Με κάθε λαμπρότητα και μεγαλοπρέπεια εορτάστηκε στο Ναύπλιο η εορτή για την εικόνα της Παναγίας της Γερόντισσας ,στον ιερό ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης ,όπου βρίσκεται πιστό αντίγραφο της θαυματουργής εικόνας .
Τον πανηγυρικό εσπερινό που έγινε τέλεσε ο ιεροκήρυκας της Μητροπόλεως Αργολίδας ,ο αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Παπουλέσης παρουσία κι άλλων ιερέων από το Ναύπλιο και το Αργος.
Στο τέλος του εσπερινού ο Ιεροκήρυκας μίλησε για την ιστορία της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας της Γερόντισσας που η πρωτότυπη βρίσκεται στην ιερά μονή Παντοκράτορα Αγίου Όρους.
Η Γερόντισσα του Αγίου Όρους
Η θαυματουργός εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς «Γερόντισσας» βρίσκεται στην Ἱερά Μονή Παντοκράτορος τοῦ Ἁγίου Ὄρους και εἶναι ἐφέστια εἰκόνα τοῦ Μοναστηρίου.Ἡ μορφή της εἶναι στή θέα γλυκύτατη, εὐχάριστη καί γεμάτη
ἔλεος, ἀφήνοντας στόν κάθε προσκυνητή αἰσθήματα χαρᾶς, εὐφροσύνης, ἀγαλλιάσεως, ἐλπίδας, παρηγοριᾶς καί εὐσπλαχνίας, δείχνοντας ὅτι προστρέχει στήν ἀνάγκη τῶν τέκνων Της καί ὅτι πάντοτε παραμυθεῖ τους πιστούς Της.
Τό πρῶτο θαῦμα τῆς εἰκόνας ἀναφέρεται στούς χρόνους τῆς βασιλείας τοῦ Ἀλέξιου Α΄ τοῦ Κομνηνοῦ, ὅταν αὐτός ἄρχισε νά κτίζει τό ἀρχικό μονύδριο 500 μέτρα μακριά ἀπό τά σημερινά κτίρια τῆς Μονῆς, πάνω σε ἕνα ὕψωμα.
Τότε, ἐνῶ οἱ ἐργάτες ἔκτιζαν κανονικά, τό βράδυ ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας μαζί μέ τά ἐργαλεία τῶν οἰκοδόμων ἔφευγαν ἀοράτως καί ὅταν τό πρωί τά ἀναζητοῦσαν τά ἔβρισκαν στό σημεῖο ὅπου εἶναι σήμερα κτισμένη ἡ Μονή· ἦταν βέβαια ἔρημος ὁ τόπος. Ἀφοῦ αὐτό ἔγινε πολλές φορές, τελικά κατάλαβαν ὅτι ἦταν θέλημα τῆς Παναγίας τό Μοναστήρι νά κτιστεῖ στον τόπο πού ἡ ἴδια εἶχε ἐπιλέξει. Ἔτσι λοιπόν οἰκοδομήθηκε ὁ ἀρχικός
πυρήνας τῆς Μονῆς.
Τήν προσωνυμία «Γερόντισσα» την ἀπέκτησε ἡ εἰκόνα ἀργότερα, μετά ἀπό ἕνα καθοριστικό, γιά τήν ὀνομασία, θαῦμα τῆς Θεοτόκου. Ἡ ἀρχική τῆς θέση ἦταν μέσα στό Ἱερό Βῆμα, πίσω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα. Τήν ἐποχή λοιπόν ἐκείνη ζοῦσε ἕνας πολύ ἐνάρετος, ὅμως μεγάλος στήν ἡλικία και ἐτοιμοθάνατος λόγω ἀσθένειας, Ἠγούμενος. Αὑτός γνώρισε τό τέλος του κατά Θεία Ἀποκάλυψη καί πεθύμησε νά κοινωνήσει τά Ἄχραντα καί Ζωοποιά Μυστήρια τοῦ Κυρίου μας. Γι’ αὐτό καί παρακάλεσε τόν ἱερομόναχο
ἐφήμερο πού ἱερουργοῦσε την ἡμέρα ἐκείνη νά συντομεύσει τήν Θεία Λειτουργία.
Ὁ ἱερομόναχος, ὅμως, δεν ὑπάκουσε ἀμέσως στήν ἐπιθυμία τοῦ Ἡγούμενου καί συνέχισε νά λειτουργεῖ ἀργά μέ ἀποτέλεσμα νά ἐπέμβει ἡ ἴδια ἡ Παναγία. Ξαφνικά ἀκούστηκε ἀπό τήν Εἰκόνα ἡ φωνή Της πού τόν διέταξε μέ αὐστηρότητα νά ὁλοκληρώσει σύντομα τήν Θεία Λειτουργία, ὥστε να προλάβει νά μεταλάβει ὁ Γέροντας.
Ἔτσι κι ἔγινε. Μόλις κοινώνησε ὁ Γέροντας, ἐκοιμήθει καί ἀπό τότε ἔδωσαν σέ Αὐτήν τήν εἰκόνα Της τήν προσωνυμία «Γερόντισσα», λόγω τῆς στενής Της σχέσης μέ τόν «Γέροντα». Μετά ἀπό αὐτό μεταφέρθηκε και τοποθετήθηκε ἔξω ἀπό τό Ἱ. Βῆμα στήν ἀριστερή κολώνα τοῦ κυρίως Ναοῦ, ὅπου βρίσκεται μέχρι σήμερα γιά τήν διευκόλυνση τῶν προσκυνητῶν.
Ἡ εἰκόνα ἀνακαινίστηκε καί ἐπενδύθηκε μέ νεώτερο ἀργυρό κάλυμα, ὑψηλῆς τέχνης, κατασκευασμένο μετά ἀπό ἐκφρασμένη ἐπιθυμία τῆς ἴδιας τῆς Θεοτόκου μέ ἔξοδα Κωνσταντινουπολίτισσας ἀρχόντισσας. Τό πιθάρι πού ἀπεικονίζεται ἐπάνω στό κάλυμα ἔγινε προς ἀνάμνηση θαύματος τῆς Παναγίας.
Τόν 17ο αἰώνα ὑπῆρξε ἐποχή κατά τήν ὁποία στό Μοναστήρι δέν ὑπῆρχε καθόλου λάδι. Ἡ ἔλλειψη ὅμως τῶν ἀναγκαίων ἦταν τόσο μεγάλη ὥστε οἱ Πατέρες ἐγκατέλειπαν τήν Μονή ἀναζητώντας ἀλλοῦ τά ἀπαραίτητα γιά τη ζωή. Ὁ Ἡγούμενος τούς προέτρεπε νά πιστεύουν καί να ἐλπίζουν στην «Γερόντισσα», ὅπως προσευχόταν καί ἐκεῖνος καί εἶχε τήν ἐλπίδα σε Αὐτή. Ἑπόμενο ἦταν ἡ Παναγία μας νά μήν διαψεύσει τίς προσδοκίες του, καί ἕνα πρωί οἱ πατέρες εἶδαν νά ξεχειλίζει λάδι ἀπό τήν εἴσοδο τῆς ἀποθήκης, ὅπου φυλάσσονται τά ἄδεια πιθάρια.
Μπῆκαν στήν ἀποθήκη καί εἶδαν ὅτι ἕνα ἀπό τά πιθάρια, πού σώζεται μέχρι σήμερα, ξεχείλιζε ἀπό λάδι. Ἀντιλήφθηκαν τήν ἐπέμβαση τῆς Παναγίας καί μέ αὐτό τό λάδι γέμισαν ὅλα τά ἄδεια δοχεῖα πού βρίσκονταν στό Μοναστήρι. Τότε αὐτό σταμάτησε νά ξεχειλίζει. Ἀπό τότε μέχρι σήμερα τό λάδι δέν ἔχει λείψει ποτέ ξανά ἀπό τό Μοναστήρι Της.