο γάμος για μένα ήταν μόνο η τελετή και το ιλουστρασιόν της, ή υπήρξε ένα Μυστήριο στο οποίο συμμετείχε και συμμετέχει ο Θεός; Για ποιους λόγους θέλησα να οδηγηθώ στα «δεσμά» του γάμου; Και ήταν «δεσμά», όπως λέμε πολλοί, άρα μετάνιωσα με την επιλογή μου όπως ζύγιζα τα υπέρ και τα κατά που βίωνα; Ή κατάφερε και έγινε γόνιμη αποδοχή του δύσκολου κόσμου στον οποίο βρεθήκαμε και πλουτισμός; Ο γάμος με οδήγησε πιο κοντά στον Θεό και τον συνάνθρωπο, ή πιο μακριά του; Με έκανε πιο αισιόδοξο, ή πιο απαισιόδοξο; Πιο γέρο, ή πιο νέο; Με όραμα για το μέλλον, ή με «πρέπει» που δεσμεύουν αντί να ελευθερώνουν; Με έμαθε να δέχομαι τις ατέλειές μου και τις ατέλειες του άλλου; Και, βέβαια: Έγινα πιο δημιουργικός με τα ταλέντα μου και τα αξιοποίησα; (Γιατί όλοι έχουμε ταλέντα, μην αμφιβάλλουμε, ο Θεός δεν είναι άδικος.)
                                                    ——————
Μιλάει επίσης για τα παιδιά τούτο το βιβλίο. Ο συγγραφέας του, όντας πατέρας 6 παιδιών και βιώνοντας τις χαρές και τις δυσκολίες της οικογένειας με τόσες ψυχές κάτω από την ίδια στέγη, με τις αναπόφευκτες και ευλογημένες ιδιαιτερότητες του καθενός, έχει λόγο να αρθρώσει σημαντικό, έχει άποψη να υψώσει για να τη βλέπουν, σαν λαμπάδα, οι άλλοι. Πρέπει να τον ακούσουμε τον λόγο του, και μάλιστα με προσοχή, τη στιγμή μάλιστα που ο παπα-Αντώνης είναι και πνευματικός ποιμένας. Για να δεχτούμε αυτόν λόγο ή να μη συμφωνήσουμε μαζί του, δεν έχει σημασία. Αξίζει τον σεβασμό μας από μόνο το γεγονός ότι συνειδητά αποφάσισαν με την πρεσβυτέρα του να προσφέρουν στην ανθρωπότητα ό,τι πιο σπουδαίο μπορούσαν: σωστούς ανθρώπους, αληθινούς Έλληνες.
Αλλά όπως διάβαζα τα σχετικά με το θέμα των παιδιών, πατέρας κι εγώ ενός 17χρονου εφήβου, οδηγήθηκα και σε άλλες σκέψεις. Αφού πιστεύω πως κάθε παιδί που έρχεται στον κόσμο είναι ευλογημένο και αξίζει όλο τον σεβασμό και την αγάπη μας, όποιο και να ’ναι, όπου και όπως και να γεννιέται, όποια και να ’ναι η κατάσταση της υγείας του, έθεσα τα εξής ερωτήματα:
1) Εγώ ο άνθρωπος, που αξιώθηκα του μέγιστου δώρου ν’ αποκτήσω ένα παιδί (και ν’ αγκαλιάζω έτσι μαζί του τον Θεό, όπως λέει μια ρώσικη παροιμία), εκτιμώ αυτό το δώρο όπως του πρέπει; Θυσιάζομαι για χάρη του ανθρώπου που μου προσφέρθηκε και νιώθω ευνοημένος με την παρουσία του στη ζωή μου; 2) Παράλληλα με την εξέλιξη του παιδιού μου, φροντίζω και τη δική μου εξέλιξη ενόσω συμπορευόμαστε; 3) Αν δεν μπορώ τώρα να βλέπω τα άλλα παιδιά ακριβώς όπως το φυσικό μου παιδί (κάτι που είναι δικαιολογημένο), μου περνάει καθόλου απ’ το μυαλό πως ο στόχος μου είναι να φτάσω κάποια στιγμή να βλέπω όλα τα παιδιά του κόσμου σαν δικά μου; 4) Κι ακόμα πιο πολύ: Σκέφτομαι πως στη γη δεν ήρθα τόσο για να πάρω αλλά κυρίως για να δώσω, ότι δεν ήρθα για να μείνω μόνιμα αλλά για να φύγω συνεχίζοντας πλουσιότερος πνευματικά – αφού η ζωή δεν σταματάει με τον φυσικό θάνατο; 5) Τέλος, σκέφτομαι ότι δεν είμαι τόσο γήινος όσο ουράνιος, κι ότι αυτή τη δυνατότητα μού τη δίνουν στο να την πετύχω οι άνθρωποι, η γυναίκα μου, το παιδί μου, ακόμη κι ένας άγνωστος;
——————–
Σταματώ όμως εδώ, παρότι θα μπορούσα πολλά να πω με αφορμή το έργο σας, πάτερ Αντώνιε. Ο τελευταίος μου λόγος ας είναι μια ευχή: Να βοηθήσετε κι άλλους πολλούς με το θαρραλέο αυτό βιβλίο σας. Ως αναγνώστης, σας ευχαριστώ που το γράψατε και το μοιράζεστε μαζί μας. Είναι χρήσιμο για τους ιερείς, είναι χρήσιμο για τους λαϊκούς, και μακάρι η ευλογία του να μας καλύψει όλους.

Η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ κ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΠΑΡΛΑ
Το βιβλίο του π. Αντωνίου Καλλιγέρη εκδίδεται σε μια εποχή όπου ο γάμος και ο θεσμός της οικογένειας διέρχεται κρίση -οι άνθρωποι δεν παντρεύονται, όσοι παντρεύονται έχουν πολλές πιθανότητες να χωρίσουν- και όπου οι μόνοι που επιθυμούν σταθερά να παντρευτούν κ να κάνουν οικογένεια είναι οι ομοφυλόφιλοι – καθότι  σήμερα «βάζουμε τους νόμους στην υπηρεσία των παθών αντί να υποτάσσουμε τα πάθη στους νόμους» (Π. Μπρυκνέρ). Γιατί άραγε οι ομοφυλόφιλοι επιδιώκουν να ενταχθούν σε έναν τόσο παραδοσιακό και συντηρητικό θεσμό;  Ποιος ξέρει… Ίσως γνωρίζοντας στην πράξη τι εστί γάμος να μετανιώσουν για αυτή τους την επιθυμία στο μέλλον. Όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα και με τους ετεροφυλόφιλους.
Ο τίτλος του βιβλίου του π. Αντωνίου είναι κατ’ αυτόν τον τρόπο ρεαλιστικός αλλά και αισιόδοξος. Το “Λίγο πριν το τέλος” παραπέμπει σε έναν θεσμό που παραπαίει και το “μια νέα αρχή, δίνοντας ελπίδα στο γάμο” μας λέει ότι τα πράγματα δεν είναι ανεπίστροφα και ότι υπό προϋποθέσεις όχι μόνο μπορεί να σωθεί ο γάμος αλλά να γίνει κάτι πολύ περισσότερο από έναν κοινωνικό θεσμό. Να συμβεί αυτό που συνέβη στο γάμο της Κανά, όπου το κρασί της ανθρώπινης αγάπης τελείωσε για να γίνει στη συνέχεια, με την παρέμβαση του Χριστού, ένα κρασί τελειότερο, μια αγάπη θεανθρώπινη.
Ο συγγραφέας ξέρει καλά τα δεδομένα της εποχής μας και μιλάει στους αναγνώστες του με βάση αυτά. Γνωρίζει ότι η κοινωνία δεν δίνει πλέον ιδιαίτερη αξία στον θεσμό του γάμου, ότι το άτομο επιδιώκει την αυτοπραγμάτωσή του χωρίς να είναι υποχρεωμένο να παντρευτεί, ότι η παπαδιαμαντική Σεραϊνώ και η υπομονή της δεν αποτελεί πρότυπο. Ο γάμος «στην κλασική του μορφή κατηγορήθηκε για όλα τα δεινά – ανισότητα, δεσποτισμό, συρρίκνωση των γυναικών σε “κινητή περιουσία”… Ήταν μια απροκάλυπτα εμπορική συναλλαγή – “κοίτα το πορτοφόλι, όχι το πρόσωπο” σύμφωνα με μια γερμανική παροιμία… Από ψυχρός ο γάμος έγινε μια θάλασσα αγάπης. Ενώ κάποτε ήταν γεμάτος εξαναγκασμούς, έγινε ελεύθερος» (Π. Μπρυκνέρ). Από τον Διαφωτισμό και στο εξής έχουμε την πρωτοκαθεδρία των αισθημάτων έναντι του καθήκοντος, την κατάργηση του ταμπού -όπως θεωρείται- της παρθενίας και την αποδοχή της γυναικείας σεξουαλικότητας (που παλιά απλά θεωρούνταν ως αισχρότητα), τη διευκόλυνση του διαζυγίου. Το διαζύγιο όχι μόνο δεν θεωρείται εξαίρεση αλλά είναι αυτό που καταργεί μια φυλακή. Στη δύση διοργανώνονται και πάρτι διαζυγίου. Πάντως η ανεκτικότητα της γυναίκας απέναντι στον εξευτελισμό που επέβαλλαν οι δεσποτικοί άντρες έχει εκλείψει όπως και η στάση παραίτησης που χαρακτήριζε παλιότερα τις γυναίκες. Επίσης σήμερα την ανατροφή του παιδιού την έχει αναλάβει εν πολλοίς το κράτος: βρεφονηπιακοί σταθμοί, πολυετής εκπαίδευση, ολοήμερο σχολείο κλπ. Αλλά και η οικογένεια ως το λιμάνι της γαλήνης δεν έχει πέραση αφού οι κάθε λογής επιθυμίες του ανθρώπου βρίσκουν σήμερα καταφύγιο εκτός του σπιτιού.
Το βιβλίο δεν απευθύνεται σε ανθρώπους της παραδοσιακής κοινωνίας όπου η πορεία της ζωής ήταν προδιαγεγραμμένη: εκπαίδευση – στρατός για τους άντρες – εργασία – γάμος – παιδιά – σύνταξη. Ο άνθρωπος σήμερα δεν θεωρεί τίποτα δεδομένο, ούτε τον γάμο και τα παιδιά. Περισσότερο επιθυμεί να γνωρίσει την εμπειρία τού να είσαι παντρεμένος ή να γίνεις γονιός παρά ότι το θεωρεί αυτό ως σκοπό ζωής. Δεν το αποκλείει αλλά ούτε το επιθυμεί πολύ. Τα πράγματα δεν είναι διαφορετικά για τους χριστιανούς. Οι χριστιανοί σε αυτό τον κόσμο ζούμε και επηρεαζόμαστε από τον τρόπο ζωής που κυριαρχεί. Και οι χριστιανοί αντιμετωπίζουμε λοιπόν τα ίδια προβλήματα. «Στις ΗΠΑ το ποσοστό διαζυγίων είναι 47,9%. Στις πολιτείες που ανήκουν στη λεγόμενη “Ζώνη της Βίβλου”, όπου δηλαδή είναι μεγαλύτερη η επιροοή της θρησκείας, το ποσοστό των διαζυγίων είναι υψηλότερο, μιας και οι άνθρωποι παντρεύονται πολύ νωρίς έχοντας βαθιά άγνοια», σημειώνει ένας στοχαστής. Γι΄ αυτό και το βιβλίο απευθύνεται στους πραγματικούς χριστιανούς της εποχής μας που καλούνται να αντιμετωπίσουν λίγο πολύ τους ίδιους πειρασμούς στο γάμο και που έχουν τις ίδιες ενστάσεις έναντι του γάμου όπως όλοι. Ενδεικτικό το κεφάλαιο με τίτλο «Γιατί “πρέπει” να παντρευόμαστε;».
Γνωρίζοντας ο συγγραφέας τι συμβαίνει σήμερα δεν καθυστερεί από το να στραφεί στην ουσία του χριστιανικού γάμου: αυτός δεν είναι μια τελετή ή ένας θεσμός που φαίνεται χρήσιμος σε μια κοινωνία που δεν θέλει όμως να αναγνωρίσει τη χρησιμότητά του, αλλά είναι μυστήριο. Στα μυστήρια είναι παρών ο ίδιος ο Χριστός. Όπως ακριβώς στην Κανά έτσι και σε κάθε γάμο ο Χριστός θέλει να κάνει το ίδιο θαύμα: να μεταμορφώσει την φθαρτή ανθρώπινη αγάπη σε αγάπη θεανθρώπινη και άφθαρτη. Αν δεν συμβεί αυτό θα είναι επειδή οι σύζυγοι δεν ζήτησαν από τον Χριστό να κάνει αυτό το θαύμα. Προσέξτε, μιλάμε για θαύμα: το να μην φτάσουν στην απόλυτη πλήξη και βαρεμάρα οι σύζυγοι, το να μην απελπιστούν με τα προβλήματα της οικογένειας κλπ απαιτεί ένα θαύμα. Όχι μια μαγική πράξη που μεταφέρει τους συζύγους σε έναν άλλο κόσμο όπου δεν υπάρχουν προβλήματα, αλλά μιλάμε για τη χάρη του Θεού να αλλάξουν οι ίδιοι και να αγαπηθούν ακριβώς μέσα σε αυτά τα προβλήματα. «Σε ολόκληρη την Ακολουθία του Γάμου η καθημερινότητα πουθενά δεν παραβλέπεται, αντιθέτως λαμβάνεται σοβαρά υπόψη, αφού με τις ευχές ζητάμε από τον Χριστό να μην πάψει να συνοδοιπορεί με το ζευγάρι, να το ευλογεί, ώστε να έχουν “κάθε επίγειο και ουράνιο αγαθό”, και μάλιστα με αφθονία. Να χαίρονται την καθημερινότητα, αφού μέσα σ’ αυτήν εργάζονται και δημιουργούν με τον αναγκαίο κόπο».
Το βιβλίο δεν μιλάει γενικά και αόριστα για το γάμο, την αγάπη και τη βασιλεία του Θεού μέσα σ’ αυτόν. Δεν θέτει μαξιμαλιστικούς στόχους αγνοώντας την καθημερινότητα του γάμου και της ζωής. Υπάρχουν ένα σωρό θεολογικά βιβλία, κυρίως για μοναχούς και γεροντάδες, που διαβάζοντάς τα σε αναπαύουν, όπως λέμε συνήθως, αλλά επειδή η δική σου πνευματική κατάσταση είναι εντελώς άλλη από αυτή των γεροντάδων, ωφελείσαι όσο τα διαβάζεις και σε αφήνουν τελικά με την πίκρα ότι εσύ δεν θα καταφέρεις τίποτα από όλα αυτά που διάβασες. Έτσι και με ένα βιβλίο περί γάμου, αν μέναμε μόνο στην θεολογία του γάμου, αγνοώντας την καθημερινότητα, το όφελος θα ήταν ελάχιστο.  Μου θυμίζει κάποιον χριστιανό γαμπρό που μιλώντας στο γλέντι του γάμου σε πολυτελέστατο ξενοδοχείο της πλ. Συντάγματος και εν μέσω περιφερόμενων δίσκων με σπουδαία εδέσματα έκανε λόγο για τον σταυρό του γάμου και τη βασιλεία του Θεού. Φαινόταν σα να ζούσε όχι την έναρξη ενός αγώνα για τη βασιλεία του Θεού, αλλά πως ήταν κιόλας εντός της. Ο π. Αντώνιος μιλάει για πολύ συγκεκριμένα πράγματα μέσα στο γάμο. Ενδεικτικά αναφέρω: η αγάπη. Αυτός που αγαπά έχει μακροθυμία και καλοσύνη, δεν ζηλοφθονεί, δεν περηφανεύεται, δεν είναι εγωιστής, ούτε ευερέθιστος. Η ενθάρρυνση-στήριξη. Η σεξουαλική δημιουργικότητα. Η αφιέρωση του ενός στον άλλον. Η επικοινωνία και το μοίρασμα. Η αλληλοκατανόηση, ο σεβασμός και το αποτέλεσμα όλων αυτών που είναι η χαρά. «Η γαμήλια ευτυχία είναι η τέχνη του εφικτού και όχι η εξύμνηση του ανέφικτου. Είναι η απόλαυση να χτίζεις έναν κοινό κόσμο μαζί με κάποιον άλλον» (Μπρυκνέρ).
Όταν παντρεύεται κανείς στην εκκλησία δεν μεταφέρεται λοιπόν μαγικά σε έναν γαμήλιο παράδεισο. Αυτός πρέπει να κτιστεί σιγά σιγά και πρωτομάστορας εδώ θα είναι ο ίδιος ο Χριστός.δεν μιλάμε για ερωτική φρενίτιδα ή αδιάλειπτη έξαψη και μεταρσίωση. Όπως ένας μοναχός ξεκινά τη μοναστική ζωή του με κόπο και θυσιαστικότητα για να φτάσει να γευθεί τη χάρη του Θεού, έτσι και οι παντρεμένοι. Ο π. Αντώνιος δεν μιλάει βέβαια για έναν εκμοναχισμό του γάμου. Δεν κάνει λόγο για κομποσχοίνια, ατέλειωτες προσευχές, γονυκλισίες και επισκέψεις σε μοναστήρια. Είναι γνωστό ότι πολλοί σύζυγοι κάποιας ηλικίας μπορεί να βρίσκουν παρηγοριά όχι ο ένας στον άλλον πια αλλά σε μια προσομοίωση της μοναχικής ζωής εντός γάμου, η οποία βέβαια δεν οδηγεί πουθενά. Ο συγγραφέας τονίζει: «Πρώτα και κύρια είμαστε σύζυγοι». Και γι’ αυτό δίνει σημασία και στην ερωτική αγάπη. Κύριος σκοπός του γάμου δεν είναι η απόκτηση παιδιών αλλά η εν αγάπη τελειοποίηση των συζύγων. Τα παιδιά είναι ακριβώς καρπός αυτής της αγάπης. Δεν κάνουμε παιδιά οι χριστιανοί για να πάνε στρατό, να αντιμετωπιστεί η υπογεννητικότητα ή να ενισχυθεί το ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό σύστημα ή επειδή είναι καθήκον. Κάνουμε παιδιά επειδή αγαπάμε ο ένας τον άλλον και αυτή η δημιουργική αγάπη φέρνει στον κόσμο τα παιδιά. Έτσι τα παιδιά δεν είναι αποτέλεσμα ενός καθήκοντος αλλά μιας αγάπης, γι’ αυτό και τα κάνει επιθυμητά. Το παιδί που δεν είναι επιθυμητό το καταλαβαίνει και θα βρει τρόπους να αντιδράσει. Γάμος δεν είναι ένας μηχανισμός πολλαπλασιασμού απογόνων. «Όσο μικρότερος είναι ο πολλαπλασιασμός, τόσο πιο πολύ στενές σαρκικές σχέσεις βρίσκουμε στα ζώα. Στον άνθρωπο, σε σχέση με ολόκληρο το ζωικό βασίλειο, ο πολλαπλασιασμός γίνεται σε πολύ μικρότερες διαστάσεις, ενώ ο σαρκικός έρωτας αποκτά τη μέγιστη σημασία και την υψηλότερη δύναμη» (Βλ. Σολοβιώφ). Ενώ τα ζώα έχουν μια τεράστια δύναμη πολλαπλασιασμού ενώ απουσιάζει ο έρωτας, στον άνθρωπο συμβαίνει το αντίθετο: ο έρωτας εμφανίζεται πανίσχυρος, ακόμη και με πλήρη αποκλεισμό του πολλαπλασιασμού. «Ο έρωτας στον άνθρωπο είναι ένα αυτόνομο καλό, έχει τη δική του μη συγκρίσιμη αξία… και δεν μετατρέπεται σε εργαλείο γενετήσιων στόχων, οι οποίοι επιτυγχάνονται ανεξάρτητα από αυτόν» (Σολοβιώφ).
Όπως και ο μοναχός έτσι και ο παντρεμένος, συνήθως, ξεκινά τη ζωή του έχοντας ως προνόμιο τον έρωτα. Αυτός είναι που κάνει επιθυμητό τον άλλον άνθρωπο και που δίνει μια ώθηση στο να προσκολληθεί ο ένας στον άλλο. Ο έρωτας είναι απολύτως προσωπικός: επιλέγω αυτό το πρόσωπο και όχι κάποιο άλλο. Για τον ερωτευμένο αυτό το πρόσωπο έχει απόλυτη σημασία ως μοναδικό και ανεπανάληπτο. Ο συγγραφέας μιλώντας σε 3 τουλάχιστον κεφάλαια για το ότι πρώτα είμαστε σύζυγοι και μετά γονείς δεν μπορεί παρά να εννοεί ότι έχει μεγάλη σημασία ο έρωτας στη συζυγική ζωή. Ή εν πάση περιπτώσει ότι τον λαμβάνει σοβαρά υπόψη. [«Κάποτε ο γάμος γινόταν από οικονομικό συμφέρον ή για κοινωνικούς λόγους· ύστερα επικράτησε η επιθυμία» (Μπρυκνέρ).] Ο έρωτας αυτός από μόνος του δεν αρκεί. Θα τελείωσει το δίχως άλλο και σήμερα οι σύζυγοι θα ζητήσουν να χειραφετηθούν ο ένας από τον άλλο. Γι’ αυτό και δεν λείπουν οι ερωτικές περιπέτειες, η απιστία και τελικά τα διαζύγια.
Η ερωτική επιθυμία λοιπόν είναι όχι μόνο αποδεκτή στις μέρες μας ως αναγκαία συνθήκη για το γάμο, αλλά και επιβεβλημένη. Η εκκλησία προφανώς δεν είναι αντίθετη σε αυτό. Άλλωστε με την ίδια ψυχική δύναμη που αγαπάμε έναν άνθρωπο με αυτήν αγαπάμε και τον Θεό. Αλλά δεν αρκεί από μόνη της η ερωτική επιθυμία, ούτε καθίσταται είδωλο. Καμιά φορά λατρεύουμε τον ίδιο τον έρωτα αντί του αγαπημένου. Ο έρωτας για τους χριστιανούς δεν είναι θεότητα, ούτε περιμένει καμιά σωτηρία από αυτόν ο πιστός. Τι θα γίνει επί παραδείγματι αν ερωτευθώ κάποιαν άλλη ενώ είμαι παντρεμένος; Αν με προσδιόριζαν μόνο οι ατομικές μου επιθυμίες -φαινόμενο κατεξοχήν σημερινό- τότε θα παρατούσα τη γυναίκα μου εν ονόματι του έρωτα. Στο χριστιανικό γάμο όμως «καλούμαι να μεταμορφωθώ, να αλλάξω τη ζωή μου μέσα από την προσωπική σχέση που θα αναπτύξω με τον Χριστό και, καθώς εγώ μεταμορφώνομαι, μεταμορφώνονται και οι επιθυμίες μου» (Φ. Μαμαλάκης, Ψυχής δρόμοι, τ. 15), έτσι ώστε να γίνουν σταθερά επιθυμίες για τον σύζυγο. Το να νιώθεις όμορφα για κάποιον μπορεί να είναι η αρχή ενός έρωτα, δεν είναι όμως ακόμη αγάπη. Οι ορμές και η έλξη δεν σημαίνουν και αγάπη.  (Απόδειξη τα πολλά διαζύγια των ημερών μας παρά τον έρωτα.) Μπορεί να μεταμορφωθούν σε αγάπη, που εκδηλώνεται κατεξοχήν ως θυσία, μπορεί και να οδηγήσουν σε έναν άκρατο εγωισμό και μια καταστροφή. «Η φύση της αληθινής αγάπης κρύβει μέσα της τη θυσία, τον σταυρό… Ο σκοπός του γάμου είναι να μεταμορφώσουμε τις επιθυμίες και τις παρορμήσεις μας σε αληθινή, μη εγωιστική, θυσιαστική αγάπη για τον άλλο» (Μαμαλάκης). Αυτό γίνεται στο μυστήριο του γάμου. Δίνουμε οι σύζυγοι την καρδιά μας ο ένας στον άλλο, και οι δύο στον Χριστό. Δεν είμαστε παντρεμένοι ο ένας με τον άλλο μόνο, αλλά είμαστε παντρεμένοι εν Χριστώ και με τον Χριστό. Ο γάμος είναι η επανένωση των δύο φύλων εν Χριστώ. Έτσι αυτό που με είλκυε αρχικά στον άλλο, η ομορφιά, η ευφυία και άλλες πραγματικές ή φανταστικές αρετές αντικαθίσταται με τη χάρη του Θεού με μια μυστική βαθιά ένωση και αλληλοπεριχώρηση, η οποία δεν εξαρτάται απκλειστικά από τις παραπάνω αρετές οι οποίες ούτως ή άλλως φθείρονται ή χάνονται. Το να παντρευτώ κάποιον επειδή μου αρέσει, περνάω καλά μαζί του και ικανοποιούνται οι επιθυμίες μου, δεν αρκεί. Παλιότερα γινόταν με τον καιρό μια άθλια καταπίεση, σήμερα αυτό δεν αντέχεται και οι άνθρωποι χωρίζουν. «Όταν απλά ικανοποιούμε τις επιθυμίες μας και κάνουμε αυτό που θέλουμε, όλα γίνονται στα μάτια μας παλιά και βαρετά και αναζητούμε κάτι διαφορετικό για να γεμίσουμε το κενό που νιώθουμε. Όταν όμως πεινάμε και διψάμε για την ενάρετη ζωή, τότε ερχόμαστε αντιμέτωποι με κάτι ουσιαστικά βαθύ και αληθινό και είμαστε πραγματικά πλήρεις» (Μαμαλάκης). Σε αυτή την περίπτωση μιλώντας πάντα για το γάμο, αναφερόμαστε όχι σε κάτι «φυσιολογικό» αλλά σε κάτι το «εξαιρετικό». Ο χριστιανικός γάμος όταν φτάνει στο σκοπό του είναι όντως κάτι το εξαιρετικό και όχι κάτι το βαρετό, το συνηθισμένο, αυτό από το οποίο θέλουμε να ξεφύγουμε. Ο χριστιανικός γάμος έχει όντως υπερβολικές φιλοδοξίες, τα βάρη των οποίων όμως δεν κουβαλούν μόνοι τους οι σύζυγοι (διότι τότε καταρρέουν) αλλά κυρίως ο Χριστός. Το βιβλίο του π. Αντωνίου μάς κατατοπίζει ακριβώς ως προς αυτά και γι’ αυτό σας το συνιστώ ενθέρμως. Σας ευχαριστώ.


Τό βιβλίο
«Λίγο πριν το τέλος… μια νέα αρχή»
Δίνοντας ελπίδα στον Γάμο
τοῦ π. Αντωνίου Καλλιγέρη
κυκλοφορεῖται
ἀπό τίς ἐκδόσεις
«ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ»
(τηλ.: 210 9310605).

από: Εδώ