Οἱ Ἅγιοι ἐννέα Μάρτυρες τῆς Κυζίκου, ὁ Ἀντίπατρος, Ἀρτεμᾶς, ὁ Θαυμάσιος, ὁ Θεόγνις, ὁ Θεόδουλος, ὁ Θεόστιχος, ὁ Μάγνος, ὁ Ροῦφος καὶ ὁ Φιλήμονας κατάγονταν ἀπὸ διάφορους τόπους. Συνελήφθησαν ὅμως ὅλοι μαζὶ στὴν Κύζικο τὴν περίοδο τῶν διωγμῶν. Ὅταν ὁδηγήθηκαν μπροστὰ στὸν τοπικὸ ἄρχοντα ἐπέδειξαν θαυμαστὴ γενναιότητα καὶ ὑπερασπίσθηκαν μὲ παρρησία καὶ θάρρος τὴν πίστη τους. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ γιὰ νὰ καμφθεῖ τὸ σθένος τους, ρίχθηκαν στὴ φυλακή. Ἐκεῖ χωρὶς νερὸ καὶ τροφὴ προσεύχονταν καὶ δοξολογοῦσαν τὸν Κύριό τους, ὁ Ὁποῖος τοὺς ἀξίωσε νὰ ὑποφέρουν γιὰ Ἐκεῖνον καὶ ὁ ἕνας ἔδινε θάρρος στὸν ἄλλον. Ὅταν ὁ ἄρχοντας τοὺς ρώτησε γιὰ τελευταία φορὰ ἐὰν ἐπιμένουν νὰ πιστεύουν στὸν Χριστό, ὅλοι μὲ ἕνα στόμα καὶ μία καρδιὰ τοῦ ἀπάντησαν ὅτι προτιμοῦν τὸ μαρτύριο ἀπὸ τὸ νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Πλάστη καὶ Δημιουργὸ καὶ Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Ἔξαλλος ἀπὸ ὀργὴ ὁ ἄρχοντας διέταξε ἀμέσως τὸν ἀποκεφαλισμό τους. Ἔτσι τελειώθηκε ὁ βίος τους καὶ οἱ Ἅγιοι ἔλαβαν τὸν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τῇ συμφωνίᾳ, ἐννεάριθμος, Μαρτύρων δῆμος, ἐν Κυζίκῳ ἱερῶς ἠνδραγάθησε· τὸν γὰρ Ὑπέρθεον Λόγον κηρύξαντες, ὑπὲρ αὐτοῦ ὡς ἀμνοὶ σφαγιάζονται· ὅθεν ἄφεσιν, αἰτοῦνται ἡμῖν καὶ ἔλεος, τοῖς μέλπουσιν αὐτῶν τὴν θείαν ἄθλησιν.
Κοντάκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Ἐννάριθμος χορός, τῶν Μαρτύρων αἰνείσθω, Θεόγνις ὁ κλεινός, καὶ Ἀντίπατρος ἅμα, Μάγνος τε καὶ Θεόστιχος, Ἀρτεμᾶς καὶ Θεόδοτος, καὶ Θαυμάσιος, Φιλήμων ἅμα καὶ Ῥοῦφος· θείαν χάριν γάρ, ἐκ τῶν πηγῶν τοῦ Σωτῆρος, ἠμῖν ἀναβλύζουσι.
Μεγαλυνάριον.
Ἄρνες τοῦ τυθέντος ἐν τῷ Σταυρῷ, ὤφθησαν νομίμως, ἐννεάριθμοι Ἀθληταί, οἱ ἐν τῇ Κυζίκῳ, τὸν ὄφιν καθελόντες· διὸ πρὸς οὐρανίαν, μάνδραν εἰσήλασαν.