Κατά το διήμερο 5 και 6 Φεβρουαρίου πανηγύρισε o Ιερός Ναός του Αγίου Φωτίου Βεργίνης.
Το εσπέρας της εορτής ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον Πανηγυρικό Εσπερινό, ενώ τον θείο λόγο κήρυξε ο Αρχιερατικός Επίτροπος Βεργίνης Αρχιμανδρίτης Ιερεμίας Γεωργαλής.
Ανήμερα της εορτής το πρωί ο Σεβασμιώτατος τέλεσε αρχιερατική θεία λειτουργία και κήρυξε το θείο λόγο.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Θεία Λειτουργία :
«Καί
ἄλλα πρόβατα ἔχω, ἅ οὐκ ἔστιν ἐκ τῆς αὐλῆς ταύτης· κἀκεῖνα με δεῖ
ἀγαγεῖν καί τῆς φωνῆς μου ἀκούσουσιν, καί γενήσεται μία ποίμνη εἷς
ποιμήν».
Στή
διάρκεια τῆς δημόσιας ζωῆς του ὁ Χριστός προσπάθησε μέ πολλούς τρόπους
νά ἐξηγήσει στούς ἀνθρώπους ποιός ἦταν καί τί ἦρθε νά τούς προσφέρει.
Διότι μπορεῖ οἱ ἄνθρωποι νά περίμεναν ἐπί αἰῶνες τόν Μεσσία, νά
περίμεναν τόν λυτρωτή καί σωτήρα τους, ὅμως ἦταν δύσκολο νά
συνειδητοποιήσουν καί νά κατανοήσουν ποιός ἦταν ὁ Χριστός καί πῶς
μποροῦσε νά τούς συμφιλιώσει μέ τόν Θεό καί νά τούς ἀπαλλάξει ἀπό τό
βάρος τῶν ἁμαρτιῶν.
Μέχρι
τήν ἐποχή τοῦ Χριστοῦ οἱ Ἰσραηλίτες γνώριζαν ἕναν Θεό αὐστηρό, ἕναν
Θεό τιμωρό. Τό ἴδιο καί ὅλοι οἱ ἄλλοι λαοί πού λάτρευαν στά εἴδωλα.
Πίστευαν ὅτι ὁ Θεός ἦταν ἐκδικητικός, ἦταν αὐτός πού ἤλεγχε τούς
ἀνθρώπους, πού ἐπιδίκαζε τιμωρίες, πού ἦταν αἰτία καταστροφῶν καί
συμφορῶν γιά τούς ἀνθρώπους. Καί ἀκόμη ἡ ἔννοια τῆς ἀγάπης στή σχέση
τοῦ Θεοῦ μέ τόν ἄνθρωπο ἦταν ἄγνωστη καί ξένη. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Χριστός
δέν ἦρθε στόν κόσμο ὡς Θεός, δέν ἦρθε μέ τή δύναμη καί τή
μεγαλοπρέπεια τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἦρθε ὡς ἄνθρωπος γιά νά μήν τρομάξει καί
νά μήν φοβίσει τόν ἄνθρωπο, καί ἀντί νά τόν βοηθήσει νά τόν
πλησιάσει, τόν ἀπομάκρυνε.
Προσπαθώντας,
λοιπόν, νά ἐξηγήσει ὁ Χριστός αὐτή τή σχέση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρός
τόν ἄνθρωπο, χρησιμοποιεῖ στό κήρυγμά του διάφορες οἰκεῖες εἰκόνες καί
παραβολές. Μία ἀπό αὐτές εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ καλοῦ ποιμένος, τήν ὁποία
μᾶς παρουσίασε τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα.
Ὁ
Χριστός εἶναι ὁ καλός ποιμένας, ὁ στοργικός βοσκός πού ἐνδιαφέρεται
καί μεριμνᾶ γιά τά πρόβατά του, γιά τούς ἀνθρώπους, καί θυσιάζεται
γι᾽ αὐτά ἀνιδιοτελῶς, προκειμένου νά μήν κινδυνεύσουν ἀπό τόν νοητό
λύκο, ἀπό ὅσους δηλαδή τά ἐπιβουλεύονται καί προσπαθοῦν νά τά
ἀπομακρύνουν ἀπό κοντά του.
Ὅμως
ὁ Χριστός δέν περιορίζεται μόνο σέ αὐτή τήν ἰδιότητα τοῦ καλοῦ
ποιμένος. Ἐκφράζει τό ἐνδιαφέρον του καί γιά ἐκεῖνα τά πρόβατα πού
βρίσκονται μακριά του, τά ὁποῖα δέν τόν γνωρίζουν ἤ ἀγνοοῦν ὅτι ἀνήκουν
στήν ποίμνη του, καί ἐπιδιώκει νά τά συγκαταριθμήσει καί αὐτά στήν
ποίμνη του γιά νά μήν κινδυνεύουν καί γιά νά μήν χαθοῦν.
«Καί
ἄλλα πρόβατα ἔχω ἅ οὐκ ἔστιν ἐκ τῆς αὐλῆς ταύτης, κἀκεῖνα με δεῖ
ἀγαγεῖν», λέγει ὁ Χριστός. Ἔχω καί ἄλλα πρόβατα πού δέν εἶναι σ᾽ αὐτή
τήν αὐλή, καί πρέπει καί ἐκεῖνα νά τά φέρω κοντά μου.
Ἡ
ἐπιθυμία τοῦ Χριστοῦ δέν πραγματώνεται μόνο μέ τή δική του προσπάθεια
ἀλλά καί μέ τήν ἐντολή «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη», πού
ἀπευθύνει πρός τούς μαθητές του ἀλλά καί πρός ὅλους ἐκείνους, τούς
ὁποίους διά τῆς Ἐκκλησίας του θά τούς καταστήσει ποιμένες τῶν λογικῶν
του προβάτων.
Ἕνας
ἀπό αὐτούς εἶναι καί ὁ ἑορταζόμενος σήμερα Μέγας ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας
μας, ὁ προστάτης τῆς ἐνορίας σας, τόν ὁποῖο τιμοῦμε στόν περικαλλῆ
αὐτόν ναό τῆς Βεργίνας. Εἶναι ὁ ἅγιος Φώτιος, τόν ὁποῖο ὁ Χριστός κάλεσε
ἀπό τήν ὑπηρεσία τοῦ αὐτοκράτορος στή διακονία τῆς Ἐκκλησίας, καί τόν
κατέστησε ποιμένα τῶν λογικῶν του προβάτων, ἀρχιεπίσκοπο
Κωνσταντινουπόλεως καί οἰκουμενικό πατριάρχη.
Καί
ἐκεῖνος ὡς καλός ποιμήν καί μιμητής τοῦ καλοῦ ποιμένος Χριστοῦ, δέν
περιορίσθηκε μόνο στή μέριμνα τῶν προβάτων πού βρισκόταν στήν αὐλή
του, δηλαδή μόνο στή μέριμνα τῶν χριστιανῶν τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί
τοῦ Βυζαντίου, ἀλλά στράφηκε γιά νά ἀναζητήσει καί νά ἑλκύσει καί τά
πρόβατα πού βρισκόταν μακριά του, τούς ἀνθρώπους πού βρισκόταν «ἐν
χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου» καί ἀγνοοῦσαν τόν Χριστό καί τό εὐαγγέλιό του καί
πίστευαν ἀκόμη στά εἴδωλα.
Ἔτσι
ὡς καλός ποιμήν, ἀποφάσισε νά στείλει δύο ἐκλεκτούς μαθητές του,
τούς Θεσσαλονικεῖς ἀδελφούς ἁγίους Κύριλλο καί Μεθόδιο, στούς
Σλάβους, γιά νά κηρύξουν τό εὐαγγέλιο καί νά τούς ἑλκύσουν στό φῶς τῆς
γνώσεως τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.
Καί
παρά τίς δυσκολίες καί τίς ἀντιξοότητες πού συνάντησαν οἱ δύο ἅγιοι
ἀδελφοί, κατόρθωσαν νά εὐαγγελισθοῦν τόν Χριστό στούς Σλάβους, νά τούς
φέρουν στή θεία αὐλή τοῦ Χριστοῦ καί νά τούς ἑνώσουν μέ τήν Ἐκκλησία
του.
Ἄν,
λοιπόν, οἱ Σλάβοι πιστεύουν σήμερα στόν Χριστό καί ἀνήκουν στήν κατ᾽
Ἀνατολάς Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, αὐτό τό ὀφείλουν ἀποκλειστικά στήν
προσπάθεια τοῦ Μεγάλου Φωτίου καί τῶν μαθητῶν του, τῶν Θεσσαλονικέων
ἁγίων Κυρίλλου καί Μεθοδίου, καί στούς ἀγῶνες πού ἔδωσαν ἐκεῖνοι, ὥστε
νά παραμείνουν ὀρθόδοξοι, καί νά μήν περάσουν στή δικαιοδοσία τῆς
Δύσεως καί τοῦ πάπα, ὁ ὁποῖος μέ διάφορους τρόπους προσπαθοῦσε νά
τούς προσεταιρισθεῖ.
Καί
αὐτό ἰσχύει ἀνεξάρτητα ἀπό τό γεγονός ὅτι ξεχνοῦν σήμερα τί ὀφείλουν
στόν Μέγα πατριάρχη Φώτιο, ἤ προσπαθοῦν νά οἰκειοποιηθοῦν καί τούς
δύο αὐταδέλφους ἅγιο Κύριλλο καί Μεθόδιο καί νά τούς θεωροῦν καί
αὐτούς Σλάβους.
Ὅμως
ἡ ἀλήθεια δέν ἀλλοιώνεται, καί τά γεγονότα ἀποδεικνύουν τό μεγαλεῖο
τῆς προσωπικότητος τοῦ τιμωμένου ἁγίου, τοῦ ἁγίου Φωτίου, καί τῆς
προσφορᾶς του ὡς καλοῦ ποιμένος.
Ἑορτάζοντας,
λοιπόν, σήμερα τή μνήμη του, ἐμεῖς πού ἔχουμε τό μεγάλο προνόμιο ἀπό
τόν Χριστό νά βρισκόμεθα μέσα στήν αὐλή του, μέσα στήν Ἐκκλησία του, θά
πρέπει νά φροντίζουμε καί νά προσέχουμε, ὥστε νά μήν ἐξερχόμεθα μόνοι
μας ἀπό τήν αὐλή τῆς Ἐκκλησίας, εἴτε μέ τή ζωή μας, εἴτε μέ τίς
ἐπιλογές μας, εἴτε ἀκούοντας ἀλλότριες φωνές καί ὄχι τή φωνή τῶν καλῶν
ποιμένων μας, τῶν ἱερέων καί τοῦ Ἐπισκόπου, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν γιά
ὅλους τή φωνή τοῦ ἀρχιποίμενος Χριστοῦ. Διότι ἔτσι μόνο θά ζοῦμε
ἀσφαλεῖς καί θά προοδεύουμε στή ζωή μας μέσα στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τήν
ὀρθή πίστη, ὥστε νά ἀξιωθοῦμε καί ἐμεῖς νά κερδίσουμε τή σωτηρία πού
μᾶς προσφέρει ὁ Χριστός.