Τη Μεγάλη Τρίτη 27 Απριλίου το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στην Ακολουθία του Νυμφίου στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου Βεροίας.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Αὕτη τόν δεσπότην ἐπεγίνωσκεν, οὗτος τοῦ δεσπότου ἐχωρίζετο». Δύο διαφορετικές συμπεριφορές καί δύο διαφορετικές πορεῖες ἰχνηλατοῦν οἱ ἱεροί ὑμνογράφοι τῶν ὕμνων τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Τετάρτης πού ψάλαμε ἀπόψε. Μπορεῖ τά πρόσωπα καί τά περιστατικά νά μᾶς εἶναι γνωστά, μπορεῖ νά τά ἀκοῦμε κάθε χρόνο αὐτή τήν ἡμέρα, ἀλλά εἶναι σκόπιμο νά τά μελετήσουμε γιά λίγο καί νά κατανοήσουμε γιατί ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς τά ὑπενθυμίζει καί μᾶς τά προβάλλει.
Ἀπό τή μία πλευρά εἶναι ἡ ἁμαρτωλή γυναίκα πού πλύνει τά πόδια τοῦ Χριστοῦ μέ μύρο, καί ἀπό τήν ἄλλη ὁ μαθητής του, ὁ Ἰούδας.
Ἡ γυναίκα εἶναι βυθισμένη στήν ἁμαρτία, εὑρίσκεται μακριά ἀπό τόν Θεό καί θά λέγαμε, εἶναι χωρίς προοπτική νά ἀλλάξει ζωή. Τόσο ἁμαρτωλή ἦταν!
Ἀντίθετα τόν Ἰούδα τόν εἶχε ἐπιλέξει ὁ Χριστός γιά μαθητή του, ὅπως καί τούς ἄλλους ἕνδεκα, καί ζοῦσε κοντά του ἐπί τρία χρόνια. Τόν γνώριζε, εἶχε παρακολουθήσει τή διδασκαλία, τή ζωή καί τά θαύματά του. Ἐπί τρία χρόνια ζοῦσε μέσα στήν ἀγάπη του, ἔβλεπε τήν εὐσπλαγχνία καί τή συγκαταβατικότητά του πρός τούς ἀνθρώπους, τήν ὑπομονή καί τήν ἀνοχή του, τήν ταπείνωση καί τή μακροθυμία του. Γνώριζε ὅτι τό μόνο πού ζητοῦσε ἀπό τούς ἀνθρώπους ἦταν ἡ πίστη καί τολμοῦσε νά πλησιάζει καί νά στηρίζει τούς ἁμαρτωλούς, τούς πονεμένους καί τούς ἀδικημένους καί νά ὑπερασπίζεται ἐκείνους πού ἡ κακία τῶν ἀνθρώπων κατέκρινε. Ποιός θά περίμενε, λοιπόν, ὅτι ὁ Ἰούδας θά μποροῦσε ποτέ νά τόν ἀρνηθεῖ ἤ πολύ περισσότερο νά τόν προδώσει;
Καί ὅμως καί οἱ δύο ἀλλάζουν πορεία. Ἡ ἁμαρτωλή γυναίκα διαγράφει μέ μία κίνηση τό παρελθόν της. Γιατί ἄν ἁμαρτία εἶναι ἡ ἀστοχία τοῦ ἀνθρώπου νά πλησιάσει τόν Θεό καί ἡ ἄρνησή του, ἡ μετάνοια εἶναι ἡ ἀπόδειξη ὅτι τόν ἀναγνωρίζει καί θέλει νά ζεῖ μαζί του. Καί αὐτό ἀκριβῶς κάνει καί ἡ πρώην ἁμαρτωλή. Μέ τό μύρο πού κομίζει στόν Χριστό καί ἡ πράξη της νά τοῦ ἀλείψει μέ αὐτό τά πόδια, ἀποδεικνύει ὅτι τόν ἀναγνωρίζει ὡς σωτήρα καί λυτρωτή της, ὅτι τόν ἀναγνωρίζει ὡς δεσπότη καί Θεό της.
Δέν ἐξαγοράζει τήν ἄφεση μέ τό πολύτιμο μύρο. Μέ τή μετάνοιά της τήν ἐξαγοράζει. Μέ τήν ταπείνωσή της νά γονατίσει ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ τήν κερδίζει.
Τί συμβαίνει ὅμως μέ τόν Ἰούδα; Ἐκεῖνος κρίνει μία πράξη πού ὁ Διδάσκαλός του ἀποδέχεται καί ἐπαινεῖ, ὄχι γιατί τήν ἔχει ἀνάγκη, ἀλλά γιατί ἀποτελεῖ ἔκφραση τῆς μετανοίας τῆς γυναίκας. Ἐκεῖνος ὑποκρίνεται ἐνδιαφέρον γιά τούς πτωχούς καί ἔτσι ψεύδεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ἀμφισβητεῖ τή Θεότητά του, καθώς ἀρνεῖται στήν ἁμαρτωλή γυναίκα τή δυνατότητα νά προσφέρει ὅ,τι πιό πολύτιμο εἶχε στόν Χριστό, καί ὁ ἴδιος χωρίζεται μέ τήν ἐπιλογή του ἀπό Αὐτόν.
«Αὕτη τόν δεσπότην ἐπεγίνωσκεν, οὗτος τοῦ δεσπότου ἐχωρίζετο».
Οἱ θέσεις ἀντιστρέφονται, ἡ προοπτική μεταβάλλεται. Ἡ ἁμαρτωλή γυναίκα κερδίζει τή σωτηρία καί εὑρίσκεται μαζί μέ τόν Χριστόν. Ὁ μαθητής χωρίζεται ἀπό τόν Διδάσκαλο καί βαδίζει τήν ὁδό ἀπωλείας.
Ἄς διδαχθοῦμε ἀπό τά δύο πρόσωπα καί τή στάση τους, καί ἄς μή νομίζουμε ὅτι ἔχουμε ἐξασφαλίσει τήν οἰκειότητα μέ τόν Θεό καί τή σωτηρία, ἐπειδή εὑρισκόμεθα μέσα στήν Ἐκκλησία ἤ ἐπειδή νομίζουμε ὅτι ἀκολουθοῦμε τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ. Μία ἀδυναμία, ἕνας πειρασμός, ἕνα πάθος μπορεῖ νά μᾶς ὁδηγήσει μακριά του, μπορεῖ νά μᾶς χωρίσει ἀπό τήν ἀγάπη του, μπορεῖ νά μᾶς κάνει καί νά τόν ἀρνηθοῦμε.
Ἄς μήν ἐπαναπαυόμεθα ποτέ, καί κυρίως ἄς μήν ἀκολουθοῦμε τήν τακτική τοῦ Φαρισαίου, ὁ ὁποῖος ὑποτιμοῦσε τόν τελώνη, πού τελικά δικαιώθηκε. Ἄς μήν μιμούμεθα τόν Ἰούδα, ὁ ὁποῖος ὑποτιμοῦσε τήν ἁμαρτωλή γυναίκα, πού τελικά κέρδισε τή σωτηρία της. Ἡ γνώμη πού ἔχουμε γιά τόν ἑαυτό μας δέν μπορεῖ νά μᾶς σώσει. Ἀντίθετα μπορεῖ νά μᾶς παρασύρει στήν ἀπώλεια καί μάλιστα, κάποιες φορές, διά τῆς κατακρίσεως τῶν ἀδελφῶν μας.
Αὐτό πού μᾶς σώζει εἶναι ἡ ταπείνωση καί ἡ ἐν μετανοίᾳ προσέγγιση τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἔσωσε καί τήν ἁμαρτωλή γυναίκα. Εἶναι ἡ ἐν ἐξομολογήσει ἐκζήτηση τοῦ θείου ἐλέους. Εἶναι ἡ ἁγνή προσφορά τῆς καρδίας μας στόν Χριστό γιά νά τήν ἁγιάσει.
Ἄς ἀποφύγουμε τήν ὑπεροψία καί τήν ὑποκρισία τοῦ Ἰούδα. Ἄς μιμηθοῦμε τή μετάνοια καί τήν τόλμη τῆς ἁμαρτωλῆς γυναίκας, καί ἄς προσέλθουμε στόν Χριστό ζητώντας τό ἔλεός του· ζητώντας του νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τίς ἀδυναμίες καί τά πάθη μας.
Καί ἐάν προσέλθουμε μέ ταπείνωση καί ἀγάπη, νά εἴμεθα βέβαιοι ὅτι θά τύχουμε τῆς ἀφέσεως, ὅπως καί ἡ ἁμαρτωλή γυναίκα, τῆς ὁποίας τή θεάρεστη πράξη μνημονεύει ἀπό σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, προβάλλοντάς την ὡς παράδειγμα γιά ὅλους μας.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ